Σάββατο 23 Ιουνίου 2012

ΔΩΡΑ ΧΑΡΑΣ




ΑΛ ΤΣΑΚΤΣΙΡΑ ΝΙΟΥΣ

Μου φώναζε ο καθηγητής
τ’ όνομα Κάπα Λάμδα
και τρόμαζε οδηγητής
με κάπα και με λάμπα.

Γιος του Λάμπρου και της Μάχης
Κώστας Βλάχος μαχητής
ως του κάμπου σαν Λαμπράκης
ο φελλάχος μαθητής.

Κατάγομαι από χωριό
κοάξ κοάξ βατράχου
πετάγομαι απ’ το νερό
πυξ λαξ σαν βλαξ του βράχου.

Σμίξη Αχελώου Ινάχου
Βάλτο και Ξηρόμερο
θα μας πνίξει ιερομονάχου
μ’ ένα σάλτο βρωμερό.

Πιάσε το χέρι μου χορό
με γκάϊντα και τσακτσίρα
κι άσε έρημου να προχωρώ
Αλ Κάιντα κι Αλ Σαζίρα.

Το γεφύρι για τη Γύρα
του Ματάιδα δεν θα βρω
πανηγύρι αναγύρα
με νεράιδα Κένταυρο.

Σαν πότη με χαμόμηλο
και το ξερό χορτάρι
ιππότη κοκορόμυαλο
του μεροκαματιάρη.

Θα καλέσω με κοντάρι
πάλη άι Γιώργη όμιλο
για ν’ αλέσω το σιτάρι
πάλι στο δροσόμυλο.

ΑΓΡΙΑ ΠΟΥΛΙΑ

Αγρίνιο μ’ Αγρινάκι μ’
λαντ ρόβερ Φαρ Ουέστ
αγρίμι μ’ αγριμάκι μ’
χανκόβερ αλκοτέστ.

Ταραχώδη χώροι
τα κρασοπουλιά
στα βραχώδη όρη
άγρια πουλιά.

Στις τρύπες θηριωδία
των άντρων άχνα μου
και γύπες άγριου Δία
μου τρων τα σπλάχνα μου.

Προμηθέα δεσμώτη
κάρφωσαν ψηλά
θέα συνωμότη
σταύρωσαν ψιλά.

Με διεθνείς συμβάσεις
δρόμου καταπακτές
ημιθανείς διαβάσεις
του τρόμου αφύλακτες.

Με το αετίσιο
βλέμμα που κοιτάς
φαγητό σπιτίσιο
αίμα μου ζητάς.

Δεν πάμε προς Οφρίνιο
ματοτσίνορα
τα σπάμε στο Αγρίνιο
γεμάτο σύνορα.

Δεν μυρίζει κρίνο
το TOYOTA σου
και το ρύζι Agrino
τρώει το γιώτα σου.


ΣΤΡΑΒΟΞΥΛΟ

Με το φραγγέλιο άνοιξα
τα μάτια στο θρανίο
το ευαγγέλιο άγγιξα
κι ιμάτια διαρρηγνύω.

Είπα για το πρυτανείο
έπαθα ό, τι άξιζα
και με τρύπα στο κρανίο
έμαθα όσο άντεξα.

Πατροκοσμά τον Αιτωλό
που έκτισε σχολεία
κοσμάκη ιεραπόστολο
που απαίτησε βιβλία.

Στις σελίδες Αιτωλία
έγραψε τον Όξυλο
που Ηρακλείδες στην Ηλεία
πέρασε μονόξυλο.

Στη τάξη μου στραβόξυλο
με κόκκινο μανδύα
θα με πετάξει ένστολο
κοινό με τα μαντεία.

Νεφεληγερέτη Δία
με βροντές για τον λαό
υπηρέτη με παιδεία
γέροντες Αγέλαο.

Πολλές ιμπεριαλιστικές
βαφτίζει τις εκφράσεις
που κεφαλές πυρηνικές
ταυτίζει με συρράξεις.

Δίχως πι αλλάζει φράσεις
και τις κάνει ειρηνικές
και με μι θα πει προτάσεις
μη υπερρεαλιστικές.

ΠΡΑΝΤΙΚΟ

Γεννήθηκα στο Πραντικό
χαμένο απ’ το χάρτη
με το μυαλό μας πρακτικό
και την ψυχή μας σκάρτη.

Εδέησε το φως σκληρό
εδώ να δω της ζήσης
το έδαφος ολισθηρό
μέσα μου καθιζήσεις.

Στα πράγματα σαν πράματα
μας βλέπουν ορισμένοι
με φράγματα κι εμφράγματα
καρδιά πλημμυρισμένη.

Θάλαττα κράζουν θάλαττα
κάθοδος των μυρίων
και μας ξεβράζουν άλατα
με ποταμούς δακρύων.

Τα Σόδομα και Γόμορρα
για τιμωρία κατοίκων
κι εισόδημα τα όμορα
χωρία Μαλατεΐκων.

Έγινα στήλη άλατος
με τα κομμάτια πίσω
και με μαντήλι ασάλευτος
τα μάτια να σκουπίσω.

Του Κατσαντώνη πήδημα
έκανα του Αχελώου
κι είπα ιδού το οίδημα
κι η Ρόδος μπακαλόου.

Μετά από εμάς κατακλυσμός
και προπαντός πλημμύρα
θα βλαστημάς σαν πληθυσμός
χώρας Πραντός τη μοίρα.

ΝΑΡΚΑΛΙΕΥΤΗΣ

Με πρόθεση να μη βραχούν
περνούν τον Αχελώο
ξεμένουν στη διέλευση
όμως με τ’ άλογό τους

πολλοί πιο πίσω και κοιτούν
αγώνες ιστιοπλόων
την ακριβή εκτέλεση
των δρομολόγιών τους.

Ή γίνονται σπογγαλιείς
στις σκάλες σφουγγαράδες
με ΙΚΑ νοιώθουν ασφαλείς
μα είναι φουκαράδες.

Πατούν του αποκάτω τους
τα χέρια που τους νεύουν
και γλείφουν του αποπάνω τους
τα πόδια για ν’ ανέβουν.

Κι αποφασίζουν μόνιμα
τα υπόλοιπά τους χρόνια
για πάντα κάτω στο βυθό
να μείνουν του Αχελώου

και να καθίσουν φρόνιμα
με δάνειο απ’ την πρόνοια
σε σπίτια πλημμυροπαθών
μ’ έκρηξη οργής κοχλώου.

Διαβαίνουν καβαλάρηδες
στον πόρο ένα μπόι
και βγαίνουν γελαδάρηδες
στο κάμπο καουμπόη.

Κι ο καβαλάρης ποιητής
τον Πήγασό του αφήνει
να πάρει ναρκαλιευτής
ιπτάμενο δελφίνι.

ΝΕΟ ΜΠΑΜΠΑΛΙΟ

Κατατρεγμό για εγκλήματα
μαγκούφη ιερομονάχου
κατά γκρεμό στα Κλήματα
βακούφι του Ινάχου.

Νέο Μπαμπαλιό Ποντίων
λέω στο παλιό αντίο
καίω φύλλο στο μαντείο
κι αναπνέω είκοσι δύο.

Ανταλλαγή των πληθυσμών
μας έφερε στους όχθους
κι εύφορη γη κατακλυσμών
κατάστρεψε τους μόχθους.

Παραχελωίτις ζώνη
κι ο πολίτης δεν ριζώνει
τη χλωρίδα της μπαζώνει
κι η πατρίδα μαραζώνει.

Ερείπια κι ακατοίκητα
σαν σκελετοί σπαρμένοι
τα σπίτια ατελειοποίητα
με τελετή θαμμένοι.

Πνίγηκε το Μπαμπαλάκι
και του μύλου το αυλάκι
πνίγηκε το Αμπελάκι
και του φίλου το γελάκι.

Σάμπως σκληρή κι αλύπητη
της προσφυγιάς η μοίρα
κάμπος γη ιερή ακατοίκητη
με της βραγιάς πλημμύρα.

Το Κεπέκκλησες στον Πόντο
με υδατοφράκτη φόντο
που κατέκλυσες στο βρόντο
καταρράκτη του Τορόντο.

ΣΤΟ ΒΑΛΤΟ

Οδηγέ που πας στο Βάλτο
σε χωριά παρόχθια
άβγαλτο κορίτσι βάλτο
στο σκαμνί και όρθια.

Βαλτινέ μου βάλτηνέ μου
δεν θα σου το πω το ναι μου
και απ’ το μυαλό σου βγάλτο
πονηρέ μου απ’ τον Βάλτο.

Οδηγέ που πας στο Βάλτο
δίχως φρένο κι αριθμό
στο κακό τον δρόμο βάλτο
κι ας βρεθούμε στο γκρεμό.

Βαλτινιά μου μες τα έλη
ρίξε του έρωτα τα βέλη
για να φτάσουμε στο τέρμα
και να βγούμε απ’το τέλμα.

Οδηγέ που πας στο Βάλτο
κατευθείαν στα βαθιά
θα βουλιάξουμε στο βάλτο
και μη σταματάς Στα-θά.

Τα βατράχια του Μπιζάκου
που κοάζουν στίχο άκου
και στα βράχια τους με σμάλτο
βγάζουν ήχο τους κοντράλτο.

Οδηγέ που πας στο Βάλτο
με σιγανοπαπαδιά
αχ και να ’ταν μ’ ένα σάλτο
να γινόμασταν παιδιά.

Τα ματάκια σου τι να ’χουν
σαν θολά νερά του Ινάχου
και κοιτάζεις κυρά Όλγα
τους βαρκάρηδες του Βόλγα.

ΕΚΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ

Για θέματά του φλέγοντα
μιλούν του Αχελώου
και ρεύματά του ζέοντα
κατρακυλούν κοχλώου.

Με τροπολογία κερδώου
υπουργού τα δέοντα
κι εκτροπολογία σόου
συνεργού του ρέοντα.

Με στραβισμό λέει δήλωση
και άγνοια οργανώσεις
θα βόλευε από τύφλωση
να πάσχουν δίχως γνώσεις.

Έκκληση να το βουλώσεις
νόμοι παρακάμπτονται
θέληση με διαστρεβλώσεις
γνώμη μας δεν κάμπτεται.

Δεν θα ξεπλύνει τη ντροπή
στο τέρμα του Αθήνες
και θα μολύνει εκτροπή
το δέρμα με δοθιήνες.

Απειλούν να γίνουν θίνες
για τους δουλευτές στη γη
και απεμπολούν ευθύνες
βουλευτές και υπουργοί.

Το δικαστήριο απόφαση
με ρίσκο αμφιβάλλω
για τον δραστήριο πρόφαση
βρίσκω και κάτι άλλο.

Άτυχοι στο περιβάλλον
πάσχει από κώφωση
και ηχεί στ’ αυτιά του μάλλον
άσχημα η συμμόρφωση.

ΕΚΤΡΟΠΗ

Στην Αθήνα Λαρισαίος
ταξιτζής για Αγρίνιο
παρά θιν αλός χερσαίος
θα πετάξει αν ζεις Πηνειό.

Στης Λαρίσης το ποτάμι
που το λένε Αχελώο
αν αφήσεις να το κάμει
θα σε κλαίνε με αντλώο.

Κάνω για τη στάση νύξη
το ποτάμι είναι ρηχό
αν τυχόν και δεν με πνίξει
μοναχά που θα βραχώ.

Έπιασε βροχή στο δρόμο
το ποτάμι είναι θολό
κατεβάζει απ’ τον Μόρνο
και τον Εύηνο πηλό.

Ποταμός αργυροδίνης
Θεσσαλλό σου σόφισμα
και για πακτωλό μου δίνεις
κίβδηλό σου νόμισμα.

Κάνετε το μαύρο άσπρο
μ’ εκτροπή να πάτε εκεί
πιάνετε τον Άσπρο μαύρο
με ντροπή για τουμπεκί.

Εξορμάει απ’ τα Τζουμέρκα
την πηγή Μελισσουργών
και βρωμάει από τα έργα
για να βγει πετρέλαιο αργόν.

Κλάδο ελαίας για τη στέρνα
να ποτίζω τα καπνά
κάδο Αχιλλέα απ’ τη φτέρνα
να βαπτίζω Αθηνά.

ΑΧΕΛΩΟΣ

Μπαίνουμε στον Αχελώο
με τα όχθια του άνυδρα
στα λουτρά Μαρδαχολώο
μέσα σε νερό κοχλώο
Νέσσος τη Δηιάνειρα.

Με σήραγγα εκτρέπεται
και γι’ άλλα μέρη παίρνουν
κι εμάς δεν επιτρέπεται
τα χέρια μας να σπέρνουν.

Μπήκαν του πασσά λεφούσια
κι έκαψαν τη Λιβαδειά
και τους είπε νίκη ανούσια
με νερό θα ξανανθούσαν
απ’ τα δέντρα τα κλαδιά.

Πολιορκημένοι τον μικρό
γέροντας θα διατάξει
στους επισκέπτες τους νερό
που είχαν αποστάξει.

Το νερό έχει κιτρινίσει
σαν μια μολυσμένη ουλή
και πια δεν θα μας ξενίσει
Φ.Π.Α στον Κατρουλή.

Κλαίει η βροχή στο μάρμαρο
που καίει σαν βιτριόλι
γιατί δεν πέφτει γάργαρο
νερό στο περιβόλι.

Το νερό του Αχελώου
πίνουμε στην πόλη μας
καθαρό και λέμε ελόου
με τον βόρβορο αντλώου
τι θα γίνουμε όλοι μας.

Λερναία ύδρα δεν μπορώ
να κόψω τα κεφάλια
γενναία Ηρακλή Πουαρό
ας όψονται κανάλια.



ΟΥΖΕΡΙ ΓΛΥΚΑΝΙΣΟΣ

Στο ουζερί Γλυκάνισος
θαμώνας με τσιγάρο
πικρή ζωή και άνισος
αγώνας με τον χάρο.

Ο χειμώνας στη Ζαχάρω
με το κρύο φτάνει SOS
και δρυμώνας θα γιουχάρω
σαν θηρίο Επτάνησος.

Κραιπάλη καπετάνισσα
κι όπλο ληστής θα πάρω
που πάλι τα κοπάνησα
κι εφοπλιστής σαλπάρω.

Πλοίο με σβηστό φουγάρο
και αρόδο διάνυσα
λύω κι αμφισβητώ τον φάρο
Ρόδο Δωδεκάνησα.

Με τα θαλασσοδάνεια
που πήρα θα μπαρκάρω
και υπερωκεάνια
με σπείρα θα τρακάρω.

Κρουαζιέρα θα φουντάρω
στη Μεντιτεράνια
και γκαζιέρα σαν κουρσάρο
με υδροκυάνια.

Θα επιπλέει παγόβουνο
καρδιά με αγκαθάκι
που θα το λέει στον εγγονό
γιαγιά παραμυθάκι.

Κι αν γυρίσω στην Ιθάκη
γι’ άνδρα πολυμήχανο
θ’ αντικρύσω απ’ το τζάκι
αναθρώσκοντα καπνό.


ΕΝΤΕΛΒΑΪΣ

Ροδόδεντρο που άνθισε
στο κάμπο εντελβάις
βρωμόκεντρο κατάντησε
Μοκάμπο της Βομβάης.

Σινεμά το «Εντελβάις»
χάνεσαι κι εσύ κι ο δυόσμος
και σιμά σου με λιβάις
για την «Άνεσή» του ο κόσμος.

Σε κέντρο χιονοδρομικό
πατούν το εντελβάις
δέντρο σε τόπο βρώμικο
πετούν πριν έρθει ο Μάης.

Από τα Πατήσια ως Βάθης
τρέχει με λατρεία του άης
και στα ίσια μη την πάθεις
έχει τρία «Εντελβάις».

Σαν σύμβολο αγνότητας
στην πόλη εντελβάις
αμφίβολο ποιότητας
με χολιντέι ον άις.

Μπαϊράμ Μπαϊρακτάρη
στο Θησείο το κρεμάει
και στο τραμ σαν το σφαχτάρι
στον πλησίον του ορμάει.

Σουβλάκια μ’ ένα νεύμα του
παίρνει στο «Εντελβάις»
και σουτζουκάκια γεύμα του
φέρνει της Πασιφάης.

Διαφημίζει σπετσοφάι
του πασά στο «Εντελβάις»
και πατσίζει που θα φάει
την πατσά χαραμοφάης.


ΕΝΤΕΛΒΑΪΣ

Τον επιτάφιο ο Περικλής
στόλισε με εντελβάις
κι εδάφη ονειροπολείς
για χολιντέι ον άις.

Για τις διακοπές ον λάιν
προσκαλεί στο παραντάις
διάκο πες της φροϋλάιν
στο κελί σου εντελβάις.

Αμάραντο αμαρυλλίς
χορεύτριας της Χαβάης
και άχραντο αμαρτωλής
ιέρειας εντελβάις.

Ρόδα που γυρίζει ο κόσμος
στο Ντουμπάι με λιβάις
ρόδα δεν μυρίζει όμως
όπου πάει απριλομάης.

Εδώ λουλούδι αλπικό
μαραίνουν Πήτερ Βάις
κι αηδό τραγούδι κάλπικο
ραίνουν με τα εντελβάις.

Στης Τεξάκο τα παρτέρια
και τα έλη της Βομβάης
εξακόντισαν στ’ αστέρια
με τα βέλη εντελβάις.

Στα λασπονέρια σήμερα
φυτρώνει της Σαγκάης
και σε πανέρια εφήμερα
λυτρώνει της Δανάης.

Άλλαξε μετά το χρώμα
από άσπρο Ουρουγουάης
και μετάλλαξε σε χώμα
μαύρο της Παραγουάης.

ΔΡΑΠΕΤΗΣ

Περίπατο μοναχικό
στην ερημιά του κόσμου
σε δίπατο εξοχικό
με μυρωδιά του δυόσμου.

Τη τζαμόπορτά σου κλείνεις
κι η καρδιά σπάει σαν γυαλί
την πληγή πως ν’ απαλύνεις
στόχος για σκοποβολή.

Το νου σου μαύρες κι άραχνες
σου βασανίζουν σκέψεις
που σαν τις σαύρες με συχνές
φοβίζουν επισκέψεις.

Σαν του ρολογιού τον τοίχο
η καρδιά χτυπάει τικ τακ
απ’ του πιστολιού τον ήχο
τη βραδιά που πάει με τρακ.

Με το μικρό θαμπόγυαλο
για τα υπόγεια τρέχεις
και με πικρό χαμόγελο
τα λόγια σου προσέχεις.

Στα δωμάτια τους που πέφτει
το σκοτάδι θα χαθούν
και τα μάτια στο καθρέφτη
βράδυ δεν κοιτούν να δουν.

Ξυπνάς που το τσιγάρο σου
δεν άναψες ακόμα
και ξαγρυπνάς το χάρο σου
που έβαλες στο στόμα.

Λείπει ο περιβολάρης
που άφησες δραπέτης του
και με λύπη καβαλάρης
φεύγεις επισκέπτης του.

ΤΣΑΜΙΚΟΣ ΤΑΜΠΑΚΟΣ

Μου έγινες στενός κορσές
και τσάμικος ταμπάκος
που έδινες και βερεσές
το κάπνιζα αραπάκος.

Για το χρέος μαύρη τρύπα
δεν ξαναπερνάω από εκεί
και μοιραίος παρλαπίπα
το ξεχνάω με τουμπεκί.

Αγριεύεις με το μέλι αψύ
φρυκτούς σου λουκουμάδες
και μας χορεύεις στο ταψί
συρτούς καρσιλαμάδες.

Ξέρω τι καπνό φουμάρεις
σ’ έμαθα περιπττερά
για συμφέρο που σουμάρεις
τα λεφτά έβγαλαν φτερά.


Με άρωμα το Μάλμπορο
ας όψεται φουγάρο
με αποκάρωμα μπορώ
να κόψω το τσιγάρο.

Απ’ τη διαρκή συγνώμη
να με τρώει σαβανιστής
μου αρκεί να είμαι ακόμη
ένας πρώην καπνιστής.

Τινάζοντας τη στάχτη μου
την έριχνα στα μάτια
και βγάζοντας το άχτι μου
το έκανα κομμάτια.

Για να μην αφήσω πίσω
ανοιχτό λογαριασμό
και την πόρτα θα χτυπήσω
με φριχτό απολογισμό.


ΚΑΠΝΟΣ

Αρμάθιαζα καπνό χωρίς
να ξέρω το τσιγάρο
θα κάπνιζα σαν μπουχαρής
εξαίρετο φουγάρο.

Τα τσιγαρόχαρτα μικρός
πετούσα του πατέρα
και σαν τριανταφυλλάκια ροζ
σκορπούσα στον αέρα.

Χαϊβάνι τότε θα μου πει
χαρμάνι να φορμάρω
για το χαβάνι να κοπεί
ντουμάνι να φουμάρω.

Απ’ το ταβάνι κρέμονταν
βαντάκια στα δωμάτια
και στο ντιβάνι έπεφταν
ματσάκια του στα μάτια.

Με το βαρύ του άρωμα
πλημμύριζε τσεμπέλι
και σε βαθύ αποκάρωμα
με βύθιζε τεμπέλη.

Σε δάκρυα αναλύθηκα
σαν να ’ταν καπνογόνα
και αυτοπυρπολήθηκα
σε καπνικό αγώνα.

Δεν αρμαθιάζεται ο καπνός
μπροστά μου με τα μάτια
κι αναθυμιάζεται αχνός
με άρρωστα φυμάτια.

Το χέρι που κιτρίνισε
και δεν μου αρέσει η όψη
με το μαχαίρι κίνησε
το κάπνισμα να κόψει.

ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΕΙΑ

Μπήκα στα Παπαστράτεια
μαύρα εκπαιδευτήρια
και βγήκα απ’ τα τεράστια
με μπάφρα εντευκτήρια.

Οδό Παπαστράτου ίσα
παραστράτησα στην πίσσα
διάβασα παφ πουφ αφίσα
κι άρχισα το ρούφα φύσα.

Γκρίζα διαφήμιση καπνού
Παπαστρατείου μεγάρου
ρίζα υπενθύμιση του νου
εργοστασίου φουγάρου.

Πήρα όπως πάει το δρόμο
σπείρα που σκορπάει το τρόμο
με διοξείδια του αζώτου
για ταξίδια του ασώτου.

Αμαξηλάτες καμπριολέ
κυκλοφορούν στις λέσχες
πελάτες τους για ναργιλέ
να βρουν με πόθεν έσχες.

Σαν το χάρο ανεβαίνει
με το κάρο στο δερβένι
το τσιγάρο ανεβαίνει
και φουμάρω το ρεβένι.

Κίτρινο σαν τον ίκτερο
το χρώμα παίρνει φύλλο
κι αντικρινό περίπτερο
στο χώμα στέλνει φίλο.

Κι αν δεν έχουμε δεκάρα
για να πιούμε τον καφέ μας
τρέχουμε για τα τσιγάρα
για να κάνουμε το εφέ μας.

ΦΤΩΧΟΚΑΛΥΒΑ

Γωνιές στα φτωχοκάλυβα
με τους καπνούς ντουμάνια
που με σβουνιές πασάλειβα
τους ουρανούς ταβάνια.

Γκρέμισαν απ’ τα μπεκιάνια
με μπουλντόζες τοίχους τους
και ηρέμησαν τσουκάνια
οι φουριόζες ήχους τους.

Φόρτωσαν τα μπαγκάζια τους
στα φορτηγά τους SCANIA
και πάτησαν τα γκάζια τους
αρώτηγα Βαλκάνια.

Σε δρυμούς και σε ρουμάνια
κάθονταν στους ίσκιους τους
με γοργούς ρυθμούς φιρμάνια
διώχνουν τους κατοίκους τους.

Απαλλοτρίωσαν με ΝΕΠ
που χάλασαν μποστάνια
και αλλοτρίωσαν τα ΚΕΠ
με τα θαλασσοδάνεια.

Πεταμένα στα λιμάνια
επιπλέουν σαντάλια κρεπ
κι έρχονται απ’ την Alemagnia
στα κανάλια του ΤΟΕΒ

Για επίπεδα ψηλά του ΑΕΠ
μιλούν με υπερηφάνεια
και τα ημίψηλα του ΣΕΒ
βγαίνουν στην επιφάνεια.

Τα παιδάκια με ζωντάνια
παίζουν την Κατρίν Ντενέβ
παιχνιδάκια για φυντάνια
που ραντίζουν με Ζινέμπ.


ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ

Χωρίς κρυφή του έξοδο το τέρας τρέφεται
με αλατοπίπερα χτιστών πλακόστρωτων και πόρτες
κι επιστροφή απ’ την έφοδο πατέρας ντρέπεται
με αλεξίσφαιρα λακόστ στρατιωτικών τους μόρτες.

Χωρίς της Αριάδνης το κουβάρι να κρατάς
θα επιτεθείς για τον μινώταυρο Θησέα οπότε
αδράχνεις το κοντάρι που θα βρεις για ν’ ακουμπάς
και θα χαθείς μες το λαβύρινθο με τους δημότες.

Χωρίς ν’ αλλάξει τα πανιά με νέφη έρχεται
στη καταιγίδα κι επαφή τους χάνει απ’ τους ιππότες
δεν ξεχωρίζει καταχνιά που γνέφει κι έπεται
σφραγίδα και υπογραφή στο χάνι οικοδεσπότες.

Χωρίς φιλί στο μέτωπο σαν εραστής θα πας
στο ραντεβού σου στα τυφλά σε κάποιο μπαρ με πότες
χωρίς τον τρυφερό δεσμό με τη ζωή χτυπάς
σαν του στραβού που σκουντουφλά σε σάπιο αμπάρι μπότες.

Ξεκουφαμάρα μόλις βγεις γύρω βρωμιά κι ασχήμια
στη σκουπιδιάρα που αργείς ήρωα με μια βλαστήμια.
Κουπόνια της «χρυσής αυγής» για διακοπές στα Ίμια
καπόνια πάχυνσης σφαγής κι αλπές για τα ψοφίμια.

Νερό πηγαίο ρύπαναν στο βούρκο κολυμπάμε
και με φωτιές τα φρύγανα ολέθρου να σκορπάμε.
Εχθρό με γεωτρύπανα τον Τούρκο να τρυπάμε
και με βουτιές τα τύμπανα πολέμου να χτυπάμε.

Τα σούπερ μάρκετ προσιτά κι απρόσιτα δολάρια
με ζούμπερα οικόσιτα ντεπόζιτα κελάρια
Εισχώρησαν παράσιτα στη στέρνα με μαλάρια
και χώρισαν αμάσητα τα στέρφα απ’ τα γαλάρια.

Σε βλέπω στο ποτήρι μου και πίνοντας σε πίνω
που πνίγηκες Σωτήρη μου στο υδραγωγείο εκείνο.
Από το σουρωτήρι μου περνάς και τι θα γίνω
που μπήκες στο κροντήρι μου απ’ το ψυγείο και χύνω.











ΧΩΡΙΣ ΟΡΙΑ

Χωρίς μεθόρια όρια χώρια στα περιθώρια
χωρίς πελώρια μόρια με ανημπόρια βόρεια
χωρίς μποφόρια εμπόρια βαπόρια στη Βικτώρια
χωρίς νεώρια πυόρροια με στόρια στην κλεισώρεια.

Χωρίς αγόρια γκλόρια πραιτόρια πουργκατόρια
χωρίς κοκόρια απόκρια με σπόρια θεσμοφόρια
χωρίς καστόρια εκδόρια πανώρια στη βικτόρια
χωρίς φυτώρια χλώρια με κομαντόρια εγχώρια.

Χωρίς αναβατόρια με ζόρια στην υπώρεια
χωρίς τα μορατόρια τεταρτημόρια απόρροια
χωρίς εστιατόρια μαστόρια στην Αστόρια
χωρίς τα κουβερτόρια με αποφόρια ιγμόρεια.

Χωρίς κονσερβατόρια μεμόρια ρεπερτόρια
χωρίς τα ορατόρια Σαμπντόρια κι ανακτόρια
χωρίς τα σανατόρια φθόρια στα κρεματόρια
χωρίς την υποδόρια στεντόρεια υποδώρια.












ΧΩΡΙΣ ΤΙΤΛΟ

Χωρίς τζακ ποτ μερίσματα ρομπότ διαμερίσματα
χωρίς σπορ σποτ για κινητά για γιωτ και αυτοκίνητα
χωρίς ταμπλ ντοτ κουνήματα στο φέρι μποτ με κύματα
χωρίς μασκώτ μηνύματα με τρέινσκότ στα μνήματα.

Χωρίς μασάζ βαδίσματα σακ βουαγιάζ για δύσβατα
χωρίς γκαράζ γκαρίσματα με αμπραγιάζ μουγκρίσματα
χωρίς τζαζ αλυχτίσματα με μποϊκοτάζ γαυγίσματα
χωρίς μπαράζ στησίματα με σαμποτάζ σπασίματα.

Χωρίς τα μέτρα τζίτζυφος πέτρα κυλάει Σίσυφος
χωρίς να φάει σύντροφος ρουφάει δοκησίσοφος
χωρίς κρασί σεμνότυφος θρασύδειλος υπόστυφος
χωρίς να πιει κακόκεφος που να σου μπει κι οικότροφος.

Χωρίς μυαλό τριώροφος ψηλώνει κατακόρυφος
χωρίς ταυτότητα άγραφος προσωπικότητα άμορφος
χωρίς να κρίνεσαι στο φως δεν διακρίνεσαι σαφώς
χωρίς δικό σου υπέδαφος κατάδικος στο κέλυφος.












ΚΑΛΛΙΠΑΤΕΙΡΑ

Στα στάδια που αγωνίζεται το παλικάρι
θα πάει η Καλλιπάτειρα για να το δει
και για την άδεια εισόδου της τον κανακάρη
που αγαπάει καλεί για μάρτυρα παιδί.

Παις των Κυθήρων κι έφηβος του Μαραθώνα
την προτομή σου φτιάχνουν από μάρμαρο
πες είρων που σε μάρανε για τον αγώνα
απότομοι μη ψάχνουν για τον γκάγκαρο.

Στο πήδημα το τρέξιμο και το λιθάρι
με μίση ο Πίνδαρος θα σου αφιερώσει ωδή
με οίδημα απ’ το βρέξιμο στο υγρό πιθάρι
θα ορμήσει χείμαρρος που θα σαρώσει ορδή.

Προδίνεις τον εαυτό σου αν πέσεις στην ενέδρα
της γενικής επάρσεως αρχολίπαρων
να δίνεις το καυτό με θέσεις στην εξέδρα
της εθνικής εξάρσεως βροντερό παρών.











ΙΤΕ ΠΑΙΔΕΣ

Δεν επιτρέπεις μετανάστη μπαϊρακτάρη
και να κοιτάς παρέλαση εν μέσω οδών
τον βλέπεις σαν δυνάστη σου και φλαμπουριάρη
ζητάς απέλαση αμέσως ομαδόν.

Η δεύτερη γενιά θα υπηρετούν φαντάροι
να πολεμήσουν στο στρατό τον βάρβαρο
και σαν ελεύθεροι για να κρατούν κοντάρι
θα ορμίσουν με το εθνικό τους λάβαρο.

Έκτισαν πόλη γύρω της κυκλώπεια τείχη
και πύλη με λιοντάρια σαν την Τίρυνθα
κι έφτυσαν όλοι του ήρωα την όποια τύχη
να στείλει με κοντάρια της στα Τίρανα.

Στο Καλατράβα τζίφος κι έρμαιοι απ’ τον πήχη
πού έβαλε πολύ ψηλά και δεν περνά
τράβα το ξίφος σου Σκεντέρμπεη να πετύχει
τον γόρδιο δεσμό που κόσμο τυραννά.








ΚΥΡΑΒΓΕΝΑ

Ήλιε από τη Κυραβγένα
ουρανού κατάνυξη
και παρακαμπύλιε γέννα
του βουνού την άνοιξη.

Σαν νυφούλα ξεπροβάλλει
με το χιόνι στη κορφή
συννεφούλα που θα βγάλει
με τη λιόχαρη μορφή.

Ένα ένα Κυραβγένα
έχουν φύγει τα παιδιά
εις ποιμήν και ποίμνιο ένα
τρέχουν για τα χειμαδιά.

Με τα πρώτα συννεφάκια
ροβολούν στη λαγκαδιά
και αφήνουν τα κονάκια
πίσω τους σαν ρημαδιά.

Σαν κινούμενο βουνάκι
πρόβατα βελάζει ΜΟΠ
το χρυσό σου γουρουνάκι
να το πιάσει μ’ ένα χοπ.

Τυχοδιώκτες που γυρνάνε
ψάχνουν τη χρυσή τομή
και στα δυτικά περνάνε
σε ακτή απότομη.

Στο ποτάμι κολυμπώντας
Γερμανοί για να σωθούν
καπετάν Επαμεινώντας
θα τους πνίξει που απωθούν.

Νέες ποτίζουν το γεράνι
με το άσπρο γεμενί
και νομίζουν με τα κράνη
έρχονται οι Γερμανοί.

ΠΑΝΑΙΤΩΛΙΚΟΣ

Πετάς για τα σαλόνια σου
της νιότης καναρίνι
και κελαηδάς στα κλώνια σου
στον Αγρινιώτη ειρήνη.

Απ’ το πάρκο μανταρίνι
παίρνεις μπάλα και κλωτσάς
και στον πάγκο για να κρίνει
φέρνεις κι άλλα που κλωσσάς.

Στα χώματα παιδιά κομπλέ
της τεχνικής σχολής σου
χρώματα κίτρινα και μπλε
έβαψαν τη στολή σου.

Μπάλα κίτρινη σελήνη
και γαλάζιε ουρανέ
τα μεγάλα αστέρια κλείνει
Παναιτωλικέ τρανέ.

Κάθε παιδί γεννήθηκε
με είκοσι δύο δίπλες
και όταν προπονήθηκε
ξεδίπλωσε με ντρίπλες.

Η αντίπαλη εστία
δύσκολα αντιστέκεται
και να κάνει απιστία
με τα γκόλ σου δέχεται.

Τίτορμος άλλος Ηρακλής
στο στήθος τους θα ράψουν
ο Γάλλος και ο Τσιλελής
το μύθο τους να γράψουν.

Τίμησες με τις παλιές σου
δόξες το Αγρίνιο
δίδαξες με τις μπαλιές σου
και το πανελλήνιο.


ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ ΑΓΡΙΩΝ

Περιοδεία να ζεστάνει γι’ αγιασμό στο σιντριβάνι
περιμένει τη σαιζόν μπαίνει με κομπινεζόν
και η συνοδεία φτάνει που σε πειρασμό σε βάνει
ξαπλωμένη στο γκαζόν διαολεμένη για μπλονζόν.

Με τη τσίχλα Χαρικλάκι εκδρομούλα μελτεμάκι
μες το άρμα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Χορν πω πω τι έπαθε
δίπλα της στο καρεκλάκι την τρεμούλα απ’ το σκαμνάκι
χάρμα ιδέσθαι μ’ έπειθε με ποπ κορν πως ένιωθε.

Ζέστη στο λεωφορείο καταράστηκε θηρίο
πιο παλιά σαράβαλο μια φορά απ’ τον διάβολο
όλο ζέση και με μπρίο να’ ναι αμάλλιαγο και κρύο
βασιλιά καρνάβαλο στην ουρά του άβολο.

Με ταμπεραμέντο φλέβα και χωρίς ταλέντο Εύα
καλλιτεχνική δονείς με τα κάλλη σου ηδονής
παρλαμέντο κάτσε ανέβα στο μομέντο και κατέβα
χάλι εθνικής σκηνής πάλι να μας συγκινείς.

Του θιάσου περιοδεία να εκθειάσουν την παιδεία
θα κινήσουν μπουλουκιού του σκοινιού και παλουκιού
Διονύσου συνοδεία θα διανύσουν με ωδεία
αν δεν φτάσουν τα εκιού και θα φτιάξουν μπάρμπεκιου.

Σκηνοθέτη Φαρμασώνη το σεκλέτι δεν σε σώνει
ρίξε το φαρμάκι σου δείξε το κορμάκι σου
βιλαέτι σου μασόνοι το δοβλέτι σε χρυσώνει
δείξε χανουμάκι σου πνίξε το μαϊμάκι σου.

Θοδωρή Κολοκοτρώνη στη Ντουγρή με το εγγόνι
με τα φέσια στα κλαδιά τη θεσπέσια αμμουδιά
στο ντορή του θεατρώνη και με τα γρι γρι του Γκιώνη
θέση πιάνει με λαδιά αίσια πάει τσιμουδιά.

Έκρινε το κονκορδάτο με ποινές για τον Κορδάτο
παπαδίστικη εκδοχή σκοταδιστική εποχή
της γυναίκας μυρωδάτο κι ο Σενέκας σε φρυδάτο
σώμα έχει και ψυχή κόμμα στέκει προσοχή.


Ο ΣΕΡ ΜΟΡΓΚΑΝ ΣΤΟ ΜΟΤΕΛ

Στις Αντίλλες Τζόνι γουόκερ με τσαντίλες τζιν γουότερ
έπινε σαν πειρατής κι έγινε διοικητής
με τη Θάτσερ παίζει πόκερ σερ τραπέζι με το τζόκερ
χάνει μονεταριστής σαν καρδιοκατακτητής.

Δίνει η χώρα του με ντρόγκαν με τον τίτλο του σερ Μόργκαν
σώο μασκότ πουκάμισο ένα ζώο και μισό
πίνει τώρα με το σλόγκαν απ’ τον κύκλο του στην Λόντραν
σκωτς ουίσκι σε μισώ δίχως κύπελλο χρυσό.

Γύριζε όλα τα καζίνα που του μύριζε η κουζίνα
κι όπου γίνονταν χοροί μα το πάει φιρί-φιρί
για να βγει με λιμουζίνα να τα σπάει με τη ντουζίνα
τώρα τον στενοχωρεί με τη χώρα στο σφυρί.

Μα Μοργκάκι μου του λέει στον αφρό το πλοίο πλέει
κρίση σ’ έπιασε καλέ αι τα πιάτα σπας λαέ
όχι για να βγούμε κλαίει απ’ την κρίση σε ριπλέι
σαν μωρό για χαβαλέ που καιρό το ανάβαλε.

Ναυτικός πριν σε μαούνα νηστικός με τη τσιγκούνα
ταξιδεύει με το ΚΤΕΛ μη ξοδεύει στο ΗOTEL
και τον έφτασε ως τα μπούνια που του έκαψε τη γούνα
για να πάνε στο κοκτέιλ και τα σπάνε στο ΜOTEL.

Σαν σπιτόγατος φευγάτος άγριος απ’ το Λος Γκάτος
δρόμος έφερε ως εκεί τρόμος στη Καραϊβική
σάλταρε γιαλού ο γάτος σάλπαρε γι’ αλλού σφουγγάτος
για Σιαμαία Ιαμαϊκή με σημαία Παναμαϊκή.

Για μεζέδες στη ταβέρνα οι γλεντζέδες με λατέρνα
ρέγκε του Μπομπ Μάρλεϋ και μαρέγκες Στάνλεϋ
οι γιεγιέδες με μοντέρνα οι σκεμπέδες στα γκουβέρνα
κι οι λακέδες Χάρλεϋ με λακέρδες Χάρβεϋ.

Για το στέμμα καραβέλα πίνει αίμα σαν τη βδέλλα
Γαργαντούας και φαγάς φαταούλας άρπαγας
γέννημα και θρέμμα έλα δίνει κρέμα στην πιατέλα
της ρεμούλας ο αγάς και τρεμούλας πρόσφυγας.



STAR IN THE NIGHT

Άστρο μοναδικό τη νύχτα είδα
μοκέτα πράσινη στο κάμπο αυλής
χοροπηδάδικο στην πίστα ακρίδα
μπαλέτα θάμπος της ανατολής
στο ξενυχτάδικο μαλτέζα γίδα.

Φέρνει η βροχή απ’ τη ρεματιά το θρήνο
κούκου που ηχεί στο Ψηλογέφυρο
και παίρνει τη ματιά σου απ’ τον γυρίνο
του βούρκου ανεμοζάλη ζέφυρο
που γέρνει το κεφάλι του άσπρο κρίνο.

Ζαπαντοβράχωρο καπνός βιρτζίνι
με προσοχή σκαλί του ατζαμή
στενάχωρο κι αχνός από βενζίνη
για προσευχή καλεί απ’ το τζαμί
και για χορό βραχνός σαν μουεζίνη.


Με Παπαστράτειων γιορτών την πείρα
κι εκεί που έβγαινε φασκόμηλο
σαν θάλασσα κυλάει τώρα η μπύρα
καμάκι για τον ναυτικό όμιλο
την τρίαινα του Ποσειδώνα πήρα.



APHRODITE CHILD

Διασκέδαση με φεγγαράδα κέφι
και πανδαιμόνιο μουσικής αυλής
παιδιά απ’ την ένταση αράδα ντέφι
και το αιώνιο μούσι της φυλής
με καλοπέραση πεδιάδα τρέφει.

Φωνάζουν στα σαλόνια για το τσάι
δια της μονοσωληνωτής οπής
κράζουν γλαρόνια Aphrodite child
στο κέντρο αχαλίνωτης ντροπής
και βγάζουν στα μπαλκόνια μας οφσάιντ.

Πετάρισμα στο ελληνικό τραγούδι
με ρίσκο ξένο ρεπερτόριο
ανωβλεφάρισμα σαν καλλιακούδι
και βρίσκω στο εστιατόριο
που βγαίνει ο δίσκος τους με το αρκούδι.

Γίνεται αυγερινός ο αποσπερίτης
που θα ’βρω πάλι το ξημέρωμα
στήνεται βραχνοκόκκορας λυρίτης
με μαύρο χάλι του το φτέρωμα
κι απομακρύνεται ο ξωμερίτης.






ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ ΓΙΑ ΚΑΤΑΛΥΤΕΣ

Χαράζει η μέρα με χάρο φορτηγό
με τον πυκνό καπνό που βγάζει σαν φουγάρο
κι εγώ το φιλτράρω
αναπνοή να πάρω
με μάσκα μη πνιγώ.

Απ’το παράθυρο το παρακολουθώ
στη κατηφόρα που πατάει για ώρα γκάζι
έξω απ’ τα ρούχα βγάζει
και μέσα με αναγκάζει
για να κουκουλωθώ.

Παλιό σαράβαλο το εργολαβικό
κι ο αστυφύλακας μου λέει πώς να το πιάσω
τρέχω να το φτάσω
κι ύστερα πάω πάσσο
με βήμα ευλαβικό.

Εδώ δεν βλέπει ούτε αναπνέει κανείς
το καυσαέριο περνάει απ’ τη κουβέρτα
οδό σούρτα φέρτα
στους βολβούς αβέρτα
της VOLVO μηχανής.






ΤΟ ΤΡΑΙΝΟ ΤΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ

Είπα στον ταξιτζή ξεκίνα
πηγαίνω στο Αγρίνιο
μα Μακεδόνας στην Αθήνα
που ήξερε τα μέρη εκείνα
με πήγαινε για Αιγίνιο.

Αυτά είναι δικά σου πάρτα
αν είχε θάλασσα το Αγρίνιο
εμείς θα είμαστε απ’ την Άρτα
και ειδικά Virginia σκάρτα
θα σάπιζαν στο επίνειο.

Εγώ πηγαίνω προς του Βλάχου
κι εσύ για Μάντρα τράβα εμπρός
και για το τραίνο του Μονάχου
έμεινα στη σκιά ενός βράχου
και η γυναίκα του τού αντρός.

Για Καλογρέζα πας κοπέλα
και το ταξί έφυγε άδειο
είδα που έγραφε η ταμπέλα
προς Ολυμπιακό στάδιο
και Καλατράβα εσύ κορδέλα.















ΛΑΜΠΕΤΗ ΦΩΤΟΣ

Στρατιώτης μαύρος απ’το Ελσίνκι ακουμπάει
στο γόνατ’όπλο MADE φελιζόλ και σπάει
- έγχρωμος Ρίζος με καλά την Κυριακή-.
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ «αετός που κατεβαίνει
πολλές φορές πετώντας χαμηλά» και βγαίνει
με αχρωματοψία ασπρόμαυρη εκεί.

Ζωγράφος της ειρήνης στην πλατεία σκυμμένα
και λέρωσε τα ρούχα της καλά πλυμένα
με μία σκόνη που τα κάνει αστραφτερά.
Κι ήταν σωρό τα χρώματα γύρω απλωμένα
στη μαύρη μαρμαρόσκονη όμως ήταν ένα
και περιστέρι με κατάμαυρα φτερά.

Σαν δάσκαλός της για την επιτήρησή της
εικόνα μαύρη που για τη διατήρησή της
είπα τραβήξαμε κι εμείς μια πινελιά.
Δεν έχει πρασινάδα ο μουντός πλανήτης
κι ένας αέρας μαύρος πνίγει τη φωνή της
σαν φίδι που τυλίγει την ουρά θηλιά.

Με άγχος της γονατιστό θα ξεμακρύνει
σαν βράχος να σταθεί στο δυνατό μπουρίνι
και με ναυτία κόμπος κλείνει το λαιμό.
«Δεν το’θελα μαμά» θα πει σαν φιγουρίνι
αλλ’ έβριζε από μέσα της για την ειρήνη
που έβρισκε ως αιτία για τον πόλεμο.

ΕΣΕΝΑ ΤΟ ΛΕΩ

Σε μια γωνία στριφογύριζες σαν σβούρα
και με λαγνεία ζήτησες μια πατσαβούρα
και λέω αλάνι αν βάλεις μέσα αυτόν τον τύπο
απ’ το μελάνι δεν θα βγάλεις πλέον τον ρύπο.

Εσένα ναι το λέω κυρία στο σεσουάρ
σε φενακίζει εφημερίδα Φρανς Σουάρ
και σε χτενίζει Τριχωνίδα της Ραμσάρ
εσένα ναι το λέω κρύα πουρμπουάρ.

Στο δρόμο σου αγόρευσα πως τα στυπεία
με νόμο απαγόρευσαν χαμαιτυπεία
όμως πρακτόρευσα και με παρατυπία
με τρόμο αγόρασα Ελευθεροτυπία.

Εσένα λέω με συνοδούς που πάω κους κους
δεν σου διαφεύγει φάση με τηλεφακούς
σου φεύγει το καφάσι με αηδούς κακούς
εσένα ναι το λέω σ’ αγαπάω μ’ ακούς;











ΝΙΟΧΩΡΙ

Στο Νιοχώρι ένα αγόρι
για το πετροχημικό
δεν προχώρησαν μαγκιόροι
με τον Πέτρο χημικό.

Ηρωικοί και πρωτοπόροι
λένε αγώνα ταξικό
κι οι δακρυικοί τους πόροι
κλαίνε από ’να τοξικό.

Της Μυκόνου πελεκάνοι
και τον Πέτρο απ’ το λαιμό
ξεσηκώνουν να μη κάνει
με τον πετροπόλεμο.

Το χωριό τους θα το κάνει
με βρωμιές υπόνομο
και σαν πλυσταριό λεκάνη
με τις ερημιές νομό.

Η ανέγερσή του εντάσεις
φέρνει με κινήματα
κι η εξέγερση διαστάσεις
παίρνει με μηνύματα.

Σπάνε τις εγκαταστάσεις
με τα μηχανήματα
και ρωτάνε για τις στάσεις
ποιοι κινούν τα νήματα.

Και τους είπα κάθε μέρα
παίζει το μπιλιάρδο του
και στη τρύπα του αέρα
πέφτει με το φάρδος του.

Στον Αράκυνθο παντιέρα
σήκωσε στη ράβδο του
κι απ’ την Ζάκυνθο πιο πέρα
άκουσε ο βάρδος του.

ΣΤΟΧΟΛΟΥΛΟΥΔΟ

Εμμένουμε στο στόχο μας
με βέλη αγγελούδια
και μένουμε στο τόπο μας
στα έλη του λουλούδια.

Επικίνδυνα παιχνίδια
πόλεμο με πέτρες μας
και για τα δεινά μας ίδια
όπλα στις φαρέτρες μας.

Για την τιτάνια ρώμη μας
μιλούν στα παρλαμέντα
δεν παίρνονται οι δρόμοι μας
κι ας παίρνουν τα τσιμέντα.

Αφοριστικά στη σόλα
έλειωσαν ατύπωτα
και οριστικά πια όλα
τέλειωσαν ή τίποτα.

Η γύρη απ’ τα όνειρα
στα χείλη έχει μείνει
κι εγείρει για τα οκνηρά
κηφήνων έργα σμήνη.

Σαν τις μέλισσες βουίζουν
σφαίρες στην αυλόπορτα
πως αμέλησες σφυρίζουν
μέρες τα κουτόχορτα.

Στον κήπο νυχτολούλουδο
κρύβεσαι στο σκοτάδι
στον τύπο στοχολούλουδο
σε βάζουν στο σημάδι.

Αν τις όμορφες ιδέες
στο σκαμνί καθίζετε
απ’ τις νέες ορχΙΔΕΕΣ
το λαμνί τσακίζετε.
ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΚΟΥ

Δεν κερδίζεις δίχως κόπους
σωτηρία της ψυχής
και πηγαίνεις σ’ άγιους τόπους
ταξιδάκι αναψυχής.

Παπαδιά στο παρεκκλήσι
όταν λείπει ο παπάς
και ο νεωκόρος κλείσει
για παρέκκλιση θα πας.

Είσαι βόμβα ουρανίου
που σε λίγο θα εκραγεί
και σε τόπο του κρανίου
θα μεταβληθεί η γη.

Είσαι κινητό ωραίο
σεξοβόμβα εκρηκτική
κι επιφέρει το μοιραίο
επαφή σου ερωτική.

Απ’ της πόλης τα τσιμέντα
βγαίνεις για τη τσάρκα σου
και μοσχοβολάει μέντα
και λιβάνι η σάρκα σου.

Μένεις Ουρανίας έξι
μέσα σ’ ένα λήθαργο
και ο ουρανός θα βρέξει
ένα θάνατο αργό.

Ντροπαλή μα κατά βάθος
είσαι κούκλα μου καλή
θα σου στρώσω με το πάθος
της καρδιάς μου το χαλί.

Κάνουν έρωτα στο πάρκο
άγγελοι στο βόθρο τους
και ακούν το κατά Μάρκο
που αγγέλλει όρθρο τους.

ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ

Στέργω το αρχονταρίκι
έργο του Διζικιρίκη
οι φτωχοί και οι πατρίκιοι
με απαντοχή περίοικοι

που μιλούν με το σαρίκι
και λαλούν σαν κοκορίκοι
θηλυκά και πουτσαρίκοι
φιλικά με κουλαντρίκι

ο γλυκός καφές στο μπρίκι
αγιορείτικο τσικρίκι
κι επαφές με τεφαρίκι
πηλιορείτικο φηρίκι

στην Αμερική αγροίκοι
με το μίσος και τη φρίκη
μερικοί με πανωπροίκι
ίσως και κωλομπαρίκι

και των Αθηνών οι κρίκοι
με του Αγίου Βλασίου το ρείκι
πάμφθηνων στο αρμυρίκι
παραθαλασσίου με μπρίκι

χωρικοί στο χαμορίκι
από το λαιμό καρύκι
χορικοί με τον σιορίκη
και στον πόλεμο Αντρίκοι

με ντορή το πιτσιρίκι
που φορεί το σκουλαρίκι
λοιδορεί το Λιδορίκι
και κυκλοφορεί στην Τρίκκη

που το σέρνει Φρειδερίκη
για να παίζει με ζατρίκι
και τους φέρνει συχαρίκι
στο τραπέζι Βεατρίκη.


ΦΡΟΣΥΝΗ

Το γαρ πολύ του έρωτος
γεννά παραφροσύνη
στο μπαρ φιλί ξενέρωτος
θα έβγαινα Φροσύνη.

Της Παμβώτιδας η λίμνη
στης αμπώτιδας την πρύμνη
Θεσσαλιώτιδας οι σκύμνοι
και Φθιώτιδας οι ύμνοι.

Με λάβωσε ο φτερωτός
θεός με σωφροσύνη
και σκλάβωσε αλευτέρωτος
να θέλω αλλοφροσύνη.

Φιλελευθεροφροσύνη
φίλε με φιλοφροσύνη
και η γενναιοφροσύνη
είναι ματαιοφροσύνη.

Αλήτης αξημέρωτος
με ταπεινοφροσύνη
πολίτης ανημέρωτος
με τη δουλοφροσύνη.

Με τη κάρμα ευφροσύνη
φάρμα δέστε ελαφροσύνη
άρμα με μετριοφροσύνη
χάρμα ιδέσθαι αφροσύνη.

Τύραννος αφανέρωτος
με την αβροφροσύνη
και ουρανός αστέρωτος
για υψηλοφροσύνη.

Στην παγκόσμια φρικοσύνη
κόσμια νομιμοφροσύνη
για τα εγκόσμια εχεφροσύνη
υπερκόσμια ορθοφροσύνη.




ΜΝΗΜΗ
του ανιψιού μου Άκη
που έφυγε σε τροχαίο
τον Οκτώβριο του 2008
σε ηλικία 29 ετών.

Στην Αττική οδό πετάς
κερί όμως σαν φτερούγες
κι αν κατοικεί εδώ κοιτάς
που ερήμωσαν οι ρούγες.

Έμεινες γυρτός με βέλος
κι αίμα έσταξες κρουνό
έγινες αετός και τέλος
πέταξες στον ουρανό.

Με τα φτερά ψηλά πετάς
που έβγαλες στους ώμους
και χαμηλά δεν περπατάς
σε αυλές και υπονόμους.

Στη φωλιά σκοτάδια λύπης
που την γκρέμισε ο χαμός
άδεια από πουλιά που λείπεις
και την γέμισε ο καημός.

Άραγε από το μάθημα
την έκανες κοπάνα
και βάραγε αράθυμα
που σου έριξε καμπάνα.

Σαν τρανό ξεπεταρούδι
να πετάξεις βιάστηκες
και στον ουρανό αγγελούδι
τάξης προβιβάστηκες.

Φτερούγιζες στην άσφαλτο
τις τρέλες με αμυαλιά σου
κι ανέμιζες σαν άβγαλτο
κορδέλες τα μαλλιά σου.

Σαν ορίζοντας στη μέση
έχοντας το νήμα σου
και γνωρίζοντας θα πέσει
τρέχοντας στο μνήμα σου.


ΑΦΙΕΡΩΣΗ

Του ανάπηρου η νίκη
πύρρεια με το δεκανίκι
ζάπυρου Θεσσαλονίκη
στα λιοπύρια και στο νοίκι

βάμπιρου με το βερνίκι
στα δαιμονοπύρια Νίκη
πάπυρου απ’τη Φοινίκη
με σεξπήρεια σου ανήκει

καμασούτρα τάδε έφη
Ζαρατούστρα που επιστρέφει
χάραμα η τσούπρα Έφη
με τα λούστρα και τη στέφει

φιλικά στην Κατερίνα
που ζυμώνει σαν φαρίνα
τα γλυκά της φουρναρίνα
και ζει μόνη σινιορίνα

στης ζωής το ανηφόρι
με βροχή και ξεροβόρι
θα επιζήσουν αιμοβόροι
προσοχή στο μεσοφόρι

το αγιάζι πανωφόρι
δε μας βγάζει με το ζόρι
κι ας μυζήσουν πόλη φόροι
για να ζήσουν όλοι Φόρη

του αγίου Χριστοφόρου
του σφαγίου αχθοφόρου
του αγρίου μισθοφόρου
του παγίου και του φόρου

εκμαγείου μασκοφόρου
και αγγείου αιμοφόρου
πελαγίου Θεοδώρου
ναυαγίου εωσφόρου.



ΨΩΜΙ ΚΙ ΕΛΙΑ

Καλύτερα ψωμί κι ελιά
και κάλλιο με λαγάνα
παρά ωμή κρεατοελιά
του παλιομαλαγάνα.

Κότσο πάντοτε με πιάνει
στο καμίνι με τη γάνα
κι απ’ τον Κώτσο παντεσπάνι
δε θα μείνει τον φαγάνα.

Ελιά φτωχών χαβιάρι σαν
του Ωνάση μου ανήκει
και κοπελιά νοικάρισσα
που θα πεινάσει νοίκι.

Αποκριές και με τη Νίκη
φύγαμε φουρνάρισσα
για εκλογές και με τη νίκη
πήγα και τον μαύρισα.

Απ’ το Τατόι στα ψηλά
βορείου προαστίου
και στο κατώι χαμηλά
του κρύου συσσιτίου.

Δρόμος κι έλλειψη ασβεστίου
με πονούν τα κόκκαλα
όμως στη Βουκουρεστίου
δεν πεινούν που τρων καλά.

Δεν είδα από τα μάτια μου
θα δω από τα φρύδια
πατρίδα στα παλάτια σου
εξαποδώ τα φίδια.

Θα μου σπάσει τα καρύδια
να ρουφήξει το μυαλό
που θα πιάσει σαν τα στρείδια
και θα ρίξει στο γιαλό.




ΔΩΡΑ ΧΑΡΑΣ

Δώρα χαράς για τα παιδιά
που τρέχουν για βοήθεια
Πανδώρα συμφοράς καρδιά
έχουν κι αυτά στα στήθια.

Πρόσωπο ευειδές σελήνης
που ξεφεύγει απ’ την αδράνεια
αστεροειδές γαλήνης
για να φέγγει στα ουράνια.

Για τη χαρά της προσφοράς
που παίρνεις όταν δίνεις
σαν μάνα που κοιλοπονάς
και φέρνεις της οδύνης.

Τη θαυματουργή σου εικόνα
οι πιστοί σου θα φιλήσουν
να τελετουργεί κοκόνα
και φτυστή θα ιεροσυλήσουν.

Στην εγωκεντρική εποχή
τα έργα οι άμυνές σου
λειτουργική ολομόναχη
με τις περγαμηνές σου.

Για τον διπλανό σου η αγάπη
σαν σε ζυγαριά βαραίνει
και των αλλωνών η λάσπη
με κατεργαριά δεν γέρνει.

Τα μάτια σου αθώρητη
στα εγκλήματα δεν κλείνεις
σε υγρά δωμάτια αθόρυβη
προβλήματα να λύνεις.

Φλόγα της καρδιάς μου μείνε
κι άσβηστη το φως σου δίνε
σε μια κώχη ιερό του Είναι
κι όχι για το θεαθήναι.





ΠΥΡΡΕΙΑ ΝΙΚΗ

Ακολουθώ το πάθος μου
σαν Μαραθωνοδρόμος
κι ας μαραθώ στο βάθος μου
δεν σταματάω όμως.

Μαραθώνιο ξεκινάω
μέχρι να μου πεις το ναι
μακροχρόνιο κι ας πονάω
έστω πες το κι έγινε.

Ψυχή και σώμα δίνομαι
στο Μαραθώνιο αγάπης
κι ακόμα λιώμα γίνομαι
στο χώμα χλοοτάπης.

Έβαλες ψηλά τον πήχη
άστρο μου για να διαβώ
και δεν γκρέμισες τα τείχη
απ’ το κάστρο σου να μπω.

Στο στάδιο με περίπολο
να μπω θα συνεχίσω
κι από το άδειο κύπελλο
να πιω κι ας ξεψυχήσω.

Φτερωτός μαντατοφόρος
Μαραθώνιος έφηβος
αφανέρωτος πυρφόρος
στο αιώνιο έρεβος.

Σου λέω νενικήκαμεν
στο στάδιο για τη μάχη
και κλαίω εν τούτω νίκα μεν
αλλ’ άδειο το στομάχι.

Για το γύρο του θριάμβου
με την πύρρεια νίκη μου
για να γείρω διθυράμβου
πήρα δεκανίκι μου.




ΜΑΡΑΘΩΝΟΔΡΟΜΟΣ

Άβατο για επισκέψεις σου
οι δρόμοι χάλι ακούσιοι
διάβα το κι ίσως σκέψη σου
ενδόμυχ’ άλλη ακούσει.

Άγιος Μαραθωνοδρόμος
δεν τιμάται η μνήμη του
άγριος ο Δίας όμως
σε γεννά απ’ την κνήμη του.

Στην παραδείσια διαδρομή
με συνεπαίρνει ο Άθως
και στη φιδίσια της γραμμή
με παρασέρνει Σκιάθος.

Με δροσιές με περιλούεις
άγριος να εξαγνιστώ
με βρισιές θα γίνω Λούης
κι άγιος θα εξαφανιστώ.

Θα κάνω τεστ κοπώσεως
τροχάδην σαν ταχεία
κι ως τελικής σου πτώσεως
με χάδι πυγμαχία.

Σαν ξεδοντιασμένη γνάθος
βγήκα με τα νάζια σου
και σκυμμένη σκιά με άχθος
μπήκα στα γρανάζια σου.

Ελέγχω τις δυνάμεις μου
ως που μπορώ να φτάσω
κι αντέχω στο τσουνάμι σου
τα όρια μου να σπάσω.

Απ’ τη γέφυρα στο Ρίο
Μαραθόκαμπο αχανή
στη γενέτειρα θηρίο
θα ’μπω ατμομηχανή.




ΚΑΤΕΡΙΝΑ

Μαγευτό φως Κατερίνα
στη γαλάζια σου μαρίνα
δυο κοχύλια θάλασσες.

Να γευτώ την αθερίνα
με ατλάζια οκαρίνα
χείλια δίχτυα χάλασες.

Δάγκωσα τη λαμαρίνα
σαν να μάγκωσα καρίνα
για το μήνα μέλιτος.

Για τον έρωτα γιατρίνα
δεν ρωτάς δικηγορίνα
είναι ο λόγος σου λιτός.

Στα σχολεία ταμπουρίνα
τα βιβλία σου σαν κρίνα
κράταγες στα χέρια σου.

Μεγαλεία που τσαρίνα
γι’ ασχολία σοφερίνα
διαταγές μαχαίρια σου.

Όμορφή μου σινιορίνα
του μπαξέ μου καρδερίνα
έφραξε μεσ’το κλουβί.

Για το γάμο σου σειρήνα
μεσ’ την άμμο με κλαρίνα
θα χορέψουμε βουβοί.


ΣΕΒΕΡΙΝΑ

Του εμίρη βερβερίνα
κακομοίρη έρμη Ρίνα
του καρμίρη σου χαλές.

Του δεμίρη Σεβερίνα
καλομοίρη μαρμαρίνα
μύρει κακοτράχαλες.

Στο τσαντίρι μπαλαρίνα
σημαντήρι με κλαρίνα
και κροντήρι για γουλιές.

Για χατίρι σου καφρίνα
στο ποτήρι σου αφρίνα
σουρωτήρι γι’ ατσαλιές.

Νοικοκύρη κυριαρίνα
με μπακίρι στη βιτρίνα
του τσακίρη σου ματιές.

Καλοκύρη φουρναρίνα
στου φακίρη τον πυρήνα
χαρακίρι και γητειές.

Στο μπαΐρι σκιουρίνα
τζοβαΐρι προεδρίνα
και χαΐρι βερβελιές.

Για χαζίρι στη κατρίνα
του ναζίρη κοττερίνα
και βεζίρη βουρδουλιές.

ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ

Στο ταμπούρι Λασκαρίνα
με κουμπούρι λάσκα Ρήνα
καλαμπούρι χαβαλές.

Στο καβούρι καβουρίνα
κανναβούρι με φαρίνα
στο κιβούρι έβαλες.

Με πλιγούρι τεντζερίνα
του λιγούρη σου Τυρίνα
και γουργούρη ζαβολιές.

Με παγούρι φανταρίνα
στο ζυγούρι λιονταρίνα
για το γούρι δυο γουλιές.

Με σαμούρι πελερίνα
του χλιμούρη σου Τιγρήνα
και χαμούρι μαργιολιές.

Με φλαμούρι Σαμαρίνα
του μουρμούρη πρακτορίνα
και φακιδομούρη ελιές.

Φυλακούρη θυρωρίνα
κούροι για τη θεατρίνα
με τσεκούρι απειλές.

Βαρθακούρη βαπορίνα
σκούροι με τη Θατσερίνα
το μπακούρι εξόκειλες.


ΦΑΝΤΑΡΙΝΑ


Στο καψιμί κορνάρισες
του REO σωφερίνα
που το ψωμί φουρνάρισες
ωραίο φανταρίνα.

Οπ θα ξαφνιστώ σειρήνα
κι αχνιστό στη λαμαρίνα
κάνω στοπ στη φουρναρίνα
για ζεστό ψωμί φαρίνα.

Την κουραμάνα σου άρπαξα
στο χέρι μου εφεδρίνα
που ’ριξες μάννα κι άραξα
έρημου καγκουρίνα.

Ραμαζάνι βερβερίνα
στη Κοζάνη Κατερίνα
στο καζάνι σινιορίνα
με λαζάνι παστορίνα.

Μοσχομυρίζεις γιασεμί
από τη Μόσχα Ιρίνα
και ξαρμυρίζεις το ψωμί
με τάρτα Ταταρίνα.

Κουρεμένη αγορίνα
στο αμπρί σαν τη Σαμπρίνα
αγριεμένη πουτσαρίνα
και γαμπροί για την Κορίνα.

Σαν μουσαφίρης στο στρατό
χτυπώ τα ταμπουρίνα
και μας σερβίρεις φαγητό
στο μέτωπο τσαρίνα.

Ματοτσίνορα φρουρίνα
που σφαλάς κοχύλια Ρήνα
σύνορα με λαζαρίνα
μας φυλάς και χιλιαρίνα.



ΠΑΠΑΔΗΜΑΣ

Στα σούπερ μάρκετ προσφορές
μα τα ευρώ μου λίγα
και κούπες μπάσκετ διάφορες
θα βρω στην ευρωλίγκα.

Της νοικοκυράς καλάθι
Συρανό ντε Μπερζεράκ
γράφω φουκαράς με λάθη
μπρος στον τύραννο με τρακ.

Δίπλα στο φούρνο σκυθρωπός
η διάθεσή μου αλλάζει
νιώθω διπλά σαν άνθρωπος
κι ας τρώει το αγιάζι.

Εποχή της αφθονίας
με τα χέρια στα ζυμάρια
και φτωχοί ζηλοφθονίας
στα μαχαίρια για ευμάρεια.

Με το σημίτι ο καφές
πεινώ κι όχι δεν λέω
στη μύτη μου ανασκαφές
Πινόκιο μιξοκλαίω.

Παλληκάρι το παιδί μας
σήκωσε με αρασέ
το ζυμάρι ο Παπαδήμας
ζύμωσε και μ’ άρεσε.

Θυμώνω που δεν συγκινώ
τωόντι ψωμοζήτης
το μόνο που έχουμε κοινό
το δόντι τραπεζίτης.

Στο σχολείο η Πιπίτσα
πριν πεινάσει έχει φάει
και με το βιβλίο πίτσα
θα ετοιμάσει Πασιφάη.



ΕΦΗ

Απόψε αερένιο μου κορμί
με τ’ άστρα Ραφαήλο
κόψε σταρένιο μου ψωμί
στη γάστρα με παφίλω.

Aγγελούδι εσένα οφείλω
το τραγούδι σ’ ένα φύλλο
που σαν γυναικείο φύλο
είναι οικείο για τον φίλο.

Το βράδυ φέρνει ταραχή
πόθο κι επιθυμία
σκοτάδι παίρνει τη ψυχή
και νοιώθω ραθυμία.

Μια βραδιά με νηνεμία
τσιμουδιά φωνή καμία
και στην αμμουδιά Ευθυμία
στη καρδιά μου τρικυμία.

Σαν ναυαγός που απ’ τη στεριά
για σωτηρία γνέφει
στο πέλαγος και ξαστεριά
διώχνει τα κρύα νέφη.

Θα σου φέρω ένα ντέφι
στολισμένο με σιντέφι
κι όταν υποφέρω Έφη
στο θλιμμένο κάνε κέφι.

Ανέφελη χρυσή καρδιά
στου κόσμου τη μαυρίλα
κι ανέμελη σαν τα παιδιά
δος μου ανατριχίλα.

Σαν του άγριου γορίλα
που αρχίζει τη γκαρίλα
και αρχάριου την ασπρίλα
που μυρίζει και ψαρίλα.





ΓΙΩΤΑ

Φουρνάρισσα τον Αύγουστο
έχεις ξανάψει Γιώτα
κορνάρισα για ν’ ακουστώ
ξανά με το TOYOTA.

Μαγκουρίτσα για το γιώτα
πλάθεις ζυμαράκι σου
κουλουρίτσα Παναγιώτα
λάθη απ’ το χεράκι σου.

Για τη φωτιά στον Όλυμπο
χάλασα Προμηθέας
και στη ματιά σου κολυμπώ
θάλασσα Τερψιθέας.

Με τα στήθια το ζυμώνεις
κι είναι αφράτο και γλυκό
και ο Σπίθας στο καμιόνι
κάνει σάλτο για υλικό.

Η Κατερίνα στη γωνιά
κι ο Γιώργος της Θαλάσσης
κατρίνα με την παγωνιά
όργιο μη μας χαλάσεις.

Στο παλάτι της κοκότα
μ’ έβαλε η Καλυψώ
για το αλάτι στη μπομπότα
κι έβγαλε φιλί λειψό.

Του Ποσειδώνα τρίαινα
χτυπάει το γλαρόνι
και τσαπερδόνα τυραννά
που πάει και ιλαρώνει.

Στη δουλειά την ξεθεώνει
κι αν τελειώνει την ρωτά
που αγκαλιά με την Θεώνη
λειώνει με τον έρωτα.



ΧΡΙΣΤΙΝΑ

Μέσα στη σκέψη μου θεά
κάποτε σε θεωρούσα
που να πιστέψει ο, τι έπαθα
ποτέ δεν θα μπορούσα.

Έχασα κάθε αυταπάτη
πως δεν ήσουνα θεούσα
κι έφτασες στο σκαλοπάτι
της αβύσσου που ποθούσα.

Έπεσες τόσο χαμηλά
κι έχασα κάθε ιδέα
που’ χα για σένα και ψηλά
μου φάνταζες σπουδαία.

Έκανες καλά μα χάνεις
περιπέτεια ερωτιδέα
αλλά μη μου ξανακάνεις
κι άλλα τέτοια σου χυδαία.

Πονάω και κλαίω μοναχός
νύχτα πανάθεμά σε
ξυπνάω και λέω σαν αχός
πνιχτά να με θυμάσαι.

Τα εγκόσμια στον τοίχο
διέγραψες και απαρνιέσαι
και τα εγκώμια για τον στίχο
που μου έγραψες αρνιέσαι.

Μ’ ευχέλαιό σου λιπαρό
πιστός στον έρωτά σου
το έλεός σου εκλιπαρώ
γονατιστός μπροστά σου.

Αχ ! Χριστίνα η μορφή σου
δεν μου φεύγει από τα μάτια
και κουρτίνα στο προφίλ σου
δεν μου φέγγει στα δωμάτια.




ΚΥΡΑ ΠΑΤΡΑ

Κυρά Πάτρα στο τσαρδί σου
χαρτζιλίκωσες παιδί σου
και στη γλάστρα το κλειδί σου
άφησες του παραδείσου.

Μαθητής οικότροφός σου
άναψες πρωί το φως σου
κι εικοσάρικο κρυφό σου
άστραψες για το σοφό σου.

Απ’ την πόλη σαν ομάδα
φεύγατε για την πεδιάδα
όλοι σας για μια εβδομάδα
που μαζεύατε χαμάδα.

Σε θυμάμαι κυρά Πάτρα
που με σήκωσες στη πάστρα
να κοιμάμαι και στη λιάστρα
με ασήμωσες με πιάστρα.

Με μαυραγορίτη άντρα
θα μου γυάλιζε σαν χάντρα
σε μια κρύπτη στη μεσάντρα
που ασφάλιζε στη μάντρα.

Μπατιράκι απ’ την τράκα
που δεν άντεξα να πω όχι
με τυράκι του στη φάκα
σαν να το άρπαξε απόχη.

Όταν άκουσα το τσάκα
ήταν πια μακριά οι στόχοι
και την άγουσα με σάκα
και με δάκρυα στο μετόχι.

Στη ζωή μου αυτό το κέρμα
θα με ακολουθεί στα έρμα
χρόνια που κυλούν στο τέρμα
με τη καταφρόνια γέρμα.




ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ

Ν’ αγοράσω καραμέλες
από το περίπτερο
ή να βράσω κουκουμέλες
με αλατοπίπερο.

Από χούι παπαδέλες
αγριοπερίστερο
που ακούει παπαρδέλες
από τον πρεσβύτερο.

Φαγητό στο ταβερνάκι
δεν θα φάω καλύτερο
και για παγωτό χωνάκι
πάω το ταχύτερο.

Με κοντό παντελονάκι
νήπιο για τον ίκτερο
πριν χτυπήσει καμπανάκι
τρύπιο από κασσίτερο.

Τρεις το λάδι τρεις το ξίδι
έξι το λαδόξυδο
και το βράδυ στριμωξίδι
έξυπνου θα βγει ξινό.

Να μη φύγεις για ταξίδι
θα επιλέξεις από εδώ
και με πνίγεις Γαλαξίδι
μη τις βρέξεις αν σε δω.

Από το εικοσάρικό μου
που θα πάρω τα λιμά
και με το κουρσάρικό μου
θα σαλπάρω διάλειμμα.

Πίσω για το σπιτικό μου
δεν θα βρω κατάλυμα
και να πείσω σκεπτικό μου
για τα ευρώ μου κάλυμμα.




ΚΑΤΑΛΗΨΗ

Έρχεσαι στα όνειρά μου
κατά επανάληψη
και στο στρώμα μου κυρά μου
έκανες κατάληψη.

Κατειλημμένη τάξη σου
περνάς σαν τον αέρα
ντυμένη στο μετάξι σου
που το κουνάς παντιέρα.

Στη κρεβατοκάμαρά μου
έκανες κατάσταση
και στον έρωτα χαρά μου
φέρνεις επανάσταση.

Στο πάτωμα το στρωματέξ
θα βρεις στις καταλήψεις
δυο άτομα να κάνουν σεξ
χωρίς προκαταλήψεις.

Βγάζεις τα εσώψυχά σου
με μπογιές και χρώματα
και με τα εσώρουχά σου
κάνεις οχυρώματα.

Σαφώς διαβάζω υπογραφή
με σινική μελάνη
στο φως και βγάζω την κρυφή
κι εικονική σου πλάνη.

Ντριν.. και τα γλυκά φιλάκια
χάνω μ’ εγκατάλειψη
πριν απ’ τ’ άλικα χειλάκια
κάνω την μετάληψη.

Με χάδια νύχτες έρωτα
να κάνουμε απεργία
για βράδια αξημέρωτα
μη χάνουμε αργία.




ΣΤΕΛΛΑ

Πλέω στα υπόγεια με κρασί
που πάω στη Κομποστέλλα
και λέω τα λόγια μου φαρσί
πως σ’ αγαπάω Στέλλα.

Στέλλα δεν κρατάω μαχαίρι
Τουρκολίμανο κι εγώ
έλα παρατάω το χέρι
βούρκο αλίμονο να βγω.

Πολιορκώ το κάστρο σου
με βάρκα στη Καστέλα
και ρυμουλκώ το άστρο σου
για τσάρκα με σκουτέλα.

Θα σαλπάρει το στελλάδο
Στέλλα από τον Πειραιά
και θα πάρει εκτός Ελλάδος
στέλνοντάς μας μακριά.

Για το σκορβούτο έβαλα
μπυρόνια στα μαστέλα
κι αντί για φρούτο υπέρβαλα
με μακαρόνια Stella.

Πως στο Σφαξ με το στιλέτο
έσφαξα και φούνταρα
με το φαξ απόστειλέ το
έσφαλλα που φούντωσα.

Γρηγόρη προξενόπουλο
βαλάντωσες κοπέλα
κι αγόρι διαπλασόπουλο
ταλάντευσες Εστέλα.

Stella Style Τριχωνίδα
κυματίζουν τα μαλλιά
πέλαγος με ιστιοσανίδα
σχίζουν τον Καβομαλλιά.



ΛΕΩΦΟΡΕΙΟΠΕΙΡΑΤΕΙΑ

Με πέρασες για τον Χασάν
στο λεωφορείο με δέμα
με κέρασες το κρουασάν
και λέω κρύο γεύμα.

Λεωφορειοπειρατεία
με τα εκρηκτικά ηρέμα
και σας λέω με μπρίο αστεία
πάρτε ορεκτικά και κρέμα.

Μέσα στο αυτοκίνητο
φόβος φυλάει τα έρμα
μπαμπέσα με το κινητό
βόμβος μιλάει ως το τέρμα.

Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα
μα γενναίος λέω πολέμα
σαν γαμπρός να πείσω θρέμμα
είμαι Αθηναίος με ψέμα.

Στην αγκαλιά του έρωτα
μ’ έριξες μ’ ένα βλέμμα
και για φιλιά αξημέρωτα
μου έδειξες με νεύμα.

Έρωτάς σου καταλύτης
σαν να πέρασε το ρεύμα
και ρωτάς αν είναι αλήτης
που συγκέρασε με πνεύμα.

Βασίλισσα της ομορφιάς
με σκήπτρο και με στέμμα
φίλησα και της συντροφιάς
προκύπτω πρώτο θέμα.

Δεν θ’ ανάψω τη φυτίλα
που σας έκοψα το γνέμα
και ας κλάψω απ’ την ξεφτίλα
που δεν έπνιξα στο αίμα.

Μες τη κοιλιά σου έγκυος
κυοφορείς το σπέρμα
και αγκαλιά αλληλέγγυος
κυκλοφορείς στο γέρμα.

Τον κακόμοιρο με φλέγμα
περιγελάει κακοποιό
που σαν όμηρο με πλέγμα
σου μιλάει ηθοποιό.



ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ Ο ΠΟΘΟΣ

Στα δρομολόγια Περισσού
στάση άγια Αναστασία
τα λόγια εκ του περισσού
να φτάσει στην ουσία.

Σαν κορνίζα κρεμασμένη
σε γραφείο κόμματος
Μόνα Λίζα περιμένει
επαφή του σώματος.

Κρεμιέται όρθιος εσμός
με ζορισμένο ύφος
και λύεται γόρδιος δεσμός
κομμένος με το ξίφος.

Στέλλα πέρασε κοντά μου
στο λεωφορείο Πόθο
κάθισε στα γόνατά μου
να σου λέω στο κρύο τι νιώθω.

Νιώθω το ρίγος στο κορμί
να διαπερνάει σαν ρεύμα
πόθο με σφρίγος και ορμή
που κυβερνάει το πνεύμα.

Έλα στο γυμνό μπροστά μου
που ’χω αμφορείς σου γεύμα
γέλα στο κυνόδοντά μου
ρούχο μη φορείς για φέρμα.

Κυκλοφορεί το αίμα σου
ζεστό κάτω απ’ το δέρμα
ν’ αδιαφορείς το ψέμα σου
δεν θα δεχτώ σαν κέρμα.

Αφουγκράζομαι τον πόθο
να κυκλοφορεί στο αίμα
κι αν κουράζομαι το νιώθω
δεν θ’ αδιαφορείς στο τέρμα.





ΜΠΟΥΚΕΤΟ

Εμείς οι δύο δεν μοιάζουμε
λουλούδια σε μπουκέτο
και στο ωδείο ταιριάζουμε
τραγούδια σαν ντουέτο.

Κλειδοκύμβαλα λουκέτο
για τα σκύβαλα στο γκέτο
με τροφές στο κουζινέτο
και καφές στο καμινέτο.

Μαζί σαν καφεζάχαρη
πάμε κι εμείς πακέτο
μες τη ζωή την άχαρη
να μη λυπάμαι σκέτο.

Πικραμύγδαλο κουφέτο
πήρα τσίγαλό μου φέτο
άναψε το σιγαρέτο
να το κάψουμε αμαρέτο.

Ους έρωτας συνέζευξε
θεός μη χωριζέτω
μη τους ρωτάς ποιος έφταιξε
παθός συγχώρησέ το.

Ήρεμο στο βαρονέτο
θα μιλήσει κλαρινέτο
στο γκρεμό το βαγονέτο
να κατρακυλήσει νέτο.

Σαν όχλος ασυγκράτητος
το πλήθος στο φιλέτο
πρώτος ο αναμάρτητος
το λίθο του βαλέτω.

Προσκλητήριο στο μπαλέτο
θα τους στείλουμε μπιλιέτο
και μυστήριο με μουσκέτο
θ’ αναγγείλουμε οργανέτο.




ΜΑΥΡΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ

Μαύρο μου τριαντάφυλλο
μ’ ελκύεις κατάλαβέ το
και λάβρο μου το δάκτυλο
μην αποκλείεις με βέτο.

Με γαρύφαλλο στο πέτο
και στο μάγουλο ελιά
κύμβαλο στο παραπέτο
με νταούλια και βιολιά.

Στη ξωτική σου ομορφιά
σου γράφω το σονέτο
κι εκστατική για ζωγραφιά
ζωγράφο καβαλέτο.

Με το βλέμμα μου το ντρέτο
θα σου φτιάξω μια βραδιά
με το αίμα μου πορτρέτο
που θα στάξω απ’ την καρδιά.

Παπούτσι από τον τόπο σου
και γόβα σου στιλέτο
του Γκούτσι για τον κόπο σου
λώβα στο λαζαρέτο.

Θα σε βγάλει τραμπουκέτο
σαν Τραβιάτα στη σκηνή
να σου βάλει το κασκέτο
για τη στράτα σαν κοινή.

Στον άρρωστο επιτρέπεται
Στέλλα να φάει σπαγέτο
στο άγνωστο πορεύεται
κοπέλα πάει πικέτο.

Άναψε το σπερματσέτο
κούκλα μου μελαχρινή
άστραψε με το ταπέτο
μπούκλα σου μαχαρανή.


ΕΜΟΥ ΤΟΥ ΑΙΔΟΙΟΥ

Το καρδιόσχημό μας δύο
κύκνων λαιμού ιδίου αναδύω
το αιδοιόσχημο εκδύω
κι εμού του αιδοίου επενδύω.

Στα υπόγεια παιγνιδίων
όλο πάθος καφωδείων
με τα λόγια πορνιδίων
ψώλο εις βάθος διεισδύω.

Πόλη των ναρκοπεδίων
σε μαγνητικό πεδίο
σαν δυο πόλοι καλωδίων
για το εκρηκτικό Ε2.

Θέμα εκδότρια γονιδίων
που μας δίνουν κι εφοδίων
και τ’ αλλότρια εξ ιδίων
κάποιοι κρίνουν νυμφιδίων.

Με τους τοίχους φυλλαδίων
που γελώ και των σπονδείων
στίχους μου των τετραδίων
σούργελο των αρμοδίων.

Για το φόβο επεισοδίων
και μπουγέλων αιφνιδίων
κόβω επίσης γλωσσιδίων
χαμογέλιων εγκαρδίων.

Μακριά μετ’ εμποδίων
λόγω φόρων διοδίων
και με δάκρια τριωδίων
σαν εμπόρων πλανοδίων.

Για τον χωρισμό αντίο
δεν θα πούμε τουναντίον
για χρησμό του στο μαντείο
δεν θα μπούμε των παντοίων.




ΓΕΩΡΓΙΑ


Αχ! όλο φωτιά Γεωργία
και δουλεύεις στο νερό
στόλο με φωταγωγία
που μας κλέβεις φανερό.

Της νυχτός πυγολαμπίδα
στις υδρεύσεις Αχελώου
μύγα εκτός πηγών σε είδα
στις αποχετεύσεις σώου.

Κάνεις πάρτυ μεθυσμένη
σε γραφείο παγερό
και εισπράττεις καθισμένη
στο ταμείο μισθό γερό.

Αχ! μυγίτσα ερωτευμένη
σαν τη χρυσαλλίδα βόθρου
και βρωμίτσα διαλυμένη
απ’ την ηλιαχτίδα όρθρου.

Μας ρουφάς με λαιμαργία
σαν κουνούπι ανωφελές
και κρυφά κωλυσιεργία
Σνούπυ με υδρόφιλες.

Καις σαν πυρωμένη λάβα
ηφαιστείου εν ενεργεία
και απολυμαίνεις σκλάβα
στάβλους προαστίου Αυγεία.

Κύρια εκεί μυσταγωγία
φέγγεις σαν τον φώσφορο
και την Κυριακή αργία
φεύγεις για το πρόσφορο.

Με τα μάτια μου σε τρώω
που διαβαίνεις ξελογιάστρα
στα δωμάτια με υπερώο
βγαίνεις νύχτα έξω στ’ άστρα.




ΧΡΥΣΟΥΛΑ

Αχ! Χρυσούλα μέλι στάζεις
και χρυσούς σου κόσμους τάζεις
Κεχρινία ιδωμένη
και μικρούλα χαϊδεμένη.

Αχ! για τα γλυκά φιλιά σου
είναι ο νους μας στο κεχρί
κι όποιος μπει στην αγκαλιά σου
τον παράδεισο θα βρει.

Αχ! Χρυσούλα ποιος θα πάρει
το χρυσό σου κεχριμπάρι
τη χρυσή καρδιά σου δος μου
στο μπατίρη αυτού του κόσμου.

Αχ! Χρυσούλα μέσα σ’άλλους
μεταφέρεις ουρανούς
σε μικρούς και σε μεγάλους
που δεν τους χωράει ο νους.

Αχ! Χρυσούλα σε κοιτάω
μα κορούλα δεν κοτάω
χάδι στην επιδερμίδα
κάθε βράδυ σαν τον Μίδα.

Αχ! Χρυσούλα με τουμπάρεις
σε μασούρι τα λεφτά
πονηρούλα να μου πάρεις
του χασούρη στα κλεφτά.

Αχ! Χρυσούλα σαν τον Κροίσο
στη βρυσούλα θα δακρύσω
γίνεται νερό χρυσάφι
και δεν πίνεται με τσάφη.

Αχ! Χρυσούλα στον αέρα
ερτζιανών που ραδιουργείς
άκου στη χρυσή σου σφαίρα
ταπεινών φωνούλα γης.




ΜΕΛΙΝΑ

Μελίνα τ’ όνομα γλυκά
σαν τα ποτά σταλάζει
και Μελανί στα Γαλλικά
τίποτα δεν αλλάζει.

Μελανόμορφο αγγείο
νέου αμαλγάματος
λυγερόκορμο εκμαγείο
του αρχαίου αγάλματος.

Ελγίνειο που χάθηκες
Καρυάτις Ερεχθείου
το γήινο σιχάθηκες
με τη σκουριά της θείου.

Με το μέλι σου λιγώνεις
και με λειώνεις σαν κερί
δεν σε μέλει που πληγώνεις
και τελειώνεις με κεντρί.

Σαν τα φιδοπουκάμισα
με άλλαξες κι εμένα
σταφιδωμένο ανάμεσα
με τ’ άλλα πεταμένα.

Δεν συγκράτησες το σήμα
δούλα στα τηλέτυπα
και ξεστράτισες στο σύρμα
που η καρδούλα σου χτυπά.

Το λέει η περδικούλα σου
κι αν άσπρισε γεράκι
μαύρισε η ψυχούλα σου
και κλαίει καλογεράκι.

Ξέρω πως δεν είναι ασβέστης
μόνο ο Παρθενώνας σου
και θα φέρω πυροσβέστης
το χρυσό αιώνα σου.



ΕΛΙΝΑ

Μέσα στο Ελληνάδικο
γυρεύω την Ελίνα
και μέσα στο σκυλάδικο
χορεύω Μεσσαλίνα.

Στα δωμάτια συναξάρια
μελετάει αγίων βίους
και τα μάτια της δοξάρια
ξενυχτάει για τους πληβείους.

Με σέξι ρεπερτόριο
κάνει σουξέ κομμάτια
πριν φέξει ορατόριο
που έτσουξε τα μάτια.

Την πολιορκεί ο Πάρης
του χωριού ο γκομενιάρης
την επίορκη να πάρεις
του χεριού σου αλανιάρης.

Στη σκόνη Ινδιάνος κυνηγός
με ντούρο στη σαβάνα
φουσκώνει διάνος σύζυγος
με πούρο απ’ την Αβάνα.

Όσο διαρκεί η λατρεία
με αποκοτιά σιμώνει
κι όσο πολιορκεί την Τροία
η φωτιά της δυναμώνει.

Στην αγκαλιά του μακριά
θα πάρει την Ελένη
και με φιλιά τα δάκρια
του Πάρη θα ξεπλένει.

Μύκητα μυζείς τη ρόγα
σταφυλιών για μούστο ξύδι
μη κοιτάζεις στην πιρόγα
των φιλιών μας το ταξίδι.




ΕΛΕΝΗ

Κοιτάζεις σύμβολο ομορφιάς
ωραία στο καθρέφτη
και είδωλο της συντροφιάς
παρέα δεν βγάζεις ψεύτη.

Μέσα στα δωμάτια πέφτει
φως σου κατακόρυφα
και στα μάτια καρδιοκλέφτη
σύντροφος κοιτά κρυφά.

Ο σύζυγος μ’ ένα σπασμό
πετάγεται από κώμα
σαν κυνηγός τον ασπασμό
που νοιάζεται ακόμα.

Απ’ το λατρευτό σου στόμα
στρώμα πάλλει μια καρδιά
και αγιάτρευτο στο χώμα
πτώμα πάλι μια βραδιά.

Τα μάτια φλόγα υγρά χαράς
αν κλάψεις τα ποτίζουν
διαμάντια ολόγυρα σκορπάς
με λάμψεις που φωτίζουν.

Αχ! αλλά ας υπήρχαν κι άλλοι
ουρανοί απ’ τα μάτια σου
θάλασσα μην είχαν ζάλη
γαλανή κυμάτια σου.

Κάνε λιγότερο αρμυρά
να πιω τα δάκρυά σου
σαν θαλασσόνερο πικρά
πιότερο μακριά σου.

Χάνεις μες τα ήρεμά σου
με φυλλάδιο αφρόκρεμα
κάνεις νοικοκύρεμά σου
για ένα άδειο φόρεμα.




ΒΑΣΩ

Βασιλικούλα ζάχαρη
Βασιλικούλα μέλι
με τη ζωούλα σου άχαρη
στη ζούλα δεν σε μέλει.

Μέσα απ’ τα κελιά κυψέλη
οικογένεια να χαρεί
με μια δρασκελιά τα μέλη
βγαίνει Μεγαλόχαρη.

Θα ευχηθώ εφτάψυχο
θαυματουργό νεράκι
και να χυθώ με λάστιχο
σαν δροσερό ρυάκι.

Βάσω με το πετραδάκι
μου πετάς κατάστιχο
να διαβάσω το χαρτάκι
και κοιτάς τον άτειχο.

Χρώμα που παραμέλησα
νιώθω να με διεγείρει
και σώμα διαμέλισα
με πόθο που ’χει γείρει.

Για να πάω στο πανηγύρι
με τα εμπόδια αμέλησα
και σου κουβαλάω γύρη
με τα πόδια μέλισσα.

Από το άνθος το λαμνί
θα πιάσω που ποτίζεις
και με το πάθος το σταμνί
θα σπάσω να δροσίζεις.

Με βασιλικό ραντίζεις
αγιασμένο απ’ τη μονή
κι άθλιο θηλυκό γυρίζεις
με σπασμένο το σταμνί.




ΒΑΣΙΛΙΚΗ

Μ’ έκοψες και το συγχέω
με του πλαστικού ανθού
ή προέκυψες τυχαίο
απ’ την πλάση του θεού.

Για το μοναχοπαίδι
δεν ήσουν ηθική
για το παπαδοπαίδι
πλούσια Κική.

Με ρωτάει για την προίκα
εργολάβος της ΔΕΗ
και φαντάστηκα πως βρήκα
για γαμπρό μου ενδεή.

Άρωμα το λουλούδι
έχει αποκλειστικό
και ζει σαν αγγελούδι
σε κόσμο υλιστικό.

Μας αλλάξανε τα φώτα
να ’ναι ο κόσμος διάφανος
και βρισκόμαστε όπως πρώτα
στο σκοτάδι προφανώς.

Έρχεται και μου λέει
του είπα ψέματα
κι η προξενήτρα κλαίει
για τα παινέματα.

Μέσα σε μια πόλη γκρίζα
δεν διακρίνεσαι σαφώς
πότισε ξανά τη ρίζα
για να βγει μια δέσμη φως.

Οι σχέσεις μας ανθίζουν
σε μια συνάρτηση
και στη ζωή καρπίζουν
χωρίς εξάρτηση.




ΝΟΝΗ

Με την ποτοαπαγόρευση
θα γίνουμε Σικάγο
και τίποτα μεθόδευση
θα δούμε για εμπάργκο.

Βάλε κι άλλο ούζο Βάγγο
να το τσούζω με ζιβάγκο
με τα θέλγητρα στον πάγκο
και τα έλκηθρα στον πάγο.

Αγίου Βερνάρδου μοναχοί
σνακ μπαρ οικοδεσπότες
σφαγείου βάρδου στη βροχή
κονιάκ κερνάς τους πότες

που γυρίζουν ταξιδιώτες
οι ξενύχτες και οι μόρτες
και με λασπωμένες μπότες
βρίσκουν ανοιχτές τις πόρτες.

Στο μπαρ τραπέζι corner τρως
ντογκ σερβιτόρα Νόνη
σταρ παίζει στη Γουόρνερ Μπρος
γκογκ ώρα για κανόνι

κι αν περνάς κυρτοί σου ώμοι
σάμπως να ζητούν συγνώμη
που γυρνάς σκυφτή και μόνη
μες το κάμπο ανεμώνη.

Ευάερο κι ευήλιο εκεί
θα μπω μες το παλάτι
Ευάγγελο κι Αγγελική
να πω ψωμί κι αλάτι

και μου γύρισες την πλάτη
μόλις μύρισες πελάτη
με τον δίσκο σου στιλάτη
και το ρίσκο ιχνηλάτη.




ΠΑΡΑ 5

Γεια σου λεβέντη vivere
pericolozamente
βιάσου στο γλέντι με μπερέ
περίπολο στις πέντε.

Κοπελιά στο ΠΑΡΑ 5
άσε τον τσελεμεντέ
σαν πουλιά με παραπέντε
πιάσε με και άιντε ντε.

Έκθετος πάνω στα βουνά
της πέτρινης καρδιάς σου
έκπτωτος πιάνω κάρβουνα
της κέδρινης φωτιάς σου.

Στο βουνό της Αφροδίτης
αλεξίπτωτο πλαγιάς
στο κενό αφρό σαν δύτης
βάλε ανύποπτο βραγιάς.

Έντρομο σε γκρεμό βουβό
που ανθίζει το λουλούδι
το έντομο πολύβουο
αρχίζει το τραγούδι.

Άγγελος του παραδείσου
δεν αντέχω απόβλητος
καγκελόφραχτο τσαρδί σου
τρέχω πανικόβλητος.

Ο γλάρος στον ωκεανό
πετάει από τα βράχια
κι ο φάρος απ’τον ουρανό
φωτάει τα καταράχια.

Το σουβλάκι μου στη σχάρα
θα μου φτιάξει ο Ταρέκ
και πουλάκι στη Σαχάρα
θα πετάξει των Τουαρέγκ.




ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΤΩΣΗ

Στην ελεύθερή μου πτώση
το φωτογραφείο θα σώσει
δεύτερη ζωή να δώσει
στο νεκροταφείο αν τελειώσει.

Σαν βιονική γυναίκα
πάτησε το κλικ στο δέκα
να τραβήξεις μια ταινία
να σκοτώσεις την ανία.

Της βαρύτητας ο νόμος
σούπερμαν δεν έλκει μείνε
η ελαφρότητά σου όμως
πόσο αβάσταχτη μού είναι.

Σαν βασίλισσα στο θρόνο
μαγικό χαλί σου στρώνω
να πετάς σαν τους πυραύλους
και να μας κοιτάς στους στάβλους.

Βρονταλίδι στον αέρα
πιάνομαι και ζευγαρώνω
και το δαχτυλίδι βέρα
θα περάσουμε απ’ τον Κρόνο.

Στο διάστημα Γκαγκάριν
θα πετάξω μακριά σου
και παράσημα φεγγάρι
θα σου φτιάξω τα δάκρυά σου.

Άγγελος του παραδείσου
κατρακύλησα στον Άδη
και στην αγκαλιά σου αβύσσου
κοπροσκύλιασα το βράδυ.

Με κομμένη την ανάσα
πάρε με στο κινητό σου
και χαμένη απ’ τη ΝΑΣΑ
χάρε πες μου το-κε-τό σου.




ΑΥΤΟΔΥΤΗΣ

Σαν αυτόχειρα θα δώσει
όπλο για να με σκοτώσει
στην απόπειρα θα σπρώξει
με το κόλπο του στην πτώση.

Σφάγιο το μαχαίρι ας χώσει
και ας με εκπαραθυρώσει
άγιο χέρι του θ’ απλώσει
στο παράθυρο να σώσει.

Και καθώς αυτό θα πιάνει
θα ρωτήσει ποιον αϊ Γιάννη
κι απαθώς αν πω Αγιάνη
θα με αφήσει στο σεργιάνι.

Ρηγανά για να εξυγιάνει
θα το σκάψουν για μαγκάνι
και τα φρύγανα που βγάνει
θα τα κάψουν οι τσιγγάνοι.

Στη ταράτσα με ανεβάζει
πάλι νέμεσης τσιμπίδα
και στη ράτσα μου φωνάζει
παλιοαλβανέ εσύ πήδα.

Οδοντόβουρτσα μου βάζει
Φαραώ στην πυραμίδα
βρωμοπάπουτσα μου βγάζει
που για να φοράω δεν είδα.

Έμεινε ένα εκεί στο δρόμο
και το άλλο με το σώμα
που το έδινε απ’ τον τρόμο
μονοσάνδαλο στο χώμα.

Για το βάρος του στον ώμο
δεν θα θάψουν με το πτώμα
και με θάρρος απ’ τον νόμο
θα πετάξουν για το χρώμα.




ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ

Όπως ποτέ σου πριν μ’ έχεις φιλήσει
κι υποψιάζομαι για σένα.
Έκανες σπριντ και κανείς δεν θα μιλήσει
με σουτ ξεγυρισμένα
που δεν ξαναγυρνάς σε μένα.

Σπριντάρισες σπριντάρισες
και τώρα περπατάς
σε μένα ντεμπουτάρισες
και γι’ άλλη παρατάς.

Όπως ποτέ σου πριν με κοίταξες στα μάτια
μες στο πλεκτό που ήλιους πιάνει.
Έκανες σπριντ κι έγινε χίλια κομμάτια
το παιχνίδι σου πλεκτάνη
το πλεκτό μου δεν σου φτάνει.

Σπριντάρισες σπριντάρισες
γιατί σε άλλη άρεσες
τα πέναλτυ που βάρεσες
χαρά σε άλλη χάρισες.

Όπως ποτέ σου πριν ήσουν στον έρωτά σου
σαν φτερωτός θεός για μένα.
Έκανες σπρίντ κι έμειναν τα φτερωτά μου
όνειρα πετσοκομμένα
και με τα φτερά κομμένα.

Σπριντάρισες σπριντάρισες
και τώρα πενηντάρισες
πηγαίνεις με το τέμπο σου
κι είμαι το πασατέμπο σου.











ΝΑΥΣΙΚΑ

Μοίραζες χέρι-χέρι τις προσκλήσεις
αντιπολεμικού φιλμ από την ΚΝΕ
με θέρμη κι έρμαιοι απ’ τις προκλήσεις
που να κολάσουν κι άγιο ειν’ ικαναί

για τ’ απαγορευμένα του Ρενέ
Κλεμάν αμάν παιχνίδια λέμε ναι.

Πάντα φορούσες μαύρα και με μαύρο
την πρόσκληση έγραψες στυλό με στυλ
και ψάχνω μέσα στο σκοτάδι να ’βρω
για να σου διακρίνω το προφίλ

πρωταγωνίστρια με σεξ απήλ
πολύ ψυχροπολεμικό το φιλμ.

Ήρθες να τις τυπώσω κι ένα κόμμα
ξεχνώ και ξαναρχίζω ωραία μου
να διαπιστώσω αν και για εκεί ακόμα
ισχύει το ίδιο Κερκυραία μου

και σε καθυστερώ μοιραία μου
να σ’ έχω πιο πολύ παρέα μου.

Δεν είσαι Ναυσικά απ’ το παραμύθι
γυμνό για να μου φέρεις αλλαξιά
πέταξες για να μη προσβάλλεις ήθη
μες την από μελάνη θάλασσα

φοιτήτρια με γαλάζια φορεσιά
κρίμα το κόκκινο που χάλασα.












ΠΛΕΞΟΥΔΕΣ

Αρματωσιά βαριά σαν αερένια
στους ώμους προστασία μεταξένια
πιότερο την ανάγκη της τονίζουν
κι υπάρχουν μόνο για να σε στολίζουν.

Αρμένισμα σε μαύρο πέλαγος
που κυματίζει μυρωμένο αγέρι
το λίκνισμά τους σαν εγκέλαδος
φέρνει αναταραχή σε ξένα μέρη.

Άρμα που ανεμίζεις την παντιέρα
με τα λυτά μαλλιά σου στον αέρα
με κάλμα χτενισμένη Τριχωνίδα
περνάς Καβομαλλιά με ιστιοσανίδα.

Αρματωμένη κι από ήττα ανήξερη
πλεξούδες που τυλίγονται σαν φίδι
με ταξιδεύει από ερημιά ξερή
κύμα από αφρούς που πλένεις στο σκαφίδι.
























ΣΟΥΖΥ

Στο Μορφέα μου αποβραδίς
το θαλαμοφάναρο σβησμένο
κι έφτασες χωρίς να σε προσμένω
στο νοσοκομείο να με δεις.

Κάτασπρα τα ρούχα που φοράς
και κοιτώ τα όμορφα μαλλιά σου
μες σε νάρκη ακούω τη μιλιά σου
απ’ τη μυρωδιά της καμφοράς.

Αποχαιρετάει θεραπευθείς
με το ένα χέρι του δεμένο
να μη τρως ποτέ σου ξαπλωμένος
είναι αμαρτία∙ θ’ απομωθείς.

Βλαστημάει ο χειριστής κοντά
που ’κοψε το πόδι του η μπουλντόζα
από να φωνάζεις του απαντάς
πιες πορτοκαλάδα και γκαζόζα.

Μπήκες από πόρτα σκοτεινή
ήρθες να με δεις κι όμως δεν μ’ είδες∙
πρόσμενα σαν πίπα αδειανή
με του χίλιους τόνους σουλφαμίδες.



















ΤΟ ΦΙΛΗΜΑ

Μια Βασκοπούλα αγάπησα σενιόρα στο βαπόρι
παιδιών καυγά στην «Όαση»
φιδιών αυγά επώαση
για ώρα με αγόρι.

Μια μέρα που μας σέρβιρε τον ναυτικό κι εμένα
Μαριάννα είπε σ’ αγαπώ
κι εγώ νταρντάνα θα της πω
και διάλεξε τον ένα.

Απ’ το τραπέζι άρπαξε στα χέρια δυο πιρούνια
με τα μαχαίρια τέσσερα
και παίζει ογδόντα τέσσερα
στη φάρμα με γουρούνια.

Με γαλανό σαν κόκκινο πανί με την πετσέτα
στο μπάνιο της κλειδώθηκε
και με το δάνειο εκδόθηκε
Ισπανική πεσέτα.

Μια Ρωμιοπούλα αγάπησα Αντόνιο Κλεοπάτρα
μετά την ήττα απ’ τον εχθρό
και ντόλτσε βίτα στο νερό
Ιόνιο πλέω για Πάτρα.

Με αέρα στον ωκεανό και τα πανιά σκισμένα
λευκό σεντόνι ως το λαιμό
τεντώνει για τον πόλεμο
στη καταχνιά ανοιγμένα.

Από τη μέση έβγαλε με δακρυσμένα μάτια
και μου ’πε με αναστεναγμό
θα πάει να πέσει στο γκρεμό
να γίνει δυο κομμάτια.

Μεγάλη μάχη έγινε γι’ αυτό το δίλλημά της
Αύγουστο τον Οκταβιανό
κι Ιούλιο Μάρκο Αντώνιο
καυτό το φίλημά της.




ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ

Μια γυφτοπούλα αγάπησα γλυκιά μπιρμπιλομάτα
να μη θραυτεί σαν μπιμπελό
είπε εραστή με μπιμπερό
μαργιόλικα σταμάτα.

Μια μέρα που τριγύριζε στο λουλουδένιο στρώμα
μύριζε δυόσμο το φιλί
κι όλος ο κόσμος μια φυλή
στο ευωδιασμένο στόμα.

Από τη μέση μ’ άρπαξε με κύλησε στο χώμα
με τα σταφύλια της οργής
στα χείλια της δροσοπηγής
ξεχείλισε το χρώμα.

Τι να σε κάνω γαλανή να γίνεις μαυρομάτα
με μάτια κρασοθάλασσες
χείλια κομμάτια χάλασες
και δίνεις στα γιομάτα.

Μια βοσκοπούλα αγάπησα πα στον ανθό της κόρη
πριν να γουρμάσει το κορμί
και μου δαμάσει την ορμή
μικρό ξανθό αγόρι.

Μια μέρα που καθόμασταν στο λόφο με τη γκλίτσα
Γκόλφω της είπα σ’ αγαπώ
και γκολφ στο κόρφο σου χτυπώ
στη τρύπα τη μπαλίτσα.

Από τα μάτια πιάνεται στα χείλη κατεβαίνει
κι από τα χείλη στη καρδιά
ριζώνει μέσα μας βαθιά
η αγάπη και δεν βγαίνει.

Με γάλα κρέμα νες καφές στο ρέμα σπιτικό της
ανασκαφές μετρό ρετρό
αναμετρώ στο θέατρο
τον αγαπητικό της.




ΛΙΛΛΥ

Ουρανό θα καταργήσω
κι αδειανό θα τον αφήσω
από τα ουρί του έξω

θόλους θα κατεδαφίσω
κι όλους θα τους αψηφήσω
σ’ένα ουζερί να μπλέξω.

Στο ναό του δεν σε βάζει
με μπλουτζίν λέει ο παπάς
κι ενεό του λες το βγάζεις
σ’άλλο μαγαζί να πας.

Για ποτό στο Πικαντίλι
και στο φως απ’ το καντήλι
σαν λαμπάδα θα διαλέξω

στο ιερό του Αλ Χαλίλι
και με το χορό μις Λίλλυ
σταρ Ελλάδα να σ’ εκλέξω.

Τι θα πιούμε σε ρωτάω
που σε αφόρεσε και τζιν
μέσα μου δεν το κρατάω
γιατί φόρεσες μπλουτζίν.

Με το μίνι σου Λιλίκα
στο καμίνι με νταλίκα
για την παραλία θα τρέξω

με τη λαύρα στα χαλίκια
και τα μαύρα σου τσιλίκια
με αντλία θα καταβρέξω.










ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ

Στο φωτισμένο Γολγοθά
με κάμερα για πλάνο
υπνωτισμένο ένιωθα
στη κάμαρα αεροπλάνο.

Στα σκαλιά σου θα με στήσεις
και καρφιά θα εμφανίσεις
αγκαλιά να με αναστήσεις
και βαθιά θα βασανίσεις.

Μου πέρασε ο χειρουργός
στο κόκαλο μια λάμα
που έφτιαξε ο σιδηρουργός
και προκαλώ το κλάμα.

Ερυθρού Σταυρού κυρία
κι αν σοκάρισε το δράμα
νεκρού ήρωα Βαλκυρία
χάρισε ανθρωπιά το τραύμα.

Σε συγκινώ επί σκηνής
που μοιάζω με φακίρη
και στο κοινό παρακινείς
να κάνω χαρακίρι.

Απελθέτω το ποτήρι
δεν θα πω αυτό από εμένα
γέμισέ το σαν χατίρι
να το πιω καυτό για σένα.

Ψαύεις σαν δύσπιστη θεατής
στην άκρη των δακτύλων
και ψάχνεις μέχρι να πειστείς
με δάκρυ τύπο ήλων.

Με το δράμα μου στο στύλο
κύλησαν τα δάκρυά σου
και το γράμμα θα σου στείλω
που με σύλησαν μακριά σου.




Ο ΡΟΛΟΣ

Γελάς παρόλο
κυλάς το ρόλο
και τυραννιέσαι

ρωτάς τι ρόλο
που πας Τυρόλο
παπάς κι αρνιέσαι.

Δίνεσαι ψυχή και σώμα
να υποδύεσαι έναν άλλον
χαμαιλέων αλλάζεις χρώμα
πλέον να μοιάζεις περιβάλλον.

Θες να ’σαι άλλος
και πιο μεγάλος
για να περνιέσαι

και Καρλομάγνος
γενναίος λάγνος
νέος γεννιέσαι.

Η συνείδηση τόση όση
για το κράτημα του ρόλου
το σανίδι να σηκώσει
αυτοκράτορα Καρόλου.


















ΣΑΛΤΙΜΠΑΓΚΟΣ

Σαν σαλτιμπάγκο
άλτη στον πάγκο
πετώ στα ύψη

πηδώ και κάτω
εδώ στον πάτο
αετός με θλίψη.

Σαν τον κλόουν χαμογελάω
και τον ρόλο μου κυλάω
μέχρι της σκηνής την άκρη
να μη δει κανείς το δάκρυ.

Στιγμές που πέφτει
μες το καθρέφτη
το είδωλό μου

όμως στο ψεύτη
ο κόσμος βλέπει
το κίβδηλό μου.

Κάτω απ’ τη μάσκα δάκρυ
της κοπέλας καρναβάλι
και στο πάτωμα σε μια άκρη
της φαβέλας θα την βάλει.


















ΤΑΡΤΟΥΦΟΣ

Σαν τον Ταρτούφο
άλογο σκούφο
φέρνει ερημίτη

κι άνθρωπο μπούφο
άμυαλο κούφο
σέρνει απ’ τη μύτη.

Σαν παλιόπαιδο Σημίτη
ξεγελάει με φρονιμίτη
στο στρατόπεδο αλφαμίτη
και περνάει με δυναμίτη.

Παίζει τους ρόλους
κι εμπαίζει όλους
κομπογιαννίτης

τραπέζι χόλους
πιέζει χαχόλους
και καμπανίτης.

Ύμνοι Εφραίμ για διαμονή της
στο Βατόπεδο Αθωνίτης
και η λίμνη-τερερέμ-Βιστωνίτις
για οικόπεδο μονή της.


















ΜΥΗΣΗ

Να βγάλω δίσκο
μεγάλο ρίσκο
στην εφορία
εν τέλει βρίσκω
μα θέλει θρήσκο
στην ενορία.

Τους ιδανικούς ανθρώπους
παρακολουθώ στο φόρτε
και με δανεικούς τους τρόπους
προσπαθώ να κάνω κόρτε.

Παπαροκάδες
με τους νταλκάδες
γεια σου Μαρία
μαυρογιακάδες
πιτσιρικάδες
τσιλιμαρία.

Προτιμώ απ’ τον κορτάκια
συγκινήσεις σε μια πόρνη
και να μάθουν στον ματάκια
τι κινήσεις κάνουν τόρνοι.




















ΡΑΣΠΟΥΤΙΝ

Παπάς Ρασπούτιν
που πας στον Πούτιν
θα πουν τον βλάκα

και Λιλλιπούτην
πύραυλοι σπούντνικ
χτυπούν για πλάκα.

Με το ήθος σου μαλάκα
όσο δεν του κάνεις κλάκα
για το στήθος σου με πλάκα
θα πεθάνεις σε μια λάκα.

Στη κλεφτουριά του
με γαϊδουριά του
φοράει μπαλάσκα

με τα φλουριά του
και τα λουριά του
κρατάει λάσκα.

Πάτησε κοιλιές σαν μπράσκα
φίσκα με τη θρήσκα μάσκα
κι άρχισε ξυλιές με νιάτσκα
δίτσκα τρίτσκα στη Νεμπράσκα.


















Η ΜΑΣΚΑ

Τώρα γυρίζω
και τουρτουρίζω
με κρύα μάσκα
μα θα τη σκίσω
βέτο θ’ ασκήσω
ψυχρή Αλάσκα.

Κράτα με στην αγκαλιά σου
ώσπου το έργο να τελειώσει
και στη στράτα με φιλιά σου
που θα φεύγουμε να λειώσει.

Έχω φαμίλια
και τρέχω μίλια
με την τραγιάσκα
με τα κειμήλια
και χαμομήλια
ν’ αντέχω κάσκα.

Γίνε μου το αποκούμπι
μη σε χάνω μακριά μου
για να σπάσει το καλούπι
πάνω σου απ’ τα δάκρυά μου.




















ΚΟΛΟΝΕΛΟΣ

Έλα Κολονέλε
με τις λεγεωνέλες
κι αν σε πιάσουμε φρουρό
με κατσάδα σου εχθρό

να διαβάσουμε αγκαλιά
στρωματσάδα στα χαλιά.

Μόνο το κρασί καλμάρει
τα προβλήματά σου
κι αν θυμώνω εσύ καμάρι
στα διαλείμματά σου

να χορτάσεις με φιλιά
να ξεχάσεις τη κοιλιά.

Έλα έλα λιμάρη
με το καλαμάρι
θα σε κάνω απόφοιτο
μη σε κάνουν σαν φυτό

κάλφα READER’S DIZEST
απ’ το άλφα ως το ΖΕΤ.




















ΔΙΑΝΕΛΟΣ

Έλα έλα Διανέλε
βγάλε φουστανέλες
και στις ψιψινέλες σου
βάλε τις φουρνέλες σου

ν’ απαλύνω μουλινέξ
και να πλύνω με ΚΛΙΝΕΞ.

Θα σου πλύνω τις φανέλες
μες το καναλέτο
και θα λύνω τις μπανέλες
σαν γυμνό μπαλέτο

στο μπαρ μπούτι σε λαστέξ
και μπαρμπούτι με ρεφλέξ.

Έλα έλα Γιαννέλε
γέλα μου Γκουρνέλε
πιάσε τις μπουρνέλες σου
κι άσε τις Ορνέλες σου

που ποάζουν αφρολέξ
και κοάζουν βρεκεκέξ.




















ΚΑΝΕΛΟΣ

Έλα έλα Κανέλε
με τις σαλμονέλες
να εκπαιδεύσω να ορμάς
να προοδεύσω μη βρωμάς

γίδα ντόπια της FYROM
με σφραγίδα ΣΚΟΡΠΙΑΧΡΩΜ.

Θα σου τραγουδάω Γκάντι
τη μητέρα Ινδία
και θα σου πετάω το γάντι
πέρα με αηδία

πιο καλά με CD ROM
κόκαλα της INTRAKOM.

Έλα κοκαλιάρη
γέλα μου μαλλιάρη
να σε κάνω πίθηκο
να μη χάνω το ηθικό

να χτυπάμε ΚΛΙΝΟΣΤΡΩΜ
και να πάμε για πογκρόμ.




















ΣΚΑΜΝΕΛΟΣ

Έλα έλα Σκαμνέλε
μαθητής στη ΝΕΛΕ
και κοπέλα χούφταλο
μες τη χούφτα να σφαλώ

φέρτες μου εδώ με στυλ
σε κουβέρτες μου TEXTIL.

Έλα αν λαχταράς γλωσσάρι
ήχος εκκλησάρη
και να σπαρταράς λυσσάρη
δίχως το λυσάρι

να σε παίρνω ανφάς προφίλ
και αν φας με Τσερνομπίλ.

Έλα Κλίντον έλα
πλύντον κουτσινέλα
να σου βάλω Μπους φαλλό
και να βγάλω Μπούφαλο

Μόνικα με σεξ απήλ
φυσαρμόνικα του Μπιλ.




















ΔΡΟΣΟΜΥΛΟΣ

Ένα κλωνί βασιλικό
δροσόφυλλο μυρίζεις
κι εμένα καλλονή γλυκό
χαμόγελο χαρίζεις.

Στο δροσόμυλο γυρίζεις
φτερωτή που κελαρύζεις
στο χαμόμηλο αφρίζεις
και με σουρωτή ξαφρίζεις.

Μαχαρανή μαχαραγιά
έχεις που το φυσάει
μελαχρινή και τον ραγιά
προσέχεις για το σάι.

Πόρτα για να μπει κλωτσάει
μες τη ζούγκλα των Μασάι
με τα χόρτα για το τσάι
μα η κούκλα δεν μασάει.

Για τους λεφτάδες μυλωνού
τον άντρα θα προδώσεις
πραματευτάδες κι αλλουνού
για χάντρα θα το δώσεις.

Στη μεσάντρα θα κλειδώσεις
και γαλιάντρα θα διαδόσεις
σαν υφάντρα για τις δόσεις
απ’ τη μάντρα επιδόσεις.

Αγάλια αγάλια γι’ αραδιά
να μη προσβάλω ήθη
και με στραγάλια τη βραδιά
θα βγάλω κουτορνίθι.

Θα σου πω το παραμύθι
το κουκί και το ρεβίθι
και θα μπω αν δεν σε πείθει
μέσα στο σακί που βρίθει.




ΑΣΗΜΙΝΑ

Σε δύση και ανατολή
ο έρωτας πραμάτεια
κι αν θα σε γδύσει το φιλί
ρωτάς με τα γραμμάτια.

Με τα φωτεινά σου μάτια
μ’ έκαναν ματιές κομμάτια
και στα σκοτεινά δωμάτια
άναψαν φωτιές δεμάτια.

Σαν τον θαμώνα της βραδιάς
μου φέγγουν αγιοκέρια
και στο χειμώνα της καρδιάς
μου φέρνουν καλοκαίρια.

Μίλα μου μη με σνομπάρεις
να πετάξουν περιστέρια
φίλα με να με σταμπάρεις
σαν μεταξωτό με αστέρια.

Η αγκαλιά σου ουρανός
αστέρια και φεγγάρι
ακρογιαλιά ολόγυμνος
στα χέρια σου σφουγγάρι.

Ξεκινάς πας καραβάκι
και κουνάς το μαντηλάκι
σαν υδρόφιλο βαμβάκι
το υγρό φιλώ χειλάκι.

Περνάς κι απ’ τη δροσιά μεθώ
των βλεφαρόφυλλών σου
και με κερνάς σαν το θεό
το νέκταρ των χειλιών σου.

Με των σταφυλιών τη ντρόγκα
θα μεθύσω από τη ρώγα
και με των φιλιών τη φλόγα
θ’ αρμενίσω με πιρόγα.




ΛΙΝΤΑ

Στη σχολή σου νοσοκόμα
μένεις εσωτερική
και με τη χολή στο στόμα
περιμένεις Κυριακή.

Είσαι εσύ το χάπυ εντ μας
το χαπάκι κι οι κεντιές μας
που μ’ αυτό γιατρεύονται όλοι
καθημερινή και σχόλη.

Μένετε κλεισμένες μόνες
να μη δώσετε αφορμή
κι έχουν βάλει κηδεμόνες
σκολιώσεως στο κορμί.

Θέλω άδεια κηδεμόνος
να ζητήσεις επιμόνως
και τα βράδυα στη Κλαυθμώνος
να μη τα περνάω μόνος.

Κυριακή για συνοδό σου
απ’ την πόρτα στη σχολή
σαν τη φυλακή έξοδό σου
για μια βόλτα στην αυλή.

Έξι μήνες θα ’σαι ακόμα
μέσα σέξι νοσοκόμα
και απ’ το κλουβί της τάξης
σαν πουλάκι θα πετάξεις.

Αδελφή μου νοσοκόμα
δεν αντέχω μακριά
επαφή ζητάω ακόμα
για να βρω τη γιατρειά.

Θα σε περιμένω Λίντα
κι αν περάσουμε τα –ήντα
όσο κι αν μου λες ακόμα
δεν με θέλεις νοσοκόμα.




ΑΜΑΛΙΑ

Αμαλία νοσοκόμα
στη σχολή στο Χολαργό
κάποια ανωμαλία ακόμα
με απασχολεί κι αργώ.

Ανυπομονείς για γράμμα
τύπος Νευροκόπι Δράμα
και ανησυχείς το ράμμα
μήπως κόπηκε απ’ το τραύμα.

Το επάγγελμά σου εξάλλου
απαιτεί καρδιά καλή
στα προβλήματα του άλλου
κάθε τι που απασχολεί.

Θα σου γράφω νοσοκόμα
και δεν θα τελειώνω ακόμα
κι απ’ το τάφο μου το σώμα
που θα λειώνω μες το χώμα.

Αμαλία νοσοκόμα
με την άσπρη σου ποδιά
κι άλλη ανωμαλία ακόμα
μαύρη μου κι αναποδιά.

Πήγαμε άφραχτοί σου κήποι
Αμαλίας με καρδιοχτύπι
φύγαμε άπραχτοι που τύποι
της ανωμαλίας τερτίπι.

Αμαλία νοσοκόμα
άγρια των πόθων σου
και ανωμαλία ακόμα
με το βιάγκρα Όθων σου.

Τώρα με τη σύνταξή μας
θα τα βρούμε μεταξύ μας
ώρα για ανασύνταξή μας
και θα μπούμε στο ταξί μας.




ΤΣΟΠΑΝΑ RAVE

Παραστράτισε που φτάνει
ως το γόνατο φουστάνι
και παράτησε τη στάνη
στο ναό να τον ζεστάνει.

Όαση με το μποστάνι
καλοκαίρια που βλαστάνει
και στη κόλαση καφτάνι
την ιέρεια παριστάνει.

Σαν Πυθία ζαλισμένη
τρίποδο ανεβασμένη
και στα θεία αφιερωμένη
δίοδο στην ειμαρμένη.

Τουρισμό στης γης το αφάλι
για να κάνουμε κεφάλι
κι αν δεν φτάνουμε νηφάλιοι
με χρησμό πηγής δεν σφάλλει.

Διαφήμισή του γκρίζα
έβγαλε και βρίζω βρίζα
που μισεί καπνού τη ρίζα
και μας έβαλε στην πρίζα.

Μολυσμένοι απ’ τον αέρα
με οξείδια κάθε μέρα
ναρκωμένοι απ’ τον αιθέρα
για ταξίδια στο υπερπέραν.

Με το Ντάτσουν καπνοτόπια
έμαθε τα κατατόπια
και κοιτάζουν περισκόπια
που τα έβγαλε με κόπια.

Τρέχει στη μεγάλη πόλη
και τη γυροφέρνουν όλοι
που τα έχει βάλει φώλι
παίρνουν με το πορτοφόλι.




ΚΡΗΝΙΩ

Πάσχισα με κρυοπάγημα
για να ζεστάνει αρνάκι
κι άρχισα το σαλάγημα
στη στάνη τσοπανάκι.

Έψαχνα στο σελάγισμα
δρόμο για το κονάκι
κι έξαφνα το πλατάγισμα
με τρόμο από τσανάκι.

Μπήκα σε ένα ατρύγητο
αμπέλι με καλάθι
και βγήκα απ’ το κρησφύγετο
τεμπέλη που διαλάθει.

Του πάπα το αλάθητο
δεν συγχωρούσε λάθη
και με την κάπα αμάθητο
μπορούσε να διαπλάθει.

Με το μικρό μου το νιονιό
ντρεπόμουν σαν παιδάκι
να πω στον φοβερό γονιό
φοβόμουν το βραδάκι.

Θα κουμαντάρω την Κρηνιώ
που έχει παραδάκι
να μη φουντάρω στον Πηνειό
που βρέχει φτωχαδάκι.

Θα χάλαγε το προξενιό
ξεμένοντας στο ράφι
και τράβαγε με το στανιό
σέρνοντας στο χωράφι.

Το συνοικέσιο αγωνιώ
για να μη πάει στράφι
αίσιο τέλος για τον νιό
που αγαπάει γράφει.




ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΣ

Γιορτάζεται αθεόφοβος
ο άγιος Βαλεντίνος
και προετοιμάζεται ευλαβώς
κουράγιο σου κρετίνος.

Εξυμνεί το βέλος τίνος
το λουλούδι Υάκινθος
και θρηνεί το τέλος φίνος
με τραγούδι Ζάκυνθος.

Σαν εραστής θεόστραβος
ο τύπος σου Λατίνος
θα εκφραστείς σαν έφηβος
με χτύπο Λαμαρτίνος.

Με ζακέτα πιγκουΐνος
που ξεντύνει και βουβός
με μπαγκέτα Λεβαντίνος
διευθύνει ακριβώς.

Θερμά μικρός αλλάνταβος
που πας σαν μπαμπουΐνος
κι ορμά ψυχρός Σκανδιναβός
παπάς ο καμποτίνος.

Το ρυθμό κτυπάει ο Ντίνος
κι ανεβαίνει ο θόρυβος
στο βαθμό που πάει σαν κτήνος
βγαίνει αεριόβομβος.

Με τα καλλυντικά του ασβός
και τσίμπλα του μπαμπίνο
τα προφυλακτικά ασεβώς
δίπλα στο κομοδίνο.

Με ουρά του Αρλεκίνος
όλο πείνα καναβός
σίγουρα ο Βαλεντίνος
κολομπίνα κολοβός.




ΜΑΡΙΑ

Πεδιάδα για ζωγραφική
με μπάφρα της Μαρία
και τα παιδιά απ’την Αφρική
Μπιάφρα και Αλγερία.

Η μεταξύ τους διαφορά
στη μεταξοτυπία
στη χρυσαφένια σου ομορφιά
μοιάζει παρατυπία.

Ριγάνεψες στο κάμπο σου
με Ριγκανλουλουδάκια
κι ομόρφυνες το άλμπουμ σου
με ορφανά παιδάκια.

Απ’ τη δουλειά τους στα καπνά
έγιναν σαν μαυράκια
και διακρίνονται αχνά
τα παιδικά μουτράκια.

Μικροί Χριστοί που μας κοιτούν
με το χρυσό σειρήτι
και σαν μαυραετοί πετούν
ψηλά στον Ψηλορείτη.

Έκλεισες τη συνέντευξη
πως κάθεσαι στη Κρήτη
κι έλυσες τη διένεξη
με κάθε τεχνοκρίτη.

Μοιάζει καθρέφτης διάφανος
της ΕΡΤ το μαγαζάκι
κοιτάζει κλέφτης άφωνος
για το T-shirt μπλουζάκι.

Για να λευκάνει ό, τι φορά
στου οίκου της το τζάκι
μας κάνει την αναφορά
του Νίκου Καζαντζάκη.




Η ΣΦΙΓΓΑ

Στο κόσμο σφίγγα ραψωδός
λες τα αινίγματά σου
όμως στρυφνός κι ανάποδος
κλαις για τ’ ανοίγματά σου.

Έξω απ’ την πυραμίδα
πετρωμένη άσπιλη
θα προσέξω με χλαμύδα
ξαπλωμένη σιωπηλή.

Κύων σε κίονα ορθό
τρέχει με γαύγισμά του
και βρέχει Ίωνα θεό
μετά το γκρέμισμά του.

Κρίμα λες σαν κεραμίδα
το κακό δεν θα συμβεί
μα τον θάνατο στον Μίδα
χρήμα δεν αποσοβεί.

Σώμα φτιαγμένο από πηλό
με της καρδιάς τους πόνους
σαν τον αρχαιοκάπηλο
ζητάς βραδιάς το bonus.

Κατακτάς δωμάτια ερείπια
στα λαγούμια σου ασφαλής
και κοιτάς με μάτια τρύπια
μούμια νεκροκεφαλής.

Καμιά αιώνια ανταμοιβή
με το κομπόδεμά της
δεν ξεχρεώνει μια ακριβή
ζωή για ξόδεμά της.

Εξαντλήθηκε κυρά μου
η μακροθυμία μου
λύθηκε η σιωπή σειρά μου
μία σου και μία μου.




ΜΑΥΡΙΚΙΟΣ

Τραπέζι στον πατρίκιο
πάστορα με προκοίλια
που παίζει το ζατρίκιο
και μάστορα στη μπίλια.

Ψάλλει το απολυτίκιο
και σβήνει τα καντήλια
καψάλι για οφίκιο
ραβίνοι με φυτίλια.

Γιορτάζει επινίκιο
στους στρατηγούς με τρίλια
και τάζει για εμβατίκιο
λαγούς με πετραχήλια.

Βάζει το μορμολύκειο
ευρύχωρο από ντρίλια
και βγάζει το πηλήκιο
για το χορό καντρίλια.

Σαν κάμπια στο βομβύκιο
μάντρωσε τη φαμίλια
με τάμπια στο Κωρύκειο
άντρο και τη μποτίλια.

Χτυπάει το κηρύκειο
στην άκρια με μαντίλια
ξεσπάει για το ανοίκειο
με δάκρυα κροκοδείλια.

Ρεμβάζει για το ενοίκιο
με γλυκασμό βανίλια
κι εμβάζει με συνοίκιο
εορτασμό δαψίλεια.

Μουντζώνει λουδοβίκειο
που κυβερνά βασίλεια
λαντζόνι στον Μαυρίκιο
του κορβανά κονδύλια.




ΕΚΕΙΟΣ

Αντωνυμία δεικτική
στα λεξικά ποκίλλει
επωνυμία δηκτική
κομπλεξικά προκοίλη.

Έμπαινε στο συμπόσιο
η Ρένα κι ο Βασίλης
κι έσκυψε στο κιβώτιο
να βρει κανένα ντρίλι.

Ψάχνεις για να τα πάρει εκειός
α! εδώ είναι είπε τσαντίλης
τον ξάφνιασε και στέκει ως
ξεβράκωτος Βαστίλης.

Κάθισε παραδίπλα μου
πιο μακριά πιτσίλης
καθάρισε απ’ την τύφλα του
τα δάκρυά του τσίμπλης.

Προπέτης επικίνδυνος
που έβαλε φυτίλι
επαίτης δα εκείνινος
τον έβγαλε ξεφτίλη.

Σταματημένο του’πα εκεί
που έγινε ρeζίλι
ψιλοκομμένο τουμπεκί
το έκανε με τσίλι.

Ο ζητουλιάρης γύριζε
σαν τον ζαρκοπαφίλη
που φευ σαλιάρης μύριζε
κι απέφευγαν οι φίλοι.

Σκυμμένο το κεφάλι του
έφυγε με ζεμπίλι
χαμένος για το χάλι του
σαν να ’φαγε σκαμπίλι.




ΘΩΜΗ

Καβάντζα τον Καβομαλλιά
καΐκια με τα χαϊμαλιά
στη Μάνη βγήκα Ιθώμη
με φύκια φράντζα στα μαλλιά
λιμάνι βρήκα Θώμη.

Ναυαγός σε μια σανίδα
πλοηγός μου Θωμαΐδα
θα φανεί μες τα σκοτάδια
το πανί με τα σημάδια.

Θες μια βραδιά με το φιλί
να μου γιατρέψεις την ουλή
για να πιστέψεις Θώμη
και πες καρδιά μου αμαρτωλή
άπιστη θα επιθόμην.

Άγρια νιότη στην Ιθώμη
με τον Αγρινιώτη Θώμη
λες αστεία με τον Ράκια
στην πλατεία φιλαράκια.

Δεν είσαι Θώμη κανενός
διπρόσωπη σαν Ιανός
κοιτάς μπροστά και πίσω
θυμώνω να ’σαι μόνο ενός
αν μ’ απατάς να πείσω.

Θώμη μην ακούς τι λένε
όλοι για μια αγάπη κλαίνε
είμαστε παιδιά Σιαμαία
κι έχουμε καρδιά ενιαία.

Που εξοκείλαμε ουδείς
στη Σκύλα από της Χάρυβδης
το βράχο καταιγίδα
μετά τη θύελλα θα δεις
μονάχο ηλιαχτίδα.

Είμαι μόνος μου Θωμούλα
κι είναι ο χρόνος μια στιγμούλα
τα πανιά μου ανοίγει η ελπίδα
κι απονιά πνίγει Ατλαντίδα.
ΑΠΟ ΠΟΥ ΤΗΛΕΦΩΝΑΣ

Από πού τηλεφωνάς
και τα λόγια σου δεν είναι ντόμπρα
από πού τηλεφωνάς
και σφυρίζεις σαν να είσαι κόμπρα.
Εσύ απ’ όπου κι αν τηλεφωνούσες
δεν σταματούσες
την γραμμή απότομα
μα τελευταία μόλις πεις μια λέξη
λες κι έχεις μπλέξει
απ’ το φόρτωμα.

Από πού τηλεφωνάς
κι η φωνή σου πια δεν έχει χάρη
από πού τηλεφωνάς
συνθηματικά σαν Μάτα Χάρι.
Εσύ απ’ όπου κι αν τηλεφωνούσες
αισχρολογούσες
σαν εισπράκτορας ντε Σαντ
μα τελευταία λες κι έχεις φρικάρει
μη σε τρακάρει
πράκτορας Μοσσάντ.

Από πού τηλεφωνάς
σαν να παίρνεις το εκατό να βρίσεις
από πού τηλεφωνάς
σαν ν’ ακούω ρεκατό μιας βρύσης.
Εσύ απ’ όπου κι αν τηλεφωνούσες
σαν ρυάκι φλυαρούσες
που κελαρυστό διψώ
μα τελευταία βιάζεσαι να μου το κλείσεις
σαν να ’ναι κλήσεις
απ’ την Αιδηψό.

Από πού τηλεφωνάς
και δεν είσαι όλο φωτιά και λαύρα
από πού τηλεφωνάς
σαν να γίνεται Ιουδαίων χάβρα.
Εσύ απ’ όπου κι αν τηλεφωνούσες
δεν σταματούσες
με αγωνία γαλιφιές
μα τελευταία σου έχει γίνει χούι
ότι σ’ ακούει
στη γωνία χαφιές.

Η ΠΟΖΑ

Μας μοστράρεις τελευταία
τον αγέλαστο εαυτό
που ποζάρεις με λαθραία
κι απροσπέλαστο γι’ αυτό.

Με πλαστό σου πασαπόρτι
για πιλάφια λαίμαργα
στον παράδεισό σου μόρτη
στα ελάφια λέμε αργά.

Φέρνεις στη ζωή σου ντόρτια
και με τις εξάρες σου
θα γλεντήσεις μεθεόρτια
με τις αμαξάρες σου.

Όλα πλαστογραφημένα
με μια τέλεια εκτύπωση
τρυκ στο δρόμο πεταμένα
προκαλούν εντύπωση.

Πείσε με πoτ’ εκδηλώνεις
τον πραγματικό εαυτό
και δεν είσαι ό,τι δηλώνεις
στη ταυτότητα γι’ αυτό.

Δίνεις με μισόλογά σου
τα φιλιά σου δανεικά
ν’ ανεβούν τα ομόλογά σου
με πολλά μηδενικά.

Στης καρδιάς τον πλαστογράφο
βγάζεις διαβατήριο
και στον κινηματογράφο
βάζεις με εισιτήριο.

Παίζεις φιλμ στα όνειρά μου
σαν ηθοποιός ολκής
και θα μπλέξεις ήρωά μου
αστυνομικής πλοκής.




ΦΡΟΣΥΝΗ

Το γαρ πολύ του έρωτος
γεννά παραφροσύνη
στο μπαρ φιλί ξενέρωτος
θα έβγαινα Φροσύνη.

Στης Παμβώτιδας τη λίμνη
της αμπώτιδας η πρύμνη
Θεσσαλιώτιδας οι σκύμνοι
και Φθιώτιδας οι ύμνοι.

Με λάβωσε ο φτερωτός
με βέλος σωφροσύνη
και σκλάβωσε αλευτέρωτος
να θέλω αλλοφροσύνη.

Φιλελευθεροφροσύνη
μείνε με φιλοφροσύνη
και η γενναιοφροσύνη
είναι ματαιοφροσύνη.

Αλήτης αξημέρωτος
με ταπεινοφροσύνη
πολίτης ανημέρωτος
με τη δουλοφροσύνη.

Με τη κάρμα ευφροσύνη
φάρμα δέστε ελαφροσύνη
άρμα με μετριοφροσύνη
χάρμα ιδέσθαι αφροσύνη.

Τύραννος αφανέρωτος
με την αβροφροσύνη
και ουρανός αστέρωτος
με υψηλοφροσύνη.

Στην παγκόσμια φρικοσύνη
κόσμια νομιμοφροσύνη
στα εγκόσμια εχεφροσύνη
υπερκόσμια ορθοφροσύνη.



ΝΥΧΤΟΛΟΥΛΟΥΔΟ

Μη θες τους κήπους μόνο για τη νύχτα
λουλούδι που μαραίνεται αυγή
σαν χθες με ρύπους των θαμώνων πίστα
για το τραγούδι χαίρεται να βγει.

Σαν την άδικη κατάρα
βγαίνεις κάθε σούρουπο
και κατάδικη στη μάρα
μπαίνεις νυχτολούλουδο.

Θα μείνει μόνο η δροσιά σου πάχνη
που το πρωί κι αυτή θα εξατμισθεί
θα γίνει ρόδο η φορεσιά σου άχνη
καυτή απ’ τον ήλιο να εξαφανιστεί.

Νυχτολούλουδο αντέχει
το κοτσάνι μάραμα
κι απ’ το σούρουπο εδώ τρέχει
στου Τσιτσάνη χάραμα.

Σαν τον Ορφέα στη σιγαλιά το βράδυ
θα τραγουδάς Τσιτσάνη μες τη κόλαση
και στου Μορφέα την αγκαλιά σκοτάδι
θα την περνάς κοτσάνι σαν σε όαση.

Το κοτσάνι του μαδάει
κι είναι απόλαυση ν’ ακούς
τον Τσιτσάνη αν τραγουδάει
μείνε κόλαση με τους κακούς.

Ορφέα στον Άδη για την Ευρυδίκη
που άρπαξε ο Πλούτωνας κατέβηκες
Μορφέα σκοτάδι για την καταδίκη
που κοίταξες δεν ξανανέβηκες.

Απ’ το Μαρακές γυρίζεις
με τα ρούχα σου μαβιά
και τις Κυριακές μυρίζεις
αλκοολούχα για μεταλαβιά.




ΑΝΤΕ ΠΡΩΙ-ΠΡΩΙ

Σου τηλεφώνησα πρωί
και με κλισέ σου φόρτωμα
σε σκότισα πρωί-πρωί
και το ’κλεισες απότομα.

Αν σ’ έπαιρνα το μεσημέρι
θα μου ’λεγες του χασομέρη
άντε μεσημεριάτικα.

Κι αν σ’ έπαιρνα κατά το βράδυ
θα μου ’κλαιγες αργά για χάδι
άντε πάλι βραδυάτικα.

Άσε τα Σαββατιάτικα
και σκάσε Κυριακάτικα.

Ο χρόνος της παραγωγής
και κατανάλωσης οργής
σου έχει γίνει νεύρωση.

Ο ρόλος της προαγωγής
με σύνδρομο προσαρμογής
του στρες σαγήνη νέκρωση.

Πρόσεξε τα νευράκια σου
και πάρε τα χαπάκια σου.

Σαν τον υπάλληλο πρωί
χρόνο ακατάλληλο είχα βρει
δεν είχες πάρει πρόγευμα.

Έγκλημα κατά συρροή
έλλειμμα με καταρροή
και βήχες το απόγευμα.

Ο χρόνος σου εμπόρευμα
και που καιρός για ξόδεμα.






ΟΥΤΟΠΙΑ

Η ουτοπία πάντοτε
και πανταχού παρούσα
για την οποία κάποτε
να φανταστώ μπορούσα.

Πως στον Άρη θα πετούσα
δεν το πίστευα ποτέ
και φεγγάρι θα πατούσα
δεν περίμενα άλλοτε.

Σενάριο καλλιτεχνικής
σήμερα δημιουργίας
αύριο επιστημονικής
χίμαιρα περιεργείας.

Tης Νεφελοκοκκυγίας
πολιτεία ιδανική
θέλουμε ως δια μαγείας
αλητεία μηδενική.

Να κάνουμε να είναι αυτά
σήμερα τα οποία
δεν είναι κάνοντάς τα απτά
χίμαιρα ή ουτοπία.

Δεν αρκεί με εικασία
θεωρία ιδεαλιστική
με διαρκή διαδικασία
και πορεία ρεαλιστική.

Στο δρόμο με σταμάτημα
χάνουμε αυτά τα οποία
με τρόμο παραστράτημα
κάνουμε δυστοπία.

Κόκα κόλα φρουτοπία
πίνουν στο διάστημα
κι όλα για κερδοσκοπία
δίνουν στο κατάστημα.




ΑΝΑΔΥΣΗ

Το σύστημα πλοήγησης
στον πίνακα ελέγχω
όραση σκέψη ακοή
στο σώμα μου που έχω.

Με τρόπους μου ναυπήγησης
γι’ ανθρώπους υπερέχω
όσφρηση πέψη αναπνοή
τη βρώμα δεν αντέχω.

Με πνεύμονα σαν δαίμονα
σωληνοειδή αναπνέω
και όργανα του σατανά
πετρελαιοειδή εκπνέω.

Μένει ξεκρέμαστη η ψυχή
και στήριγμα κανένα
να ισορροπεί στη κορυφή
κωνοειδή αδένα.

Και με κρυμμένο τον θεό
κήρυγμα στο καθένα
κουλουριασμένο στο βυθό
γι’ ανάδυση καδένα.

Το πλήρωμά μου με ορμή
στη γέφυρα ανεβαίνει
κι απλώνοντας στον ουρανό
τα χέρια τραγουδάει.

Και η ψυχή μου απ’ το κορμί
στην επιφάνεια βγαίνει
κοιτά καθρέφτη αντικρινό
στ’ αστέρια και μεθάει.

Από τα έγκατα της γης
καρδιά χτυπάει στο στέρνο
κι έκτατα πλοίο διαφυγής
μακριά να πάει παίρνω.




ΑΝΑΛΗΨΗ

Σήμερα της ανάληψης πιστών των ευθυνών μας
στην τράπεζα πρώην πίστεως πάει στα ψιλά ο νους
κι ανήμερα μετάληψης ποτών των κοινωνών μας
απ’ τα πεζά στις πίστες ως ψηλά στους ουρανούς.

Στου παράδεισου την πύλη μ’ έλεγχο επιτόπιο
το κοπάδι σου θα στείλει ένοχο με όπιο
Μέσα μ’ ευνοιοκρατία μπαίνει ο πλούσιος φίλος του
μπέσα με αξιοκρατία θα ’μπαινε ο σκύλος του.

Ρήξεις κι εκρήξεις με πυρά πορθμείο για ν’ ανοίξεις
με το ραβδί Μωυσή νερά τι χρώματος θ’ αγγίξεις
ήξεις αφίξεις σίγουρα με το σημείο στίξης
σε μετατόπιση ερυθρά του κόμματος θα πνίξεις.

Βάπτισμα πυρός θα φέρει με παλίρροια αίματος
ράπισμα στο περιστέρι πύρρεια νίκη πνεύματος.
Τους πλημμύρισαν πελάτες με τις πόρτες τους κλειστές
και τους γύρισαν τις πλάτες μόρτες καπιταλιστές.

























ΑΕΡΟΠΕΙΡΑΤΕΙΑ

Στην πρώτη πτήση του U2 για την κατασκοπία
στο αεροπλάνο του θεού αεροπειρατεία
αγίου ειρηνοποιού του ναυαγίου αιτία
σε πρώτο πλάνο Γκεπεού και CIA τρομοκρατία.

Άμφια της ελευθερίας θα φορέσει η εξουσία
δίνοντας καυτή της νότα μυστικής διπλωματίας
απ’ τα ράφια ιστορίας θ’ αφαιρέσει την ουσία
κρύβοντας τα γεγονότα της αεροπειρατείας.

Έπιασαν στο αλεξίπτωτο με την κατάρριψή του
και δίκασαν σαν ύποπτο μετά τη σύλληψή του
προσπάθεια τους συγκάλυψης επί της γης κριμάτων
κι αμάθεια της κατάληψης επιταγής χρημάτων.

Τύχη αεροπόρου σώου θείας του μετάληψης
κι αετονύχη εμπόρου αθώου απ’ ευθείας ανάληψης
αερίτη ουτοπία ζουμ στο χώμα χειριστού
και για τρίτη χιλιετία ζούμε ακόμα προ Χριστού.
























ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ

Στο κήπο της Μαγδαληνής θα μπω μετανοιωμένος
τη μέρα της πεντηκοστής γιορτής γονατιστής
ιπποτικά γονυκλινής και λευκοφορημένος
απ’ τον αέρα εραστής αλεξιπτωτιστής.

Από τη στάση προσευχής σκυφτά κι αγκυλωμένος
με νευροεκνευριστικό μου πόνο στις κλειδώσεις
θαμπό με τάση ανοχής και σφιχταγκαλιασμένος
κλειδί απ’ τον παράδεισο τρυπώνω να μου δώσεις.

Ο ανοιξιάτικος οιωνός στο στήθος σου σκιρτούσε
και πόνεσες το πρωινό με χάδια στο κορμί
στο χειμωνιάτικο ουρανό το πλήθος θα σκορπούσε
κι εκτόνωσες σαν κεραυνός με χάπια την ορμή.

Με υποσχέσεις όλο θα και θα απ’ τον λαοπλάνο
οι σχέσεις μας στο Γολγοθά σταυρώθηκαν σε πλάνο
με γέρασες κι ανήμπορο δεν γνώρισες ποιος είμαι
με πέρασες για κηπουρό και ρώτησες που κείμαι.























ΦΕΝΤΕΡΙΚΟ

Αχ! σκοτεινή φωνή μου λες του έρωτα Φεντερίκο
με τους νεανικούς χυμούς στα εκατό σονέτα
φτωχοί εργάτες να τους κλαις από το Πορτορίκο
Λατινοαμερικάνικους ρυθμούς με τη κορνέτα.

Στη πλατεία Δημοκρατίας τραγουδούν για κάνα φράγκο
δούλοι αποικιοκρατίας που τους κυβερνούν οι Φράνκο
κι αν ρωτήσεις την αιτία που σε σκότωσε ο καουντίγιο
θα σου πουν για τη φυτεία που χτυπούν με το μαστίγιο.

Μες την πλατεία μουσική που γέμισαν τσιμέντα
κι η πελατεία εχθρική που δεν μυρίζουν μέντα
Θυμίζουν νότια Αμερική με τα προνουντσιαμέντα

στηρίζουν ό,τι γίνει εκεί με ακκομπανιαμέντα.
Συντάραξαν τη γέρικη καρδιά τους ντοκουμέντα
κι άραξαν τώρα μερικοί φαρδιά ραμολιμέντα.
























ΑΡΙΣΤΕΡΟΤΙΜΟΝΟΣ

Λες αριστεροτίμονος
ότι θα φτάσει τρόλεϊ
για να μας πάρει επίμονος
με στάση επιπόλαιη.

Που να τριγυρίζεις βράδια
που γυρίζεις από άδεια
και μας σέρνεις τα εξ αμάξης
όταν παίρνεις να τρομάξεις
να ρωτήσεις για τη βάρδια.

Φυσάνε οι αγέρηδες
τα τραμ σταματημένα
και με τους τραμβαγέρηδες
τα ραντεβού στημένα.

Ψάχνουμε όλοι στην Ομόνοια
για τ’ αριστερά τιμόνια
και μας έπιασε αγκούσα
για να πάμε κούτσα κούτσα
με στρατιωτικά καμιόνια.

Από το νου μας πέρασαν
σκέψεις πολλές και άλλες
μήπως γι’ αλλού σε ξέβρασαν
ηλεκτρικές της σκάλες.

Στο κουδούνι σου της θύρας
τ’ όνομά σου θεσιθήρας
γράφει οδηγός στα τρόλεϊ
και η σύζυγος με ρόλεϊ
καίει ηλεκτρικός σπινθήρας.

Ψηλός καρφί του βόλεϊ
και με μυαλό κουκούτσι
στη κορυφή του τρόλεϊ
σου φεύγει το μαρκούτσι.

Ξόδεψες φαιά ουσία
ν’ ανεβείς στην εξουσία
κι όταν πήρες τα ηνία
ήταν ημερομηνία
λήξης για τη φαντασία.

ΜΑΡΤΥΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ

Λίγο πριν απ’ το τέλος του αιώνα
λιποψύχησα μέλος γι’ αγώνα
το μαχαίρι πετάς απ’ το στόμα
και το χέρι κρατάς νοσοκόμα.

Με ξυπνάς κι όπως τα ’χω χαμένα
με την ένεση να με φουρκίζεις
με ξαφνιάζεις πως είναι για μένα
με συναίνεση και μ’ εξοργίζεις.

Την επόμενη δεκαετία
ανυπόμονη με προφητεία
κι η συντέλεια να έρθει του κόσμου
νομοτέλεια να γίνει δικός μου.

Με κρατάς απ’ το χέρι κι ορκίζεις
για οικουμενική κι εξορκίζεις
χίλια εννιακόσια ογδόντα εννέα
χείλια δάγκωσα κι είπα γενναία.

Όλα έλεγα πως θα τ’ αντέξω
μα πως θα ’λεγα και τούτο ακόμα
αλλαγή πως δεν γίνεται έξω
και χωρίς της δεξιάς το κόμμα.

Στο πηγάδι καλός Σαμαρείτης
και στον Άδη χωλός μακαρίτης
αποστράγγιση υγρών απ’ το σώμα
και με τάγγιση αφρών απ’ το στόμα.

Μου κατέβηκε ο αιματοκρίτης
απ’ τον δράκουλα τράπεζας Κρήτης
μια μετάγγιση κάνε μου ακόμα
και στα μάγουλα βάλε μου χρώμα.

Ισοζύγιο κοινή συναινέσει
με μαστίγιο κινεί να πονέσει
μείνε λίγο μαζί μου ακόμα
και μια αίνεση κάνε σε κώμα.



ΠΛΑΝΗΤΑΡΧΗΣ

Τραπεζίτη με τα πούρα
γέρασες πια κοιλαρά
ψωμοζήτη σου καμπούρα
πέρασες την ιλαρά.

Ήρθες με υπεροψία
σαν μπακάλης μάνατζερ
και θερμά με χειραψία
μας προβάλλεις Τσάλετζερ.

Στα μαντρόσκυλά σου βλέμμα
όλο υπευθυνότητα
και κυλάς μέσα στο αίμα
την Κολ-ανθρωπότητα.

Με τιμόνι διευθύνεις
σαν καμιόνι σου τη γη
κι είσαι άμοιρος ευθύνης
άπειρος αν εκραγεί.

Στους πολέμους σου τι δίνει
το κομπιούτερ σου ρωτάς
και στου ολέθρου τους τη δίνη
όταν μπουν δεν σταματάς.

Ένα ποίμνιο κι εις ποιμήν της
με τον πλανητάρχη η γη
σπιθαμήν προς σπιθα-μήν της
για να υπάρχει στρατηγοί.

Ξέρεις στον "περιστερώνα"
πως δεν θα ’ρθεις σ’ επαφή
Ξέρξης απ’ την πολυθρόνα
θα κοιτάς καταστροφή.

Μέλλον Νώε περιστέρας
γης ανεξακρίβωτο
τέλος μέχρι νεωτέρας
διαταγής στη κιβωτό.




ΒΑΒΕΛ

Τώρα οι Αμερικάνοι
κτίζουν πύργους της Βαβέλ
και τη χώρα τους θα κάνει
να συγχύζουν ντεσιμπέλ.

Στη Νεφελοκοκκυγία
πέρασαν το σύννεφο
και κυλούν με συνεργεία
πέτρα σαν τον Σίσυφο.

Τύραννος τις αντιθέσεις
στο κοινό εξισορροπείς
κι είναι κίνδυνος να πέσεις
στο κενό ό,τι κι αν πεις.

Όλα θες να τα υποτάσεις
στη δική σου τη σκοπιά
κτίζεις στο θεό να φτάσεις
πέφτεις κάτω απ’ τα γιαπιά.

Την αυτοκαταστροφή σου
το απευκταίο προκαλεί
και χωρίς επιστροφή σου
τελευταίο σου σκαλί.

Σαν τον ψηλομύτη τρέμεις
πάει πουλί ακούρνιαστο
και με δυναμίτη extrtemis
το χτυπάει με κουρνιαχτό.

Για να μάθεις μη φυτρώνεις
όπου δεν σε σπέρνουνε
θα την πάθεις να πληρώνεις
κι επί τόπου φέρνουνε.

Τώρα με φτερά Ικάρων
δείχνουν πύργους δίδυμους
και στη χώρα των μακάρων
ρίχνουν ύπνους νήδυμους.




ΜΕΛΟΣ

Μέλος του κουκουέ μου λου
και μου λου από πίσω
στο τέλος και στη σουρλουλού
του μούλου θ’ ακουμπήσω.

Σαν υποψηφίου ΑΚΙΔΑ
με αγκάθι πινακίδα
του νυμφίου παλλακίδα
και τα πάθη με φακίδα.

Πείρα Σωκράτη του σοφού
αντίξοου λιθοξόου
πήρα μα κράτησα κωφού
επίδοξου τοκ σόου.

Με το ύφος που τον είδα
στη χαμένη εφημερίδα
και η ψήφος μου ουκ οίδα
με βαμμένη βλεφαρίδα.

Σαν ρέμπελος στο ΣΥΡΙΖΑ
στραμπούληξα το μέλος
ανέμελος που σφύριζα
και βούλιαξα στο έλος.

Νεοτεριστές του Μπίστη
μου αλλάξανε την πίστη
κι εκσυγχρονιστές του κτίστη
με απαλλάξανε από χρήστη.

Στο υπουργείο Εσωτερικών
με διαγωγή αρίστη
με συνεργείο εξωτερικών
θα βγει Αγκάθα Κρίστι.

Με μια λέξη τζίφρα Βούγια
μου επέβαλε τα χούγια
και του Αλέξη Τσίπρα μπούγια
ξαναέβγαλε την ούγια.




ΤΣΙΛΕΛΗΣ

Ω κόμμα των εξοριών
κυνηγημένο κι όμως
και νικημένο πιο ισχυρό
έβγαινες παρανόμως.

Τσίλια στη νομιμότητα
σαν την παρανομία
βασίλεια για ενότητα
ψάχνει αστυνομία.

Αυτοεπιβεβαιώνεσαι
κατά του αντιπάλου
κι ας εξουδετερώνεσαι
με χτύπημα ροπάλου.

Μη βγουν για την ασφάλεια τους
λες στους φυλακισμένους
και μέσα τα κεφάλια τους
στης γης τους κολασμένους.

Ενθουσιάζουν το κοινό
με γκολ ψαράκι παίχτες
και μέσα στον ωκεανό
βουτάμε γι’ αποδέκτες.

Όπου η θύελλα πλανά
κι άνεμος πνέει ούριος
διαλύει νέφη μελανά
Ρήγα Φεραίου θούριος.

Όπου μας βρήκε η αυγή
δεν βρίσκει η εσπέρα
με την καινούργια διαταγή
να πάμε παραπέρα.

Πρόχειρο χώμα οχυρό
με τιναγμένα τραίνα
και προχωρώ για τον εχθρό
με τα σπασμένα φρένα.




ΟΙ ΦΑΚΕΛΟΙ

Άχρηστοι οι φάκελοι τους καιν
που βγήκαν νέοι τρόποι
συνθήκη SEGEN ένεκεν
που ψήφισε η Ευρώπη.

Σε ένα κράτος έκρυθμο
που ούτε μας γνωρίζουν
με κωδικό μας αριθμό
κομπιούτερ θα ορίζουν.

Για όλα της αριστεράς
στο μάτι υπηρεσίες
σε κόλλα της αναφοράς
γεμάτη αδιακρισίες.

Τα φύλλα αυτά αν έβαζαν
το ένα δίπλα στο άλλο
πέρα ως πέρα σκέπαζαν
ένα νησί μεγάλο.

Την Κρήτη μεγαλόνησο
με κριτικούς λεβέντες
έκαναν φακελόνησο
για μερικές κουβέντες.

Αυτοί που τους συνέταξαν
είχαν το κοπυράιτ
και για να γίνουν διέταξαν
στάχτη στους Φαρενάιτ.

Με υστερία έσβησαν
σελίδες του εμφύλιου
αυτά που μας συνέβησαν
μη βγουν στο φως του ήλιου.

Στο κάτω κάτω της γραφής
ήταν δημιουργία
με φαντασία συγγραφείς
για την ραδιουργία.




ΚΑΠΑ ΚΑΠΑ ΓΑΜΑ

Με τις καινοτομίες μας
η πόλη μας στο ΓΑΜΑ
και τις επωνυμίες μας
σε όλη τους τη γκάμα.

Γουινέα Γεωργία Γκαμπόν
Γκάμπια Γουιάνα Γκάνα
Γουατεμάλα Γκουαντελούπ
Γκρις Κάπα Κάπα Γάμα.

Με τ’ αρχικά τους κόμματα
που θέλουν να πουλήσουν
και πλαστικά ονόματα
που μέλλουν να διαλύσουν.

Δεν λέει τα πράγματα κανείς
χώρα με τ’ όνομά τους
και κλαίει με τραύματα η διεθνής
τώρα με δυο νομάτους.

Ο Ράπτης Πάμπλο πιο γνωστός
διεθνώς σ’ εκατομμύρια
σαν ράφτης μάλλον άγνωστός
φτηνός με τα κασμήρια.

Αν είσαι μες τα πράγματα
το κύριος κεφαλαίων
μετριέται με τα γράμματα
το κύρος επιπλέον.

Χωρίς διπλό διαφορικό
μηχανισμού γρανάζι
σε δρόμο ανηφορικό
συνασπισμού στενάζει.

Σηκώνει την παντιέρα της
και λειώνει ZITA HELLAS
με πάθος του πατέρα της
ο πάτος της κοπέλας.




ΒΡΩΜΙΚΟ ΝΕΚΤΑΡ

Βρώμικο νέκταρ των θεών
έχουμε συνηθίσει
και βότκα Γκορμπατσόφ θνητών
τρέχουμε να μεθύσει.

Στα μπαράκια που με νέον
φάρων τα φωτίζετε
με μπαρδάκια βότκα νέων
τσάρων μας ποτίζετε.

Θα γίνουμε απόψε γκολ
σιμά σου ακούς θαμώνες
και δίνουν με το αλκοόλ
σημαντικούς αγώνες.

Για καινούργιες ψευδαισθήσεις
με οινόπνευμα μεθάς
και το νου θα συνηθίσεις
με το ψέμα να πετάς.

Το όπιο της θρησκείας του
στο μπαρ αναζητάει
όποιο της αρεσκείας του
το βράδυ ξενυχτάει.

Κόκκινο παπά του βρίσκει
βότκα για μεταλαβιά
με κοινό που πάει για ουίσκι
και για κόκα στη σκλαβιά.

Για ευωχία των θεών
με νέκταρ κι αμβροσία
και δυστυχία των θνητών
με νέκρα Αχερουσία.

Τσάρος δίνει στο μπουντρούμι
στην ουσία συνένοχο
κι ο κουρσάρος πίνει ρούμι
γι’ ανταρσία χο χο χο!.





ΤΙΣ ΠΤΑΙΕΙ

Τις πταίει ρωτάς για όλα αυτά
στη Χαριλάου Τρικούπη
και λαδωμένα τα λεφτά
τα βγάζουν απ’ το κιούπι.

Δεν φταίει ο καπιταλισμός
για όλα λες στα μέλη
κι ώσπου να ’ρθει σοσιαλισμός
κολλήσατε στο μέλι.

Δεν φταίει το κεφάλαιο
χωνέψτε το για όλα
στον πεινασμένο σου λαό
να λες πιες Pepsi cola.

Δεν φταίει ο ιμπεριαλισμός
το τελευταίο στάδιο
αλλά ο κοιλιοδουλισμός
που γουργουρίζει άδειο.

Δεν φταίει το ισοζύγιο
των πληρωμών στη χώρα
αλλά το διαζύγιο
χωρίς αιδώ και τώρα.

Δεν φταίει ο ξένος δανεισμός
να ’χεις στο ράντσο βίλλα
αλλά ο ντόπιος ξεπεσμός
από τον Πάντσο Βίλλα.

Δεν φταίει το επιτόκιο
που παίρνει ο ραντιέρης
αλλά το γιεν στο Τόκιο
που είναι μπαλαντέρης.

Δεν φταίει για όλα το πασόκ
δουλάριο των ΗΠΑ
που έπαθε απ’ τη κρίση σοκ
μέσα στη μαύρη τρύπα.





ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΗ

Κορμιά στον ήλιο εύρωστα
που γυάλιζε το δέρμα
ορμίσαμε όλοι μας μπροστά
μα ζάλιζε το τέρμα.

Αντρέα προχώρα
σε θέλει η χώρα
εδώ και τώρα
και πάρε φόρα.

Πως δεν υπάρχει κίνηση
στο κύκλο θα νομίσεις
στη μάχη με παρέκκλιση
για τίτλο θα ορμίσεις.

Θα ξαποστάσω
και θα σε φτάσω
θα σε κουράσω
θα ξεπεράσω.

Κόπιασες περιδρόμιασες
εν όψει όμως φίνις
ντρόπιασες που προδρόμιασες
με κόψιμο τ’ αφήνεις.

Ρωτάς τι φταίει
Γιάννη στο δείπνο
και τελευταίοι
πιάνει στον ύπνο.

Σε σένα η δόξα μου όλεθρος
και η προσπάθεια εν τέλει
για μένα τόξα σου εχθρός
από τα πάρθια βέλη.

Χαφιές της TREVI
που μαγειρεύει
και πες αλεύρι
ποιος σε γυρεύει.


ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ

Μ’ άρεσε με φαβορίτα
και με μάγκικη αργκό
μάδησε τη Μαργαρίτα
Μάγκυ Μάργκαρετ Μαργκό.

Μάλλιασε Μη μη η γλώσσα
όταν του φωνάζαμε όλοι
και αλάλιασε η κλώσσα
που φωλιάζαμε στο φόλι.

Δεν μας άκουσε όμως έτσι
που παράκρουσε Μιμή
και θα βγάλει απ’ το κοτέτσι
τη μεγάλη με ζουμί.

Άντρας με καπατσοσύνη
η Μιμή και τίποτ’ άλλο
μάντρωσε μποέμ Πουτσίνι
και μιμείται ΟΕΜ μεγάλο.

Στον καθρέφτη της κοκότα
ξεπουπούλιασε κοτάς
σαν το κλέφτη με ντακότα
κι έφυγε ο Κοσκωτάς.

Ξεκινήσαμε παρέα
με τον Τροτσκιστή Αντρέα
όμως προχωρούμε χώρια
και με τρώει η στενοχώρια.

Θα ζητήσω απ’ τον Αντρέα
διαζύγιο χρυσό
τα περάσαμε ωραία
έστω και μισό μισό.

Έζησε καλά μαζί της
μα κατόπιν αορτής
έσβησε απ’ τη ζωή της
με τα φώτα της γιορτής.





BAR BAR×@BA®

Μπαρ Μπαρ×@μπά® ² Μπάρμπαρ@
Μπαρ(ούφ)@² μπαρδάκι
Μπαράζ μπαρ βαρ βαρ βάρβαρα
Μπαρούφα μπαρμπεράκι.

Μπάρμπα μπάρκο Μπαρμπαρέσσα
Μπαρμπουνάρα Μπαρμπαριά
Μπάρμπελ Μπάρμπυ Μπαρμπαρέλλα
Μπάρα μπάριζα μπαριά.

Μπαρ Μπαρμπαροκαψούρηδων
Μπαρόβιων μπαργούμαν
Μπαρτολεμιοκαούρηδων
Μπαρμπάκηδων μπαρούμα.

Μπαρ Μπαρίνο Μπαρμπαγκρίγκο
Μπάρρυμορ Μπαρμπάροβα
Μπαρμπερίνο Μπαρμπερίγκο
Μπάρκιζα Μπαρμπάτοβα.

Μπαρόκ μπαράγκα μπάρμπεκιους
Μπαρτολεμιοκαούρα
Μπαραναγκάρ Μπαρμπάρικους
Μπαρ Μπαρμπαροκαψούρα.

Μπαρ Μπαρίσνικωφ μπαριέρα
Μπαρμπεράκηδων μπαρδόν
Μπαρ Μπαρόζο μπαρμπουτιέρα
Μπαρτζινόπουλων μπαρντόν.

Μπαρόφατσα Μπαρτόλεμιου
Μπαρίλα Μπαρμπαρόσα
Μπάρτσα μπαρουτοπόλεμου
Μπαρμπάντος Μπαρτσελόνα.

Μπαρ μπαρουτοκαπνισμένων
Μπαρμπαλιά μπαρόμαγκα.
Μπαρ Μπαρόν μπαρκαρισμένων
Μπάρμαν μπαρουτόσκαγα.


ΣΤΑ ΚΑΡΑΒΑΝΙΑ ΤΟΥ ΡΕΜΠΩ

Στα καραβάνια του Ρεμπώ
ημιονηγοί θα πάμε
κι εμπάργκο με το λαθρεμπό-
ριο όπλων μας θα σπάμε.

Αρχηγός στο καραβάνι
τυχοδιώκτης της ζωής
και τραβάει να πάει ραβάνι
γκέμια ο κοντραμπατζής.

Κινήσεις εντυπωσιασμού
κομάντος με φουλάρια
μονάδες ανεφοδιασμού
φορτώνουμε μουλάρια.

Κάνουμε αγώνα δρόμου
για εξοπλισμούς στη γη
με ισορροπία τρόμου
μεροκάματο να βγει.

Με ξιφολόγχες παίρνουμε
το δρόμο αρματολίκι
και μες τις λόχμες σπέρνουμε
το τρόμο γκρίζοι λύκοι.

Για τους φύλαρχους πραμάτεια
πάμε στο λημέρι τους
το κανόνι σε κομμάτια
πρεσβευτές στα μέρη τους.

Με οδηγό πολύπειρο
νυχτερινή πορεία
τραβώ στη μαύρη ήπειρο
τρανή ταλαιπωρία.

Θα σαπίσει το κορμί μου
σε καλύβα κρεολής
και θα σπάσει την ορμή μου
με τον λίβα της φυλής.




ΦΕΡΑΙ

Μετά τον όρκο τους φαντάρια
κι από τον όρχο τους μουλάρια
τίγκα στο REO τα ’φερε
Ρήγα Φεραίο στα Φεραί.

Από τη Λάρισα στη τούντρα
με το μουλάρι σας της ΟΥΝΤΡΑ
στο ανεμούριο άνεμο ούριο
και με τον Δούρειο ίππο θούριο.

Με χαρακτηρισμό στρατιώτης
παρά τον ηρωισμό πατριώτης
ανεπιθύμητος εχθρός
να μένω ακοίμητος φρουρός.

Να πω να περιμένω ως πότε
το ιεραρχικό στραβάδια το ’πε
όμως ακούω άνωθεν
πολεμικό ανακοινωθέν.

Παλιοκατάσταση για άδεια
γι’ αντικατάσταση στραβάδια
και όσο να πεις κύμινο
μετάθεση ανά τρίμηνο.

Άστα να πάνε στα τσακίδια
κι οι πόνοι όπως τα σακίδια
από τους ώμους κρέμονται
στους δρόμους ν’ αναφέρονται.

Άργος Ορεστικό και Δράμα
Παράδεισο Τοξότες τραύμα
άλογο στην αναφορά
παράλογο στη συμφορά.

Από κλωτσιά πλευρό σπασμένο
και το μουλάρι αποσπασμένο
με τραίνο για το τάγμα του
να περιμένω σάγμα του.




ΚΟΥΒΕΪΤ

Πράος αλλ’ όχι άπραγος
δεν ξόφλησε προχώρα
κράτος Αλλάχ ατάραχος
έξόπλισε τη χώρα.

Καταιγίδα της ερήμου
θα νικήσει άραγες
ή θα σβήσει το κερί μου
σ’ ένα μέτωπο αραγές.

Φοβία θωρακίζεται
φοβέρα απ’ το κοράνι
κι η βία εξοστρακίζεται
σαν σφαίρα από τα κράνη.

Οι στρατιώτες του σεΐχη
θα ξεσπάσουν σε ιαχές
κι απ’ τις μπότες τους οι ήχοι
θα σκεπάσουν προσευχές.

Σαν τη καμπάνα οι φωνές
μουλάδων και μουεζίνη
κι αεροπλάνα μηχανές
φουλάρουν κηροζίνη.

Η χανούμ κλαίει στο χαρέμι
πήρες στο λαιμό σου αμάν
χάνουμε λέει στο βερέμη
πόλεμο καμεραμάν.

Πρώτα θεέ μας έκανες
δύναμη κορυφαία
και ύστερα μας ξέκανες
με πύρινη ρομφαία.

Αλαντίν με το λυχνάρι
ψάχνει για το τζίνι του
αλλά της Γιασμίν το χνάρι
χάνει με βενζίνη του.





ΙΡΑΝΓΚΕΪΤ

Οι οπαδοί του Μωσαντέκ
στην κόλαση του σάχη
και το κοπάδι του Τουντέχ
τους γύρισε τη ράχη.

Για τον κίνδυνο της σχέσης
πετρελαίων να οξυνθεί
και με τήβεννό τους Πέρσης
συμβολαίων θα ενδυθεί.

Μ’ άσπρο σκουφί θερμομετρούν
ακόμα το κατράμι
και σαν κουφοί ν’ αποφανθούν
το κόμμα αν θα συνδράμει.

Πέρασε νηφάλια η ώρα
γδάρτε τους υπομονή
μέσα τα κεφάλια τώρα
πάρτε τον Χομεϊνί.

Ο Μωσαντέκ στη φυλακή
του Ιρανού μονάρχη
και το Τουντέχ δεν θα εμπλακεί
στου τύραννου τη μάχη.

Με τον Πέτρο Ερημίτη
πέτρωσαν και τα κορμιά
σαν το δέντρο από τερμίτη
νέκρωσαν στην ερημιά.

Και μίας πόλης τους αρμούς
οι Άραβες θα κτίσουν
με κόκαλα που σε σωρούς
οι άνδρες τους θ’ αφήσουν.

Έπαθαν μεγάλο χάλι
κι έβγαλαν παραβολή
θα’ ναι αν ξαναπάμε πάλι
η χαριστική βολή.




Ο ΚΛΕΦΤΗΣ ΤΗΣ ΒΑΓΔΑΤΗΣ

Μια του κλέφτη της Βαγδάτης
μπάρμπα τόσα εξαμαρτείν
και του πέφτει ο δραγάτης
Μπαρμπαρόσσα Χαϊρεντίν.

Πάπλωμα με τον καυγά της
άρπαξαν του Ναστραντίν
και με ξάπλωμα στ’ αυγά της
άραξαν μουτζαχεντίν.

Την Γιασμίν με το λυχνάρι
ψάχνουνε του Αλαντίν
και στου Χουσεΐν το χνάρι
πιάνουνε τον Σαλαντίν.

Παραβάτη σε φανάρι
κόκκινο στο Αμπερντίν
και διαβάτη που φρενάρει
το κοινό με μπεταντίν.

Τι μωρία ραμαζάνια
δεν κρατώ απίθανη
τιμωρία στα καζάνια
στο στρατό Μωαμεθανοί.

Ομορία με ζιζάνια
και λαμά σαβαχθανί
συμμορία με λαζάνια
πολεμά ημιθανή.

Να γιορτάσουν μπαϊράμι
δεν θα κάμει ανακωχή
να χορτάσουν πάει χαράμι
του ιμάμη προσευχή.

Θα κοχλάσει το κατράμι
σκλάβα να εκραγεί η ψυχή
κι όχλος πλάση σαν ποτάμι
λάβα οργή θα ξεχυθεί.


ΚΥΠΡΟΣ

Όταν πέταξαν τη ρόκα κι οι γυναίκες το ΑΚΕΛ
αψηφώντας την ΕΟΚΑ γύριζε γυμνή Ρακέλ.
Ξένη η σκηνοθεσία και κομπάρσα ιθαγενής
ξαίνει σκίνο για θυσία με τη φάρσα Διγενής.

Κύπρο των αιγοπροβάτων και της προδομένης στάνης
Κύπρο συρματοπλεγμάτων και της διεθνούς πλεκτάνης
Κύπρο των T-shirts μπλουζάκια και τον τυπωμένο χάρτη
Κύπρο σκετς απ’ τα Εγγλεζάκια για τον σκοτωμένο αντάρτη.

Κύπρο σεναρίων τρόμου του μπερντέ θιάσου σκιών
Κύπρο κυναρίων δρόμου μπερδεμένων φωνασκιών
Κύπρο όσο ζει ο εθνάρχης ερμαφρόδιτη ανοχής
Κύπρο πόσο θα υπάρχεις αυταπόδεικτη ενοχής.

Κύπρο των Φουτ Μπολ Μακμίλαν που πουλάει ο Βενιζέλος
Κύπρο του φουτμπόλ της Μίλαν που μιλάει ο Μαμουζέλος
Κύπρο εισβολής Αττίλα κι ανθρωποσφαγής Σατίλα
Κύπρο προβολής Φωτήλα και αυλής με προβατίλα.


Κύπρο της ευμάρειας κόκα κόλλα το και κάνε τόκα
Κύπρο της μακάριας γιόγκα με τα αλληλούια μόκα
Κύπρο ζώα ωοτόκα με τ’ αβγά τα κλούβια γιόκα
Κύπρο σώα διπλοκρόκα κι αρπακόλα με μπαγιόκα.

Κύπρο με θηλιά σου φλόκα της αγχόνης της ΕΟΚΑ
Κύπρο τα μαλλιά σου πόλκα βοστρυχώνεις δολοπλόκα
Κύπρο με σκυλιά στα μπλόκα που τα χώνεις μπόμπα πόκα
Κύπρο αγκαλιά σου ρόκα που αγχώνεις απ’ τη πρόκα.

Κύπρο άλευρο Ταπιόκα κι άνευρο με καλαμπόκα
Κύπρο άροτρο μανιόκα σε ξερό για τον καριόκα
Κύπρο τσόκαρο με τόκα χαλκοπόδαρο τζουντόκα
Κύπρο κόττερο Μαγιόρκα κι ελικόπτερο για όρκα.

Κύπρο θώκων ΘΟΚ με τόγκα και τουρκομπαρόκ με πρόγκα
Κύπρο καζατσόκ με βότκα και του ροκ εν ρολ μιλόνγκα
Κύπρο του αμόκ με ντρόγκα και του σοκ στη Σπιναλόγκα
Κύπρο της ΕΟΚ πασόκα και του γιοκ για τον Ευδόκα.



ΚΥΠΡΟΣ


Κύπρο δικαστών περούκες αραβόσιτων ερούκες
Κύπρο των προβάτων στρούγκες και των βάτων με τις φούρκες
Κύπρο τσάκρες τρακατρούκες και στις άκρες με ντουντούκες
Κύπρο τσάρκες με σουρτούκες βάκρες με τις πατατούκες.

Κύπρο των αμνών κοπάδι γκεσεμιού Ζαχαριάδη
Κύπρο αχαμνών γλυκάδι στο γκισέ για το μοιράδι
Κύπρο με λεπτό μαγνάδι ρίχνει στη φωτιά σου λάδι
Κύπρο για κλεφτό σου χάδι δείχνει αποκοτιά το βράδυ.

Κύπρο στη καρδιά πινέζα για χορεύτρια σαντέζα
Κύπρο με Φιλιππινέζα υπηρέτρια κι Αλβανέζα
Κύπρο στην ποδιά σου πρέζα σκόνη η μικρή Ολλανδέζα
Κύπρο για φιλί τροτέζα που σηκώνει την πλερέζα.

Κύπρο των SS τριακόσια και τις κεφαλές με κρόσσια
Κύπρο για τα ιερά και όσια κράτησε γερά Στρακόσα
Κύπρο Λεμεσός Νικόσια λέμε SOS για τα Βαρόσια
Κύπρο πιλαλάς με κότσια για να σπαταλάς τα γρόσια.


Κύπρο κερδισμένων λότων και χαμένων αιχμαλώτων
Κύπρο εύσημα πιλότων κι ένσημα υπέρ αγνώστων
Κύπρο των ηλίων των πρώτων και των τελευταίων ερώτων
Κύπρο των χιλίων κρότων και των βουλωμένων ώτων.

Κύπρο του χορού Ζαλόγγου και του Ησαϊα βόγκου
Κύπρο ήμερων του λόγγου κι άγριων της CIA πρόγκου
Κύπρο του σβησμένου φθόγγου και του πεταμένου σπόγγου
Κύπρο του δεμένου μπόγου και πακέτου τσιτσιφιόγκου.

Κύπρο του σφαγμένου κράχτη και πιτσιλισμένου σφάχτη
Κύπρο του καμένου στάχτη και ξεφτιλισμένου αδράχτι
Κύπρο τυπωμένου χάρτη αιματοβαμμένου Χάρντινγκ
Κύπρο υψωμένου φράχτη και του χωρισμένου άχτι.

Κύπρο θέσεων εποίκων και διαθέσεων αποίκων
Κύπρο θέσεων του Γκρομίκο καταθέσεων χαχαμίκων
Κύπρο των εκθέσεων Σίσκο και προθέσεων απίκο
Κύπρο επιθέσεων λύκων και διαιρέσεων πηλίκο.




ΚΥΠΡΟΣ

Κύπρο ξένων στρατευμάτων Βατερλό εστιάτορα
Κύπρο πραξικοπημάτων του Σαρλώ δικτάτορα
Κύπρο των παραπηγμάτων και του ήλιου ηλιάτορα
των πηγμένων ξεραμάτων και δυσκοίλιου κάτουρα.

Κύπρο κουλοκουριασμένων με τα πρατοψάλιδα
Κύπρο ψιλοκουρεμένων κακοποιών με κόνιδα
Κύπρο ψωροκεκαρμένων του Σαμψών η Δαλιδά
Κύπρο ανατριχιασμένων για το ποιόν του όνειδα.

Κύπρο των παραπτωμάτων και του όρθρου αηδονιού
Κύπρο των περιττωμάτων και του βόθρου λιμανιού
Κύπρο των παντού φευγάτων του απόλυτου κενού
των παπουτσωμένων γάτων και ξυπόλυτου ορφανού.

Κύπρο της ψηφοθηρίας και των θενκ γιου βέρι ματς
Κύπρο της αδιαφορίας κόσμου των στημένων ματς
Κύπρο της οπλοφορίας αστυνομικών για κατς
Κύπρο της κυκλοφορίας οικονομικών με σκατς.
























ΑΕΡΙΤΙΔΑ

Πάσχουμε από αερίτιδα
των αιθεροβαμόνων
και θα ’χουμε φρενίτιδα
πατέρων των αμβώνων.

Πάσχω από αερίτη
μία αρρώστια δυστυχώς
κι ας με κάνει μακαρίτη
θα πετάω συνεχώς.

Γεια σας αιθεροβάμονες
της γης οι κολασμένοι
για σας από τους άμβωνες
υγιείς καταραμένοι.

Η καρδιά μας μαραζώνει
μη ξεφύγει απ’ τη τροχιά
και φαρδιά φοράμε ζώνη
που μας σφίγγει σαν τριχιά.

Οι καμικάζι έγιναν
νομοταγείς πολίτες
και με το γκάζι έμειναν
τη γης οι ασφαλίτες.

Τώρα δεν μας λένε αλήτες
γίναμε αγγελούδια
και στη χώρα καταλύτες
μας προσφέρουνε λουλούδια.

Πάσχω από αερίτη δυστυχώς
το φάρμακό της δος μου
για να πετάω συνεχώς
στα πέρατα του κόσμου.

Στέλλα με το σκούτερ έλα
πάρε τα μπαγκάζια σου
γέλασε και σκουτερέλα
πάτησε με γκάζια σου.





ΛΑΟΣ

Τα μοναστήρια να ’ν’ καλά
κι αυλόγυροί τους εκδρομέα
επισκεπτήρια πολλά
καλόγεροι προγαμιαία.

Στα γυμναστήρια πάγκαλα
κορμιά περιβολή αδαμιαία
και προσκλητήρια για γκαλά
σχολή της μόδας Ζωσιμαία.

Στα μαύρα δέον ο λαός
κι οι ουρανοί με τρόμο μαία
χάβρα Ιουδαίων Χαρίλαος
θρηνεί στο δρόμο θνησιμαία.

Καρατζαφέρη ο ΛΑΟΣ
για να μη προχωρήσει ΜΕΑ
θα καταφέρει αγλαός
για να χωρίσει τα σιαμαία;

Θα τιμωρήσει ο θεός
με κλύσματα κατακλυσμιαία
και θα τα θεωρήσει ως
εγκλήματά τους στιγμιαία.

Έθιμο στο εντευκτήριο
με βήμα ευθύ ταχύ ακμαία
και πένθιμο εμβατήριο
το χρήμα ηχεί υποβολιμαία.

Του Μπερλουσκόνι ουρλιαχτό
απ’ το μπαλκόνι με σημαία
και μπουρδοσκόνη κουρνιαχτό
σηκώνει ξένου επιδρομέα.

Βασίλειο αδιατάραχτο
το ίδιο χρόνια με Ρωμαία
κάτω απ’ τον ήλιο άπρακτο
αγαλματίδιο κεραμέα.




ΚΑΛΑΝΤΑ

Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά
ψιλή βροχή σαν βελονιά
και άψι(υ)λοίαστοι συγχρόνως
φορομπηχτικός ο χρόνος.

Αρχή που βγήκαν οι ληστές
με μηχανές τους άπληστες
που βρήκαν να καλοκουρδίσουν
και να μας κακοκαρδίσουν.

Άγριος Ράμπο έρχεται
κι άγιος δεν καταδέχεται
μαζί απ’ τον κάμπο να μιλήσει
και το μαγαζί να κλείσει.

Στέκι στο κέντρο μοναξιά
στέκει στο δέντρο δεξιά
χωρίς να σπάσει αυγά ομελέτα
και νωρίς θα κάτσει στη ρουλέτα.

Ο τζόγος σας το γιόρτασε
ο λόγος σας μας χόρτασε
και το ψωμί σας φάτε
με ζουμί που μας ρουφάτε.

Κάβα με το αζημίωτο
το Σάββατο γι’ αμείωτο
ενδιαφέρον κάνει μπόνους
για συμφέρον της να γλυκάνει πόνους.

Χτυπάμε παλιοσύστημα
κι ουρά να πάμε στοίχημα
με κέρδος προκαθορισμένο
ψεύδος σίγουρα για τον χαμένο.

Με τα χαμένα φαβορί
εμένα η φούλα μου μπορεί
κι αν με ξεκάνει σαν μπατίρη
Φούλαμ να μου κάνει το χατίρι.




ΦΑΤΜΕ

Σφύρα μου τα λαϊκά σου
τα μοντέρνα σου Φατμέ
πήρα μπαλαλάικά σου
τραίνα με τσαφ τσουφ ατμέ.

Στον υπερσιβηρικό σου
το σταθμό σαν αγοραίος
με τον εξηλεκτρισμό σου
μα δεν είμαι Ζαγοραίος.

Με τον φερετζέ κρυμμένα
φάλτσα σου απαριθμώ
και με κεμετζέ ωιμένα
ψάχνω για ένα νέο ρυθμό.

Δίχως βιομηχανία
της φαιδράς πορτοκαλέας
ήχος με αμηχανία
μα δεν είμαι ο Σαλέας.

Σαν υδραυλικός απ’ έξω
πάω στον πύργο με ασανσέρ
γρήγορα αυλικός να παίξω
και χτυπάω την πόρτα σερ.

Άψιλος χτυπάω το ντέφι
σαν καμπάνα του δερβίση
και ψηλός σκορπάω το κέφι
μα δεν είμαι Άννα Βίσση.

Με τα χίλια παρακάλια
για τις αγκαλιές καλού
χείλια κάνουν πορτοκάλια
οι πορτοκαλιές κι αλλού.

Ξαναπιάνω στα ωδεία
κείμενα ποικίλης ύλης
για να κάνω περιοδεία
μα δεν είμαι Σαμοΐλης.




ΡΑΪΣΑ

Πως θα ’ρθουν μου ’πες
κάτω τα Ρωσάκια
και σπάω κούπες
με ροζ ραβασάκια.

Ακούω λαϊκά
με αφιερώσεις
κι αποκρούω μπάλα
Λάικα με νευρώσεις.

Φαρσί τα λόγια
με τη βότκα Ρώσοι
κρασί στα υπόγεια
Βόλγα θα νερώσεις.

Μισέλ Στρουγκόφ
τα μαλλάκια
και Ζαχαρόφ
τα χειλάκια.

Με τα σκυλάκια σου
έκαψες Παρίσια
κι είχες τα μαλλάκια σου
που έκοψες πιο ίσια.

Σαν ντεμπουντάντ
φιγουρίνι
με περμανάντ
θα σγουρύνει.

Καρδιές Ραΐσα
ράϊσαν στη τάξη
ποδιές κλαρίσα
και γάμπες σου μετάξι.

Στο ρεβεγιόν
πάει στη RAI
κάλτσες ρεγιόν
θα φοράει.



ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΙΛΛΥΡΙΟΙ

Με την εθνική ομάδα
οπαδός παραληρεί
στη γειτονική ρημάδα
κάθοδος Ιλλυριοί.

Για τα γρέκια με σαμάρια
προχωρούν οι Αλβανοί
και ντερέκια απ’ την ευμάρεια
δεν χωρούν στη γκλαβανή.

Τρέχουμε για να κρυφτούμε
στις εστίες πρηνηδόν
να μην έχουμε αν πιαστούμε
απιστίες κλωτσηδόν.

Με Βρακά και φουστανέλα
ήρωες στα νώτα μας
γαλανόλευκα φανέλα
ίδρωσε απ’ τα χνώτα μας.

Παίζουν τα παιδιά στη ρούγα
και τα πιάνουν βλάμηδες
σαν αρνιά μέσ’ απ’ τη στρούγκα
να τα κάνουν Τσάμηδες.

Στην Αγιά Σοφιά αγνάντια
ευζωνάκι Αεκτζής
στην Αρβανιτιά ενάντια
μπαζωνάκι τσακιτζής.

Νύχτα επίθεσης κομάντος
μέσα στην Επισκοπή
δίχτυα εθνικής ομάδος
έσωσαν κατάσκοποι.

Πάνε εν τάχει και Στρακόσα
πιάνει άλτης γι’ αμοιβή
κι αν δεν τα ’χει τετρακόσια
κάνει εφιάλτης του ΜΑΒΗ.


ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΗΣ

Μοιάζω Βορειοηπειρώτης
Έλληνας και πατριώτης
εγκωμιάζω κράνη ιδιώτης
ή αν θέλει ναν’ στρατιώτης.

Κλαίω που το διαβατήριο
δεν μου δίνουν για να μπω
και να λέω εμβατήριο
που προδίνουν αγαπώ.

Παρανόμως με ντουφέκια
σύνορα περνώ με λέκια
όμως από δω κι απέκεια
συμφορά κι αστροπελέκια.

Δεν θα σώσουν με τους χάρτες
που’ χουν φέρει στην ουρά
αλλά να μας δώσουν κάρτες
ενδιαφέρει σίγουρα.

Παραμάνα μου στο στήθος
για να γαλουχείται ο μύθος
και φημίζομαι συνήθως
για το ύποπτό μου ύφος.

Τρώω την τρελή γελάδα
ρύζι και ξηρά τροφή
στο ηρώο η Ελλάδα
προορίζει για ταφή.

Βάλε το κολλύριό σου
για να δεις Ιλλυριό σου
και το δηλητήριό σου
βγάλε με ντελίριό σου.

Σαν τον χότζα το γαϊδούρι
έμαθε μη τρώει αλλά
δίχως χόρτα στο αχούρι
τίναξε τα πέταλα.




ΔΑΙΜΟΝΑΚΙ

Ω! συ που είσαι η πιόμορφη
απ’ τους κακόσχημούς μας
και τους τριακόσιους πιο σοφή
τους μεγαλόσχημούς μας.

Δαιμονάκι μαύρο ρίξε
μες στην άβυσσό σου μείνε
γκομενάκι λαύρο δείξε
ο παράδεισος τι είναι.

Ω! συ που και το θάνατο
αψήφησες δαιμόνιο
πολυτεχνείο επάρατο
και ψήφισες μνημόνιο.

Απ’ τη φονική λεπίδα
των χειλιών σου γεννημένη
ραδιοφωνική ελπίδα
των τρελών χαριτωμένη.

Ω! Εωσφόρε της Αυγής
στο κόμμα σε γυρεύω
και έως φόρε μου να βγεις
ακόμα θα λατρεύω.

Τη φωτιά μη λιγοστεύεις
ζέστανε μου τη ψυχή
τη καρδιά μη μου παιδεύεις
που χαλκό σου ύμνο ηχεί.

Ω! συ που βάζεις στη βουλή
τη βούλα σου να χρίσεις
στο μέτωπο του ανηλεή
τιβούλα καταχρήσεις.

Τα προνόμια λυπήσου
και τα όμοια υπερασπίσου
με τα εγκώμια του Κροίσου
και στα εγκόσμια χαρίσου.




ΜΝΗΜΗ Δ. ΦΑΡΜΑΚΗ

Ρεύμα αυτοαναλώθηκες
με κεραυνό κορμάκι
και πνεύμα εξαϋλώθηκες
από κρουνό φαρμάκι.

Κορμός που πισσαλείφτηκε
για να φωτίσει ο δρόμος
όμως θερμός συνθλίφτηκε
να συσκοτίσει ο τρόμος.

Βλασταίνει η γη καλόβωλη
μια σπιθαμή απ’ το φράχτη
και μας ζεσταίνει χόβολη
και με μια σπίθα στάχτη.

Στη γούβα των χεριών σταριού
δεν νίτρωσε η ρίζα
με κούπα του κατοσταριού
και φύτρωσε η βρίζα.

Σε είπαν ιταμό θρασύ
ρέμπελο στη ζωή σου
κι ας ήπιαν ποταμό κρασί
στο καπηλειό μαζί σου.

Πολύ αργά για φούμαρα
φαρμακερό το βέλος
ένα τσιγάρο φούμαρα
κι ήρθε πικρό το τέλος.

Άφησες πόρτες ανοιχτές
φεύγοντας Δημοσθένη
για να ’μπουν οι συνεχιστές
έργου που δεν πεθαίνει.

Θα βγουν συνοδοιπόροι σου
για γη κι ελευθερία
και δεν αργούν οι σπόροι σου
να βγει πρωτοπορία.





ΜΟΛΥΒΕΝΙΑ ΟΥΡΑ

Ζωύφια παρασιτισμού
υπαλληλοκρατία
και υποψήφια διορισμού
με αναξιοκρατία.

Μαζική ευνοιοκρατία
του μονοκομματισμού
ταξική γραφειοκρατία
σοσιαλκαπιταλισμού.

Του κρατικού μηχανισμού
γρανάζι και το μάτι
δυναστικού αυταρχισμού
στενάζει διπλωμάτη.

Στη δουλειά με το κομμάτι
ήρωες σταχανοφισμού
τεμπελιά του ακαμάτη
πλήρωσε ωχαδερφισμού.

Φέουδο των κατακτητών
έγινε και δουκάτο
έσοδο των ιδιοκτητών
που έδινε σικάτο.

Δίχως έλεγχο από κάτω
εργατών και αγροτών
στέλεχος στο συνδικάτο
αιρετών στρατιωτών.

Από την περεστρόικα
θίγονταν τα προνόμια
κι αντέδρασαν ηρωικά
που αμείβονταν ανόμοια.

Με παράτες τους κι εγκώμια
θύματα της τρόικα
στρατοκράτες βαρυγκώμια
κύματα παλιρροϊκά.


ΟΥΤΩΣ ΤΥΠΟ-ΠΟΙΗΣΕ

Σαν εμπνευσμένα πράγματα του νου τα προϊόντα
με τυπωμένα γράμματα γης κι ουρανού τα όντα.
Ούτως εποίησε αυτός τα πάντα εν σοφία
και τυποποίησε σκυφτός με την τυπογραφία.

Σαν τυπογράφοι αυστηροί στο τύπο Γουτεμβέργιου
δογματικοί αριστεροί του πρωτοτύπου έργου.
Αρχιτεχνίτες άριστοι κι άρρωστοι χαρακτήρες
παραχαράκτες τέλειοι εν τέλει μήτρες στείρες.

Σαν ισχυρό πειστήριο το κόκκινο μελάνι
δέχτηκε δικαστήριο που έπεσε σε πλάνη.
Παράνομο πιεστήριο όρθιο δεν θ’ αφήσουν
κι έκρινε για το κτήριο να το κατεδαφίσουν.

Σαν αρχιμάστορα θεού με συγχωρείς φωνάζει
ιερομάρτυρα ε! ου! χωρίς να ονομάζει.
Σύμφωνα και φωνήεντα με τη σειρά στις κάσες
συνήθεια και απείθεια στα ιερά μας σκάσε.






















ΙΝΤΙΦΑΝΤΑ

Πεπειραμένος τυπογράφος σεσημασμένος πλαστογράφος
μαλώνεις στη δουλειά τον κάλφα με μονοκοντυλιά πεντάλφα
τελειώνεις αν δεν έχεις άλφα να ρίξεις προκηρύξεις «Αλφα-
ταχυδακτυλουργός εγγράφως τάχ» αρχηγός μηχανορράφος.

Στη τσέπη σου σελιδοθέτης όταν σε βλέπει καταθέτεις
φυλάς DIDOT οδό Διδότου μιλάς για το επίπεδό του
να μη ξεμείνεις σ’ έφοδό του που σου τα δίνει με φειδώ του
που πρέπει να τα διαθέτεις και σου επιτρέπει να συνθέτεις.

Μαζί σου έχεις στοιχειοθέτης και στη ζωή σου στόχο θέτεις
αναρχικά «στοιχεία» πάντα με τα πτυχία σου στη μπάντα
κατοχικά τοιχία Ιντιφάντα για επιτυχία στα συμβάντα
το πετραδάκι σου προσθέτεις σαν το παιδάκι να τα εκθέτεις.

Εκτυπωτής του ταραξίας σαν δικαστής της αταξίας
μη σε σχολάσει θορυβείσαι σε κύκλο «Αναρχία» πείσε
χωρίς πολλά στο άψε σβήσε με τίτλο «Αρχεία της Τάξης»είσαι
ο καρπωτής υπεραξίας ο εκφραστής κυριολεξίας.






















ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΤΥΠΟΣ

Αραδιατζής σαν λινοτύπης και νταβατζής της χαμαιτύπης
χτυπάς επί σπουδή σπουδαία ξεσπάς να δει ερωτιδέα
να πας παιδί εβδομαδιαία τυπάς δανδή με ορχιδέα
αραμπατζής χαλινοχτύπης φιγουρατζής με καρδιοχτύπι.

Πιάνεις στο μάρμαρο λατύπης βάζεις νερό σαν καλοστύπης
τη σκόνη της με την ιδέα που την φουσκώνει και ραγδαία
πως τη σηκώνει πιο χυδαία απ΄ το μπαλκόνι Αρκουδέα
και κάνεις γάργαρο θ’ αντείπεις βγάζεις με πονηρό τερτίπι.

Τίποτα όντως δεν σου λείπει ηδύποτα δεόντως πίπη
μα φουκαρά σε τρώει η λύπη με τη μαλούρα σου του χίπη
των αρχολίπαρων τα λίπη εκλιπαρών των χοίρων γρίπη
ατύπωτα κι αυτά τολύπη ανείπωτα γραφτά του Σκίπη.

Στο βάθος με χαρτούρα κήπος γεμάτος με σαβούρα τύπος
κράτος νομενκλατούρα μήπως λάθος κουμπούρα του βουτύπος
με πάθος λοβιτούρα ρύπος και πάτος με θολούρα γρίπος
σαν τράτος στη χασούρα χτύπος κομάντος ξούρα Δούρειος ίππος.























ΑΡΔΗΝ ΚΑΙ ΛΟΓΑΔΗΝ

Αναρχική αρχειοθήκη πατριαρχική λειψανοθήκη
την κοίτη φράζει Καστοριάδην βάζει στη σκήτη τους εκτάδην
ήτοι κατασταλάζει στάγδην και σφάζει κήτη εκ του συστάδην
στην αρχική της με προσθήκη αυταρχική με υποθήκη.

Ακουάριους υδαταποθήκη απ’ τους μακάριους διαθήκη
στο σπίτι όπου στάζει ράγδην διατάζει γκεσταπίτη βάδην
με δυναμίτη αλλάζει άρδην που η μύτη ΣΤΑΖΙ επί τροχάδην
σφουγγοκολάριους με καθήκι βιβλιοθηκάριους με συνθήκη.

Μαράσλειος βιβλιοθήκη σαν χαρτουλάριος αποθήκη
με τα καπρίτσια θα ενδώσεις με βίτσια για τις παραδόσεις
και τα κορίτσια θα εκδώσεις για τα οφίτσια θα προδώσεις
τρισάθλιος με το ποντίκι για οφικιάλιος ποντίφηξ.

Με άλγος απ’ το σαραλίκι ως λεξιμάργος με αραλίκι
και αλγεινές σου εντυπώσεις για ογκώδεις αλδινές εκδώσεις
μανιώδης έγινες μ’ εκπτώσεις που αγχώδης έδινες τις δόσεις
βιβλιοφάγος σαν σκουλήκι τρως αδηφάγος χαρτζιλίκι.




















ΣΧΟΛΗ ΠΑΠΑΧΡΥΣΑΝΘΟΥ

Το επάγγελμα είναι κλειστό
που το κρατούν σαν μυστικό
να μη το μάθουν άλλοι.

Απ’ τον πατέρα πάει στο γιό
τον νέο Γουτεμβέργιο
κληρονομιά μεγάλη.

Έχει παράδοση η σχολή
και μαθητή απασχολεί
που παίρνει τη σκυτάλη.

Συστατική επιστολή
στα χέρια του με συστολή
που φέρνει μακρυμάλλης.

Πήγαινε είπα ρώτησε
δεν είναι εδώ αρρώστησε
στης πόλης την αιθάλη.

Χίλια εννιακόσια εξήντα εφτά
κι ανήλια γρόσια τα λεφτά
δραχμούλα του Κρυστάλλη.



















ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗ ΤΕΜΠΕΛΙΑ

Στην περιπλάνηση θα μπω
και στο μελάνι κολυμπώ
κόκκινο για ρουμπρίκα.

Από την πλάνη μου θα βγω
και στο καράβι του Ρεμπώ
το μεθυσμένο μπήκα.

Στο αρχιπέλαγος Γκουλάγκ
αρχιτεμπέλαρος Λαφάργκ
νεκρός που πάω βρήκα.

Το πνεύμα πρόθυμο κι η σαρξ
για γεύμα προτιμώ του Μαρξ
γαμπρός να φάω την προίκα.

Στου ωκεανού τα κύματα
του νου αποκυήματα
έριξα sos και βγήκα.

Κι έγιναν τα μορς σήματα
ένσημα και κλεψίτυπα
που έπνιξαν το ΙΚΑ.


















ΡΑΜΠΟ

Καλλιδρομίου στα παλιά
καλλίφωνος σαν σε φωλιά
τραγούδαγες Νταλάρα.

Στα καλλιμάρμαρα σκαλιά
σαν καλλιτέχνης αγκαλιά
κρατούσες μια κιθάρα.

Κάτω απ’ το κιόσκι της αυλής
σ’ ένα καρότσι διαλαλείς
στη λαϊκή βιβλία.

Με σένα ονειροπολείς
θα ’ρχονταν κόσμος πιο πολύς
εκεί στη συναυλία.

Για σκέψου τι θα γίνονταν
στο στάδιο αν ταυτίζονταν
οι θεατές μαζί σου.

Απ’ την πολλή σου ομορφιά
θα τα ’καναν γυαλιά καρφιά
Ράμπο στο μαγαζί σου.


















ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΠΑΛΗΣ

Ο χαρακτήρας του κλειστός
και συλλεκτήρας του ιστός
μύγες τσε Τσε Γκεβάρα..

Υπόγειο στο μπετόν αρμέ
και σαν τον λόγιο Μαλλαρμέ
που πήγες μέσα βάρα.

Αμπάλκονο κι ατάβανο
και σαν να ράβω σάβανο
μοιραίου αντιμονίου.

Καφές στον ανυπόμονο
κι ανασκαφές σε υπόνομο
του αρουραίου Αγρινίου.

Μάτια πρησμένα του Μπαλή
μελανιασμένα Μπάμπαλη
την κάνη καραμπίνας.

Στο καγκελόφραχτο κελί
άγγελο σαν σφαχτό σκυλί
κάνει απεργία πείνας.

















ΟΜΙΛΕΙΤΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

Τα σκόρπια τυπογραφικά στοιχεία
μαζεύω και τυπώνω γράμματα
ΣΚΟΠΙΑ με κεφαλαία ΗΣΥΧΙΑ
με πόνο μη μαζέψω πράγματα.

Το κάνω ρεπορτάζ λιανά Κανέλλη
κραυγάζων ΟΜΙΛΕΙΤΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
με αβαντάζ της έδρας του σαν Έλλην
ο αγοράζων όνομα νικά.

Διαβάζουμε τι γράφει ο ειδήμων
όπως καυχιόταν στη διαφήμιση
με λύπη βγάζουμε τα εν οίκω εν Δήμω
ασκόπως όταν λείπει η εκτίμηση.

Γι’ άκου μα τούτο μπαμ μπαμ Μπαμπινιώτης
να βρεις από τα πράγματα αφανής
του κάκου ψάχνεις απ’ το επώνυμό της
χωρίς παράγωγα της μηχανής.






















ΣΟΥΑΧΙΛΙ

Απ’ το Ναϊρόμπι νέα με σαρκώδη χείλη
μιλάει σαν αεροσυνοδός στην Κένυα
χωρίς διερμηνέα για τα Σουαχίλι
γελάει ενστικτωδώς και βγαίνει έννοια.

Νταντεύει το μωρό στο σπίτι μπέιμπυ σίττερ
ξυπνάει κι έχει τα κέφια του ο εγκέλαδος
χορεύει αρκούδι με το ντέφι απ’ τα ρίχτερ
και τραγουδάει στο κέντρο καλλικέλαδος.

Χτυπάει στο πάτωμα από πάνω τα τακούνια
πετάει το πάσχα στη ταράτσα τα χαλκούνια
ταρακουνάει με νανούρισμα την κούνια
και του κεντάει σαν κυράτσα τα σεγκούνια.

Με αερόμπικ και λαβές της ζίου ζίτσου
πετάει με αεροπλανικό στο έδαφος
χωρίς Ιαπωνική θερμάστρα της Φουτζίτσου
μοιάζει η κατάσταση εδώ τραγέλαφος.






















ΠΥΛΙΑΡΟΣ

Κόβει και ράβει τ’ άδικο
μετάδοση του ντέρμπι
και μέσα στο ραφτάδικο
χρυσό λαρύγγι τέρπει

γκολ με το σταγονόμετρο
και ρίγη στο θερμόμετρο.

Κακό παιχνίδι φλύαρο
η μπάλα στο δοκάρι
σουτ σαν το φίδι χλιαρό
τραμπάλα την μπλοκάρει

μυαλό ξυράφι κοφτερό
παλιό που γράφει με φτερό.

Με τον πελάτη αντικριστό
την Κυριακή αργία
πίσω απ’ την πλάτη το Χριστό
κοιτά μια Παναγία

κοφτό ψαλίδι γυριστό
ξυστό άντε στον αγύριστο.

Ξεκίνησε ο γαλονάς
μπρος μαρς υπηρεσία
νίκησε ο Απόλλωνας
κι έγδαρε τον Μαρσύα

με τρίποντο αιματηρό
του Δία τρίποδο αυστηρό.

Πολύ καλές μεταγραφές
ομάδα για ωδείο
μ’ εοκικές προδιαγραφές
του ενενήντα δύο

σταμάτησε ρε Πυλιαρέ
που ανέβηκες στο μιναρέ.


ΑΜΑΡΑΝΤΟΣ

Ακούμε Άδωνη ιλαρό
απ’ την ωραία πύλη
και διαγράφεται λαμπρό
το μέλλον με καμπύλη

λαρί λαρό λαρί λαρό
τον πέρασες τον Πυλιαρό.

Δεν κρύβουμε το τάλαντο
μαέστροι στα ωδεία
και λέμε τον αμάραντο
ιλαροτραγωδία

ντο ρε μι φα σολ λα σι ντο
με φράκο και με τρικαντό.

Μπρος στο καθρέφτη που εντρυφά
στέκει σαν Άγγλος λόρδος
γαμπρός πως πέφτει στα κουφά
του φεύγει κι άλλος πόντος

φα λα ντο μι σολ σι ρε φα
ταλέντα μας για γκολ κρυφά.

Στη ραπτομηχανή ρυθμοί
ζόρι για την κοπέλα
λογαριασμοί και αριθμοί
αγόρι α καπέλα

για την κυρία ντο ρε μι
την Κυριακή με ντο ηρεμεί.

Με πιέτα ελεύθερα Πιετά
και το μπουφάν διφθέρας
με πέτα σαν φτερά πετά
στα σελοφάν Δευτέρας

που έφερναν για τα μπετά
και σέρνονταν σαν ερπετά.









Η ΤΥΧΗ ΤΗΣ ΡΟΥΛΑΣ

Τι θέλεις να σου πει κι αυτή η έρμη Θοδωρούλα
εν τέλει λέει θα παντρευτεί με θέρμη σαν κορούλα
Να μαγειρεύει ιμάμ μπαϊλντί καλή νοικοκυρούλα
και να γυρεύει μαμ μπαϊλντεί πολύ η κακομοιρούλα.

Να ζει κανείς ή να συζεί πλάθει όνειρα μικρούλα
το δάκτυλο απομυζεί καλάθι BRAVO Ρούλα
και μας περνάει ψιλό γαζί παμπόνηρα παρεούλα
γερνάει και με ψηλό μαζί για μπράβο μια χαρούλα.

Κλαίει που δεν ξέρει να μιλά καμία ξένη γλώσσα
μα λέει απαράμιλλα το caza mia κλώσα.
Με δάκρυα κορόμηλα πικρά επιπλέει γκλόσα
μακριά τους στα Γαυγάμηλα μικρά κλαίει με γαλότσα.

Μιλάει στη RAI η φαμελιά Μegaλωσε στα Λιόσια
και μαρτυράει με ανεμελιά μάλωσε τον Αλιόσα.
Και κατά κόρον η μιλιά Κορομηλιά λαλώσα
στο χώρο κάτω απ’ τη μηλιά κορομηλάκια κλώτσα.






















ΜΟΝΤΕΛΟ

Κάνει το ντέλο για ψητό καλό ο εν υψίστοις
πιάνει μοντέλο εν κρυπτώ και παραβύστω γλύπτης.
Του άλλου τάζει με ξυστό το κόκαλό του ξύστης
εξάλλου στάζει αχνιστό για το καλό του ψήστης.

Του βγάζει τον αδόξαστο ν’ ανέβει το πρεστίς της
και βάζει χέρι άξυστο χαϊδεύει το ποστίς της.
Οσάκις χαίρει ευέξαπτο λαβ στόρυ του εραστή της
ο Σάκης ξέρει άξεστο λαβ σόρρυ του βιαστή της.

Κορίτσια με τα όλα τους δεν είναι καν κομπάρσες
με βίτσια κι άλλα κόλπα τους για να μας κάνουν φάρσες.
Με τα καπρίτσια κόλακες προβάλλουν αν και φάλτσες
κι αλισβερίσια παλλακές καν καν να βάλουν κάλτσες.

Χαζούλια για το χρώμα τους παρούσες ρούσες ράτσες
γλυκούλια για το στόμα τους τσαούσες και καπάτσες.
Μανούλια για το σώμα τους αγέρωχες γκριμάτσες
κουκούλια για το στρώμα τους υπέροχες κυράτσες.






















ΛΕΝΗ Η ΒΡΩΜΟΣΤΟΜΗ

Λένη η βρωμόστομη σαχλή που επιπλέει εξ αγνοίας
ο Λένιν ήτο μιας καλής μας λέει οικογενείας.
Στο τσάι με ανθρώπους υψηλής της χάι κοινωνίας
μιλάει με τρόπους χαμηλής που δεν τροχάει διανοίας.

Τρέχει με στάση προβολής σαν σταρ ταπετσαρίας
κι έχει την τάση επιβολής της σιδηράς κυρίας
Κάνει επίδειξη αυλής ειδών κιγκαλερίας
συν γυναιξί της έπαυλης παιδιών κουρελαρίας.

Πρωί πρωί το ζώδιο νωρίς το χαζοκούτι
καλό σου κατευόδιο με το μυαλό κουρκούτι.
Χωρίς κανένα εφόδιο με τρόμο του ξεκούτη
θα βρεις σε κάθε εμπόδιο στο δρόμο τυφλοσούρτη.

Μη χάνουμε επεισόδιο κάνουμε μπαλαμούτι
και λέμε το τριώδιο κλαίμε έλα Ορνέλα Μπούτι.
Πιάνουμε υποπόδιο να ’χουμε μακροβούτι
πηγαίνουμε στο Ηρώδειο και βγαίνουμε σαν μούτοι.






















ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ

Με τη βιογραφία σου θα έκανες μπεστ σέλλερ
και τη φωτογραφία σου θα έδειχνες στο τρέιλερ
με την τριχοφυΐα σου και τα γυαλιά σου σέττερ
και δίχως ευφυΐα σου δουλειά του ίματζ μέηκερ.

Γιατί μετεωρίζεσαι και πρήζεσαι ALKA SELTZER
αντί να χαραμίζεσαι λικνίζεσαι με σέικερ
αντ’ άλλου να χειρίζεσαι καλά το BLACK & DECKER
εξάλλου διαφημίζεται πουλά ο Βαϊτσέκερ.

Αν ήσουν ζωηρούτσικος με τις στροφές σου σάλος
θα σκίσουν αν και κούτσικος και με ραφές καβάλος
έστω και μεγαλούτσικος με τις τροφές ειδάλλως
πες το και νοστιμούτσικος καφές ο Παπαγάλος.

Ασκήσου φιγουρούτσικος και με φινέτσα Γάλλος
εξ ίσου γκλαμουρούτσικος έτσι όπως είναι ο άλλος
να φαίνεσαι γλυκούτσικος να φέρνεσαι εξάλλως
δεν έφταιξε Μικρούτσικος το έπαιξε μεγάλος.






















ΟΙ ΒΑΡΩΝΟΙ ΤΩΝ MEDIA

Ενός κακού media έπονται με πλύση εγκεφάλου
κι εκ του φακού εκτρέπονται στη κλήση του διαύλου.
Καλώδια φίδια έρπονται με ίνες του κρυστάλλου
κι εμπόδια μετατρέπονται στις δίνες του στροφάλου.

Στα πέρατα εκπέμπονται με κέρατα μετάλλου
και τέρατα δεν ντρέπονται τα ξερατά του άλλου.
Όλα απαγορεύονται ρητά και δια ροπάλου
και όλα επιτρέπονται αδιάκριτα εξάλλου.

Συμπάθειες με το πες πες στο τύπο Μπερλουσκόνι
και με προσπάθειες άκαρπες τίποτα μπουρδοσκόνη.
Με τις απάθειες καναπές ανείπωτα μπουκώνει
κι εμπάθειες κοινότοπες ξετσίπωτα στουπώνει.

Εξάλλου είναι πια σαφές όσο μικρή η οθόνη
τόσο μεγάλο κι αβαθές γίνεται ευρύ κωθώνι.
Καθώς κοιτάζει με απαθές το βλέμμα κατορθώνει
να μη διστάζει γι’ αληθές ψέμα ν’ αποθεώνει.






















ΡΟΥΦΙΑΝΝΑ

Η πομπευμένη την πομπή την έχει για καμάρι
και καλεσμένη σ’ εκπομπή τι τρέχει μας ζουμάρει.
Τα λάθη άλλου θα μας πει χαρτί και καλαμάρι
εξάλλου βρήκε το κουμπί μας πλάθει σαν ζυμάρι.

Μέσα στα σπίτια μας θα μπει με στρας να δει το σμάρι
και λες to be ή Εμ Αρ Μπι μετράς το δυναμάρι.
Σαν Άμλετ σε αναλαμπή άπλετο φως καλμάρει
εξάλλου κλαις ζωή θαμπή που κέλυφος φιλμάρει.

Καμπάνα λόγος διαυγής τον γυάλινο στιμάρει
και αναλόγως εναργής κρυστάλλινο λιμάρει.
Ατίθασης υποταγής Τρικαλινό γομάρι
άτι θρασείς καραγωγείς με χαλινό σαμάρι.

Ελεύθερης επιλογής μάλλινο ρεκλαμάρει
και δεύτερης διαλογής λινό απ’ το ερμάρι.
Του τόπου της καταγωγής από καλό νταμάρι
δια της ατόπου απαγωγής αποκαλώ τομάρι.















ΜΟΛΩΧ

Μολώχ της γέεννας πυρός
θυσίες βωμολόχες
που μόλις βγαίνει ανάπηρος
στις εκκλησίες μολόχες.

Μολώχ με στήθος δυναμό
καννίβαλων στις λόχμες
και πλήθος σου αδύναμο
Αννίβα κι άλλων λόγχες.

Μολώχ παραλιακών βωμών
θαυμάζοντας τη θέα
ειδυλλιακών διαδρομών
σπάζοντας τα στηθαία.

Μολώχ νεκρού εντάλματος
στη μάχη απ’ την τροχαία
και μπρούτζινου αγάλματος
στομάχι υποδοχέα.

Μολώχ μυστήριο της σφαγής
με τρόπο καινοτόμο
στο θυσιαστήριο οδηγείς
με δρόμο λαιμητόμο.

Μολώχ της εγκατάλειψης
που φεύγει απιών στο δρόμο
γι’ αποφυγή ανάληψης
των συνεπειών με τρόμο.

Μολώχ με κλήση πτώματος
που άσφαλτο θ’ αλείψει
κατάληψη οδοστρώματος
άψαλτο εγκαταλείψει.

Μολώχ τεράστιου στόματος
του οδηγού να γλύψει
και δράστη παραπτώματος
του κυνηγού καλύψει.


ΕΣΥ ΚΙ ΕΓΩ

Περίμενα τον χειρουργό
με πρόβλημα υγείας
υπέρ του δέοντος αργό
εκ δεοντολογίας.

Έκτακτα περιστατικά
κάθισε λίγο ακόμα
και θα μου πεις περαστικά
να φύγω νοσοκόμα.

Ήρεμα υπενθύμιση
για τα ελέη χρόνια
σήμερα η διαφήμιση
λέει για τα μακαρόνια.

Ζωή κορώνα γράμματα
παίζει ο γιατρός στα ζάρια
με ανοιχτά τα τραύματα
κι αρχίζει τα παζάρια.

Σκοτάδι γύρω κι έρεβος
ως της ψυχής τα μύχια
σαν χάδι ο ελλέβορος
μουδιάζει ως τα νύχια.

Ρημάδια το συμβούλιο
δεν τέλειωσε ακόμα
η άδεια τον Ιούλιο
που έλειωσε το κώμα.

Δείπνο να πιω το κώνειο
μείνε αναισθησιολόγος
για ύπνο μου αιώνιο
και γίνε εξομολόγος.

Θα σου βυζάξω νηπενθές
το ξύδι απ’ τη ρόγα
να κάνουμε μαζί αν θες
ταξίδι με πιρόγα.


ΛΑΪΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ

Μετά τα πάθη ανάσταση
κουράγιο σε τρεις μέρες
συμπάθεια συμπαράσταση
τρισάγιο απ’ τους πατέρες.

Περπατάω με πατερίτσες
και τον πόνο περιφέρω
πάω για τις παρεΐτσες
και στο δρόμο υποφέρω.

Πρώτα στην πρόνοια που κλειστή
είναι λόγω απεργίας
κι η πόρτα χρόνια σφαλιστή
έμεινε της υγείας.

Πήρα περιπατητήρα
για να ορθοποδήσω πι
και με πείρα ανελκυστήρα
να ανεβώ στο πι και φι.

Έκτακτα με αποστήματα
με κατακτά σκοτάδι
κατά τακτά διαστήματα
στα έγκατα του Άδη.

Με τις λάμες απ’ τις σκάλες
πάω με τα δεκανίκια
στις παλάμες μου φουσκάλες
που κτυπάω με τα μανίκια.

Του κάκου ΕΣΥ σταυρώθηκες
κι ανέβηκες στο θρόνο
που κάπου διασταυρώθηκες
κι ανέχτηκες στο χρόνο.

Πάω στο νοσοκομείο
μη πεθάνω για ένεση
και περνάω απ’ το ταμείο
για να κάνω αίνεση.


ΕΞ ΟΨΕΩΣ

Πέρασα απ’την επιτροπή
γιατρών τσιτσίδι βόγγοι
κι ένοιωσα μέσα μου ντροπή
που τρων οι τσιτσιφιόγκοι.

Σηκώθηκαν βαρύγδουποι
να δουν το τραύμα όγκοι
ορθώθηκαν κι αμφίρροποι
πηδούν για θαύμα γιόγκι.

Γιατρός που ειδικεύεται
στο άλγος καταλύτης
μικρός να εκπαιδεύεται
μάγος ανατολίτης.

Δεν πρέπει να θωπεύεται
η επιδιδυμίτις
κι αν ρέπει θεραπεύεται
η οστεομυελίτις.

Για την αναπηρία μου
έμαθα τα σπουδαία
και με την απειρία μου
έχασα κάθε ιδέα.

Διέκρινε υποχοντρία μου
ρωτώντας με χυδαία
κι έκρινε την ανδρεία μου
κρατώντας ορχιδέα.

Γνωμάτευσαν για ποσοστό
χωρίς λεφτά τριάντα
και διαπραγμάτευσαν ως το
εξήντα εφτά γι’ αβάντα.

ΕΣΥ φωνάζεις με θυμό
και πυρετό σαράντα
σύμφωνα τσέπης το σφυγμό
σου πήρε τόσα αγάντα.


ΑΤΥΧΗΜΑ

Λες τη μοίρα μου διαβάζεις
πως θα πάθω ατύχημα
κλαις και σαν τη χήρα βάζεις
τι να κάνω δίλημμα

αν γυρίσω θα ’ναι ευτύχημα
θα κερδίσω πάμε στοίχημα.

Σ’ ένα δρόμο που συχνάζεις
συναντάς στο γύρισμα
και με τρόμο σου κοιτάζεις
απ’ το περιστοίχισμα

και παθαίνεις σοκ στο αντίκρισμα
που μαθαίνεις το ξεκλήρισμα.

Τα χαρτιά σου θα στοιβάζεις
πρόνοια για βοήθημα
και γραπτά θα διαβιβάζεις
χρόνια για δυστύχημα

θα βυθίζεσαι στο εντρύφημα
και θα εθίζεσαι στο ερύθημα.

Τα στοιχεία θα εξετάζεις
γιωταχή βαρύθυμα
γι’ αστοχία ν’ ανεβάζεις
δυστυχή το τίμημα

κρίμα που δεν πέθανε εκτιμά
θύμα και δεν έκανε κιμά.










ΣΚΟΤΕΙΝΟΣ ΤΥΠΟΣ

Τύπος σκοτεινός βραδιάζεις
με αργό δρασκέλισμα
ρύπος ουρανός γαυριάζεις
συνεργό στο έγκλημα

κι είσαι με το μαύρο ένδυμα
που κινείσαι μιαρό βδέλυγμα.

Ρέμπελος περιδιαβάζεις
και δεν βλέπεις όχημα
που ανέμελος ρεμβάζεις
καταπέλτης να χυμά

στοχαστής με το ξαστόχημα
που θα ξεχαστείς για πρόσχημα.

Όταν μαύρα ρούχα βάζεις
να φυλάς τα νώτα ορμά
και με φωσφορούχα βγάζεις
φλάς σου φώτα αιδοιόσχημα

διαπιστώνεις με απόχυμα
πως γλυτώνεις από αστόχημα.

Για να μάθεις μη χλευάζεις
και να βρίζεις σύστημα
θα την πάθεις να μουχλιάζεις
που γυρίζεις δύσθυμα

μέσα σε υπόγειο οίκημα
ύποπτος για το αδίκημα.










ΠΑΡΑΣΥΡΘΕΙΣ ΥΠΟ Ι.Χ.

Σαν περιπολών κομπάζεις
με μολυβδοκόνδυλο
και περί πολλών τυρβάζεις
με σπασμένο σπόνδυλο

και φτηνός με ψέμα πρόδηλο
ίχνος αίμα ανεύθυνος δηλών.

Έκθεση αυτοψίας γράφεις
μίσθαρνο όργανο τυφλό
κι ανυποληψίας συρράβεις
παλιοτσόγλανο στυλό

που προδίνεις με υπότιτλο
και το δίνεις για μονόστηλο.

Κόλλα αναφοράς που βγάζεις
δίνω για οκτάστηλο
κι όλα διαφθοράς που εμβάζεις
δείχνω με το δάχτυλο

αίμα ΟΥΔΕΝ στο χαρτομάντιλο
θέμα με μηδέν απατηλό.

Με μουτζούρα υπογράφεις
το χαρτί σου κίβδηλο
και κουμπούρα διαγράφεις
μαθητή θρασύδειλο

με το αίμα μου ανεξίτηλο
και το ψέμμα σου πασίδηλο.










ΛΕΖΑΝΤΑ

Τα χέρια μου στοιχειώσανε
σαν σκιάχτρο τεντωμένα
και οι καρποί σταχυώσανε
με δάχτυλα δεμένα.

Άσπρη στάχτη μου στοιχειώνει
τις χειρονομίες μου
και σκεπάζει με το χιόνι
τις επιθυμίες μου.

Στο βουρκωμένο ουρανό
κοιτώ μουντό το πλάνο
και ναρκωμένο στο κενό
πέφτω σαν αεροπλάνο.

Σύγχρονος Χριστός ή σκιάχτρο
έγραψα στο γύψο μου
και με σύνθλιψη των άκρων
στάθηκα στο ύψος μου.

Τον υποδόριο ιστό
τρυπάω για ταξίδι
και με το δόρυ των χρηστών
χτυπάω χολή και ξύδι.

Τα πνευμόνια δες αν στύψεις
σαν λεμόνια σάπισαν
και χωρίς χυμό οι τύψεις
άθυμο με άφησαν.

Αντί για επανένταξη
μου πέταξαν μαχαίρια
κι άνοιξα εν τω μεταξύ
στον ουρανό τα χέρια.

Σκιάχτρο διώχνω την ανία
απ’ τα βλαβερά πουλιά
χρήσιμος στη κοινωνία
κάνω έτσι μια δουλειά.



ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ

Γνωμάτευση από γιατρό
Κωχ προφανώς βακίλλου
διαπραγμάτευση μ’ εχθρό
περήφανος γραικύλου.

Γαστρορραγία να τους πεις
με τσάκισμα σπονδύλου
και δυσπραγία της οπής
με ψάξιμο δακτύλου.

Μου φέρνει αναγούλιασμα
προσβάλλει το εγώ μου
που παίρνει με αυγούλιασμα
να βγάλει το αυγό μου.

Δακτυλική εξέταση
προστάτη από ασελγό μου
και τελική προέκταση
μπροστά της σύνεργό μου.

Αντί να κοκορεύεσαι
με την κοτολογία
με γάντι διακορεύεσαι
για εικοτολογία.

Μες το γραφείο σου γιατρέ
θα μπουν για την υγεία
νεκροταφείο είσαι ρε
θα πουν δικαιολογία.

Σχολαστική διείσδυση
για να εντρυφήσεις δείχνει
ελαστική συνείδηση
να μην αφήσεις ίχνη.

Καλύπτεις αεροστεγώς
λεκάνη με γλουτίνη
και παραλήπτης αγωγός
τα κάνει τελατίνι.


DIGITUS IMPUDICUS

Με όρους ανεκδιήγητους
τρόφιμοι στις υπόγες
σε χώρους αδιείσδυτους
κακόφημοι με μπόγες.

Αντίχειρα και δείκτη τους
ενώνουν επιλόχες
και ηχηρά διαρρήκτη τους
γυμνώνουν ξενοδόχες.

Εγκρίνουν με ατρύγητους
ραγάδες και μαζόχες
καταπραΰνουν ρίγη τους
ζοχάδες με μολόχες.

Τους θεωρούν ανίκητους
που μάχονται με λόγχες
κι αναθαρρούν στο νοίκι τους
που κάθονται σε τσόχες.

Σηκώνουν το μανίκι τους
με μάσκες για τις μπόχες
φουσκώνουν για τη νίκη τους
με κάσκες καπνοδόχες.

Κοιτάζουν το ποντίκι τους
με τους πυρσούς στις κόγχες
και βγάζουν το πατίκι τους
με τους κιρσούς στις κώχες.

Σε ήπιο κλίμα δίκη τους
που πιάνουν με απόχες
και ύπτιο κλύσμα μπήχτη τους
να γειάνουν με τις ρόχες.

Με impudicus digitus
κακόσχημους στις δόγες
ξυπόλυτους αμύζητους
χυμούς από τις ρόγες.


ΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΜΕΓΑΡΟ

Ω! τι ωραίο μέγαρο
θαμπώνομαι διαβάτης
ακραίο βράδυ αφέγγαρο
θα μπω σαν παραβάτης.

Δικαιοσύνης μέλαθρο
δείχνει το ανάστεμά της
ταπεινοσύνης σκέλεθρο
ρίχνει το ανάθεμά της.

Των ραδιοφώνων δίαυλοι
με φως απ’ τους φεγγίτες
και των τυφώνων η αυλή
με τους φτωχούς σπουργίτες.

Δεν απαγγειάζουν στο σκαλί
με αέρα φαλαγγίτες
και ξεπαγιάζουν στο κελί
με αρεοπαγίτες.

Το μέλημα με πέλεκυ
διώκτη απηνή να κτίσει
στο έγκλημα να εμπλακεί
πρώτη ποινή αν εκτίσει.

Θα συνηθίσει φυλακή
σαν δεύτερή της φύση
να συνεχίσει κι από εκεί
ελεύθερη αν αφήσει.

Μες απ’ τα κιγκλιδώματα
βροχή κοιτάει ισόβια
και σε ουράνια δώματα
ψυχή πετάει τρισόλβια.

Θεός παιδεύει σώματα
με υπομονή Ιώβεια
καθώς πρεσβεύει δόγματα
να τον υμνεί αερόβια.


ΑΣΤΙΚΟ ΜΕΓΑΡΟ

Σταμάτησ’ ένας κύριος
ευρύχωρος κορούλα
κι άρχισε ο Βαλκύριος
χορός στη καμαρούλα.

Με τον δικαστικό γαρ ο
κουμπάροι η παιδούλα
στο αστικό του μέγαρο
για να την πάρει δούλα.

Ποτέ μην πεις τι όμορφο
που είναι το κλουβάκι
κάποτε αν μπεις οικότροφο
μείνε θα πουν σκλαβάκι.

Δούλο του απελεύθερο
παίρνει απ’ το καλυβάκι
και τούβλο σαν ημέτερο
φέρνει στο παλατάκι.

Για τα γυαλιά που πέταξε
έξω στο δρόμο η Ρόζα
στην αγκαλιά του υπέταξε
με νόμο Σανταρόζα.

Αχ δεσποινίς μου στέναξε
ας μείνει αν και σκαμπρόζα
κι αντί ποινής τη διέταξε
να γίνει αμορόζα.

Ω! τι ωραίο μέγαρο
που έφτιαξε ο Σταμάτης
μοιραίο γι’ αρχικλέφταρο
έφταιξε ακαμάτης.

Σαράι με μισοφέγγαρο
περνάει αναβάτης
και Καραγκιόζη αδέκαρο
κερνάει Χατζαειβάτης.

ΠΙΣΤΟΛΕΡΟ
Παλιά μου τέχνη κόσκινο
δηλώνει με πιστόλι
δουλειά που ζέχνει στο κοινό
σταλιά δεν στρέχει κόκκινο
να διαδηλώνει πόλη.

Γύρνα από ντροπή Αποστόλη
στη φωλιά σου αραξοβόλι
δύο άνθρωποι όλοι κι όλοι
για την πιστολιά το βόλι.

Ίχνη από περιστατικό
πρόσφατο μετανάστη
που ρίχνει σε περαστικό
δείχνει το αποκρουστικό
πρόσωπο του δυνάστη.

Κι απ’ τις δυο μεριές το μίσος
που υπερτερούμε ίσως
οι παρόντες εξαιρούνται
κι οι απόντες συγχωρούνται.

Σημάδι εκπυρσοκροτεί
φλόγωση εφηβείας
σκοτάδι να προστατευτεί
κι ομάδι τον χειροκροτεί
λόγω ξενοφοβίας.

Επικίνδυνα παιχνίδια
νέου με ρωσική ρουλέτα
κι επικήδεια στολίδια
του Ρωμαίου με βιολέτα.

Απ’ της στενής την ατραπό
θα βγάλει η αστυνομία
σχοινοτενής τον μαστροπό
πιο κοντινής στον άνθρωπο
και γι’ άλλη ανομία.
Πιο νωρίς για εικασία
με προσωπική του ευθύνη
και χωρίς διαδικασία
που δροσιστική τη φτύνει.
CYBERFRENIA
Οι κυβερνήσεις πέφτουνε
μα η αστυνομία δέρνει
κινήσεις μας ελέγχουνε
με τις μηνύσεις φέρνουνε
και στα ταμεία γδέρνει.

Πέστε κρίμας αστυνόμοι
για το θύμα σας συγνώμη
που σκοτώνετε με πάθος
δεν διορθώνεται το λάθος.

Η σχιζοφρένια στα βουνά
δεν πάει εκεί να μένει
με cyberfrenia τυραννά
τη ζαχαρένια μη χαλά
χτυπάει διοικεί κι ασθμαίνει.

Σκάει μύτη κι αναγγέλλει
πού βοσκάει την αγέλη
ρέπει ο νόμος να εκπέμπει
πρέπει όμως και να επέμβει.

Βρείτε του Βίκτωρα Ουγκώ
Αγιάνη με Ιαβέρη
με φαβορίτες και μουγγό
στις κρύπτες γάτα ποντικό
να κάνει νταραβέρι.

Αυτοκίνητο αντίκα
και στο κινητό Τιτίκα
Μάριο άκουσαν μπαράκια
μαύρα πλάκωσαν κοράκια.

Βρωμοκεφάλια κόβονται
με καφτερά μαχαίρια
απ’ την ασφάλεια διώχνονται
και τα κουφάλια σώζονται
με καθαρά τα χέρια.
Η αράχνη τα ζωύφια
πιάνει στον ιστό προνύμφια
κάμπια που ψοφάει μάγκα
κάποια θα σε φάει μαρμάγκα.


ΣΟΒΑΡΗ ΠΛΑΚΙΤΣΑ

Σοβαρή πλακίτσα λες καλά για μένα
κι είσαι για νεκροταφεία φοβερή
πως θα βρει κουκίτσα κόκκαλα σπασμένα
πείσε με ακτινογραφία μου μικρή.

Σαν δασκάλα για τις ειδικές ανάγκες
εξετάζεις πολιομυελίτιδα
και στη σκάλα για δικές σου με τους μάγκες
πας και διασκεδάζεις με φρενίτιδα.

Ότι μόνος χτύπησα στη ζαρντινιέρα
δυστυχώς με τα σημάδια φανερό
κι επιμόνως γλίστρησα μες τη μπανιέρα
ευτυχώς που ήταν άδεια από νερό.

Με κοιτάς χωρίς να δίνεις σημασία
κι άδικα τις ακτινοβολίες τρως
με πετάς και με προδίνεις στην ουσία
να η δική σου λέει με αμφιβολίες γιατρός.






















TAXIS

Με ρίσκο και με τάλαντο στα πόστα πλούτο βρήκα
τον Νίκο τον Αμάραντο και Κώστα Καρανίκα
στον οίκο τους τον άχραντο δώστα παρά στην Πνύκα
σαν θρήσκο με ατσάραντο σώστα κι εν τούτω νίκα.

Εφορία του σφαγείου και του μισθοφόρου γλύκα
σαν θηρία του αγίου Χριστοφόρου στη νταλίκα
μοχθηρία του παγίου και του φόρου τα πηλίκα
σωτηρία ναυαγίου και του εωσφόρου κλίκα.

Σφραγίδα στο πρωτόκολλο μου βάζει η Μαριάνθη
που είδα αντί για Φώσκολο διαβάζει Χωρεάνθη
ξανθή πλεξίδα μπρόκολο ρεμβάζει με Περάνθη
και Λεωνίδα Βώκολο που βάζει γκολ στη Ξάνθη.

Χάντρες χαϊμαλιά καλούδια διαφθορέα στο καλάθι
λάτρες αγκαλιά τραγούδια στην παρέα φέρνει πάθη
άντρες για φιλιά λεχούδια και μοιραία βγαίνει αγκάθι
γλάστρες στα σκαλιά λουλούδια στην ωραία Ελένη άνθη.

Με σκέρτσο στο κομπιούτερ της σύνδεση on line η Ελένη
και με το λέτσο σκούτερ της το χρήμα πλάι ξεπλένει
σαν τον Σκωτσέζο Μπρούστερ στην επίθεση χωλαίνει
και καρκαλέτσο μουστερή το κρίμα της τρελαίνει.

Βρήκα στην Αμφιλοχία με μια ματωμένη χλαίνη
μες στο ΙΚΑ τον λοχία με σπασμένη την ωλένη
προίκα η βωμολοχία μένει απ’ το Τεπελένι
και αντίκα στη λοχεία η καημένη με Τσεκλένη.

Τρέχουν με εκατομμύριο οι ευπαθείς ομάδες
που έβαλαν τεκμήριο οι συμπαθείς γραφιάδες
να έχουν το νοικοκυριό καθείς σαν αφεντάδες
κι έβγαλαν έξω απ’ το χωριό πολυπληθείς νομάδες.

Λένε οι χαρτογιακάδες δεν σηκώνουν τσαμπουκάδες
να μη κλαίνε με χαλκάδες και πληρώνουν με νταλκάδες
και τα παίρνουν οι λεφτάδες που τους κάνουν μπουναμάδες
για να κλείσουν χαραμάδες και να σβήσουν τους σεβντάδες.


ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ

Ο Νίκος ασυρματιστής σε φορτηγά καράβια
ιδανικός τους εραστής στα πόρτο αργά τα βράδια
διέρρηξε στο πέλαγος της αγοράς πετράδια
κι έριξε εδώ σαν ναυαγός της "άγκυρας" τετράδια.

Υμένα με διακορευτή τρυπάει απ’ τα φυλλάδια
και στον πυθμένα αρμενιστή πάει στα βαθιά σκοτάδια
τον πνίγει με το πλοίο του στον ουρανό AIR ARABIA
κι ανοίγει το βιβλίο του κίτρινο του Μοράβια.

Ο Κόλιας τη Μεσόγειο εν τέλει θα κουρσέψει
και σ’ όλη την υδρόγειο θέλει να ταξιδέψει
παγά λαλέουσα φευγιό μακριά της δεν θ’ αντέξει
και κλαίουσα ιτιά τον γιο τα δάκρυα θα στερέψει.

Επίσκεψη εκ των διακοπών αναπολεί τη σκέψη
από τ’ αμπάρι απόλυση χωρίς να το γυρέψει
περίσκεψη για τον σκοπό πολλή μη τα μουσκέψει
να πάρει αποζημίωση νωρίς και να επιστρέψει.

Μεγάλου εκτοπίσματος δεν έπιανε λιμάνι
κι ελλείψει του ερείσματος έφευγε μάνι μάνι
εξάλλου εκ του πείσματος που έδειχνε τζιμάνι
εκκλήσεις μέσω βύσματος τον έφερε χαρμάνι.

Ξέμπαρκος τριγυρίζοντας τα χάλασε αλάνι
κι άφραγκος συλλογίζονταν τις θάλασσες μελάνη
δουλειές με το φυλλάδιο η γέφυρα η λεκάνη
σανίδι κι εν Ελλάδι ο δημοσιογράφος κάνει.

Κάρτες για ταξιδιωτικούς πράκτορες και στο τοίχο
χώρες σε χάρτες ναυτικούς ώρες κοιτάζει δίχως
να πάει με το καράβι του και όταν βάζει ψύχος
χτυπάει μορς αλφάβητου SOS κι ηρεμεί στον ήχο.

Ανασκαλεύει χώματα με τρίαινα τυμβωρύχος
και ψαχουλεύει πτώματα σαν ύαινα με το ρύγχος
του Καββαδία ανόσια σκαπάνη θα πετύχω
κηδεία με δημόσια δαπάνη για το στίχο.
Ο ΤΥΠΟΣ Η2Ο

Θυμώνει στο ιδιαίτερο
για υπερβολές στον τύπο
και τον φιμώνει ουδέτερο
με συμβουλές και χτύπο.

Επισημαίνει σφάλματα
εξαίρει επιτυχίες
και ξεθυμαίνει με άλματα
που ξέρει κι ευωχίες.

Ο τύπος πρέπει να υμνεί
χαρέμι Γκεμπελίσκοι
και ρύπος ρέπει σαν γυμνή
να τρέμει οδαλίσκη.

Σικάτη ορμήνια καναπές
χούι στην Πολιτεία
κάτι θα μείνει απ’ το πες πες
που ακούει πελατεία.

Θεράπευσαν Ολύμπιο
με πυρετό σαράντα
και θάρρεψαν πως ήπιο
θα υπηρετώ για πάντα.

Εύρηκα! ως τα εκατό
πολιτικό με κάλμα
και νευρικά με ρεκατό
ποιοτικό του άλμα.

Ουδέτερο υδρογόνο δυο
συν ένα οξυγόνο
ελεύθερο παγώνω Η2Ο
κανένα δεν πληγώνω.

Στο σύνταγμα Ομόνοια
θα πάω στην πηγή του
σύντομα για διχόνοια
και χάος στη φυγή του.

Η ΦΟΡΜΑ

Δεν αντέχω άλλο φτάνει
που δεν σπάει η πορσελάνη
και για ρίμα πια δεν κάνει
πάει κρίμα η μελάνη.

Πάει ομοιοκαταληξία
μα δεν σπάει σ’ εχθροπραξία
που ο τοίχος έχει αξία
και ο στίχος απαξία.

Με τη βόμβα που σκοτώνει
και η φόρμα δεν σε σώνει
με τη φοβερή της σχάση
τη ζωή σου θα ’χεις χάσει.

Μόνο η φόρμα θα σου μείνει
απ’ τη βόμβα στο καμίνι
και στο δρόμο σαν χαμίνι
θα κοιτάς με τρόμο σμήνη.

Η καρδιά χτυπάει κι εν πάση
περιπτώσει δεν θα σπάσει
τσιμουδιά που πάει να παύσει
θα γλυτώσει αν σιωπάσει.

Με μαστίγιο σου τις λέξεις
κηροπήγιο γι’ αναφλέξεις
στο επίγειο να μη μπλέξεις
καταφύγιο θα διαλέξεις.

Θ’ ακουστεί ο τυμβωρύχος
σαν από τους γύπες ήχος
και θα γκρεμιστεί σαν τοίχος
με τις τρύπες του ο στίχος.

Πως αντέχει αυτό θα κρίνει
και δεν θα σε λογοκρίνει
κι αν το αμφισβητείς ακόμα
θα αυτοεγκλωβιστείς στο κόμμα.



Η ΣΧΕΔΙΑ

Είπε για τη βάρκα ο Γιάννης
που κυλάει ένα βαρέλι
για τη τσάρκα που θα κάνεις
να γλιστράει σαν το χέλι

τι μας λέει το παιδαρέλι
επιπλέει με βαρέλι;

Ακουμπάει στον Ιορδάνη
κι έβαλε και λίγο μέλι
πάει η γλώσσα του ροδάνι
κι έβγαλε όλα όσα θέλει

για να πει με το τσιγκέλι
και χωρίς ντροπή απαγγέλλει.

Με θρασύ του τρόπο χάνει
σκέφτηκε για τον τεμπέλη
με κρασί τον καλοπιάνει
έτρωγε και δεν τον μέλλει

μες σε λήθαργο καρβέλι
σαν τον λήσταρχο Νταβέλη.

Τους ανθρώπους να εξυγιάνει
δεν το θέλησε με βέλη
και τους τρόπους θα γλυκάνει
σαν τις μέλισσες κουβέλι

τον κατάλαβαν εν τέλει
κι άρχισαν το τσιφτετέλι.









ΜΕΜΟΡΙΑΛ

Δεν συναντούσαν πρόθυμο
κοινό γραφτά σου Κώστα
και σου απαντούσαν με θυμό
αυτά στους άλλους χώστα.

Πρόσχημα επικοινωνίας
σύμπαντα ενδιαφέροντα
εξοστράκισαν διανοίας
σύμπνοια περιοδεύοντα.

Τρέχουν κι εκείνοι νοσταλγούν
καιρούς ιδεολογίας
έχουν ξεμείνει που αργούν
στους οπαδούς μαγείας.

Και μαζί με αυτά τα όντα
Πλάτων ηανθρωπότητα
πάντα απ’ τη ζωή απόντα
flat πραγματικότητα.

Για μια στιγμή ζωοδότησες
που μπήκες ηλιαχτίδα
απ’ τη ρωγμή που φώτισες
κι έφερες την ελπίδα.

Χύθηκες στους διαδρόμους
του μυαλού σαν καταιγίδα
και οδήγησες στους τρόμους
του γιαλού με την πυξίδα.

Σε χτύπησαν με κεραυνούς
σ’ όλης της γης τα πλάτια
και τρύπησαν τους ουρανούς
πόλης να βγεις ελάτια.

Στα ηλιόλουστα παλάτια
χάθηκες της Καλυψούς
θαλασσόβρεχτα με αλάτια
που σιχάθηκες λειψούς.












































































































































ΑΛ ΤΣΑΚΤΣΙΡΑ ΝΙΟΥΣ

Μου φώναζε ο καθηγητής
τ’ όνομα Κάπα Λάμδα
και τρόμαζε οδηγητής
με κάπα και με λάμπα.

Γιος του Λάμπρου και της Μάχης
Κώστας Βλάχος μαχητής
ως του κάμπου σαν Λαμπράκης
ο φελλάχος μαθητής.

Κατάγομαι από χωριό
κοάξ κοάξ βατράχου
πετάγομαι απ’ το νερό
πυξ λαξ σαν βλαξ του βράχου.

Σμίξη Αχελώου Ινάχου
Βάλτο και Ξηρόμερο
θα μας πνίξει ιερομονάχου
μ’ ένα σάλτο βρωμερό.

Πιάσε το χέρι μου χορό
με γκάϊντα και τσακτσίρα
κι άσε έρημου να προχωρώ
Αλ Κάιντα κι Αλ Σαζίρα.

Το γεφύρι για τη Γύρα
του Ματάιδα δεν θα βρω
πανηγύρι αναγύρα
με νεράιδα Κένταυρο.

Σαν πότη με χαμόμηλο
και το ξερό χορτάρι
ιππότη κοκορόμυαλο
του μεροκαματιάρη.

Θα καλέσω με κοντάρι
πάλη άι Γιώργη όμιλο
για ν’ αλέσω το σιτάρι
πάλι στο δροσόμυλο.

ΑΓΡΙΑ ΠΟΥΛΙΑ

Αγρίνιο μ’ Αγρινάκι μ’
λαντ ρόβερ Φαρ Ουέστ
αγρίμι μ’ αγριμάκι μ’
χανκόβερ αλκοτέστ.

Ταραχώδη χώροι
τα κρασοπουλιά
στα βραχώδη όρη
άγρια πουλιά.

Στις τρύπες θηριωδία
των άντρων άχνα μου
και γύπες άγριου Δία
μου τρων τα σπλάχνα μου.

Προμηθέα δεσμώτη
κάρφωσαν ψηλά
θέα συνωμότη
σταύρωσαν ψιλά.

Με διεθνείς συμβάσεις
δρόμου καταπακτές
ημιθανείς διαβάσεις
του τρόμου αφύλακτες.

Με το αετίσιο
βλέμμα που κοιτάς
φαγητό σπιτίσιο
αίμα μου ζητάς.

Δεν πάμε προς Οφρίνιο
ματοτσίνορα
τα σπάμε στο Αγρίνιο
γεμάτο σύνορα.

Δεν μυρίζει κρίνο
το TOYOTA σου
και το ρύζι Agrino
τρώει το γιώτα σου.


ΣΤΡΑΒΟΞΥΛΟ

Με το φραγγέλιο άνοιξα
τα μάτια στο θρανίο
το ευαγγέλιο άγγιξα
κι ιμάτια διαρρηγνύω.

Είπα για το πρυτανείο
έπαθα ό, τι άξιζα
και με τρύπα στο κρανίο
έμαθα όσο άντεξα.

Πατροκοσμά τον Αιτωλό
που έκτισε σχολεία
κοσμάκη ιεραπόστολο
που απαίτησε βιβλία.

Στις σελίδες Αιτωλία
έγραψε τον Όξυλο
που Ηρακλείδες στην Ηλεία
πέρασε μονόξυλο.

Στη τάξη μου στραβόξυλο
με κόκκινο μανδύα
θα με πετάξει ένστολο
κοινό με τα μαντεία.

Νεφεληγερέτη Δία
με βροντές για τον λαό
υπηρέτη με παιδεία
γέροντες Αγέλαο.

Πολλές ιμπεριαλιστικές
βαφτίζει τις εκφράσεις
που κεφαλές πυρηνικές
ταυτίζει με συρράξεις.

Δίχως πι αλλάζει φράσεις
και τις κάνει ειρηνικές
και με μι θα πει προτάσεις
μη υπερρεαλιστικές.

ΠΡΑΝΤΙΚΟ

Γεννήθηκα στο Πραντικό
χαμένο απ’ το χάρτη
με το μυαλό μας πρακτικό
και την ψυχή μας σκάρτη.

Εδέησε το φως σκληρό
εδώ να δω της ζήσης
το έδαφος ολισθηρό
μέσα μου καθιζήσεις.

Στα πράγματα σαν πράματα
μας βλέπουν ορισμένοι
με φράγματα κι εμφράγματα
καρδιά πλημμυρισμένη.

Θάλαττα κράζουν θάλαττα
κάθοδος των μυρίων
και μας ξεβράζουν άλατα
με ποταμούς δακρύων.

Τα Σόδομα και Γόμορρα
για τιμωρία κατοίκων
κι εισόδημα τα όμορα
χωρία Μαλατεΐκων.

Έγινα στήλη άλατος
με τα κομμάτια πίσω
και με μαντήλι ασάλευτος
τα μάτια να σκουπίσω.

Του Κατσαντώνη πήδημα
έκανα του Αχελώου
κι είπα ιδού το οίδημα
κι η Ρόδος μπακαλόου.

Μετά από εμάς κατακλυσμός
και προπαντός πλημμύρα
θα βλαστημάς σαν πληθυσμός
χώρας Πραντός τη μοίρα.

ΝΑΡΚΑΛΙΕΥΤΗΣ

Με πρόθεση να μη βραχούν
περνούν τον Αχελώο
ξεμένουν στη διέλευση
όμως με τ’ άλογό τους

πολλοί πιο πίσω και κοιτούν
αγώνες ιστιοπλόων
την ακριβή εκτέλεση
των δρομολόγιών τους.

Ή γίνονται σπογγαλιείς
στις σκάλες σφουγγαράδες
με ΙΚΑ νοιώθουν ασφαλείς
μα είναι φουκαράδες.

Πατούν του αποκάτω τους
τα χέρια που τους νεύουν
και γλείφουν του αποπάνω τους
τα πόδια για ν’ ανέβουν.

Κι αποφασίζουν μόνιμα
τα υπόλοιπά τους χρόνια
για πάντα κάτω στο βυθό
να μείνουν του Αχελώου

και να καθίσουν φρόνιμα
με δάνειο απ’ την πρόνοια
σε σπίτια πλημμυροπαθών
μ’ έκρηξη οργής κοχλώου.

Διαβαίνουν καβαλάρηδες
στον πόρο ένα μπόι
και βγαίνουν γελαδάρηδες
στο κάμπο καουμπόη.

Κι ο καβαλάρης ποιητής
τον Πήγασό του αφήνει
να πάρει ναρκαλιευτής
ιπτάμενο δελφίνι.

ΝΕΟ ΜΠΑΜΠΑΛΙΟ

Κατατρεγμό για εγκλήματα
μαγκούφη ιερομονάχου
κατά γκρεμό στα Κλήματα
βακούφι του Ινάχου.

Νέο Μπαμπαλιό Ποντίων
λέω στο παλιό αντίο
καίω φύλλο στο μαντείο
κι αναπνέω είκοσι δύο.

Ανταλλαγή των πληθυσμών
μας έφερε στους όχθους
κι εύφορη γη κατακλυσμών
κατάστρεψε τους μόχθους.

Παραχελωίτις ζώνη
κι ο πολίτης δεν ριζώνει
τη χλωρίδα της μπαζώνει
κι η πατρίδα μαραζώνει.

Ερείπια κι ακατοίκητα
σαν σκελετοί σπαρμένοι
τα σπίτια ατελειοποίητα
με τελετή θαμμένοι.

Πνίγηκε το Μπαμπαλάκι
και του μύλου το αυλάκι
πνίγηκε το Αμπελάκι
και του φίλου το γελάκι.

Σάμπως σκληρή κι αλύπητη
της προσφυγιάς η μοίρα
κάμπος γη ιερή ακατοίκητη
με της βραγιάς πλημμύρα.

Το Κεπέκκλησες στον Πόντο
με υδατοφράκτη φόντο
που κατέκλυσες στο βρόντο
καταρράκτη του Τορόντο.

ΣΤΟ ΒΑΛΤΟ

Οδηγέ που πας στο Βάλτο
σε χωριά παρόχθια
άβγαλτο κορίτσι βάλτο
στο σκαμνί και όρθια.

Βαλτινέ μου βάλτηνέ μου
δεν θα σου το πω το ναι μου
και απ’ το μυαλό σου βγάλτο
πονηρέ μου απ’ τον Βάλτο.

Οδηγέ που πας στο Βάλτο
δίχως φρένο κι αριθμό
στο κακό τον δρόμο βάλτο
κι ας βρεθούμε στο γκρεμό.

Βαλτινιά μου μες τα έλη
ρίξε του έρωτα τα βέλη
για να φτάσουμε στο τέρμα
και να βγούμε απ’το τέλμα.

Οδηγέ που πας στο Βάλτο
κατευθείαν στα βαθιά
θα βουλιάξουμε στο βάλτο
και μη σταματάς Στα-θά.

Τα βατράχια του Μπιζάκου
που κοάζουν στίχο άκου
και στα βράχια τους με σμάλτο
βγάζουν ήχο τους κοντράλτο.

Οδηγέ που πας στο Βάλτο
με σιγανοπαπαδιά
αχ και να ’ταν μ’ ένα σάλτο
να γινόμασταν παιδιά.

Τα ματάκια σου τι να ’χουν
σαν θολά νερά του Ινάχου
και κοιτάζεις κυρά Όλγα
τους βαρκάρηδες του Βόλγα.

ΕΚΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ

Για θέματά του φλέγοντα
μιλούν του Αχελώου
και ρεύματά του ζέοντα
κατρακυλούν κοχλώου.

Με τροπολογία κερδώου
υπουργού τα δέοντα
κι εκτροπολογία σόου
συνεργού του ρέοντα.

Με στραβισμό λέει δήλωση
και άγνοια οργανώσεις
θα βόλευε από τύφλωση
να πάσχουν δίχως γνώσεις.

Έκκληση να το βουλώσεις
νόμοι παρακάμπτονται
θέληση με διαστρεβλώσεις
γνώμη μας δεν κάμπτεται.

Δεν θα ξεπλύνει τη ντροπή
στο τέρμα του Αθήνες
και θα μολύνει εκτροπή
το δέρμα με δοθιήνες.

Απειλούν να γίνουν θίνες
για τους δουλευτές στη γη
και απεμπολούν ευθύνες
βουλευτές και υπουργοί.

Το δικαστήριο απόφαση
με ρίσκο αμφιβάλλω
για τον δραστήριο πρόφαση
βρίσκω και κάτι άλλο.

Άτυχοι στο περιβάλλον
πάσχει από κώφωση
και ηχεί στ’ αυτιά του μάλλον
άσχημα η συμμόρφωση.
ΕΚΤΡΟΠΗ

Στην Αθήνα Λαρισαίος
ταξιτζής για Αγρίνιο
παρά θιν αλός χερσαίος
θα πετάξει αν ζεις Πηνειό.

Στης Λαρίσης το ποτάμι
που το λένε Αχελώο
αν αφήσεις να το κάμει
θα σε κλαίνε με αντλώο.

Κάνω για τη στάση νύξη
το ποτάμι είναι ρηχό
αν τυχόν και δεν με πνίξει
μοναχά που θα βραχώ.

Έπιασε βροχή στο δρόμο
το ποτάμι είναι θολό
κατεβάζει απ’ τον Μόρνο
και τον Εύηνο πηλό.

Ποταμός αργυροδίνης
Θεσσαλλό σου σόφισμα
και για πακτωλό μου δίνεις
κίβδηλό σου νόμισμα.

Κάνετε το μαύρο άσπρο
μ’ εκτροπή να πάτε εκεί
πιάνετε τον Άσπρο μαύρο
με ντροπή για τουμπεκί.

Εξορμάει απ’ τα Τζουμέρκα
την πηγή Μελισσουργών
και βρωμάει από τα έργα
για να βγει πετρέλαιο αργόν.

Κλάδο ελαίας για τη στέρνα
να ποτίζω τα καπνά
κάδο Αχιλλέα απ’ τη φτέρνα
να βαπτίζω Αθηνά.
ΑΧΕΛΩΟΣ

Μπαίνουμε στον Αχελώο
με τα όχθια του άνυδρα
στα λουτρά Μαρδαχολώο
μέσα σε νερό κοχλώο
Νέσσος τη Δηιάνειρα.

Με σήραγγα εκτρέπεται
και γι’ άλλα μέρη παίρνουν
κι εμάς δεν επιτρέπεται
τα χέρια μας να σπέρνουν.

Μπήκαν του πασσά λεφούσια
κι έκαψαν τη Λιβαδειά
και τους είπε νίκη ανούσια
με νερό θα ξανανθούσαν
απ’ τα δέντρα τα κλαδιά.

Πολιορκημένοι τον μικρό
γέροντας θα διατάξει
στους επισκέπτες τους νερό
που είχαν αποστάξει.

Το νερό έχει κιτρινίσει
σαν μια μολυσμένη ουλή
και πια δεν θα μας ξενίσει
Φ.Π.Α στον Κατρουλή.

Κλαίει η βροχή στο μάρμαρο
που καίει σαν βιτριόλι
γιατί δεν πέφτει γάργαρο
νερό στο περιβόλι.

Το νερό του Αχελώου
πίνουμε στην πόλη μας
καθαρό και λέμε ελόου
με τον βόρβορο αντλώου
τι θα γίνουμε όλοι μας.

Λερναία ύδρα δεν μπορώ
να κόψω τα κεφάλια
γενναία Ηρακλή Πουαρό
ας όψονται κανάλια.



ΟΥΖΕΡΙ ΓΛΥΚΑΝΙΣΟΣ

Στο ουζερί Γλυκάνισος
θαμώνας με τσιγάρο
πικρή ζωή και άνισος
αγώνας με τον χάρο.

Ο χειμώνας στη Ζαχάρω
με το κρύο φτάνει SOS
και δρυμώνας θα γιουχάρω
σαν θηρίο Επτάνησος.

Κραιπάλη καπετάνισσα
κι όπλο ληστής θα πάρω
που πάλι τα κοπάνησα
κι εφοπλιστής σαλπάρω.

Πλοίο με σβηστό φουγάρο
και αρόδο διάνυσα
λύω κι αμφισβητώ τον φάρο
Ρόδο Δωδεκάνησα.

Με τα θαλασσοδάνεια
που πήρα θα μπαρκάρω
και υπερωκεάνια
με σπείρα θα τρακάρω.

Κρουαζιέρα θα φουντάρω
στη Μεντιτεράνια
και γκαζιέρα σαν κουρσάρο
με υδροκυάνια.

Θα επιπλέει παγόβουνο
καρδιά με αγκαθάκι
που θα το λέει στον εγγονό
γιαγιά παραμυθάκι.

Κι αν γυρίσω στην Ιθάκη
γι’ άνδρα πολυμήχανο
θ’ αντικρύσω απ’ το τζάκι
αναθρώσκοντα καπνό.


ΕΝΤΕΛΒΑΪΣ

Ροδόδεντρο που άνθισε
στο κάμπο εντελβάις
βρωμόκεντρο κατάντησε
Μοκάμπο της Βομβάης.

Σινεμά το «Εντελβάις»
χάνεσαι κι εσύ κι ο δυόσμος
και σιμά σου με λιβάις
για την «Άνεσή» του ο κόσμος.

Σε κέντρο χιονοδρομικό
πατούν το εντελβάις
δέντρο σε τόπο βρώμικο
πετούν πριν έρθει ο Μάης.

Από τα Πατήσια ως Βάθης
τρέχει με λατρεία του άης
και στα ίσια μη την πάθεις
έχει τρία «Εντελβάις».

Σαν σύμβολο αγνότητας
στην πόλη εντελβάις
αμφίβολο ποιότητας
με χολιντέι ον άις.

Μπαϊράμ Μπαϊρακτάρη
στο Θησείο το κρεμάει
και στο τραμ σαν το σφαχτάρι
στον πλησίον του ορμάει.

Σουβλάκια μ’ ένα νεύμα του
παίρνει στο «Εντελβάις»
και σουτζουκάκια γεύμα του
φέρνει της Πασιφάης.

Διαφημίζει σπετσοφάι
του πασά στο «Εντελβάις»
και πατσίζει που θα φάει
την πατσά χαραμοφάης.


ΕΝΤΕΛΒΑΪΣ

Τον επιτάφιο ο Περικλής
στόλισε με εντελβάις
κι εδάφη ονειροπολείς
για χολιντέι ον άις.

Για τις διακοπές ον λάιν
προσκαλεί στο παραντάις
διάκο πες της φροϋλάιν
στο κελί σου εντελβάις.

Αμάραντο αμαρυλλίς
χορεύτριας της Χαβάης
και άχραντο αμαρτωλής
ιέρειας εντελβάις.

Ρόδα που γυρίζει ο κόσμος
στο Ντουμπάι με λιβάις
ρόδα δεν μυρίζει όμως
όπου πάει απριλομάης.

Εδώ λουλούδι αλπικό
μαραίνουν Πήτερ Βάις
κι αηδό τραγούδι κάλπικο
ραίνουν με τα εντελβάις.

Στης Τεξάκο τα παρτέρια
και τα έλη της Βομβάης
εξακόντισαν στ’ αστέρια
με τα βέλη εντελβάις.

Στα λασπονέρια σήμερα
φυτρώνει της Σαγκάης
και σε πανέρια εφήμερα
λυτρώνει της Δανάης.

Άλλαξε μετά το χρώμα
από άσπρο Ουρουγουάης
και μετάλλαξε σε χώμα
μαύρο της Παραγουάης.

ΔΡΑΠΕΤΗΣ

Περίπατο μοναχικό
στην ερημιά του κόσμου
σε δίπατο εξοχικό
με μυρωδιά του δυόσμου.

Τη τζαμόπορτά σου κλείνεις
κι η καρδιά σπάει σαν γυαλί
την πληγή πως ν’ απαλύνεις
στόχος για σκοποβολή.

Το νου σου μαύρες κι άραχνες
σου βασανίζουν σκέψεις
που σαν τις σαύρες με συχνές
φοβίζουν επισκέψεις.

Σαν του ρολογιού τον τοίχο
η καρδιά χτυπάει τικ τακ
απ’ του πιστολιού τον ήχο
τη βραδιά που πάει με τρακ.

Με το μικρό θαμπόγυαλο
για τα υπόγεια τρέχεις
και με πικρό χαμόγελο
τα λόγια σου προσέχεις.

Στα δωμάτια τους που πέφτει
το σκοτάδι θα χαθούν
και τα μάτια στο καθρέφτη
βράδυ δεν κοιτούν να δουν.

Ξυπνάς που το τσιγάρο σου
δεν άναψες ακόμα
και ξαγρυπνάς το χάρο σου
που έβαλες στο στόμα.

Λείπει ο περιβολάρης
που άφησες δραπέτης του
και με λύπη καβαλάρης
φεύγεις επισκέπτης του.

ΤΣΑΜΙΚΟΣ ΤΑΜΠΑΚΟΣ

Μου έγινες στενός κορσές
και τσάμικος ταμπάκος
που έδινες και βερεσές
το κάπνιζα αραπάκος.

Για το χρέος μαύρη τρύπα
δεν ξαναπερνάω από εκεί
και μοιραίος παρλαπίπα
το ξεχνάω με τουμπεκί.

Αγριεύεις με το μέλι αψύ
φρυκτούς σου λουκουμάδες
και μας χορεύεις στο ταψί
συρτούς καρσιλαμάδες.

Ξέρω τι καπνό φουμάρεις
σ’ έμαθα περιπττερά
για συμφέρο που σουμάρεις
με τα διπλοτέφτερα.

Με άρωμα το Μάλμπορο
ας όψεται φουγάρο
με αποκάρωμα μπορώ
να κόψω το τσιγάρο.

Απ’ τη διαρκή συγνώμη
να με τρώει σαβανιστής
μου αρκεί να είμαι ακόμη
ένας πρώην καπνιστής.

Τινάζοντας τη στάχτη μου
την έριχνα στα μάτια
και βγάζοντας το άχτι μου
το έκανα κομμάτια.

Για να μην αφήσω πίσω
ανοιχτό λογαριασμό
και την πόρτα θα χτυπήσω
με φριχτό απολογισμό.


ΚΑΠΝΟΣ

Αρμάθιαζα καπνό χωρίς
να ξέρω το τσιγάρο
θα κάπνιζα σαν μπουχαρής
εξαίρετο φουγάρο.

Τα τσιγαρόχαρτα μικρός
πετούσα του πατέρα
και σαν τριανταφυλλάκια ροζ
σκορπούσα στον αέρα.

Χαϊβάνι τότε θα μου πει
χαρμάνι να φορμάρω
για το χαβάνι να κοπεί
ντουμάνι να φουμάρω.

Απ’ το ταβάνι κρέμονταν
βαντάκια στα δωμάτια
και στο ντιβάνι έπεφταν
ματσάκια του στα μάτια.

Με το βαρύ του άρωμα
πλημμύριζε τσεμπέλι
και σε βαθύ αποκάρωμα
με βύθιζε τεμπέλη.

Σε δάκρυα αναλύθηκα
σαν να ’ταν καπνογόνα
και αυτοπυρπολήθηκα
σε καπνικό αγώνα.

Δεν αρμαθιάζεται ο καπνός
μπροστά μου με τα μάτια
κι αναθυμιάζεται αχνός
με άρρωστα φυμάτια.

Το χέρι που κιτρίνισε
και δεν μου αρέσει η όψη
με το μαχαίρι κίνησε
το κάπνισμα να κόψει.

ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΕΙΑ

Μπήκα στα Παπαστράτεια
μαύρα εκπαιδευτήρια
και βγήκα απ’ τα τεράστια
με μπάφρα εντευκτήρια.

Οδό Παπαστράτου ίσα
παραστράτησα στην πίσσα
διάβασα παφ πουφ αφίσα
κι άρχισα το ρούφα φύσα.

Γκρίζα διαφήμιση καπνού
Παπαστρατείου μεγάρου
ρίζα υπενθύμιση του νου
εργοστασίου φουγάρου.

Πήρα όπως πάει το δρόμο
σπείρα που σκορπάει το τρόμο
με διοξείδια του αζώτου
για ταξίδια του ασώτου.

Αμαξηλάτες καμπριολέ
κυκλοφορούν στις λέσχες
πελάτες τους για ναργιλέ
να βρουν με πόθεν έσχες.

Σαν το χάρο ανεβαίνει
με το κάρο στο δερβένι
το τσιγάρο ανεβαίνει
και φουμάρω το ρεβένι.

Κίτρινο σαν τον ίκτερο
το χρώμα παίρνει φύλλο
κι αντικρινό περίπτερο
στο χώμα στέλνει φίλο.

Κι αν δεν έχουμε δεκάρα
για να πιούμε τον καφέ μας
τρέχουμε για τα τσιγάρα
για να κάνουμε το εφέ μας.

ΦΤΩΧΟΚΑΛΥΒΑ

Γωνιές στα φτωχοκάλυβα
με τους καπνούς ντουμάνια
που με σβουνιές πασάλειβα
τους ουρανούς ταβάνια.

Γκρέμισαν απ’ τα μπεκιάνια
με μπουλντόζες τοίχους τους
και ηρέμησαν τσουκάνια
οι φουριόζες ήχους τους.

Φόρτωσαν τα μπαγκάζια τους
στα φορτηγά τους SCANIA
και πάτησαν τα γκάζια τους
αρώτηγα Βαλκάνια.

Σε δρυμούς και σε ρουμάνια
κάθονταν στους ίσκιους τους
με γοργούς ρυθμούς φιρμάνια
διώχνουν τους κατοίκους τους.

Απαλλοτρίωσαν με ΝΕΠ
που χάλασαν μποστάνια
και αλλοτρίωσαν τα ΚΕΠ
με τα θαλασσοδάνεια.

Πεταμένα στα λιμάνια
επιπλέουν σαντάλια κρεπ
κι έρχονται απ’ την Alemagnia
στα κανάλια του ΤΟΕΒ

Για επίπεδα ψηλά του ΑΕΠ
μιλούν με υπερηφάνεια
και τα ημίψηλα του ΣΕΒ
βγαίνουν στην επιφάνεια.

Τα παιδάκια με ζωντάνια
παίζουν την Κατρίν Ντενέβ
παιχνιδάκια για φυντάνια
που ραντίζουν με Ζινέμπ.


ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ

Χωρίς κρυφή του έξοδο το τέρας τρέφεται
με αλατοπίπερα χτιστών πλακόστρωτων και πόρτες
κι επιστροφή απ’ την έφοδο πατέρας ντρέπεται
με αλεξίσφαιρα λακόστ στρατιωτικών τους μόρτες.

Χωρίς της Αριάδνης το κουβάρι να κρατάς
θα επιτεθείς για τον μινώταυρο Θησέα οπότε
αδράχνεις το κοντάρι που θα βρεις για ν’ ακουμπάς
και θα χαθείς μες το λαβύρινθο με τους δημότες.

Χωρίς ν’ αλλάξει τα πανιά με νέφη έρχεται
στη καταιγίδα κι επαφή τους χάνει απ’ τους ιππότες
δεν ξεχωρίζει καταχνιά που γνέφει κι έπεται
σφραγίδα και υπογραφή στο χάνι οικοδεσπότες.

Χωρίς φιλί στο μέτωπο σαν εραστής θα πας
στο ραντεβού σου στα τυφλά σε κάποιο μπαρ με πότες
χωρίς τον τρυφερό δεσμό με τη ζωή χτυπάς
σαν του στραβού που σκουντουφλά σε σάπιο αμπάρι μπότες.








ΧΩΡΙΣ ΑΙΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ

Ξεκουφαμάρα μόλις βγεις γύρω βρωμιά κι ασχήμια
στη σκουπιδιάρα που αργείς ήρωα με μια βλαστήμια.
Κουπόνια της «χρυσής αυγής» για διακοπές στα Ίμια
καπόνια πάχυνσης σφαγής κι αλπές για τα ψοφίμια.

Νερό πηγαίο ρύπαναν στο βούρκο κολυμπάμε
και με φωτιές τα φρύγανα ολέθρου να σκορπάμε.
Εχθρό με γεωτρύπανα τον Τούρκο να τρυπάμε
και με βουτιές τα τύμπανα πολέμου να χτυπάμε.

Τα σούπερ μάρκετ προσιτά κι απρόσιτα δολάρια
με ζούμπερα οικόσιτα ντεπόζιτα κελάρια
Εισχώρησαν παράσιτα στη στέρνα με μαλάρια
και χώρισαν αμάσητα τα στέρφα απ’ τα γαλάρια.

Σε βλέπω στο ποτήρι μου και πίνοντας σε πίνω
που πνίγηκες Σωτήρη μου στο υδραγωγείο εκείνο.
Από το σουρωτήρι μου περνάς και τι θα γίνω
που μπήκες στο κροντήρι μου απ’ το ψυγείο και χύνω.











ΧΩΡΙΣ ΟΡΙΑ

Χωρίς μεθόρια όρια χώρια στα περιθώρια
χωρίς πελώρια μόρια με ανημπόρια βόρεια
χωρίς μποφόρια εμπόρια βαπόρια στη Βικτώρια
χωρίς νεώρια πυόρροια με στόρια στην κλεισώρεια.

Χωρίς αγόρια γκλόρια πραιτόρια πουργκατόρια
χωρίς κοκόρια απόκρια με σπόρια θεσμοφόρια
χωρίς καστόρια εκδόρια πανώρια στη βικτόρια
χωρίς φυτώρια χλώρια με κομαντόρια εγχώρια.

Χωρίς αναβατόρια με ζόρια στην υπώρεια
χωρίς τα μορατόρια τεταρτημόρια απόρροια
χωρίς εστιατόρια μαστόρια στην Αστόρια
χωρίς τα κουβερτόρια με αποφόρια ιγμόρεια.

Χωρίς κονσερβατόρια μεμόρια ρεπερτόρια
χωρίς τα ορατόρια Σαμπντόρια κι ανακτόρια
χωρίς τα σανατόρια φθόρια στα κρεματόρια
χωρίς την υποδόρια στεντόρεια υποδώρια.












ΧΩΡΙΣ ΤΙΤΛΟ

Χωρίς τζακ ποτ μερίσματα ρομπότ διαμερίσματα
χωρίς σπορ σποτ για κινητά για γιωτ και αυτοκίνητα
χωρίς ταμπλ ντοτ κουνήματα στο φέρι μποτ με κύματα
χωρίς μασκώτ μηνύματα με τρέινσκότ στα μνήματα.

Χωρίς μασάζ βαδίσματα σακ βουαγιάζ για δύσβατα
χωρίς γκαράζ γκαρίσματα με αμπραγιάζ μουγκρίσματα
χωρίς τζαζ αλυχτίσματα με μποϊκοτάζ γαυγίσματα
χωρίς μπαράζ στησίματα με σαμποτάζ σπασίματα.

Χωρίς τα μέτρα τζίτζυφος πέτρα κυλάει Σίσυφος
χωρίς να φάει σύντροφος ρουφάει δοκησίσοφος
χωρίς κρασί σεμνότυφος θρασύδειλος υπόστυφος
χωρίς να πιει κακόκεφος που να σου μπει κι οικότροφος.

Χωρίς μυαλό τριώροφος ψηλώνει κατακόρυφος
χωρίς ταυτότητα άγραφος προσωπικότητα άμορφος
χωρίς να κρίνεσαι στο φως δεν διακρίνεσαι σαφώς
χωρίς δικό σου υπέδαφος κατάδικος στο κέλυφος.












ΚΑΛΛΙΠΑΤΕΙΡΑ

Στα στάδια που αγωνίζεται το παλικάρι
θα πάει η Καλλιπάτειρα για να το δει
και για την άδεια εισόδου της τον κανακάρη
που αγαπάει καλεί για μάρτυρα παιδί.

Παις των Κυθήρων κι έφηβος του Μαραθώνα
την προτομή σου φτιάχνουν από μάρμαρο
πες είρων που σε μάρανε για τον αγώνα
απότομοι μη ψάχνουν για τον γκάγκαρο.

Στο πήδημα το τρέξιμο και το λιθάρι
με μίση ο Πίνδαρος θα σου αφιερώσει ωδή
με οίδημα απ’ το βρέξιμο στο υγρό πιθάρι
θα ορμήσει χείμαρρος που θα σαρώσει ορδή.

Προδίνεις τον εαυτό σου αν πέσεις στην ενέδρα
της γενικής επάρσεως αρχολίπαρων
να δίνεις το καυτό με θέσεις στην εξέδρα
της εθνικής εξάρσεως βροντερό παρών.











ΙΤΕ ΠΑΙΔΕΣ

Δεν επιτρέπεις μετανάστη μπαϊρακτάρη
και να κοιτάς παρέλαση εν μέσω οδών
τον βλέπεις σαν δυνάστη σου και φλαμπουριάρη
ζητάς απέλαση αμέσως ομαδόν.

Η δεύτερη γενιά θα υπηρετούν φαντάροι
να πολεμήσουν στο στρατό τον βάρβαρο
και σαν ελεύθεροι για να κρατούν κοντάρι
θα ορμίσουν με το εθνικό τους λάβαρο.

Έκτισαν πόλη γύρω της κυκλώπεια τείχη
και πύλη με λιοντάρια σαν την Τίρυνθα
κι έφτυσαν όλοι του ήρωα την όποια τύχη
να στείλει με κοντάρια της στα Τίρανα.

Στο Καλατράβα τζίφος κι έρμαιοι απ’ τον πήχη
πού έβαλε πολύ ψηλά και δεν περνά
τράβα το ξίφος σου Σκεντέρμπεη να πετύχει
τον γόρδιο δεσμό που κόσμο τυραννά.








ΚΥΡΑΒΓΕΝΑ

Ήλιε από τη Κυραβγένα
ουρανού κατάνυξη
και παρακαμπύλιε γέννα
του βουνού την άνοιξη.

Σαν νυφούλα ξεπροβάλλει
με το χιόνι στη κορφή
συννεφούλα που θα βγάλει
με τη λιόχαρη μορφή.

Ένα ένα Κυραβγένα
έχουν φύγει τα παιδιά
εις ποιμήν και ποίμνιο ένα
τρέχουν για τα χειμαδιά.

Με τα πρώτα συννεφάκια
ροβολούν στη λαγκαδιά
και αφήνουν τα κονάκια
πίσω τους σαν ρημαδιά.

Σαν κινούμενο βουνάκι
πρόβατα βελάζει ΜΟΠ
το χρυσό σου γουρουνάκι
να το πιάσει μ’ ένα χοπ.

Τυχοδιώκτες που γυρνάνε
ψάχνουν τη χρυσή τομή
και στα δυτικά περνάνε
σε ακτή απότομη.

Στο ποτάμι κολυμπώντας
Γερμανοί για να σωθούν
καπετάν Επαμεινώντας
θα τους πνίξει που απωθούν.

Νέες ποτίζουν το γεράνι
με το άσπρο γεμενί
και νομίζουν με τα κράνη
έρχονται οι Γερμανοί.
ΠΑΝΑΙΤΩΛΙΚΟΣ

Πετάς για τα σαλόνια σου
της νιότης καναρίνι
και κελαηδάς στα κλώνια σου
στον Αγρινιώτη ειρήνη.

Απ’ το πάρκο μανταρίνι
παίρνεις μπάλα και κλωτσάς
και στον πάγκο για να κρίνει
φέρνεις κι άλλα που κλωσσάς.

Στα χώματα παιδιά κομπλέ
της τεχνικής σχολής σου
χρώματα κίτρινα και μπλε
έβαψαν τη στολή σου.

Μπάλα κίτρινη σελήνη
και γαλάζιε ουρανέ
τα μεγάλα αστέρια κλείνει
Παναιτωλικέ τρανέ.

Κάθε παιδί γεννήθηκε
με είκοσι δύο δίπλες
και όταν προπονήθηκε
ξεδίπλωσε με ντρίπλες.

Η αντίπαλη εστία
δύσκολα αντιστέκεται
και να κάνει απιστία
με τα γκόλ σου δέχεται.

Τίτορμος άλλος Ηρακλής
στο στήθος τους θα ράψουν
ο Γάλλος και ο Τσιλελής
το μύθο τους να γράψουν.

Τίμησες με τις παλιές σου
δόξες το Αγρίνιο
δίδαξες με τις μπαλιές σου
και το πανελλήνιο.


ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ ΑΓΡΙΩΝ

Περιοδεία να ζεστάνει γι’ αγιασμό στο σιντριβάνι
περιμένει τη σαιζόν μπαίνει με κομπινεζόν
και η συνοδεία φτάνει που σε πειρασμό σε βάνει
ξαπλωμένη στο γκαζόν διαολεμένη για μπλονζόν.

Με τη τσίχλα Χαρικλάκι εκδρομούλα μελτεμάκι
μες το άρμα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Χορν πω πω τι έπαθε
δίπλα της στο καρεκλάκι την τρεμούλα απ’ το σκαμνάκι
χάρμα ιδέσθαι μ’ έπειθε με ποπ κορν πως ένιωθε.

Ζέστη στο λεωφορείο καταράστηκε θηρίο
πιο παλιά σαράβαλο μια φορά απ’ τον διάβολο
όλο ζέση και με μπρίο να’ ναι αμάλλιαγο και κρύο
βασιλιά καρνάβαλο στην ουρά του άβολο.

Με ταμπεραμέντο φλέβα και χωρίς ταλέντο Εύα
καλλιτεχνική δονείς με τα κάλλη σου ηδονής
παρλαμέντο κάτσε ανέβα στο μομέντο και κατέβα
χάλι εθνικής σκηνής πάλι να μας συγκινείς.

Του θιάσου περιοδεία να εκθειάσουν την παιδεία
θα κινήσουν μπουλουκιού του σκοινιού και παλουκιού
Διονύσου συνοδεία θα διανύσουν με ωδεία
αν δεν φτάσουν τα εκιού και θα φτιάξουν μπάρμπεκιου.

Σκηνοθέτη Φαρμασώνη το σεκλέτι δεν σε σώνει
ρίξε το φαρμάκι σου δείξε το κορμάκι σου
βιλαέτι σου μασόνοι το δοβλέτι σε χρυσώνει
δείξε χανουμάκι σου πνίξε το μαϊμάκι σου.

Θοδωρή Κολοκοτρώνη στη Ντουγρή με το εγγόνι
με τα φέσια στα κλαδιά τη θεσπέσια αμμουδιά
στο ντορή του θεατρώνη και με τα γρι γρι του Γκιώνη
θέση πιάνει με λαδιά αίσια πάει τσιμουδιά.

Έκρινε το κονκορδάτο με ποινές για τον Κορδάτο
παπαδίστικη εκδοχή σκοταδιστική εποχή
της γυναίκας μυρωδάτο κι ο Σενέκας σε φρυδάτο
σώμα έχει και ψυχή κόμμα στέκει προσοχή.


Ο ΣΕΡ ΜΟΡΓΚΑΝ ΣΤΟ ΜΟΤΕΛ

Στις Αντίλλες Τζόνι γουόκερ με τσαντίλες τζιν γουότερ
έπινε σαν πειρατής κι έγινε διοικητής
με τη Θάτσερ παίζει πόκερ σερ τραπέζι με το τζόκερ
χάνει μονεταριστής σαν καρδιοκατακτητής.

Δίνει η χώρα του με ντρόγκαν με τον τίτλο του σερ Μόργκαν
σώο μασκότ πουκάμισο ένα ζώο και μισό
πίνει τώρα με το σλόγκαν απ’ τον κύκλο του στην Λόντραν
σκωτς ουίσκι σε μισώ δίχως κύπελλο χρυσό.

Γύριζε όλα τα καζίνα που του μύριζε η κουζίνα
κι όπου γίνονταν χοροί μα το πάει φιρί-φιρί
για να βγει με λιμουζίνα να τα σπάει με τη ντουζίνα
τώρα τον στενοχωρεί με τη χώρα στο σφυρί.

Μα Μοργκάκι μου του λέει στον αφρό το πλοίο πλέει
κρίση σ’ έπιασε καλέ αι τα πιάτα σπας λαέ
όχι για να βγούμε κλαίει απ’ την κρίση σε ριπλέι
σαν μωρό για χαβαλέ που καιρό το ανάβαλε.

Ναυτικός πριν σε μαούνα νηστικός με τη τσιγκούνα
ταξιδεύει με το ΚΤΕΛ μη ξοδεύει στο ΗOTEL
και τον έφτασε ως τα μπούνια που του έκαψε τη γούνα
για να πάνε στο κοκτέιλ και τα σπάνε στο ΜOTEL.

Σαν σπιτόγατος φευγάτος άγριος απ’ το Λος Γκάτος
δρόμος έφερε ως εκεί τρόμος στη Καραϊβική
σάλταρε γιαλού ο γάτος σάλπαρε γι’ αλλού σφουγγάτος
για Σιαμαία Ιαμαϊκή με σημαία Παναμαϊκή.

Για μεζέδες στη ταβέρνα οι γλεντζέδες με λατέρνα
ρέγκε του Μπομπ Μάρλεϋ και μαρέγκες Στάνλεϋ
οι γιεγιέδες με μοντέρνα οι σκεμπέδες στα γκουβέρνα
κι οι λακέδες Χάρλεϋ με λακέρδες Χάρβεϋ.

Για το στέμμα καραβέλα πίνει αίμα σαν τη βδέλλα
Γαργαντούας και φαγάς φαταούλας άρπαγας
γέννημα και θρέμμα έλα δίνει κρέμα στην πιατέλα
της ρεμούλας ο αγάς και τρεμούλας πρόσφυγας.



STAR IN THE NIGHT

Άστρο μοναδικό τη νύχτα είδα
μοκέτα πράσινη στο κάμπο αυλής
χοροπηδάδικο στην πίστα ακρίδα
μπαλέτα θάμπος της ανατολής
στο ξενυχτάδικο μαλτέζα γίδα.

Φέρνει η βροχή απ’ τη ρεματιά το θρήνο
κούκου που ηχεί στο Ψηλογέφυρο
και παίρνει τη ματιά σου απ’ τον γυρίνο
του βούρκου ανεμοζάλη ζέφυρο
που γέρνει το κεφάλι του άσπρο κρίνο.

Ζαπαντοβράχωρο καπνός βιρτζίνι
με προσοχή σκαλί του ατζαμή
στενάχωρο κι αχνός από βενζίνη
για προσευχή καλεί απ’ το τζαμί
και για χορό βραχνός σαν μουεζίνη.


Με Παπαστράτειων γιορτών την πείρα
κι εκεί που έβγαινε φασκόμηλο
σαν θάλασσα κυλάει τώρα η μπύρα
καμάκι για τον ναυτικό όμιλο
την τρίαινα του Ποσειδώνα πήρα.



APHRODITE CHILD

Διασκέδαση με φεγγαράδα κέφι
και πανδαιμόνιο μουσικής αυλής
παιδιά απ’ την ένταση αράδα ντέφι
και το αιώνιο μούσι της φυλής
με καλοπέραση πεδιάδα τρέφει.

Φωνάζουν στα σαλόνια για το τσάι
δια της μονοσωληνωτής οπής
κράζουν γλαρόνια Aphrodite child
στο κέντρο αχαλίνωτης ντροπής
και βγάζουν στα μπαλκόνια μας οφσάιντ.

Πετάρισμα στο ελληνικό τραγούδι
με ρίσκο ξένο ρεπερτόριο
ανωβλεφάρισμα σαν καλλιακούδι
και βρίσκω στο εστιατόριο
που βγαίνει ο δίσκος τους με το αρκούδι.

Γίνεται αυγερινός ο αποσπερίτης
που θα ’βρω πάλι το ξημέρωμα
στήνεται βραχνοκόκκορας λυρίτης
με μαύρο χάλι του το φτέρωμα
κι απομακρύνεται ο ξωμερίτης.






ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ ΓΙΑ ΚΑΤΑΛΥΤΕΣ

Χ
αράζει η μέρα με χάρο φορτηγό
με τον πυκνό καπνό που βγάζει σαν φουγάρο
κι εγώ το φιλτράρω
αναπνοή να πάρω
με μάσκα μη πνιγώ.

Α
π’το παράθυρο το παρακολουθώ
στη κατηφόρα που πατάει για ώρα γκάζι
έξω απ’ τα ρούχα βγάζει
και μέσα με αναγκάζει
για να κουκουλωθώ.


Π
αλιό σαράβαλο το εργολαβικό
κι ο αστυφύλακας μου λέει πώς να το πιάσω
τρέχω να το φτάσω
κι ύστερα πάω πάσσο
με βήμα ευλαβικό.

Ε
δώ δεν βλέπει ούτε αναπνέει κανείς
το καυσαέριο περνάει απ’ τη κουβέρτα
οδό σούρτα φέρτα
στους βολβούς αβέρτα
της VOLVO μηχανής.






ΤΟ ΤΡΑΙΝΟ ΤΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ

Είπα στον ταξιτζή ξεκίνα
πηγαίνω στο Αγρίνιο
μα Μακεδόνας στην Αθήνα
που ήξερε τα μέρη εκείνα
με πήγαινε για Αιγίνιο.

Αυτά είναι δικά σου πάρτα
αν είχε θάλασσα το Αγρίνιο
εμείς θα είμαστε απ’ την Άρτα
και ειδικά Virginia σκάρτα
θα σάπιζαν στο επίνειο.

Εγώ πηγαίνω προς του Βλάχου
κι εσύ για Μάντρα τράβα εμπρός
και για το τραίνο του Μονάχου
έμεινα στη σκιά ενός βράχου
και η γυναίκα του τού αντρός.

Για Καλογρέζα πας κοπέλα
και το ταξί έφυγε άδειο
είδα που έγραφε η ταμπέλα
προς Ολυμπιακό στάδιο
και Καλατράβα εσύ κορδέλα.















ΛΑΜΠΕΤΗ ΦΩΤΟΣ

Στρατιώτης μαύρος απ’το Ελσίνκι ακουμπάει
στο γόνατ’όπλο MADE φελιζόλ και σπάει
- έγχρωμος Ρίζος με καλά την Κυριακή-.
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ «αετός που κατεβαίνει
πολλές φορές πετώντας χαμηλά» και βγαίνει
με αχρωματοψία ασπρόμαυρη εκεί.

Ζωγράφος της ειρήνης στην πλατεία σκυμμένα
και λέρωσε τα ρούχα της καλά πλυμένα
με μία σκόνη που τα κάνει αστραφτερά.
Κι ήταν σωρό τα χρώματα γύρω απλωμένα
στη μαύρη μαρμαρόσκονη όμως ήταν ένα
και περιστέρι με κατάμαυρα φτερά.

Σαν δάσκαλός της για την επιτήρησή της
εικόνα μαύρη που για τη διατήρησή της
είπα τραβήξαμε κι εμείς μια πινελιά.
Δεν έχει πρασινάδα ο μουντός πλανήτης
κι ένας αέρας μαύρος πνίγει τη φωνή της
σαν φίδι που τυλίγει την ουρά θηλιά.

Με άγχος της γονατιστό θα ξεμακρύνει
σαν βράχος να σταθεί στο δυνατό μπουρίνι
και με ναυτία κόμπος κλείνει το λαιμό.
«Δεν το’θελα μαμά» θα πει σαν φιγουρίνι
αλλ’ έβριζε από μέσα της για την ειρήνη
που έβρισκε ως αιτία για τον πόλεμο.

ΕΣΕΝΑ ΤΟ ΛΕΩ

Σε μια γωνία στριφογύριζες σαν σβούρα
και με λαγνεία ζήτησες μια πατσαβούρα
και λέω αλάνι αν βάλεις μέσα αυτόν τον τύπο
απ’ το μελάνι δεν θα βγάλεις πλέον τον ρύπο.

Εσένα ναι το λέω κυρία στο σεσουάρ
σε φενακίζει εφημερίδα Φρανς Σουάρ
και σε χτενίζει Τριχωνίδα της Ραμσάρ
εσένα ναι το λέω κρύα πουρμπουάρ.

Στο δρόμο σου αγόρευσα πως τα στυπεία
με νόμο απαγόρευσαν χαμαιτυπεία
όμως πρακτόρευσα και με παρατυπία
με τρόμο αγόρασα Ελευθεροτυπία.

Εσένα λέω με συνοδούς που πάω κους κους
δεν σου διαφεύγει φάση με τηλεφακούς
σου φεύγει το καφάσι με αηδούς κακούς
εσένα ναι το λέω σ’ αγαπάω μ’ ακούς;











ΝΙΟΧΩΡΙ

Στο Νιοχώρι ένα αγόρι
για το πετροχημικό
δεν προχώρησαν μαγκιόροι
με τον Πέτρο χημικό.

Ηρωικοί και πρωτοπόροι
λένε αγώνα ταξικό
κι οι δακρυικοί τους πόροι
κλαίνε από ’να τοξικό.

Της Μυκόνου πελεκάνοι
και τον Πέτρο απ’ το λαιμό
ξεσηκώνουν να μη κάνει
με τον πετροπόλεμο.

Το χωριό τους θα το κάνει
με βρωμιές υπόνομο
και σαν πλυσταριό λεκάνη
με τις ερημιές νομό.

Η ανέγερσή του εντάσεις
φέρνει με κινήματα
κι η εξέγερση διαστάσεις
παίρνει με μηνύματα.

Σπάνε τις εγκαταστάσεις
με τα μηχανήματα
και ρωτάνε για τις στάσεις
ποιοι κινούν τα νήματα.

Και τους είπα κάθε μέρα
παίζει το μπιλιάρδο του
και στη τρύπα του αέρα
πέφτει με το φάρδος του.

Στον Αράκυνθο παντιέρα
σήκωσε στη ράβδο του
κι απ’ την Ζάκυνθο πιο πέρα
άκουσε ο βάρδος του.

ΣΤΟΧΟΛΟΥΛΟΥΔΟ

Εμμένουμε στο στόχο μας
με βέλη αγγελούδια
και μένουμε στο τόπο μας
στα έλη του λουλούδια.

Επικίνδυνα παιχνίδια
πόλεμο με πέτρες μας
και για τα δεινά μας ίδια
όπλα στις φαρέτρες μας.

Για την τιτάνια ρώμη μας
μιλούν στα παρλαμέντα
δεν παίρνονται οι δρόμοι μας
κι ας παίρνουν τα τσιμέντα.

Αφοριστικά στη σόλα
έλειωσαν ατύπωτα
και οριστικά πια όλα
τέλειωσαν ή τίποτα.

Η γύρη απ’ τα όνειρα
στα χείλη έχει μείνει
κι εγείρει για τα οκνηρά
κηφήνων έργα σμήνη.

Σαν τις μέλισσες βουίζουν
σφαίρες στην αυλόπορτα
πως αμέλησες σφυρίζουν
μέρες τα κουτόχορτα.

Στον κήπο νυχτολούλουδο
κρύβεσαι στο σκοτάδι
στον τύπο στοχολούλουδο
σε βάζουν στο σημάδι.

Αν τις όμορφες ιδέες
στο σκαμνί καθίζετε
απ’ τις νέες ορχΙΔΕΕΣ
το λαμνί τσακίζετε.
ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΚΟΥ

Δεν κερδίζεις δίχως κόπους
σωτηρία της ψυχής
και πηγαίνεις σ’ άγιους τόπους
ταξιδάκι αναψυχής.

Παπαδιά στο παρεκκλήσι
όταν λείπει ο παπάς
και ο νεωκόρος κλείσει
για παρέκκλιση θα πας.

Είσαι βόμβα ουρανίου
που σε λίγο θα εκραγεί
και σε τόπο του κρανίου
θα μεταβληθεί η γη.

Είσαι κινητό ωραίο
σεξοβόμβα εκρηκτική
κι επιφέρει το μοιραίο
επαφή σου ερωτική.

Απ’ της πόλης τα τσιμέντα
βγαίνεις για τη τσάρκα σου
και μοσχοβολάει μέντα
και λιβάνι η σάρκα σου.

Μένεις Ουρανίας έξι
μέσα σ’ ένα λήθαργο
και ο ουρανός θα βρέξει
ένα θάνατο αργό.

Ντροπαλή μα κατά βάθος
είσαι κούκλα μου καλή
θα σου στρώσω με το πάθος
της καρδιάς μου το χαλί.

Κάνουν έρωτα στο πάρκο
άγγελοι στο βόθρο τους
και ακούν το κατά Μάρκο
που αγγέλλει όρθρο τους.

ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ

Στέργω το αρχονταρίκι
έργο του Διζικιρίκη
οι φτωχοί και οι πατρίκιοι
με απαντοχή περίοικοι

που μιλούν με το σαρίκι
και λαλούν σαν κοκορίκοι
θηλυκά και πουτσαρίκοι
φιλικά με κουλαντρίκι

ο γλυκός καφές στο μπρίκι
αγιορείτικο τσικρίκι
κι επαφές με τεφαρίκι
πηλιορείτικο φηρίκι

στην Αμερική αγροίκοι
με το μίσος και τη φρίκη
μερικοί με πανωπροίκι
ίσως και κωλομπαρίκι

και των Αθηνών οι κρίκοι
με του Αγίου Βλασίου το ρείκι
πάμφθηνων στο αρμυρίκι
παραθαλασσίου με μπρίκι

χωρικοί στο χαμορίκι
από το λαιμό καρύκι
χορικοί με τον σιορίκη
και στον πόλεμο Αντρίκοι

με ντορή το πιτσιρίκι
που φορεί το σκουλαρίκι
λοιδορεί το Λιδορίκι
και κυκλοφορεί στην Τρίκκη

που το σέρνει Φρειδερίκη
για να παίζει με ζατρίκι
και τους φέρνει συχαρίκι
στο τραπέζι Βεατρίκη.


ΦΡΟΣΥΝΗ

Το γαρ πολύ του έρωτος
γεννά παραφροσύνη
στο μπαρ φιλί ξενέρωτος
θα έβγαινα Φροσύνη.

Της Παμβώτιδας η λίμνη
στης αμπώτιδας την πρύμνη
Θεσσαλιώτιδας οι σκύμνοι
και Φθιώτιδας οι ύμνοι.

Με λάβωσε ο φτερωτός
θεός με σωφροσύνη
και σκλάβωσε αλευτέρωτος
να θέλω αλλοφροσύνη.

Φιλελευθεροφροσύνη
φίλε με φιλοφροσύνη
και η γενναιοφροσύνη
είναι ματαιοφροσύνη.

Αλήτης αξημέρωτος
με ταπεινοφροσύνη
πολίτης ανημέρωτος
με τη δουλοφροσύνη.

Με τη κάρμα ευφροσύνη
φάρμα δέστε ελαφροσύνη
άρμα με μετριοφροσύνη
χάρμα ιδέσθαι αφροσύνη.

Τύραννος αφανέρωτος
με την αβροφροσύνη
και ουρανός αστέρωτος
για υψηλοφροσύνη.

Στην παγκόσμια φρικοσύνη
κόσμια νομιμοφροσύνη
για τα εγκόσμια εχεφροσύνη
υπερκόσμια ορθοφροσύνη.




ΜΝΗΜΗ
του ανιψιού μου Άκη
που έφυγε σε τροχαίο
τον Οκτώβριο του 2008
σε ηλικία 29 ετών.

Στην Αττική οδό πετάς
κερί όμως σαν φτερούγες
κι αν κατοικεί εδώ κοιτάς
που ερήμωσαν οι ρούγες.

Έμεινες γυρτός με βέλος
κι αίμα έσταξες κρουνό
έγινες αετός και τέλος
πέταξες στον ουρανό.

Με τα φτερά ψηλά πετάς
που έβγαλες στους ώμους
και χαμηλά δεν περπατάς
σε αυλές και υπονόμους.

Στη φωλιά σκοτάδια λύπης
που την γκρέμισε ο χαμός
άδεια από πουλιά που λείπεις
και την γέμισε ο καημός.

Άραγε από το μάθημα
την έκανες κοπάνα
και βάραγε αράθυμα
που σου έριξε καμπάνα.

Σαν τρανό ξεπεταρούδι
να πετάξεις βιάστηκες
και στον ουρανό αγγελούδι
τάξης προβιβάστηκες.

Φτερούγιζες στην άσφαλτο
τις τρέλες με αμυαλιά σου
κι ανέμιζες σαν άβγαλτο
κορδέλες τα μαλλιά σου.

Σαν ορίζοντας στη μέση
έχοντας το νήμα σου
και γνωρίζοντας θα πέσει
τρέχοντας στο μνήμα σου.


ΑΦΙΕΡΩΣΗ

Του ανάπηρου η νίκη
πύρρεια με το δεκανίκι
ζάπυρου Θεσσαλονίκη
στα λιοπύρια και στο νοίκι

βάμπιρου με το βερνίκι
στα δαιμονοπύρια Νίκη
πάπυρου απ’τη Φοινίκη
με σεξπήρεια σου ανήκει

καμασούτρα τάδε έφη
Ζαρατούστρα που επιστρέφει
χάραμα η τσούπρα Έφη
με τα λούστρα και τη στέφει

φιλικά στην Κατερίνα
που ζυμώνει σαν φαρίνα
τα γλυκά της φουρναρίνα
και ζει μόνη σινιορίνα

στης ζωής το ανηφόρι
με βροχή και ξεροβόρι
θα επιζήσουν αιμοβόροι
προσοχή στο μεσοφόρι

το αγιάζι πανωφόρι
δε μας βγάζει με το ζόρι
κι ας μυζήσουν πόλη φόροι
για να ζήσουν όλοι Φόρη

του αγίου Χριστοφόρου
του σφαγίου αχθοφόρου
του αγρίου μισθοφόρου
του παγίου και του φόρου

εκμαγείου μασκοφόρου
και αγγείου αιμοφόρου
πελαγίου Θεοδώρου
ναυαγίου εωσφόρου.



ΨΩΜΙ ΚΙ ΕΛΙΑ

Καλύτερα ψωμί κι ελιά
και κάλλιο με λαγάνα
παρά ωμή κρεατοελιά
του παλιομαλαγάνα.

Κότσο πάντοτε με πιάνει
στο καμίνι με τη γάνα
κι απ’ τον Κώτσο παντεσπάνι
δε θα μείνει τον φαγάνα.

Ελιά φτωχών χαβιάρι σαν
του Ωνάση μου ανήκει
και κοπελιά νοικάρισσα
που θα πεινάσει νοίκι.

Αποκριές και με τη Νίκη
φύγαμε φουρνάρισσα
για εκλογές και με τη νίκη
πήγα και τον μαύρισα.

Απ’ το Τατόι στα ψηλά
βορείου προαστίου
και στο κατώι χαμηλά
του κρύου συσσιτίου.

Δρόμος κι έλλειψη ασβεστίου
με πονούν τα κόκκαλα
όμως στη Βουκουρεστίου
δεν πεινούν που τρων καλά.

Δεν είδα από τα μάτια μου
θα δω από τα φρύδια
πατρίδα στα παλάτια σου
εξαποδώ τα φίδια.

Θα μου σπάσει τα καρύδια
να ρουφήξει το μυαλό
που θα πιάσει σαν τα στρείδια
και θα ρίξει στο γιαλό.




ΔΩΡΑ ΧΑΡΑΣ

Δώρα χαράς για τα παιδιά
που τρέχουν για βοήθεια
Πανδώρα συμφοράς καρδιά
έχουν κι αυτά στα στήθια.

Πρόσωπο ευειδές σελήνης
που ξεφεύγει απ’ την αδράνεια
αστεροειδές γαλήνης
για να φέγγει στα ουράνια.

Για τη χαρά της προσφοράς
που παίρνεις όταν δίνεις
σαν μάνα που κοιλοπονάς
και φέρνεις της οδύνης.

Τη θαυματουργή σου εικόνα
οι πιστοί σου θα φιλήσουν
να τελετουργεί κοκόνα
και φτυστή θα ιεροσυλήσουν.

Στην εγωκεντρική εποχή
τα έργα οι άμυνές σου
λειτουργική ολομόναχη
με τις περγαμηνές σου.

Για τον διπλανό σου η αγάπη
σαν σε ζυγαριά βαραίνει
και των αλλωνών η λάσπη
με κατεργαριά δεν γέρνει.

Τα μάτια σου αθώρητη
στα εγκλήματα δεν κλείνεις
σε υγρά δωμάτια αθόρυβη
προβλήματα να λύνεις.

Φλόγα της καρδιάς μου μείνε
κι άσβηστη το φως σου δίνε
σε μια κώχη ιερό του Είναι
κι όχι για το θεαθήναι.





ΠΥΡΡΕΙΑ ΝΙΚΗ

Ακολουθώ το πάθος μου
σαν Μαραθωνοδρόμος
κι ας μαραθώ στο βάθος μου
δεν σταματάω όμως.

Μαραθώνιο ξεκινάω
μέχρι να μου πεις το ναι
μακροχρόνιο κι ας πονάω
έστω πες το κι έγινε.

Ψυχή και σώμα δίνομαι
στο Μαραθώνιο αγάπης
κι ακόμα λιώμα γίνομαι
στο χώμα χλοοτάπης.

Έβαλες ψηλά τον πήχη
άστρο μου για να διαβώ
και δεν γκρέμισες τα τείχη
απ’ το κάστρο σου να μπω.

Στο στάδιο με περίπολο
να μπω θα συνεχίσω
κι από το άδειο κύπελλο
να πιω κι ας ξεψυχήσω.

Φτερωτός μαντατοφόρος
Μαραθώνιος έφηβος
αφανέρωτος πυρφόρος
στο αιώνιο έρεβος.

Σου λέω νενικήκαμεν
στο στάδιο για τη μάχη
και κλαίω εν τούτω νίκα μεν
αλλ’ άδειο το στομάχι.

Για το γύρο του θριάμβου
με την πύρρεια νίκη μου
για να γείρω διθυράμβου
πήρα δεκανίκι μου.




ΜΑΡΑΘΩΝΟΔΡΟΜΟΣ

Άβατο για επισκέψεις σου
οι δρόμοι χάλι ακούσιοι
διάβα το κι ίσως σκέψη σου
ενδόμυχ’ άλλη ακούσει.

Άγιος Μαραθωνοδρόμος
δεν τιμάται η μνήμη του
άγριος ο Δίας όμως
σε γεννά απ’ την κνήμη του.

Στην παραδείσια διαδρομή
με συνεπαίρνει ο Άθως
και στη φιδίσια της γραμμή
με παρασέρνει Σκιάθος.

Με δροσιές με περιλούεις
άγριος να εξαγνιστώ
με βρισιές θα γίνω Λούης
κι άγιος θα εξαφανιστώ.

Θα κάνω τεστ κοπώσεως
τροχάδην σαν ταχεία
κι ως τελικής σου πτώσεως
με χάδι πυγμαχία.

Σαν ξεδοντιασμένη γνάθος
βγήκα με τα νάζια σου
και σκυμμένη σκιά με άχθος
μπήκα στα γρανάζια σου.

Ελέγχω τις δυνάμεις μου
ως που μπορώ να φτάσω
κι αντέχω στο τσουνάμι σου
τα όρια μου να σπάσω.

Απ’ τη γέφυρα στο Ρίο
Μαραθόκαμπο αχανή
στη γενέτειρα θηρίο
θα ’μπω ατμομηχανή.




ΚΑΤΕΡΙΝΑ

Μαγευτό φως Κατερίνα
στη γαλάζια σου μαρίνα
δυο κοχύλια θάλασσες.

Να γευτώ την αθερίνα
με ατλάζια οκαρίνα
χείλια δίχτυα χάλασες.

Δάγκωσα τη λαμαρίνα
σαν να μάγκωσα καρίνα
για το μήνα μέλιτος.

Για τον έρωτα γιατρίνα
δεν ρωτάς δικηγορίνα
είναι ο λόγος σου λιτός.

Στα σχολεία ταμπουρίνα
τα βιβλία σου σαν κρίνα
κράταγες στα χέρια σου.

Μεγαλεία που τσαρίνα
γι’ ασχολία σοφερίνα
διαταγές μαχαίρια σου.

Όμορφή μου σινιορίνα
του μπαξέ μου καρδερίνα
έφραξε μεσ’το κλουβί.

Για το γάμο σου σειρήνα
μεσ’ την άμμο με κλαρίνα
θα χορέψουμε βουβοί.


ΣΕΒΕΡΙΝΑ

Του εμίρη βερβερίνα
κακομοίρη έρμη Ρίνα
του καρμίρη σου χαλές.

Του δεμίρη Σεβερίνα
καλομοίρη μαρμαρίνα
μύρει κακοτράχαλες.

Στο τσαντίρι μπαλαρίνα
σημαντήρι με κλαρίνα
και κροντήρι για γουλιές.

Για χατίρι σου καφρίνα
στο ποτήρι σου αφρίνα
σουρωτήρι γι’ ατσαλιές.

Νοικοκύρη κυριαρίνα
με μπακίρι στη βιτρίνα
του τσακίρη σου ματιές.

Καλοκύρη φουρναρίνα
στου φακίρη τον πυρήνα
χαρακίρι και γητειές.

Στο μπαΐρι σκιουρίνα
τζοβαΐρι προεδρίνα
και χαΐρι βερβελιές.

Για χαζίρι στη κατρίνα
του ναζίρη κοττερίνα
και βεζίρη βουρδουλιές.

ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ

Στο ταμπούρι Λασκαρίνα
με κουμπούρι λάσκα Ρήνα
καλαμπούρι χαβαλές.

Στο καβούρι καβουρίνα
κανναβούρι με φαρίνα
στο κιβούρι έβαλες.

Με πλιγούρι τεντζερίνα
του λιγούρη σου Τυρίνα
και γουργούρη ζαβολιές.

Με παγούρι φανταρίνα
στο ζυγούρι λιονταρίνα
για το γούρι δυο γουλιές.

Με σαμούρι πελερίνα
του χλιμούρη σου Τιγρήνα
και χαμούρι μαργιολιές.

Με φλαμούρι Σαμαρίνα
του μουρμούρη πρακτορίνα
και φακιδομούρη ελιές.

Φυλακούρη θυρωρίνα
κούροι για τη θεατρίνα
με τσεκούρι απειλές.

Βαρθακούρη βαπορίνα
σκούροι με τη Θατσερίνα
το μπακούρι εξόκειλες.


ΦΑΝΤΑΡΙΝΑ


Στο καψιμί κορνάρισες
του REO σωφερίνα
που το ψωμί φουρνάρισες
ωραίο φανταρίνα.

Οπ θα ξαφνιστώ σειρήνα
κι αχνιστό στη λαμαρίνα
κάνω στοπ στη φουρναρίνα
για ζεστό ψωμί φαρίνα.

Την κουραμάνα σου άρπαξα
στο χέρι μου εφεδρίνα
που ’ριξες μάννα κι άραξα
έρημου καγκουρίνα.

Ραμαζάνι βερβερίνα
στη Κοζάνη Κατερίνα
στο καζάνι σινιορίνα
με λαζάνι παστορίνα.

Μοσχομυρίζεις γιασεμί
από τη Μόσχα Ιρίνα
και ξαρμυρίζεις το ψωμί
με τάρτα Ταταρίνα.

Κουρεμένη αγορίνα
στο αμπρί σαν τη Σαμπρίνα
αγριεμένη πουτσαρίνα
και γαμπροί για την Κορίνα.

Σαν μουσαφίρης στο στρατό
χτυπώ τα ταμπουρίνα
και μας σερβίρεις φαγητό
στο μέτωπο τσαρίνα.

Ματοτσίνορα φρουρίνα
που σφαλάς κοχύλια Ρήνα
σύνορα με λαζαρίνα
μας φυλάς και χιλιαρίνα.



ΠΑΠΑΔΗΜΑΣ

Στα σούπερ μάρκετ προσφορές
μα τα ευρώ μου λίγα
και κούπες μπάσκετ διάφορες
θα βρω στην ευρωλίγκα.

Της νοικοκυράς καλάθι
Συρανό ντε Μπερζεράκ
γράφω φουκαράς με λάθη
μπρος στον τύραννο με τρακ.

Δίπλα στο φούρνο σκυθρωπός
η διάθεσή μου αλλάζει
νιώθω διπλά σαν άνθρωπος
κι ας τρώει το αγιάζι.

Εποχή της αφθονίας
με τα χέρια στα ζυμάρια
και φτωχοί ζηλοφθονίας
στα μαχαίρια για ευμάρεια.

Με το σημίτι ο καφές
πεινώ κι όχι δεν λέω
στη μύτη μου ανασκαφές
Πινόκιο μιξοκλαίω.

Παλληκάρι το παιδί μας
σήκωσε με αρασέ
το ζυμάρι ο Παπαδήμας
ζύμωσε και μ’ άρεσε.

Θυμώνω που δεν συγκινώ
τωόντι ψωμοζήτης
το μόνο που έχουμε κοινό
το δόντι τραπεζίτης.

Στο σχολείο η Πιπίτσα
πριν πεινάσει έχει φάει
και με το βιβλίο πίτσα
θα ετοιμάσει Πασιφάη.



ΕΦΗ

Απόψε αερένιο μου κορμί
με τ’ άστρα Ραφαήλο
κόψε σταρένιο μου ψωμί
στη γάστρα με παφίλω.

Aγγελούδι εσένα οφείλω
το τραγούδι σ’ ένα φύλλο
που σαν γυναικείο φύλο
είναι οικείο για τον φίλο.

Το βράδυ φέρνει ταραχή
πόθο κι επιθυμία
σκοτάδι παίρνει τη ψυχή
και νοιώθω ραθυμία.

Μια βραδιά με νηνεμία
τσιμουδιά φωνή καμία
και στην αμμουδιά Ευθυμία
στη καρδιά μου τρικυμία.

Σαν ναυαγός που απ’ τη στεριά
για σωτηρία γνέφει
στο πέλαγος και ξαστεριά
διώχνει τα κρύα νέφη.

Θα σου φέρω ένα ντέφι
στολισμένο με σιντέφι
κι όταν υποφέρω Έφη
στο θλιμμένο κάνε κέφι.

Ανέφελη χρυσή καρδιά
στου κόσμου τη μαυρίλα
κι ανέμελη σαν τα παιδιά
δος μου ανατριχίλα.

Σαν του άγριου γορίλα
που αρχίζει τη γκαρίλα
και αρχάριου την ασπρίλα
που μυρίζει και ψαρίλα.





ΓΙΩΤΑ

Φουρνάρισσα τον Αύγουστο
έχεις ξανάψει Γιώτα
κορνάρισα για ν’ ακουστώ
ξανά με το TOYOTA.

Μαγκουρίτσα για το γιώτα
πλάθεις ζυμαράκι σου
κουλουρίτσα Παναγιώτα
λάθη απ’ το χεράκι σου.

Για τη φωτιά στον Όλυμπο
χάλασα Προμηθέας
και στη ματιά σου κολυμπώ
θάλασσα Τερψιθέας.

Με τα στήθια το ζυμώνεις
κι είναι αφράτο και γλυκό
και ο Σπίθας στο καμιόνι
κάνει σάλτο για υλικό.

Η Κατερίνα στη γωνιά
κι ο Γιώργος της Θαλάσσης
κατρίνα με την παγωνιά
όργιο μη μας χαλάσεις.

Στο παλάτι της κοκότα
μ’ έβαλε η Καλυψώ
για το αλάτι στη μπομπότα
κι έβγαλε φιλί λειψό.

Του Ποσειδώνα τρίαινα
χτυπάει το γλαρόνι
και τσαπερδόνα τυραννά
που πάει και ιλαρώνει.

Στη δουλειά την ξεθεώνει
κι αν τελειώνει την ρωτά
που αγκαλιά με την Θεώνη
λειώνει με τον έρωτα.



ΧΡΙΣΤΙΝΑ

Μέσα στη σκέψη μου θεά
κάποτε σε θεωρούσα
που να πιστέψει ο, τι έπαθα
ποτέ δεν θα μπορούσα.

Έχασα κάθε αυταπάτη
πως δεν ήσουνα θεούσα
κι έφτασες στο σκαλοπάτι
της αβύσσου που ποθούσα.

Έπεσες τόσο χαμηλά
κι έχασα κάθε ιδέα
που’ χα για σένα και ψηλά
μου φάνταζες σπουδαία.

Έκανες καλά μα χάνεις
περιπέτεια ερωτιδέα
αλλά μη μου ξανακάνεις
κι άλλα τέτοια σου χυδαία.

Πονάω και κλαίω μοναχός
νύχτα πανάθεμά σε
ξυπνάω και λέω σαν αχός
πνιχτά να με θυμάσαι.

Τα εγκόσμια στον τοίχο
διέγραψες και απαρνιέσαι
και τα εγκώμια για τον στίχο
που μου έγραψες αρνιέσαι.

Μ’ ευχέλαιό σου λιπαρό
πιστός στον έρωτά σου
το έλεός σου εκλιπαρώ
γονατιστός μπροστά σου.

Αχ ! Χριστίνα η μορφή σου
δεν μου φεύγει από τα μάτια
και κουρτίνα στο προφίλ σου
δεν μου φέγγει στα δωμάτια.




ΚΥΡΑ ΠΑΤΡΑ

Κυρά Πάτρα στο τσαρδί σου
χαρτζιλίκωσες παιδί σου
και στη γλάστρα το κλειδί σου
άφησες του παραδείσου.

Μαθητής οικότροφός σου
άναψες πρωί το φως σου
κι εικοσάρικο κρυφό σου
άστραψες για το σοφό σου.

Απ’ την πόλη σαν ομάδα
φεύγατε για την πεδιάδα
όλοι σας για μια εβδομάδα
που μαζεύατε χαμάδα.

Σε θυμάμαι κυρά Πάτρα
που με σήκωσες στη πάστρα
να κοιμάμαι και στη λιάστρα
με ασήμωσες με πιάστρα.

Με μαυραγορίτη άντρα
θα μου γυάλιζε σαν χάντρα
σε μια κρύπτη στη μεσάντρα
που ασφάλιζε στη μάντρα.

Μπατιράκι απ’ την τράκα
που δεν άντεξα να πω όχι
με τυράκι του στη φάκα
σαν να το άρπαξε απόχη.

Όταν άκουσα το τσάκα
ήταν πια μακριά οι στόχοι
και την άγουσα με σάκα
και με δάκρυα στο μετόχι.

Στη ζωή μου αυτό το κέρμα
θα με ακολουθεί στα έρμα
χρόνια που κυλούν στο τέρμα
με τη καταφρόνια γέρμα.




ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ

Ν’ αγοράσω καραμέλες
από το περίπτερο
ή να βράσω κουκουμέλες
με αλατοπίπερο.

Από χούι παπαδέλες
αγριοπερίστερο
που ακούει παπαρδέλες
από τον πρεσβύτερο.

Φαγητό στο ταβερνάκι
δεν θα φάω καλύτερο
και για παγωτό χωνάκι
πάω το ταχύτερο.

Με κοντό παντελονάκι
νήπιο για τον ίκτερο
πριν χτυπήσει καμπανάκι
τρύπιο από κασσίτερο.

Τρεις το λάδι τρεις το ξίδι
έξι το λαδόξυδο
και το βράδυ στριμωξίδι
έξυπνου θα βγει ξινό.

Να μη φύγεις για ταξίδι
θα επιλέξεις από εδώ
και με πνίγεις Γαλαξίδι
μη τις βρέξεις αν σε δω.

Από το εικοσάρικό μου
που θα πάρω τα λιμά
και με το κουρσάρικό μου
θα σαλπάρω διάλειμμα.

Πίσω για το σπιτικό μου
δεν θα βρω κατάλυμα
και να πείσω σκεπτικό μου
για τα ευρώ μου κάλυμμα.




ΚΑΤΑΛΗΨΗ

Έρχεσαι στα όνειρά μου
κατά επανάληψη
και στο στρώμα μου κυρά μου
έκανες κατάληψη.

Κατειλημμένη τάξη σου
περνάς σαν τον αέρα
ντυμένη στο μετάξι σου
που το κουνάς παντιέρα.

Στη κρεβατοκάμαρά μου
έκανες κατάσταση
και στον έρωτα χαρά μου
φέρνεις επανάσταση.

Στο πάτωμα το στρωματέξ
θα βρεις στις καταλήψεις
δυο άτομα να κάνουν σεξ
χωρίς προκαταλήψεις.

Βγάζεις τα εσώψυχά σου
με μπογιές και χρώματα
και με τα εσώρουχά σου
κάνεις οχυρώματα.

Σαφώς διαβάζω υπογραφή
με σινική μελάνη
στο φως και βγάζω την κρυφή
κι εικονική σου πλάνη.

Ντριν.. και τα γλυκά φιλάκια
χάνω μ’ εγκατάλειψη
πριν απ’ τ’ άλικα χειλάκια
κάνω την μετάληψη.

Με χάδια νύχτες έρωτα
να κάνουμε απεργία
για βράδια αξημέρωτα
μη χάνουμε αργία.




ΣΤΕΛΛΑ

Πλέω στα υπόγεια με κρασί
που πάω στη Κομποστέλλα
και λέω τα λόγια μου φαρσί
πως σ’ αγαπάω Στέλλα.

Στέλλα δεν κρατάω μαχαίρι
Τουρκολίμανο κι εγώ
έλα παρατάω το χέρι
βούρκο αλίμονο να βγω.

Πολιορκώ το κάστρο σου
με βάρκα στη Καστέλα
και ρυμουλκώ το άστρο σου
για τσάρκα με σκουτέλα.

Θα σαλπάρει το στελλάδο
Στέλλα από τον Πειραιά
και θα πάρει εκτός Ελλάδος
στέλνοντάς μας μακριά.

Για το σκορβούτο έβαλα
μπυρόνια στα μαστέλα
κι αντί για φρούτο υπέρβαλα
με μακαρόνια Stella.

Πως στο Σφαξ με το στιλέτο
έσφαξα και φούνταρα
με το φαξ απόστειλέ το
έσφαλλα που φούντωσα.

Γρηγόρη προξενόπουλο
βαλάντωσες κοπέλα
κι αγόρι διαπλασόπουλο
ταλάντευσες Εστέλα.

Stella Style Τριχωνίδα
κυματίζουν τα μαλλιά
πέλαγος με ιστιοσανίδα
σχίζουν τον Καβομαλλιά.



ΛΕΩΦΟΡΕΙΟΠΕΙΡΑΤΕΙΑ

Με πέρασες για τον Χασάν
στο λεωφορείο με δέμα
με κέρασες το κρουασάν
και λέω κρύο γεύμα.

Λεωφορειοπειρατεία
με τα εκρηκτικά ηρέμα
και σας λέω με μπρίο αστεία
πάρτε ορεκτικά και κρέμα.

Μέσα στο αυτοκίνητο
φόβος φυλάει τα έρμα
μπαμπέσα με το κινητό
βόμβος μιλάει ως το τέρμα.

Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα
μα γενναίος λέω πολέμα
σαν γαμπρός να πείσω θρέμμα
είμαι Αθηναίος με ψέμα.

Στην αγκαλιά του έρωτα
μ’ έριξες μ’ ένα βλέμμα
και για φιλιά αξημέρωτα
μου έδειξες με νεύμα.

Έρωτάς σου καταλύτης
σαν να πέρασε το ρεύμα
και ρωτάς αν είναι αλήτης
που συγκέρασε με πνεύμα.

Βασίλισσα της ομορφιάς
με σκήπτρο και με στέμμα
φίλησα και της συντροφιάς
προκύπτω πρώτο θέμα.

Δεν θ’ ανάψω τη φυτίλα
που σας έκοψα το γνέμα
και ας κλάψω απ’ την ξεφτίλα
που δεν έπνιξα στο αίμα.

Μες τη κοιλιά σου έγκυος
κυοφορείς το σπέρμα
και αγκαλιά αλληλέγγυος
κυκλοφορείς στο γέρμα.

Τον κακόμοιρο με φλέγμα
περιγελάει κακοποιό
που σαν όμηρο με πλέγμα
σου μιλάει ηθοποιό.



ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ Ο ΠΟΘΟΣ

Στα δρομολόγια Περισσού
στάση άγια Αναστασία
τα λόγια εκ του περισσού
να φτάσει στην ουσία.

Σαν κορνίζα κρεμασμένη
σε γραφείο κόμματος
Μόνα Λίζα περιμένει
επαφή του σώματος.

Κρεμιέται όρθιος εσμός
με ζορισμένο ύφος
και λύεται γόρδιος δεσμός
κομμένος με το ξίφος.

Στέλλα πέρασε κοντά μου
στο λεωφορείο Πόθο
κάθισε στα γόνατά μου
να σου λέω στο κρύο τι νιώθω.

Νιώθω το ρίγος στο κορμί
να διαπερνάει σαν ρεύμα
πόθο με σφρίγος και ορμή
που κυβερνάει το πνεύμα.

Έλα στο γυμνό μπροστά μου
που ’χω αμφορείς σου γεύμα
γέλα στο κυνόδοντά μου
ρούχο μη φορείς για φέρμα.

Κυκλοφορεί το αίμα σου
ζεστό κάτω απ’ το δέρμα
ν’ αδιαφορείς το ψέμα σου
δεν θα δεχτώ σαν κέρμα.

Αφουγκράζομαι τον πόθο
να κυκλοφορεί στο αίμα
κι αν κουράζομαι το νιώθω
δεν θ’ αδιαφορείς στο τέρμα.





ΜΠΟΥΚΕΤΟ

Εμείς οι δύο δεν μοιάζουμε
λουλούδια σε μπουκέτο
και στο ωδείο ταιριάζουμε
τραγούδια σαν ντουέτο.

Κλειδοκύμβαλα λουκέτο
για τα σκύβαλα στο γκέτο
με τροφές στο κουζινέτο
και καφές στο καμινέτο.

Μαζί σαν καφεζάχαρη
πάμε κι εμείς πακέτο
μες τη ζωή την άχαρη
να μη λυπάμαι σκέτο.

Πικραμύγδαλο κουφέτο
πήρα τσίγαλό μου φέτο
άναψε το σιγαρέτο
να το κάψουμε αμαρέτο.

Ους έρωτας συνέζευξε
θεός μη χωριζέτω
μη τους ρωτάς ποιος έφταιξε
παθός συγχώρησέ το.

Ήρεμο στο βαρονέτο
θα μιλήσει κλαρινέτο
στο γκρεμό το βαγονέτο
να κατρακυλήσει νέτο.

Σαν όχλος ασυγκράτητος
το πλήθος στο φιλέτο
πρώτος ο αναμάρτητος
το λίθο του βαλέτω.

Προσκλητήριο στο μπαλέτο
θα τους στείλουμε μπιλιέτο
και μυστήριο με μουσκέτο
θ’ αναγγείλουμε οργανέτο.




ΜΑΥΡΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ

Μαύρο μου τριαντάφυλλο
μ’ ελκύεις κατάλαβέ το
και λάβρο μου το δάκτυλο
μην αποκλείεις με βέτο.

Με γαρύφαλλο στο πέτο
και στο μάγουλο ελιά
κύμβαλο στο παραπέτο
με νταούλια και βιολιά.

Στη ξωτική σου ομορφιά
σου γράφω το σονέτο
κι εκστατική για ζωγραφιά
ζωγράφο καβαλέτο.

Με το βλέμμα μου το ντρέτο
θα σου φτιάξω μια βραδιά
με το αίμα μου πορτρέτο
που θα στάξω απ’ την καρδιά.

Παπούτσι από τον τόπο σου
και γόβα σου στιλέτο
του Γκούτσι για τον κόπο σου
λώβα στο λαζαρέτο.

Θα σε βγάλει τραμπουκέτο
σαν Τραβιάτα στη σκηνή
να σου βάλει το κασκέτο
για τη στράτα σαν κοινή.

Στον άρρωστο επιτρέπεται
Στέλλα να φάει σπαγέτο
στο άγνωστο πορεύεται
κοπέλα πάει πικέτο.

Άναψε το σπερματσέτο
κούκλα μου μελαχρινή
άστραψε με το ταπέτο
μπούκλα σου μαχαρανή.


ΕΜΟΥ ΤΟΥ ΑΙΔΟΙΟΥ

Το καρδιόσχημό μας δύο
κύκνων λαιμού ιδίου αναδύω
το αιδοιόσχημο εκδύω
κι εμού του αιδοίου επενδύω.

Στα υπόγεια παιγνιδίων
όλο πάθος καφωδείων
με τα λόγια πορνιδίων
ψώλο εις βάθος διεισδύω.

Πόλη των ναρκοπεδίων
σε μαγνητικό πεδίο
σαν δυο πόλοι καλωδίων
για το εκρηκτικό Ε2.

Θέμα εκδότρια γονιδίων
που μας δίνουν κι εφοδίων
και τ’ αλλότρια εξ ιδίων
κάποιοι κρίνουν νυμφιδίων.

Με τους τοίχους φυλλαδίων
που γελώ και των σπονδείων
στίχους μου των τετραδίων
σούργελο των αρμοδίων.

Για το φόβο επεισοδίων
και μπουγέλων αιφνιδίων
κόβω επίσης γλωσσιδίων
χαμογέλιων εγκαρδίων.

Μακριά μετ’ εμποδίων
λόγω φόρων διοδίων
και με δάκρια τριωδίων
σαν εμπόρων πλανοδίων.

Για τον χωρισμό αντίο
δεν θα πούμε τουναντίον
για χρησμό του στο μαντείο
δεν θα μπούμε των παντοίων.




ΓΕΩΡΓΙΑ


Αχ! όλο φωτιά Γεωργία
και δουλεύεις στο νερό
στόλο με φωταγωγία
που μας κλέβεις φανερό.

Της νυχτός πυγολαμπίδα
στις υδρεύσεις Αχελώου
μύγα εκτός πηγών σε είδα
στις αποχετεύσεις σώου.

Κάνεις πάρτυ μεθυσμένη
σε γραφείο παγερό
και εισπράττεις καθισμένη
στο ταμείο μισθό γερό.

Αχ! μυγίτσα ερωτευμένη
σαν τη χρυσαλλίδα βόθρου
και βρωμίτσα διαλυμένη
απ’ την ηλιαχτίδα όρθρου.

Μας ρουφάς με λαιμαργία
σαν κουνούπι ανωφελές
και κρυφά κωλυσιεργία
Σνούπυ με υδρόφιλες.

Καις σαν πυρωμένη λάβα
ηφαιστείου εν ενεργεία
και απολυμαίνεις σκλάβα
στάβλους προαστίου Αυγεία.

Κύρια εκεί μυσταγωγία
φέγγεις σαν τον φώσφορο
και την Κυριακή αργία
φεύγεις για το πρόσφορο.

Με τα μάτια μου σε τρώω
που διαβαίνεις ξελογιάστρα
στα δωμάτια με υπερώο
βγαίνεις νύχτα έξω στ’ άστρα.




ΧΡΥΣΟΥΛΑ

Αχ! Χρυσούλα μέλι στάζεις
και χρυσούς σου κόσμους τάζεις
Κεχρινία ιδωμένη
και μικρούλα χαϊδεμένη.

Αχ! για τα γλυκά φιλιά σου
είναι ο νους μας στο κεχρί
κι όποιος μπει στην αγκαλιά σου
τον παράδεισο θα βρει.

Αχ! Χρυσούλα ποιος θα πάρει
το χρυσό σου κεχριμπάρι
τη χρυσή καρδιά σου δος μου
στο μπατίρη αυτού του κόσμου.

Αχ! Χρυσούλα μέσα σ’άλλους
μεταφέρεις ουρανούς
σε μικρούς και σε μεγάλους
που δεν τους χωράει ο νους.

Αχ! Χρυσούλα σε κοιτάω
μα κορούλα δεν κοτάω
χάδι στην επιδερμίδα
κάθε βράδυ σαν τον Μίδα.

Αχ! Χρυσούλα με τουμπάρεις
σε μασούρι τα λεφτά
πονηρούλα να μου πάρεις
του χασούρη στα κλεφτά.

Αχ! Χρυσούλα σαν τον Κροίσο
στη βρυσούλα θα δακρύσω
γίνεται νερό χρυσάφι
και δεν πίνεται με τσάφη.

Αχ! Χρυσούλα στον αέρα
ερτζιανών που ραδιουργείς
άκου στη χρυσή σου σφαίρα
ταπεινών φωνούλα γης.




ΜΕΛΙΝΑ

Μελίνα τ’ όνομα γλυκά
σαν τα ποτά σταλάζει
και Μελανί στα Γαλλικά
τίποτα δεν αλλάζει.

Μελανόμορφο αγγείο
νέου αμαλγάματος
λυγερόκορμο εκμαγείο
του αρχαίου αγάλματος.

Ελγίνειο που χάθηκες
Καρυάτις Ερεχθείου
το γήινο σιχάθηκες
με τη σκουριά της θείου.

Με το μέλι σου λιγώνεις
και με λειώνεις σαν κερί
δεν σε μέλει που πληγώνεις
και τελειώνεις με κεντρί.

Σαν τα φιδοπουκάμισα
με άλλαξες κι εμένα
σταφιδωμένο ανάμεσα
με τ’ άλλα πεταμένα.

Δεν συγκράτησες το σήμα
δούλα στα τηλέτυπα
και ξεστράτισες στο σύρμα
που η καρδούλα σου χτυπά.

Το λέει η περδικούλα σου
κι αν άσπρισε γεράκι
μαύρισε η ψυχούλα σου
και κλαίει καλογεράκι.

Ξέρω πως δεν είναι ασβέστης
μόνο ο Παρθενώνας σου
και θα φέρω πυροσβέστης
το χρυσό αιώνα σου.



ΕΛΙΝΑ

Μέσα στο Ελληνάδικο
γυρεύω την Ελίνα
και μέσα στο σκυλάδικο
χορεύω Μεσσαλίνα.

Στα δωμάτια συναξάρια
μελετάει αγίων βίους
και τα μάτια της δοξάρια
ξενυχτάει για τους πληβείους.

Με σέξι ρεπερτόριο
κάνει σουξέ κομμάτια
πριν φέξει ορατόριο
που έτσουξε τα μάτια.

Την πολιορκεί ο Πάρης
του χωριού ο γκομενιάρης
την επίορκη να πάρεις
του χεριού σου αλανιάρης.

Στη σκόνη Ινδιάνος κυνηγός
με ντούρο στη σαβάνα
φουσκώνει διάνος σύζυγος
με πούρο απ’ την Αβάνα.

Όσο διαρκεί η λατρεία
με αποκοτιά σιμώνει
κι όσο πολιορκεί την Τροία
η φωτιά της δυναμώνει.

Στην αγκαλιά του μακριά
θα πάρει την Ελένη
και με φιλιά τα δάκρια
του Πάρη θα ξεπλένει.

Μύκητα μυζείς τη ρόγα
σταφυλιών για μούστο ξύδι
μη κοιτάζεις στην πιρόγα
των φιλιών μας το ταξίδι.




ΕΛΕΝΗ

Κοιτάζεις σύμβολο ομορφιάς
ωραία στο καθρέφτη
και είδωλο της συντροφιάς
παρέα δεν βγάζεις ψεύτη.

Μέσα στα δωμάτια πέφτει
φως σου κατακόρυφα
και στα μάτια καρδιοκλέφτη
σύντροφος κοιτά κρυφά.

Ο σύζυγος μ’ ένα σπασμό
πετάγεται από κώμα
σαν κυνηγός τον ασπασμό
που νοιάζεται ακόμα.

Απ’ το λατρευτό σου στόμα
στρώμα πάλλει μια καρδιά
και αγιάτρευτο στο χώμα
πτώμα πάλι μια βραδιά.

Τα μάτια φλόγα υγρά χαράς
αν κλάψεις τα ποτίζουν
διαμάντια ολόγυρα σκορπάς
με λάμψεις που φωτίζουν.

Αχ! αλλά ας υπήρχαν κι άλλοι
ουρανοί απ’ τα μάτια σου
θάλασσα μην είχαν ζάλη
γαλανή κυμάτια σου.

Κάνε λιγότερο αρμυρά
να πιω τα δάκρυά σου
σαν θαλασσόνερο πικρά
πιότερο μακριά σου.

Χάνεις μες τα ήρεμά σου
με φυλλάδιο αφρόκρεμα
κάνεις νοικοκύρεμά σου
για ένα άδειο φόρεμα.




ΒΑΣΩ

Βασιλικούλα ζάχαρη
Βασιλικούλα μέλι
με τη ζωούλα σου άχαρη
στη ζούλα δεν σε μέλει.

Μέσα απ’ τα κελιά κυψέλη
οικογένεια να χαρεί
με μια δρασκελιά τα μέλη
βγαίνει Μεγαλόχαρη.

Θα ευχηθώ εφτάψυχο
θαυματουργό νεράκι
και να χυθώ με λάστιχο
σαν δροσερό ρυάκι.

Βάσω με το πετραδάκι
μου πετάς κατάστιχο
να διαβάσω το χαρτάκι
και κοιτάς τον άτειχο.

Χρώμα που παραμέλησα
νιώθω να με διεγείρει
και σώμα διαμέλισα
με πόθο που ’χει γείρει.

Για να πάω στο πανηγύρι
με τα εμπόδια αμέλησα
και σου κουβαλάω γύρη
με τα πόδια μέλισσα.

Από το άνθος το λαμνί
θα πιάσω που ποτίζεις
και με το πάθος το σταμνί
θα σπάσω να δροσίζεις.

Με βασιλικό ραντίζεις
αγιασμένο απ’ τη μονή
κι άθλιο θηλυκό γυρίζεις
με σπασμένο το σταμνί.




ΒΑΣΙΛΙΚΗ

Μ’ έκοψες και το συγχέω
με του πλαστικού ανθού
ή προέκυψες τυχαίο
απ’ την πλάση του θεού.

Για το μοναχοπαίδι
δεν ήσουν ηθική
για το παπαδοπαίδι
πλούσια Κική.

Με ρωτάει για την προίκα
εργολάβος της ΔΕΗ
και φαντάστηκα πως βρήκα
για γαμπρό μου ενδεή.

Άρωμα το λουλούδι
έχει αποκλειστικό
και ζει σαν αγγελούδι
σε κόσμο υλιστικό.

Μας αλλάξανε τα φώτα
να ’ναι ο κόσμος διάφανος
και βρισκόμαστε όπως πρώτα
στο σκοτάδι προφανώς.

Έρχεται και μου λέει
του είπα ψέματα
κι η προξενήτρα κλαίει
για τα παινέματα.

Μέσα σε μια πόλη γκρίζα
δεν διακρίνεσαι σαφώς
πότισε ξανά τη ρίζα
για να βγει μια δέσμη φως.

Οι σχέσεις μας ανθίζουν
σε μια συνάρτηση
και στη ζωή καρπίζουν
χωρίς εξάρτηση.




ΝΟΝΗ

Με την ποτοαπαγόρευση
θα γίνουμε Σικάγο
και τίποτα μεθόδευση
θα δούμε για εμπάργκο.

Βάλε κι άλλο ούζο Βάγγο
να το τσούζω με ζιβάγκο
με τα θέλγητρα στον πάγκο
και τα έλκηθρα στον πάγο.

Αγίου Βερνάρδου μοναχοί
σνακ μπαρ οικοδεσπότες
σφαγείου βάρδου στη βροχή
κονιάκ κερνάς τους πότες

που γυρίζουν ταξιδιώτες
οι ξενύχτες και οι μόρτες
και με λασπωμένες μπότες
βρίσκουν ανοιχτές τις πόρτες.

Στο μπαρ τραπέζι corner τρως
ντογκ σερβιτόρα Νόνη
σταρ παίζει στη Γουόρνερ Μπρος
γκογκ ώρα για κανόνι

κι αν περνάς κυρτοί σου ώμοι
σάμπως να ζητούν συγνώμη
που γυρνάς σκυφτή και μόνη
μες το κάμπο ανεμώνη.

Ευάερο κι ευήλιο εκεί
θα μπω μες το παλάτι
Ευάγγελο κι Αγγελική
να πω ψωμί κι αλάτι

και μου γύρισες την πλάτη
μόλις μύρισες πελάτη
με τον δίσκο σου στιλάτη
και το ρίσκο ιχνηλάτη.




ΠΑΡΑ 5

Γεια σου λεβέντη vivere
pericolozamente
βιάσου στο γλέντι με μπερέ
περίπολο στις πέντε.

Κοπελιά στο ΠΑΡΑ 5
άσε τον τσελεμεντέ
σαν πουλιά με παραπέντε
πιάσε με και άιντε ντε.

Έκθετος πάνω στα βουνά
της πέτρινης καρδιάς σου
έκπτωτος πιάνω κάρβουνα
της κέδρινης φωτιάς σου.

Στο βουνό της Αφροδίτης
αλεξίπτωτο πλαγιάς
στο κενό αφρό σαν δύτης
βάλε ανύποπτο βραγιάς.

Έντρομο σε γκρεμό βουβό
που ανθίζει το λουλούδι
το έντομο πολύβουο
αρχίζει το τραγούδι.

Άγγελος του παραδείσου
δεν αντέχω απόβλητος
καγκελόφραχτο τσαρδί σου
τρέχω πανικόβλητος.

Ο γλάρος στον ωκεανό
πετάει από τα βράχια
κι ο φάρος απ’τον ουρανό
φωτάει τα καταράχια.

Το σουβλάκι μου στη σχάρα
θα μου φτιάξει ο Ταρέκ
και πουλάκι στη Σαχάρα
θα πετάξει των Τουαρέγκ.




ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΤΩΣΗ

Στην ελεύθερή μου πτώση
το φωτογραφείο θα σώσει
δεύτερη ζωή να δώσει
στο νεκροταφείο αν τελειώσει.

Σαν βιονική γυναίκα
πάτησε το κλικ στο δέκα
να τραβήξεις μια ταινία
να σκοτώσεις την ανία.

Της βαρύτητας ο νόμος
σούπερμαν δεν έλκει μείνε
η ελαφρότητά σου όμως
πόσο αβάσταχτη μού είναι.

Σαν βασίλισσα στο θρόνο
μαγικό χαλί σου στρώνω
να πετάς σαν τους πυραύλους
και να μας κοιτάς στους στάβλους.

Βρονταλίδι στον αέρα
πιάνομαι και ζευγαρώνω
και το δαχτυλίδι βέρα
θα περάσουμε απ’ τον Κρόνο.

Στο διάστημα Γκαγκάριν
θα πετάξω μακριά σου
και παράσημα φεγγάρι
θα σου φτιάξω τα δάκρυά σου.

Άγγελος του παραδείσου
κατρακύλησα στον Άδη
και στην αγκαλιά σου αβύσσου
κοπροσκύλιασα το βράδυ.

Με κομμένη την ανάσα
πάρε με στο κινητό σου
και χαμένη απ’ τη ΝΑΣΑ
χάρε πες μου το-κε-τό σου.




ΑΥΤΟΔΥΤΗΣ

Σαν αυτόχειρα θα δώσει
όπλο για να με σκοτώσει
στην απόπειρα θα σπρώξει
με το κόλπο του στην πτώση.

Σφάγιο το μαχαίρι ας χώσει
και ας με εκπαραθυρώσει
άγιο χέρι του θ’ απλώσει
στο παράθυρο να σώσει.

Και καθώς αυτό θα πιάνει
θα ρωτήσει ποιον αϊ Γιάννη
κι απαθώς αν πω Αγιάνη
θα με αφήσει στο σεργιάνι.

Ρηγανά για να εξυγιάνει
θα το σκάψουν για μαγκάνι
και τα φρύγανα που βγάνει
θα τα κάψουν οι τσιγγάνοι.

Στη ταράτσα με ανεβάζει
πάλι νέμεσης τσιμπίδα
και στη ράτσα μου φωνάζει
παλιοαλβανέ εσύ πήδα.

Οδοντόβουρτσα μου βάζει
Φαραώ στην πυραμίδα
βρωμοπάπουτσα μου βγάζει
που για να φοράω δεν είδα.

Έμεινε ένα εκεί στο δρόμο
και το άλλο με το σώμα
που το έδινε απ’ τον τρόμο
μονοσάνδαλο στο χώμα.

Για το βάρος του στον ώμο
δεν θα θάψουν με το πτώμα
και με θάρρος απ’ τον νόμο
θα πετάξουν για το χρώμα.




ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ

Όπως ποτέ σου πριν μ’ έχεις φιλήσει
κι υποψιάζομαι για σένα.
Έκανες σπριντ και κανείς δεν θα μιλήσει
με σουτ ξεγυρισμένα
που δεν ξαναγυρνάς σε μένα.

Σπριντάρισες σπριντάρισες
και τώρα περπατάς
σε μένα ντεμπουτάρισες
και γι’ άλλη παρατάς.

Όπως ποτέ σου πριν με κοίταξες στα μάτια
μες στο πλεκτό που ήλιους πιάνει.
Έκανες σπριντ κι έγινε χίλια κομμάτια
το παιχνίδι σου πλεκτάνη
το πλεκτό μου δεν σου φτάνει.

Σπριντάρισες σπριντάρισες
γιατί σε άλλη άρεσες
τα πέναλτυ που βάρεσες
χαρά σε άλλη χάρισες.

Όπως ποτέ σου πριν ήσουν στον έρωτά σου
σαν φτερωτός θεός για μένα.
Έκανες σπρίντ κι έμειναν τα φτερωτά μου
όνειρα πετσοκομμένα
και με τα φτερά κομμένα.

Σπριντάρισες σπριντάρισες
και τώρα πενηντάρισες
πηγαίνεις με το τέμπο σου
κι είμαι το πασατέμπο σου.











ΝΑΥΣΙΚΑ

Μοίραζες χέρι-χέρι τις προσκλήσεις
αντιπολεμικού φιλμ από την ΚΝΕ
με θέρμη κι έρμαιοι απ’ τις προκλήσεις
που να κολάσουν κι άγιο ειν’ ικαναί

για τ’ απαγορευμένα του Ρενέ
Κλεμάν αμάν παιχνίδια λέμε ναι.

Πάντα φορούσες μαύρα και με μαύρο
την πρόσκληση έγραψες στυλό με στυλ
και ψάχνω μέσα στο σκοτάδι να ’βρω
για να σου διακρίνω το προφίλ

πρωταγωνίστρια με σεξ απήλ
πολύ ψυχροπολεμικό το φιλμ.

Ήρθες να τις τυπώσω κι ένα κόμμα
ξεχνώ και ξαναρχίζω ωραία μου
να διαπιστώσω αν και για εκεί ακόμα
ισχύει το ίδιο Κερκυραία μου

και σε καθυστερώ μοιραία μου
να σ’ έχω πιο πολύ παρέα μου.

Δεν είσαι Ναυσικά απ’ το παραμύθι
γυμνό για να μου φέρεις αλλαξιά
πέταξες για να μη προσβάλλεις ήθη
μες την από μελάνη θάλασσα

φοιτήτρια με γαλάζια φορεσιά
κρίμα το κόκκινο που χάλασα.












ΠΛΕΞΟΥΔΕΣ

Αρματωσιά βαριά σαν αερένια
στους ώμους προστασία μεταξένια
πιότερο την ανάγκη της τονίζουν
κι υπάρχουν μόνο για να σε στολίζουν.

Αρμένισμα σε μαύρο πέλαγος
που κυματίζει μυρωμένο αγέρι
το λίκνισμά τους σαν εγκέλαδος
φέρνει αναταραχή σε ξένα μέρη.

Άρμα που ανεμίζεις την παντιέρα
με τα λυτά μαλλιά σου στον αέρα
με κάλμα χτενισμένη Τριχωνίδα
περνάς Καβομαλλιά με ιστιοσανίδα.

Αρματωμένη κι από ήττα ανήξερη
πλεξούδες που τυλίγονται σαν φίδι
με ταξιδεύει από ερημιά ξερή
κύμα από αφρούς που πλένεις στο σκαφίδι.
























ΣΟΥΖΥ

Στο Μορφέα μου αποβραδίς
το θαλαμοφάναρο σβησμένο
κι έφτασες χωρίς να σε προσμένω
στο νοσοκομείο να με δεις.

Κάτασπρα τα ρούχα που φοράς
και κοιτώ τα όμορφα μαλλιά σου
μες σε νάρκη ακούω τη μιλιά σου
απ’ τη μυρωδιά της καμφοράς.

Αποχαιρετάει θεραπευθείς
με το ένα χέρι του δεμένο
να μη τρως ποτέ σου ξαπλωμένος
είναι αμαρτία∙ θ’ απομωθείς.

Βλαστημάει ο χειριστής κοντά
που ’κοψε το πόδι του η μπουλντόζα
από να φωνάζεις του απαντάς
πιες πορτοκαλάδα και γκαζόζα.

Μπήκες από πόρτα σκοτεινή
ήρθες να με δεις κι όμως δεν μ’ είδες∙
πρόσμενα σαν πίπα αδειανή
με του χίλιους τόνους σουλφαμίδες.



















ΤΟ ΦΙΛΗΜΑ

Μια Βασκοπούλα αγάπησα σενιόρα στο βαπόρι
παιδιών καυγά στην «Όαση»
φιδιών αυγά επώαση
για ώρα με αγόρι.

Μια μέρα που μας σέρβιρε τον ναυτικό κι εμένα
Μαριάννα είπε σ’ αγαπώ
κι εγώ νταρντάνα θα της πω
και διάλεξε τον ένα.

Απ’ το τραπέζι άρπαξε στα χέρια δυο πιρούνια
με τα μαχαίρια τέσσερα
και παίζει ογδόντα τέσσερα
στη φάρμα με γουρούνια.

Με γαλανό σαν κόκκινο πανί με την πετσέτα
στο μπάνιο της κλειδώθηκε
και με το δάνειο εκδόθηκε
Ισπανική πεσέτα.

Μια Ρωμιοπούλα αγάπησα Αντόνιο Κλεοπάτρα
μετά την ήττα απ’ τον εχθρό
και ντόλτσε βίτα στο νερό
Ιόνιο πλέω για Πάτρα.

Με αέρα στον ωκεανό και τα πανιά σκισμένα
λευκό σεντόνι ως το λαιμό
τεντώνει για τον πόλεμο
στη καταχνιά ανοιγμένα.

Από τη μέση έβγαλε με δακρυσμένα μάτια
και μου ’πε με αναστεναγμό
θα πάει να πέσει στο γκρεμό
να γίνει δυο κομμάτια.

Μεγάλη μάχη έγινε γι’ αυτό το δίλλημά της
Αύγουστο τον Οκταβιανό
κι Ιούλιο Μάρκο Αντώνιο
καυτό το φίλημά της.




ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ

Μια γυφτοπούλα αγάπησα γλυκιά μπιρμπιλομάτα
να μη θραυτεί σαν μπιμπελό
είπε εραστή με μπιμπερό
μαργιόλικα σταμάτα.

Μια μέρα που τριγύριζε στο λουλουδένιο στρώμα
μύριζε δυόσμο το φιλί
κι όλος ο κόσμος μια φυλή
στο ευωδιασμένο στόμα.

Από τη μέση μ’ άρπαξε με κύλησε στο χώμα
με τα σταφύλια της οργής
στα χείλια της δροσοπηγής
ξεχείλισε το χρώμα.

Τι να σε κάνω γαλανή να γίνεις μαυρομάτα
με μάτια κρασοθάλασσες
χείλια κομμάτια χάλασες
και δίνεις στα γιομάτα.

Μια βοσκοπούλα αγάπησα πα στον ανθό της κόρη
πριν να γουρμάσει το κορμί
και μου δαμάσει την ορμή
μικρό ξανθό αγόρι.

Μια μέρα που καθόμασταν στο λόφο με τη γκλίτσα
Γκόλφω της είπα σ’ αγαπώ
και γκολφ στο κόρφο σου χτυπώ
στη τρύπα τη μπαλίτσα.

Από τα μάτια πιάνεται στα χείλη κατεβαίνει
κι από τα χείλη στη καρδιά
ριζώνει μέσα μας βαθιά
η αγάπη και δεν βγαίνει.

Με γάλα κρέμα νες καφές στο ρέμα σπιτικό της
ανασκαφές μετρό ρετρό
αναμετρώ στο θέατρο
τον αγαπητικό της.




ΛΙΛΛΥ

Ουρανό θα καταργήσω
κι αδειανό θα τον αφήσω
από τα ουρί του έξω

θόλους θα κατεδαφίσω
κι όλους θα τους αψηφήσω
σ’ένα ουζερί να μπλέξω.

Στο ναό του δεν σε βάζει
με μπλουτζίν λέει ο παπάς
κι ενεό του λες το βγάζεις
σ’άλλο μαγαζί να πας.

Για ποτό στο Πικαντίλι
και στο φως απ’ το καντήλι
σαν λαμπάδα θα διαλέξω

στο ιερό του Αλ Χαλίλι
και με το χορό μις Λίλλυ
σταρ Ελλάδα να σ’ εκλέξω.

Τι θα πιούμε σε ρωτάω
που σε αφόρεσε και τζιν
μέσα μου δεν το κρατάω
γιατί φόρεσες μπλουτζίν.

Με το μίνι σου Λιλίκα
στο καμίνι με νταλίκα
για την παραλία θα τρέξω

με τη λαύρα στα χαλίκια
και τα μαύρα σου τσιλίκια
με αντλία θα καταβρέξω.










ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ

Στο φωτισμένο Γολγοθά
με κάμερα για πλάνο
υπνωτισμένο ένιωθα
στη κάμαρα αεροπλάνο.

Στα σκαλιά σου θα με στήσεις
και καρφιά θα εμφανίσεις
αγκαλιά να με αναστήσεις
και βαθιά θα βασανίσεις.

Μου πέρασε ο χειρουργός
στο κόκαλο μια λάμα
που έφτιαξε ο σιδηρουργός
και προκαλώ το κλάμα.

Ερυθρού Σταυρού κυρία
κι αν σοκάρισε το δράμα
νεκρού ήρωα Βαλκυρία
χάρισε ανθρωπιά το τραύμα.

Σε συγκινώ επί σκηνής
που μοιάζω με φακίρη
και στο κοινό παρακινείς
να κάνω χαρακίρι.

Απελθέτω το ποτήρι
δεν θα πω αυτό από εμένα
γέμισέ το σαν χατίρι
να το πιω καυτό για σένα.

Ψαύεις σαν δύσπιστη θεατής
στην άκρη των δακτύλων
και ψάχνεις μέχρι να πειστείς
με δάκρυ τύπο ήλων.

Με το δράμα μου στο στύλο
κύλησαν τα δάκρυά σου
και το γράμμα θα σου στείλω
που με σύλησαν μακριά σου.




Ο ΡΟΛΟΣ

Γελάς παρόλο
κυλάς το ρόλο
και τυραννιέσαι

ρωτάς τι ρόλο
που πας Τυρόλο
παπάς κι αρνιέσαι.

Δίνεσαι ψυχή και σώμα
να υποδύεσαι έναν άλλον
χαμαιλέων αλλάζεις χρώμα
πλέον να μοιάζεις περιβάλλον.

Θες να ’σαι άλλος
και πιο μεγάλος
για να περνιέσαι

και Καρλομάγνος
γενναίος λάγνος
νέος γεννιέσαι.

Η συνείδηση τόση όση
για το κράτημα του ρόλου
το σανίδι να σηκώσει
αυτοκράτορα Καρόλου.


















ΣΑΛΤΙΜΠΑΓΚΟΣ

Σαν σαλτιμπάγκο
άλτη στον πάγκο
πετώ στα ύψη

πηδώ και κάτω
εδώ στον πάτο
αετός με θλίψη.

Σαν τον κλόουν χαμογελάω
και τον ρόλο μου κυλάω
μέχρι της σκηνής την άκρη
να μη δει κανείς το δάκρυ.

Στιγμές που πέφτει
μες το καθρέφτη
το είδωλό μου

όμως στο ψεύτη
ο κόσμος βλέπει
το κίβδηλό μου.

Κάτω απ’ τη μάσκα δάκρυ
της κοπέλας καρναβάλι
και στο πάτωμα σε μια άκρη
της φαβέλας θα την βάλει.


















ΤΑΡΤΟΥΦΟΣ

Σαν τον Ταρτούφο
άλογο σκούφο
φέρνει ερημίτη

κι άνθρωπο μπούφο
άμυαλο κούφο
σέρνει απ’ τη μύτη.

Σαν παλιόπαιδο Σημίτη
ξεγελάει με φρονιμίτη
στο στρατόπεδο αλφαμίτη
και περνάει με δυναμίτη.

Παίζει τους ρόλους
κι εμπαίζει όλους
κομπογιαννίτης

τραπέζι χόλους
πιέζει χαχόλους
και καμπανίτης.

Ύμνοι Εφραίμ για διαμονή της
στο Βατόπεδο Αθωνίτης
και η λίμνη-τερερέμ-Βιστωνίτις
για οικόπεδο μονή της.


















ΜΥΗΣΗ

Να βγάλω δίσκο
μεγάλο ρίσκο
στην εφορία
εν τέλει βρίσκω
μα θέλει θρήσκο
στην ενορία.

Τους ιδανικούς ανθρώπους
παρακολουθώ στο φόρτε
και με δανεικούς τους τρόπους
προσπαθώ να κάνω κόρτε.

Παπαροκάδες
με τους νταλκάδες
γεια σου Μαρία
μαυρογιακάδες
πιτσιρικάδες
τσιλιμαρία.

Προτιμώ απ’ τον κορτάκια
συγκινήσεις σε μια πόρνη
και να μάθουν στον ματάκια
τι κινήσεις κάνουν τόρνοι.




















ΡΑΣΠΟΥΤΙΝ

Παπάς Ρασπούτιν
που πας στον Πούτιν
θα πουν τον βλάκα

και Λιλλιπούτην
πύραυλοι σπούντνικ
χτυπούν για πλάκα.

Με το ήθος σου μαλάκα
όσο δεν του κάνεις κλάκα
για το στήθος σου με πλάκα
θα πεθάνεις σε μια λάκα.

Στη κλεφτουριά του
με γαϊδουριά του
φοράει μπαλάσκα

με τα φλουριά του
και τα λουριά του
κρατάει λάσκα.

Πάτησε κοιλιές σαν μπράσκα
φίσκα με τη θρήσκα μάσκα
κι άρχισε ξυλιές με νιάτσκα
δίτσκα τρίτσκα στη Νεμπράσκα.


















Η ΜΑΣΚΑ

Τώρα γυρίζω
και τουρτουρίζω
με κρύα μάσκα
μα θα τη σκίσω
βέτο θ’ ασκήσω
ψυχρή Αλάσκα.

Κράτα με στην αγκαλιά σου
ώσπου το έργο να τελειώσει
και στη στράτα με φιλιά σου
που θα φεύγουμε να λειώσει.

Έχω φαμίλια
και τρέχω μίλια
με την τραγιάσκα
με τα κειμήλια
και χαμομήλια
ν’ αντέχω κάσκα.

Γίνε μου το αποκούμπι
μη σε χάνω μακριά μου
για να σπάσει το καλούπι
πάνω σου απ’ τα δάκρυά μου.




















ΚΟΛΟΝΕΛΟΣ

Έλα Κολονέλε
με τις λεγεωνέλες
κι αν σε πιάσουμε φρουρό
με κατσάδα σου εχθρό

να διαβάσουμε αγκαλιά
στρωματσάδα στα χαλιά.

Μόνο το κρασί καλμάρει
τα προβλήματά σου
κι αν θυμώνω εσύ καμάρι
στα διαλείμματά σου

να χορτάσεις με φιλιά
να ξεχάσεις τη κοιλιά.

Έλα έλα λιμάρη
με το καλαμάρι
θα σε κάνω απόφοιτο
μη σε κάνουν σαν φυτό

κάλφα READER’S DIZEST
απ’ το άλφα ως το ΖΕΤ.




















ΔΙΑΝΕΛΟΣ

Έλα έλα Διανέλε
βγάλε φουστανέλες
και στις ψιψινέλες σου
βάλε τις φουρνέλες σου

ν’ απαλύνω μουλινέξ
και να πλύνω με ΚΛΙΝΕΞ.

Θα σου πλύνω τις φανέλες
μες το καναλέτο
και θα λύνω τις μπανέλες
σαν γυμνό μπαλέτο

στο μπαρ μπούτι σε λαστέξ
και μπαρμπούτι με ρεφλέξ.

Έλα έλα Γιαννέλε
γέλα μου Γκουρνέλε
πιάσε τις μπουρνέλες σου
κι άσε τις Ορνέλες σου

που ποάζουν αφρολέξ
και κοάζουν βρεκεκέξ.




















ΚΑΝΕΛΟΣ

Έλα έλα Κανέλε
με τις σαλμονέλες
να εκπαιδεύσω να ορμάς
να προοδεύσω μη βρωμάς

γίδα ντόπια της FYROM
με σφραγίδα ΣΚΟΡΠΙΑΧΡΩΜ.

Θα σου τραγουδάω Γκάντι
τη μητέρα Ινδία
και θα σου πετάω το γάντι
πέρα με αηδία

πιο καλά με CD ROM
κόκαλα της INTRAKOM.

Έλα κοκαλιάρη
γέλα μου μαλλιάρη
να σε κάνω πίθηκο
να μη χάνω το ηθικό

να χτυπάμε ΚΛΙΝΟΣΤΡΩΜ
και να πάμε για πογκρόμ.




















ΣΚΑΜΝΕΛΟΣ

Έλα έλα Σκαμνέλε
μαθητής στη ΝΕΛΕ
και κοπέλα χούφταλο
μες τη χούφτα να σφαλώ

φέρτες μου εδώ με στυλ
σε κουβέρτες μου TEXTIL.

Έλα αν λαχταράς γλωσσάρι
ήχος εκκλησάρη
και να σπαρταράς λυσσάρη
δίχως το λυσάρι

να σε παίρνω ανφάς προφίλ
και αν φας με Τσερνομπίλ.

Έλα Κλίντον έλα
πλύντον κουτσινέλα
να σου βάλω Μπους φαλλό
και να βγάλω Μπούφαλο

Μόνικα με σεξ απήλ
φυσαρμόνικα του Μπιλ.




















ΔΡΟΣΟΜΥΛΟΣ

Ένα κλωνί βασιλικό
δροσόφυλλο μυρίζεις
κι εμένα καλλονή γλυκό
χαμόγελο χαρίζεις.

Στο δροσόμυλο γυρίζεις
φτερωτή που κελαρύζεις
στο χαμόμηλο αφρίζεις
και με σουρωτή ξαφρίζεις.

Μαχαρανή μαχαραγιά
έχεις που το φυσάει
μελαχρινή και τον ραγιά
προσέχεις για το σάι.

Πόρτα για να μπει κλωτσάει
μες τη ζούγκλα των Μασάι
με τα χόρτα για το τσάι
μα η κούκλα δεν μασάει.

Για τους λεφτάδες μυλωνού
τον άντρα θα προδώσεις
πραματευτάδες κι αλλουνού
για χάντρα θα το δώσεις.

Στη μεσάντρα θα κλειδώσεις
και γαλιάντρα θα διαδόσεις
σαν υφάντρα για τις δόσεις
απ’ τη μάντρα επιδόσεις.

Αγάλια αγάλια γι’ αραδιά
να μη προσβάλω ήθη
και με στραγάλια τη βραδιά
θα βγάλω κουτορνίθι.

Θα σου πω το παραμύθι
το κουκί και το ρεβίθι
και θα μπω αν δεν σε πείθει
μέσα στο σακί που βρίθει.




ΑΣΗΜΙΝΑ

Σε δύση και ανατολή
ο έρωτας πραμάτεια
κι αν θα σε γδύσει το φιλί
ρωτάς με τα γραμμάτια.

Με τα φωτεινά σου μάτια
μ’ έκαναν ματιές κομμάτια
και στα σκοτεινά δωμάτια
άναψαν φωτιές δεμάτια.

Σαν τον θαμώνα της βραδιάς
μου φέγγουν αγιοκέρια
και στο χειμώνα της καρδιάς
μου φέρνουν καλοκαίρια.

Μίλα μου μη με σνομπάρεις
να πετάξουν περιστέρια
φίλα με να με σταμπάρεις
σαν μεταξωτό με αστέρια.

Η αγκαλιά σου ουρανός
αστέρια και φεγγάρι
ακρογιαλιά ολόγυμνος
στα χέρια σου σφουγγάρι.

Ξεκινάς πας καραβάκι
και κουνάς το μαντηλάκι
σαν υδρόφιλο βαμβάκι
το υγρό φιλώ χειλάκι.

Περνάς κι απ’ τη δροσιά μεθώ
των βλεφαρόφυλλών σου
και με κερνάς σαν το θεό
το νέκταρ των χειλιών σου.

Με των σταφυλιών τη ντρόγκα
θα μεθύσω από τη ρώγα
και με των φιλιών τη φλόγα
θ’ αρμενίσω με πιρόγα.




ΛΙΝΤΑ

Στη σχολή σου νοσοκόμα
μένεις εσωτερική
και με τη χολή στο στόμα
περιμένεις Κυριακή.

Είσαι εσύ το χάπυ εντ μας
το χαπάκι κι οι κεντιές μας
που μ’ αυτό γιατρεύονται όλοι
καθημερινή και σχόλη.

Μένετε κλεισμένες μόνες
να μη δώσετε αφορμή
κι έχουν βάλει κηδεμόνες
σκολιώσεως στο κορμί.

Θέλω άδεια κηδεμόνος
να ζητήσεις επιμόνως
και τα βράδυα στη Κλαυθμώνος
να μη τα περνάω μόνος.

Κυριακή για συνοδό σου
απ’ την πόρτα στη σχολή
σαν τη φυλακή έξοδό σου
για μια βόλτα στην αυλή.

Έξι μήνες θα ’σαι ακόμα
μέσα σέξι νοσοκόμα
και απ’ το κλουβί της τάξης
σαν πουλάκι θα πετάξεις.

Αδελφή μου νοσοκόμα
δεν αντέχω μακριά
επαφή ζητάω ακόμα
για να βρω τη γιατρειά.

Θα σε περιμένω Λίντα
κι αν περάσουμε τα –ήντα
όσο κι αν μου λες ακόμα
δεν με θέλεις νοσοκόμα.




ΑΜΑΛΙΑ

Αμαλία νοσοκόμα
στη σχολή στο Χολαργό
κάποια ανωμαλία ακόμα
με απασχολεί κι αργώ.

Ανυπομονείς για γράμμα
τύπος Νευροκόπι Δράμα
και ανησυχείς το ράμμα
μήπως κόπηκε απ’ το τραύμα.

Το επάγγελμά σου εξάλλου
απαιτεί καρδιά καλή
στα προβλήματα του άλλου
κάθε τι που απασχολεί.

Θα σου γράφω νοσοκόμα
και δεν θα τελειώνω ακόμα
κι απ’ το τάφο μου το σώμα
που θα λειώνω μες το χώμα.

Αμαλία νοσοκόμα
με την άσπρη σου ποδιά
κι άλλη ανωμαλία ακόμα
μαύρη μου κι αναποδιά.

Πήγαμε άφραχτοί σου κήποι
Αμαλίας με καρδιοχτύπι
φύγαμε άπραχτοι που τύποι
της ανωμαλίας τερτίπι.

Αμαλία νοσοκόμα
άγρια των πόθων σου
και ανωμαλία ακόμα
με το βιάγκρα Όθων σου.

Τώρα με τη σύνταξή μας
θα τα βρούμε μεταξύ μας
ώρα για ανασύνταξή μας
και θα μπούμε στο ταξί μας.




ΤΣΟΠΑΝΑ RAVE

Παραστράτισε που φτάνει
ως το γόνατο φουστάνι
και παράτησε τη στάνη
στο ναό να τον ζεστάνει.

Όαση με το μποστάνι
καλοκαίρια που βλαστάνει
και στη κόλαση καφτάνι
την ιέρεια παριστάνει.

Σαν Πυθία ζαλισμένη
τρίποδο ανεβασμένη
και στα θεία αφιερωμένη
δίοδο στην ειμαρμένη.

Τουρισμό στης γης το αφάλι
για να κάνουμε κεφάλι
κι αν δεν φτάνουμε νηφάλιοι
με χρησμό πηγής δεν σφάλλει.

Διαφήμισή του γκρίζα
έβγαλε και βρίζω βρίζα
που μισεί καπνού τη ρίζα
και μας έβαλε στην πρίζα.

Μολυσμένοι απ’ τον αέρα
με οξείδια κάθε μέρα
ναρκωμένοι απ’ τον αιθέρα
για ταξίδια στο υπερπέραν.

Με το Ντάτσουν καπνοτόπια
έμαθε τα κατατόπια
και κοιτάζουν περισκόπια
που τα έβγαλε με κόπια.

Τρέχει στη μεγάλη πόλη
και τη γυροφέρνουν όλοι
που τα έχει βάλει φώλι
παίρνουν με το πορτοφόλι.




ΚΡΗΝΙΩ

Πάσχισα με κρυοπάγημα
για να ζεστάνει αρνάκι
κι άρχισα το σαλάγημα
στη στάνη τσοπανάκι.

Έψαχνα στο σελάγισμα
δρόμο για το κονάκι
κι έξαφνα το πλατάγισμα
με τρόμο από τσανάκι.

Μπήκα σε ένα ατρύγητο
αμπέλι με καλάθι
και βγήκα απ’ το κρησφύγετο
τεμπέλη που διαλάθει.

Του πάπα το αλάθητο
δεν συγχωρούσε λάθη
και με την κάπα αμάθητο
μπορούσε να διαπλάθει.

Με το μικρό μου το νιονιό
ντρεπόμουν σαν παιδάκι
να πω στον φοβερό γονιό
φοβόμουν το βραδάκι.

Θα κουμαντάρω την Κρηνιώ
που έχει παραδάκι
να μη φουντάρω στον Πηνειό
που βρέχει φτωχαδάκι.

Θα χάλαγε το προξενιό
ξεμένοντας στο ράφι
και τράβαγε με το στανιό
σέρνοντας στο χωράφι.

Το συνοικέσιο αγωνιώ
για να μη πάει στράφι
αίσιο τέλος για τον νιό
που αγαπάει γράφει.




ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΣ

Γιορτάζεται αθεόφοβος
ο άγιος Βαλεντίνος
και προετοιμάζεται ευλαβώς
κουράγιο σου κρετίνος.

Εξυμνεί το βέλος τίνος
το λουλούδι Υάκινθος
και θρηνεί το τέλος φίνος
με τραγούδι Ζάκυνθος.

Σαν εραστής θεόστραβος
ο τύπος σου Λατίνος
θα εκφραστείς σαν έφηβος
με χτύπο Λαμαρτίνος.

Με ζακέτα πιγκουΐνος
που ξεντύνει και βουβός
με μπαγκέτα Λεβαντίνος
διευθύνει ακριβώς.

Θερμά μικρός αλλάνταβος
που πας σαν μπαμπουΐνος
κι ορμά ψυχρός Σκανδιναβός
παπάς ο καμποτίνος.

Το ρυθμό κτυπάει ο Ντίνος
κι ανεβαίνει ο θόρυβος
στο βαθμό που πάει σαν κτήνος
βγαίνει αεριόβομβος.

Με τα καλλυντικά του ασβός
και τσίμπλα του μπαμπίνο
τα προφυλακτικά ασεβώς
δίπλα στο κομοδίνο.

Με ουρά του Αρλεκίνος
όλο πείνα καναβός
σίγουρα ο Βαλεντίνος
κολομπίνα κολοβός.




ΜΑΡΙΑ

Πεδιάδα για ζωγραφική
με μπάφρα της Μαρία
και τα παιδιά απ’την Αφρική
Μπιάφρα και Αλγερία.

Η μεταξύ τους διαφορά
στη μεταξοτυπία
στη χρυσαφένια σου ομορφιά
μοιάζει παρατυπία.

Ριγάνεψες στο κάμπο σου
με Ριγκανλουλουδάκια
κι ομόρφυνες το άλμπουμ σου
με ορφανά παιδάκια.

Απ’ τη δουλειά τους στα καπνά
έγιναν σαν μαυράκια
και διακρίνονται αχνά
τα παιδικά μουτράκια.

Μικροί Χριστοί που μας κοιτούν
με το χρυσό σειρήτι
και σαν μαυραετοί πετούν
ψηλά στον Ψηλορείτη.

Έκλεισες τη συνέντευξη
πως κάθεσαι στη Κρήτη
κι έλυσες τη διένεξη
με κάθε τεχνοκρίτη.

Μοιάζει καθρέφτης διάφανος
της ΕΡΤ το μαγαζάκι
κοιτάζει κλέφτης άφωνος
για το T-shirt μπλουζάκι.

Για να λευκάνει ό, τι φορά
στου οίκου της το τζάκι
μας κάνει την αναφορά
του Νίκου Καζαντζάκη.




Η ΣΦΙΓΓΑ

Στο κόσμο σφίγγα ραψωδός
λες τα αινίγματά σου
όμως στρυφνός κι ανάποδος
κλαις για τ’ ανοίγματά σου.

Έξω απ’ την πυραμίδα
πετρωμένη άσπιλη
θα προσέξω με χλαμύδα
ξαπλωμένη σιωπηλή.

Κύων σε κίονα ορθό
τρέχει με γαύγισμά του
και βρέχει Ίωνα θεό
μετά το γκρέμισμά του.

Κρίμα λες σαν κεραμίδα
το κακό δεν θα συμβεί
μα τον θάνατο στον Μίδα
χρήμα δεν αποσοβεί.

Σώμα φτιαγμένο από πηλό
με της καρδιάς τους πόνους
σαν τον αρχαιοκάπηλο
ζητάς βραδιάς το bonus.

Κατακτάς δωμάτια ερείπια
στα λαγούμια σου ασφαλής
και κοιτάς με μάτια τρύπια
μούμια νεκροκεφαλής.

Καμιά αιώνια ανταμοιβή
με το κομπόδεμά της
δεν ξεχρεώνει μια ακριβή
ζωή για ξόδεμά της.

Εξαντλήθηκε κυρά μου
η μακροθυμία μου
λύθηκε η σιωπή σειρά μου
μία σου και μία μου.




ΜΑΥΡΙΚΙΟΣ

Τραπέζι στον πατρίκιο
πάστορα με προκοίλια
που παίζει το ζατρίκιο
και μάστορα στη μπίλια.

Ψάλλει το απολυτίκιο
και σβήνει τα καντήλια
καψάλι για οφίκιο
ραβίνοι με φυτίλια.

Γιορτάζει επινίκιο
στους στρατηγούς με τρίλια
και τάζει για εμβατίκιο
λαγούς με πετραχήλια.

Βάζει το μορμολύκειο
ευρύχωρο από ντρίλια
και βγάζει το πηλήκιο
για το χορό καντρίλια.

Σαν κάμπια στο βομβύκιο
μάντρωσε τη φαμίλια
με τάμπια στο Κωρύκειο
άντρο και τη μποτίλια.

Χτυπάει το κηρύκειο
στην άκρια με μαντίλια
ξεσπάει για το ανοίκειο
με δάκρυα κροκοδείλια.

Ρεμβάζει για το ενοίκιο
με γλυκασμό βανίλια
κι εμβάζει με συνοίκιο
εορτασμό δαψίλεια.

Μουντζώνει λουδοβίκειο
που κυβερνά βασίλεια
λαντζόνι στον Μαυρίκιο
του κορβανά κονδύλια.




ΕΚΕΙΟΣ

Αντωνυμία δεικτική
στα λεξικά ποκίλλει
επωνυμία δηκτική
κομπλεξικά προκοίλη.

Έμπαινε στο συμπόσιο
η Ρένα κι ο Βασίλης
κι έσκυψε στο κιβώτιο
να βρει κανένα ντρίλι.

Ψάχνεις για να τα πάρει εκειός
α! εδώ είναι είπε τσαντίλης
τον ξάφνιασε και στέκει ως
ξεβράκωτος Βαστίλης.

Κάθισε παραδίπλα μου
πιο μακριά πιτσίλης
καθάρισε απ’ την τύφλα του
τα δάκρυά του τσίμπλης.

Προπέτης επικίνδυνος
που έβαλε φυτίλι
επαίτης δα εκείνινος
τον έβγαλε ξεφτίλη.

Σταματημένο του’πα εκεί
που έγινε ρeζίλι
ψιλοκομμένο τουμπεκί
το έκανε με τσίλι.

Ο ζητουλιάρης γύριζε
σαν τον ζαρκοπαφίλη
που φευ σαλιάρης μύριζε
κι απέφευγαν οι φίλοι.

Σκυμμένο το κεφάλι του
έφυγε με ζεμπίλι
χαμένος για το χάλι του
σαν να ’φαγε σκαμπίλι.




ΘΩΜΗ

Καβάντζα τον Καβομαλλιά
καΐκια με τα χαϊμαλιά
στη Μάνη βγήκα Ιθώμη
με φύκια φράντζα στα μαλλιά
λιμάνι βρήκα Θώμη.

Ναυαγός σε μια σανίδα
πλοηγός μου Θωμαΐδα
θα φανεί μες τα σκοτάδια
το πανί με τα σημάδια.

Θες μια βραδιά με το φιλί
να μου γιατρέψεις την ουλή
για να πιστέψεις Θώμη
και πες καρδιά μου αμαρτωλή
άπιστη θα επιθόμην.

Άγρια νιότη στην Ιθώμη
με τον Αγρινιώτη Θώμη
λες αστεία με τον Ράκια
στην πλατεία φιλαράκια.

Δεν είσαι Θώμη κανενός
διπρόσωπη σαν Ιανός
κοιτάς μπροστά και πίσω
θυμώνω να ’σαι μόνο ενός
αν μ’ απατάς να πείσω.

Θώμη μην ακούς τι λένε
όλοι για μια αγάπη κλαίνε
είμαστε παιδιά Σιαμαία
κι έχουμε καρδιά ενιαία.

Που εξοκείλαμε ουδείς
στη Σκύλα από της Χάρυβδης
το βράχο καταιγίδα
μετά τη θύελλα θα δεις
μονάχο ηλιαχτίδα.

Είμαι μόνος μου Θωμούλα
κι είναι ο χρόνος μια στιγμούλα
τα πανιά μου ανοίγει η ελπίδα
κι απονιά πνίγει Ατλαντίδα.
ΑΠΟ ΠΟΥ ΤΗΛΕΦΩΝΑΣ

Από πού τηλεφωνάς
και τα λόγια σου δεν είναι ντόμπρα
από πού τηλεφωνάς
και σφυρίζεις σαν να είσαι κόμπρα.
Εσύ απ’ όπου κι αν τηλεφωνούσες
δεν σταματούσες
την γραμμή απότομα
μα τελευταία μόλις πεις μια λέξη
λες κι έχεις μπλέξει
απ’ το φόρτωμα.

Από πού τηλεφωνάς
κι η φωνή σου πια δεν έχει χάρη
από πού τηλεφωνάς
συνθηματικά σαν Μάτα Χάρι.
Εσύ απ’ όπου κι αν τηλεφωνούσες
αισχρολογούσες
σαν εισπράκτορας ντε Σαντ
μα τελευταία λες κι έχεις φρικάρει
μη σε τρακάρει
πράκτορας Μοσσάντ.

Από πού τηλεφωνάς
σαν να παίρνεις το εκατό να βρίσεις
από πού τηλεφωνάς
σαν ν’ ακούω ρεκατό μιας βρύσης.
Εσύ απ’ όπου κι αν τηλεφωνούσες
σαν ρυάκι φλυαρούσες
που κελαρυστό διψώ
μα τελευταία βιάζεσαι να μου το κλείσεις
σαν να ’ναι κλήσεις
απ’ την Αιδηψό.

Από πού τηλεφωνάς
και δεν είσαι όλο φωτιά και λαύρα
από πού τηλεφωνάς
σαν να γίνεται Ιουδαίων χάβρα.
Εσύ απ’ όπου κι αν τηλεφωνούσες
δεν σταματούσες
με αγωνία γαλιφιές
μα τελευταία σου έχει γίνει χούι
ότι σ’ ακούει
στη γωνία χαφιές.

Η ΠΟΖΑ

Μας μοστράρεις τελευταία
τον αγέλαστο εαυτό
που ποζάρεις με λαθραία
κι απροσπέλαστο γι’ αυτό.

Με πλαστό σου πασαπόρτι
για πιλάφια λαίμαργα
στον παράδεισό σου μόρτη
στα ελάφια λέμε αργά.

Φέρνεις στη ζωή σου ντόρτια
και με τις εξάρες σου
θα γλεντήσεις μεθεόρτια
με τις αμαξάρες σου.

Όλα πλαστογραφημένα
με μια τέλεια εκτύπωση
τρυκ στο δρόμο πεταμένα
προκαλούν εντύπωση.

Πείσε με πoτ’ εκδηλώνεις
τον πραγματικό εαυτό
και δεν είσαι ό,τι δηλώνεις
στη ταυτότητα γι’ αυτό.

Δίνεις με μισόλογά σου
τα φιλιά σου δανεικά
ν’ ανεβούν τα ομόλογά σου
με πολλά μηδενικά.

Στης καρδιάς τον πλαστογράφο
βγάζεις διαβατήριο
και στον κινηματογράφο
βάζεις με εισιτήριο.

Παίζεις φιλμ στα όνειρά μου
σαν ηθοποιός ολκής
και θα μπλέξεις ήρωά μου
αστυνομικής πλοκής.




ΦΡΟΣΥΝΗ

Το γαρ πολύ του έρωτος
γεννά παραφροσύνη
στο μπαρ φιλί ξενέρωτος
θα έβγαινα Φροσύνη.

Στης Παμβώτιδας τη λίμνη
της αμπώτιδας η πρύμνη
Θεσσαλιώτιδας οι σκύμνοι
και Φθιώτιδας οι ύμνοι.

Με λάβωσε ο φτερωτός
με βέλος σωφροσύνη
και σκλάβωσε αλευτέρωτος
να θέλω αλλοφροσύνη.

Φιλελευθεροφροσύνη
μείνε με φιλοφροσύνη
και η γενναιοφροσύνη
είναι ματαιοφροσύνη.

Αλήτης αξημέρωτος
με ταπεινοφροσύνη
πολίτης ανημέρωτος
με τη δουλοφροσύνη.

Με τη κάρμα ευφροσύνη
φάρμα δέστε ελαφροσύνη
άρμα με μετριοφροσύνη
χάρμα ιδέσθαι αφροσύνη.

Τύραννος αφανέρωτος
με την αβροφροσύνη
και ουρανός αστέρωτος
με υψηλοφροσύνη.

Στην παγκόσμια φρικοσύνη
κόσμια νομιμοφροσύνη
στα εγκόσμια εχεφροσύνη
υπερκόσμια ορθοφροσύνη.



ΝΥΧΤΟΛΟΥΛΟΥΔΟ

Μη θες τους κήπους μόνο για τη νύχτα
λουλούδι που μαραίνεται αυγή
σαν χθες με ρύπους των θαμώνων πίστα
για το τραγούδι χαίρεται να βγει.

Σαν την άδικη κατάρα
βγαίνεις κάθε σούρουπο
και κατάδικη στη μάρα
μπαίνεις νυχτολούλουδο.

Θα μείνει μόνο η δροσιά σου πάχνη
που το πρωί κι αυτή θα εξατμισθεί
θα γίνει ρόδο η φορεσιά σου άχνη
καυτή απ’ τον ήλιο να εξαφανιστεί.

Νυχτολούλουδο αντέχει
το κοτσάνι μάραμα
κι απ’ το σούρουπο εδώ τρέχει
στου Τσιτσάνη χάραμα.

Σαν τον Ορφέα στη σιγαλιά το βράδυ
θα τραγουδάς Τσιτσάνη μες τη κόλαση
και στου Μορφέα την αγκαλιά σκοτάδι
θα την περνάς κοτσάνι σαν σε όαση.

Το κοτσάνι του μαδάει
κι είναι απόλαυση ν’ ακούς
τον Τσιτσάνη αν τραγουδάει
μείνε κόλαση με τους κακούς.

Ορφέα στον Άδη για την Ευρυδίκη
που άρπαξε ο Πλούτωνας κατέβηκες
Μορφέα σκοτάδι για την καταδίκη
που κοίταξες δεν ξανανέβηκες.

Απ’ το Μαρακές γυρίζεις
με τα ρούχα σου μαβιά
και τις Κυριακές μυρίζεις
αλκοολούχα για μεταλαβιά.




ΑΝΤΕ ΠΡΩΙ-ΠΡΩΙ

Σου τηλεφώνησα πρωί
και με κλισέ σου φόρτωμα
σε σκότισα πρωί-πρωί
και το ’κλεισες απότομα.

Αν σ’ έπαιρνα το μεσημέρι
θα μου ’λεγες του χασομέρη
άντε μεσημεριάτικα.

Κι αν σ’ έπαιρνα κατά το βράδυ
θα μου ’κλαιγες αργά για χάδι
άντε πάλι βραδυάτικα.

Άσε τα Σαββατιάτικα
και σκάσε Κυριακάτικα.

Ο χρόνος της παραγωγής
και κατανάλωσης οργής
σου έχει γίνει νεύρωση.

Ο ρόλος της προαγωγής
με σύνδρομο προσαρμογής
του στρες σαγήνη νέκρωση.

Πρόσεξε τα νευράκια σου
και πάρε τα χαπάκια σου.

Σαν τον υπάλληλο πρωί
χρόνο ακατάλληλο είχα βρει
δεν είχες πάρει πρόγευμα.

Έγκλημα κατά συρροή
έλλειμμα με καταρροή
και βήχες το απόγευμα.

Ο χρόνος σου εμπόρευμα
και που καιρός για ξόδεμα.






ΟΥΤΟΠΙΑ

Η ουτοπία πάντοτε
και πανταχού παρούσα
για την οποία κάποτε
να φανταστώ μπορούσα.

Πως στον Άρη θα πετούσα
δεν το πίστευα ποτέ
και φεγγάρι θα πατούσα
δεν περίμενα άλλοτε.

Σενάριο καλλιτεχνικής
σήμερα δημιουργίας
αύριο επιστημονικής
χίμαιρα περιεργείας.

Tης Νεφελοκοκκυγίας
πολιτεία ιδανική
θέλουμε ως δια μαγείας
αλητεία μηδενική.

Να κάνουμε να είναι αυτά
σήμερα τα οποία
δεν είναι κάνοντάς τα απτά
χίμαιρα ή ουτοπία.

Δεν αρκεί με εικασία
θεωρία ιδεαλιστική
με διαρκή διαδικασία
και πορεία ρεαλιστική.

Στο δρόμο με σταμάτημα
χάνουμε αυτά τα οποία
με τρόμο παραστράτημα
κάνουμε δυστοπία.

Κόκα κόλα φρουτοπία
πίνουν στο διάστημα
κι όλα για κερδοσκοπία
δίνουν στο κατάστημα.




ΑΝΑΔΥΣΗ

Το σύστημα πλοήγησης
στον πίνακα ελέγχω
όραση σκέψη ακοή
στο σώμα μου που έχω.

Με τρόπους μου ναυπήγησης
γι’ ανθρώπους υπερέχω
όσφρηση πέψη αναπνοή
τη βρώμα δεν αντέχω.

Με πνεύμονα σαν δαίμονα
σωληνοειδή αναπνέω
και όργανα του σατανά
πετρελαιοειδή εκπνέω.

Μένει ξεκρέμαστη η ψυχή
και στήριγμα κανένα
να ισορροπεί στη κορυφή
κωνοειδή αδένα.

Και με κρυμμένο τον θεό
κήρυγμα στο καθένα
κουλουριασμένο στο βυθό
γι’ ανάδυση καδένα.

Το πλήρωμά μου με ορμή
στη γέφυρα ανεβαίνει
κι απλώνοντας στον ουρανό
τα χέρια τραγουδάει.

Και η ψυχή μου απ’ το κορμί
στην επιφάνεια βγαίνει
κοιτά καθρέφτη αντικρινό
στ’ αστέρια και μεθάει.

Από τα έγκατα της γης
καρδιά χτυπάει στο στέρνο
κι έκτατα πλοίο διαφυγής
μακριά να πάει παίρνω.




ΑΝΑΛΗΨΗ

Σήμερα της ανάληψης πιστών των ευθυνών μας
στην τράπεζα πρώην πίστεως πάει στα ψιλά ο νους
κι ανήμερα μετάληψης ποτών των κοινωνών μας
απ’ τα πεζά στις πίστες ως ψηλά στους ουρανούς.

Στου παράδεισου την πύλη μ’ έλεγχο επιτόπιο
το κοπάδι σου θα στείλει ένοχο με όπιο
Μέσα μ’ ευνοιοκρατία μπαίνει ο πλούσιος φίλος του
μπέσα με αξιοκρατία θα ’μπαινε ο σκύλος του.

Ρήξεις κι εκρήξεις με πυρά πορθμείο για ν’ ανοίξεις
με το ραβδί Μωυσή νερά τι χρώματος θ’ αγγίξεις
ήξεις αφίξεις σίγουρα με το σημείο στίξης
σε μετατόπιση ερυθρά του κόμματος θα πνίξεις.

Βάπτισμα πυρός θα φέρει με παλίρροια αίματος
ράπισμα στο περιστέρι πύρρεια νίκη πνεύματος.
Τους πλημμύρισαν πελάτες με τις πόρτες τους κλειστές
και τους γύρισαν τις πλάτες μόρτες καπιταλιστές.

























ΑΕΡΟΠΕΙΡΑΤΕΙΑ

Στην πρώτη πτήση του U2 για την κατασκοπία
στο αεροπλάνο του θεού αεροπειρατεία
αγίου ειρηνοποιού του ναυαγίου αιτία
σε πρώτο πλάνο Γκεπεού και CIA τρομοκρατία.

Άμφια της ελευθερίας θα φορέσει η εξουσία
δίνοντας καυτή της νότα μυστικής διπλωματίας
απ’ τα ράφια ιστορίας θ’ αφαιρέσει την ουσία
κρύβοντας τα γεγονότα της αεροπειρατείας.

Έπιασαν στο αλεξίπτωτο με την κατάρριψή του
και δίκασαν σαν ύποπτο μετά τη σύλληψή του
προσπάθεια τους συγκάλυψης επί της γης κριμάτων
κι αμάθεια της κατάληψης επιταγής χρημάτων.

Τύχη αεροπόρου σώου θείας του μετάληψης
κι αετονύχη εμπόρου αθώου απ’ ευθείας ανάληψης
αερίτη ουτοπία ζουμ στο χώμα χειριστού
και για τρίτη χιλιετία ζούμε ακόμα προ Χριστού.
























ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ

Στο κήπο της Μαγδαληνής θα μπω μετανοιωμένος
τη μέρα της πεντηκοστής γιορτής γονατιστής
ιπποτικά γονυκλινής και λευκοφορημένος
απ’ τον αέρα εραστής αλεξιπτωτιστής.

Από τη στάση προσευχής σκυφτά κι αγκυλωμένος
με νευροεκνευριστικό μου πόνο στις κλειδώσεις
θαμπό με τάση ανοχής και σφιχταγκαλιασμένος
κλειδί απ’ τον παράδεισο τρυπώνω να μου δώσεις.

Ο ανοιξιάτικος οιωνός στο στήθος σου σκιρτούσε
και πόνεσες το πρωινό με χάδια στο κορμί
στο χειμωνιάτικο ουρανό το πλήθος θα σκορπούσε
κι εκτόνωσες σαν κεραυνός με χάπια την ορμή.

Με υποσχέσεις όλο θα και θα απ’ τον λαοπλάνο
οι σχέσεις μας στο Γολγοθά σταυρώθηκαν σε πλάνο
με γέρασες κι ανήμπορο δεν γνώρισες ποιος είμαι
με πέρασες για κηπουρό και ρώτησες που κείμαι.























ΦΕΝΤΕΡΙΚΟ

Αχ! σκοτεινή φωνή μου λες του έρωτα Φεντερίκο
με τους νεανικούς χυμούς στα εκατό σονέτα
φτωχοί εργάτες να τους κλαις από το Πορτορίκο
Λατινοαμερικάνικους ρυθμούς με τη κορνέτα.

Στη πλατεία Δημοκρατίας τραγουδούν για κάνα φράγκο
δούλοι αποικιοκρατίας που τους κυβερνούν οι Φράνκο
κι αν ρωτήσεις την αιτία που σε σκότωσε ο καουντίγιο
θα σου πουν για τη φυτεία που χτυπούν με το μαστίγιο.

Μες την πλατεία μουσική που γέμισαν τσιμέντα
κι η πελατεία εχθρική που δεν μυρίζουν μέντα
Θυμίζουν νότια Αμερική με τα προνουντσιαμέντα

στηρίζουν ό,τι γίνει εκεί με ακκομπανιαμέντα.
Συντάραξαν τη γέρικη καρδιά τους ντοκουμέντα
κι άραξαν τώρα μερικοί φαρδιά ραμολιμέντα.
























ΑΡΙΣΤΕΡΟΤΙΜΟΝΟΣ

Λες αριστεροτίμονος
ότι θα φτάσει τρόλεϊ
για να μας πάρει επίμονος
με στάση επιπόλαιη.

Που να τριγυρίζεις βράδια
που γυρίζεις από άδεια
και μας σέρνεις τα εξ αμάξης
όταν παίρνεις να τρομάξεις
να ρωτήσεις για τη βάρδια.

Φυσάνε οι αγέρηδες
τα τραμ σταματημένα
και με τους τραμβαγέρηδες
τα ραντεβού στημένα.

Ψάχνουμε όλοι στην Ομόνοια
για τ’ αριστερά τιμόνια
και μας έπιασε αγκούσα
για να πάμε κούτσα κούτσα
με στρατιωτικά καμιόνια.

Από το νου μας πέρασαν
σκέψεις πολλές και άλλες
μήπως γι’ αλλού σε ξέβρασαν
ηλεκτρικές της σκάλες.

Στο κουδούνι σου της θύρας
τ’ όνομά σου θεσιθήρας
γράφει οδηγός στα τρόλεϊ
και η σύζυγος με ρόλεϊ
καίει ηλεκτρικός σπινθήρας.

Ψηλός καρφί του βόλεϊ
και με μυαλό κουκούτσι
στη κορυφή του τρόλεϊ
σου φεύγει το μαρκούτσι.

Ξόδεψες φαιά ουσία
ν’ ανεβείς στην εξουσία
κι όταν πήρες τα ηνία
ήταν ημερομηνία
λήξης για τη φαντασία.

ΜΑΡΤΥΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ

Λίγο πριν απ’ το τέλος του αιώνα
λιποψύχησα μέλος γι’ αγώνα
το μαχαίρι πετάς απ’ το στόμα
και το χέρι κρατάς νοσοκόμα.

Με ξυπνάς κι όπως τα ’χω χαμένα
με την ένεση να με φουρκίζεις
με ξαφνιάζεις πως είναι για μένα
με συναίνεση και μ’ εξοργίζεις.

Την επόμενη δεκαετία
ανυπόμονη με προφητεία
κι η συντέλεια να έρθει του κόσμου
νομοτέλεια να γίνει δικός μου.

Με κρατάς απ’ το χέρι κι ορκίζεις
για οικουμενική κι εξορκίζεις
χίλια εννιακόσια ογδόντα εννέα
χείλια δάγκωσα κι είπα γενναία.

Όλα έλεγα πως θα τ’ αντέξω
μα πως θα ’λεγα και τούτο ακόμα
αλλαγή πως δεν γίνεται έξω
και χωρίς της δεξιάς το κόμμα.

Στο πηγάδι καλός Σαμαρείτης
και στον Άδη χωλός μακαρίτης
αποστράγγιση υγρών απ’ το σώμα
και με τάγγιση αφρών απ’ το στόμα.

Μου κατέβηκε ο αιματοκρίτης
απ’ τον δράκουλα τράπεζας Κρήτης
μια μετάγγιση κάνε μου ακόμα
και στα μάγουλα βάλε μου χρώμα.

Ισοζύγιο κοινή συναινέσει
με μαστίγιο κινεί να πονέσει
μείνε λίγο μαζί μου ακόμα
και μια αίνεση κάνε σε κώμα.



ΠΛΑΝΗΤΑΡΧΗΣ

Τραπεζίτη με τα πούρα
γέρασες πια κοιλαρά
ψωμοζήτη σου καμπούρα
πέρασες την ιλαρά.

Ήρθες με υπεροψία
σαν μπακάλης μάνατζερ
και θερμά με χειραψία
μας προβάλλεις Τσάλετζερ.

Στα μαντρόσκυλά σου βλέμμα
όλο υπευθυνότητα
και κυλάς μέσα στο αίμα
την Κολ-ανθρωπότητα.

Με τιμόνι διευθύνεις
σαν καμιόνι σου τη γη
κι είσαι άμοιρος ευθύνης
άπειρος αν εκραγεί.

Στους πολέμους σου τι δίνει
το κομπιούτερ σου ρωτάς
και στου ολέθρου τους τη δίνη
όταν μπουν δεν σταματάς.

Ένα ποίμνιο κι εις ποιμήν της
με τον πλανητάρχη η γη
σπιθαμήν προς σπιθα-μήν της
για να υπάρχει στρατηγοί.

Ξέρεις στον "περιστερώνα"
πως δεν θα ’ρθεις σ’ επαφή
Ξέρξης απ’ την πολυθρόνα
θα κοιτάς καταστροφή.

Μέλλον Νώε περιστέρας
γης ανεξακρίβωτο
τέλος μέχρι νεωτέρας
διαταγής στη κιβωτό.




ΒΑΒΕΛ

Τώρα οι Αμερικάνοι
κτίζουν πύργους της Βαβέλ
και τη χώρα τους θα κάνει
να συγχύζουν ντεσιμπέλ.

Στη Νεφελοκοκκυγία
πέρασαν το σύννεφο
και κυλούν με συνεργεία
πέτρα σαν τον Σίσυφο.

Τύραννος τις αντιθέσεις
στο κοινό εξισορροπείς
κι είναι κίνδυνος να πέσεις
στο κενό ό,τι κι αν πεις.

Όλα θες να τα υποτάσεις
στη δική σου τη σκοπιά
κτίζεις στο θεό να φτάσεις
πέφτεις κάτω απ’ τα γιαπιά.

Την αυτοκαταστροφή σου
το απευκταίο προκαλεί
και χωρίς επιστροφή σου
τελευταίο σου σκαλί.

Σαν τον ψηλομύτη τρέμεις
πάει πουλί ακούρνιαστο
και με δυναμίτη extrtemis
το χτυπάει με κουρνιαχτό.

Για να μάθεις μη φυτρώνεις
όπου δεν σε σπέρνουνε
θα την πάθεις να πληρώνεις
κι επί τόπου φέρνουνε.

Τώρα με φτερά Ικάρων
δείχνουν πύργους δίδυμους
και στη χώρα των μακάρων
ρίχνουν ύπνους νήδυμους.




ΜΕΛΟΣ

Μέλος του κουκουέ μου λου
και μου λου από πίσω
στο τέλος και στη σουρλουλού
του μούλου θ’ ακουμπήσω.

Σαν υποψηφίου ΑΚΙΔΑ
με αγκάθι πινακίδα
του νυμφίου παλλακίδα
και τα πάθη με φακίδα.

Πείρα Σωκράτη του σοφού
αντίξοου λιθοξόου
πήρα μα κράτησα κωφού
επίδοξου τοκ σόου.

Με το ύφος που τον είδα
στη χαμένη εφημερίδα
και η ψήφος μου ουκ οίδα
με βαμμένη βλεφαρίδα.

Σαν ρέμπελος στο ΣΥΡΙΖΑ
στραμπούληξα το μέλος
ανέμελος που σφύριζα
και βούλιαξα στο έλος.

Νεοτεριστές του Μπίστη
μου αλλάξανε την πίστη
κι εκσυγχρονιστές του κτίστη
με απαλλάξανε από χρήστη.

Στο υπουργείο Εσωτερικών
με διαγωγή αρίστη
με συνεργείο εξωτερικών
θα βγει Αγκάθα Κρίστι.

Με μια λέξη τζίφρα Βούγια
μου επέβαλε τα χούγια
και του Αλέξη Τσίπρα μπούγια
ξαναέβγαλε την ούγια.




ΤΣΙΛΕΛΗΣ

Ω κόμμα των εξοριών
κυνηγημένο κι όμως
και νικημένο πιο ισχυρό
έβγαινες παρανόμως.

Τσίλια στη νομιμότητα
σαν την παρανομία
βασίλεια για ενότητα
ψάχνει αστυνομία.

Αυτοεπιβεβαιώνεσαι
κατά του αντιπάλου
κι ας εξουδετερώνεσαι
με χτύπημα ροπάλου.

Μη βγουν για την ασφάλεια τους
λες στους φυλακισμένους
και μέσα τα κεφάλια τους
στης γης τους κολασμένους.

Ενθουσιάζουν το κοινό
με γκολ ψαράκι παίχτες
και μέσα στον ωκεανό
βουτάμε γι’ αποδέκτες.

Όπου η θύελλα πλανά
κι άνεμος πνέει ούριος
διαλύει νέφη μελανά
Ρήγα Φεραίου θούριος.

Όπου μας βρήκε η αυγή
δεν βρίσκει η εσπέρα
με την καινούργια διαταγή
να πάμε παραπέρα.

Πρόχειρο χώμα οχυρό
με τιναγμένα τραίνα
και προχωρώ για τον εχθρό
με τα σπασμένα φρένα.




ΟΙ ΦΑΚΕΛΟΙ

Άχρηστοι οι φάκελοι τους καιν
που βγήκαν νέοι τρόποι
συνθήκη SEGEN ένεκεν
που ψήφισε η Ευρώπη.

Σε ένα κράτος έκρυθμο
που ούτε μας γνωρίζουν
με κωδικό μας αριθμό
κομπιούτερ θα ορίζουν.

Για όλα της αριστεράς
στο μάτι υπηρεσίες
σε κόλλα της αναφοράς
γεμάτη αδιακρισίες.

Τα φύλλα αυτά αν έβαζαν
το ένα δίπλα στο άλλο
πέρα ως πέρα σκέπαζαν
ένα νησί μεγάλο.

Την Κρήτη μεγαλόνησο
με κριτικούς λεβέντες
έκαναν φακελόνησο
για μερικές κουβέντες.

Αυτοί που τους συνέταξαν
είχαν το κοπυράιτ
και για να γίνουν διέταξαν
στάχτη στους Φαρενάιτ.

Με υστερία έσβησαν
σελίδες του εμφύλιου
αυτά που μας συνέβησαν
μη βγουν στο φως του ήλιου.

Στο κάτω κάτω της γραφής
ήταν δημιουργία
με φαντασία συγγραφείς
για την ραδιουργία.




ΚΑΠΑ ΚΑΠΑ ΓΑΜΑ

Με τις καινοτομίες μας
η πόλη μας στο ΓΑΜΑ
και τις επωνυμίες μας
σε όλη τους τη γκάμα.

Γουινέα Γεωργία Γκαμπόν
Γκάμπια Γουιάνα Γκάνα
Γουατεμάλα Γκουαντελούπ
Γκρις Κάπα Κάπα Γάμα.

Με τ’ αρχικά τους κόμματα
που θέλουν να πουλήσουν
και πλαστικά ονόματα
που μέλλουν να διαλύσουν.

Δεν λέει τα πράγματα κανείς
χώρα με τ’ όνομά τους
και κλαίει με τραύματα η διεθνής
τώρα με δυο νομάτους.

Ο Ράπτης Πάμπλο πιο γνωστός
διεθνώς σ’ εκατομμύρια
σαν ράφτης μάλλον άγνωστός
φτηνός με τα κασμήρια.

Αν είσαι μες τα πράγματα
το κύριος κεφαλαίων
μετριέται με τα γράμματα
το κύρος επιπλέον.

Χωρίς διπλό διαφορικό
μηχανισμού γρανάζι
σε δρόμο ανηφορικό
συνασπισμού στενάζει.

Σηκώνει την παντιέρα της
και λειώνει ZITA HELLAS
με πάθος του πατέρα της
ο πάτος της κοπέλας.




ΒΡΩΜΙΚΟ ΝΕΚΤΑΡ

Βρώμικο νέκταρ των θεών
έχουμε συνηθίσει
και βότκα Γκορμπατσόφ θνητών
τρέχουμε να μεθύσει.

Στα μπαράκια που με νέον
φάρων τα φωτίζετε
με μπαρδάκια βότκα νέων
τσάρων μας ποτίζετε.

Θα γίνουμε απόψε γκολ
σιμά σου ακούς θαμώνες
και δίνουν με το αλκοόλ
σημαντικούς αγώνες.

Για καινούργιες ψευδαισθήσεις
με οινόπνευμα μεθάς
και το νου θα συνηθίσεις
με το ψέμα να πετάς.

Το όπιο της θρησκείας του
στο μπαρ αναζητάει
όποιο της αρεσκείας του
το βράδυ ξενυχτάει.

Κόκκινο παπά του βρίσκει
βότκα για μεταλαβιά
με κοινό που πάει για ουίσκι
και για κόκα στη σκλαβιά.

Για ευωχία των θεών
με νέκταρ κι αμβροσία
και δυστυχία των θνητών
με νέκρα Αχερουσία.

Τσάρος δίνει στο μπουντρούμι
στην ουσία συνένοχο
κι ο κουρσάρος πίνει ρούμι
γι’ ανταρσία χο χο χο!.





ΤΙΣ ΠΤΑΙΕΙ

Τις πταίει ρωτάς για όλα αυτά
στη Χαριλάου Τρικούπη
και λαδωμένα τα λεφτά
τα βγάζουν απ’ το κιούπι.

Δεν φταίει ο καπιταλισμός
για όλα λες στα μέλη
κι ώσπου να ’ρθει σοσιαλισμός
κολλήσατε στο μέλι.

Δεν φταίει το κεφάλαιο
χωνέψτε το για όλα
στον πεινασμένο σου λαό
να λες πιες Pepsi cola.

Δεν φταίει ο ιμπεριαλισμός
το τελευταίο στάδιο
αλλά ο κοιλιοδουλισμός
που γουργουρίζει άδειο.

Δεν φταίει το ισοζύγιο
των πληρωμών στη χώρα
αλλά το διαζύγιο
χωρίς αιδώ και τώρα.

Δεν φταίει ο ξένος δανεισμός
να ’χεις στο ράντσο βίλλα
αλλά ο ντόπιος ξεπεσμός
από τον Πάντσο Βίλλα.

Δεν φταίει το επιτόκιο
που παίρνει ο ραντιέρης
αλλά το γιεν στο Τόκιο
που είναι μπαλαντέρης.

Δεν φταίει για όλα το πασόκ
δουλάριο των ΗΠΑ
που έπαθε απ’ τη κρίση σοκ
μέσα στη μαύρη τρύπα.





ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΗ

Κορμιά στον ήλιο εύρωστα
που γυάλιζε το δέρμα
ορμίσαμε όλοι μας μπροστά
μα ζάλιζε το τέρμα.

Αντρέα προχώρα
σε θέλει η χώρα
εδώ και τώρα
και πάρε φόρα.

Πως δεν υπάρχει κίνηση
στο κύκλο θα νομίσεις
στη μάχη με παρέκκλιση
για τίτλο θα ορμίσεις.

Θα ξαποστάσω
και θα σε φτάσω
θα σε κουράσω
θα ξεπεράσω.

Κόπιασες περιδρόμιασες
εν όψει όμως φίνις
ντρόπιασες που προδρόμιασες
με κόψιμο τ’ αφήνεις.

Ρωτάς τι φταίει
Γιάννη στο δείπνο
και τελευταίοι
πιάνει στον ύπνο.

Σε σένα η δόξα μου όλεθρος
και η προσπάθεια εν τέλει
για μένα τόξα σου εχθρός
από τα πάρθια βέλη.

Χαφιές της TREVI
που μαγειρεύει
και πες αλεύρι
ποιος σε γυρεύει.


ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ

Μ’ άρεσε με φαβορίτα
και με μάγκικη αργκό
μάδησε τη Μαργαρίτα
Μάγκυ Μάργκαρετ Μαργκό.

Μάλλιασε Μη μη η γλώσσα
όταν του φωνάζαμε όλοι
και αλάλιασε η κλώσσα
που φωλιάζαμε στο φόλι.

Δεν μας άκουσε όμως έτσι
που παράκρουσε Μιμή
και θα βγάλει απ’ το κοτέτσι
τη μεγάλη με ζουμί.

Άντρας με καπατσοσύνη
η Μιμή και τίποτ’ άλλο
μάντρωσε μποέμ Πουτσίνι
και μιμείται ΟΕΜ μεγάλο.

Στον καθρέφτη της κοκότα
ξεπουπούλιασε κοτάς
σαν το κλέφτη με ντακότα
κι έφυγε ο Κοσκωτάς.

Ξεκινήσαμε παρέα
με τον Τροτσκιστή Αντρέα
όμως προχωρούμε χώρια
και με τρώει η στενοχώρια.

Θα ζητήσω απ’ τον Αντρέα
διαζύγιο χρυσό
τα περάσαμε ωραία
έστω και μισό μισό.

Έζησε καλά μαζί της
μα κατόπιν αορτής
έσβησε απ’ τη ζωή της
με τα φώτα της γιορτής.





BAR BAR×@BA®

Μπαρ Μπαρ×@μπά® ² Μπάρμπαρ@
Μπαρ(ούφ)@² μπαρδάκι
Μπαράζ μπαρ βαρ βαρ βάρβαρα
Μπαρούφα μπαρμπεράκι.

Μπάρμπα μπάρκο Μπαρμπαρέσσα
Μπαρμπουνάρα Μπαρμπαριά
Μπάρμπελ Μπάρμπυ Μπαρμπαρέλλα
Μπάρα μπάριζα μπαριά.

Μπαρ Μπαρμπαροκαψούρηδων
Μπαρόβιων μπαργούμαν
Μπαρτολεμιοκαούρηδων
Μπαρμπάκηδων μπαρούμα.

Μπαρ Μπαρίνο Μπαρμπαγκρίγκο
Μπάρρυμορ Μπαρμπάροβα
Μπαρμπερίνο Μπαρμπερίγκο
Μπάρκιζα Μπαρμπάτοβα.

Μπαρόκ μπαράγκα μπάρμπεκιους
Μπαρτολεμιοκαούρα
Μπαραναγκάρ Μπαρμπάρικους
Μπαρ Μπαρμπαροκαψούρα.

Μπαρ Μπαρίσνικωφ μπαριέρα
Μπαρμπεράκηδων μπαρδόν
Μπαρ Μπαρόζο μπαρμπουτιέρα
Μπαρτζινόπουλων μπαρντόν.

Μπαρόφατσα Μπαρτόλεμιου
Μπαρίλα Μπαρμπαρόσα
Μπάρτσα μπαρουτοπόλεμου
Μπαρμπάντος Μπαρτσελόνα.

Μπαρ μπαρουτοκαπνισμένων
Μπαρμπαλιά μπαρόμαγκα.
Μπαρ Μπαρόν μπαρκαρισμένων
Μπάρμαν μπαρουτόσκαγα.


ΣΤΑ ΚΑΡΑΒΑΝΙΑ ΤΟΥ ΡΕΜΠΩ

Στα καραβάνια του Ρεμπώ
ημιονηγοί θα πάμε
κι εμπάργκο με το λαθρεμπό-
ριο όπλων μας θα σπάμε.

Αρχηγός στο καραβάνι
τυχοδιώκτης της ζωής
και τραβάει να πάει ραβάνι
γκέμια ο κοντραμπατζής.

Κινήσεις εντυπωσιασμού
κομάντος με φουλάρια
μονάδες ανεφοδιασμού
φορτώνουμε μουλάρια.

Κάνουμε αγώνα δρόμου
για εξοπλισμούς στη γη
με ισορροπία τρόμου
μεροκάματο να βγει.

Με ξιφολόγχες παίρνουμε
το δρόμο αρματολίκι
και μες τις λόχμες σπέρνουμε
το τρόμο γκρίζοι λύκοι.

Για τους φύλαρχους πραμάτεια
πάμε στο λημέρι τους
το κανόνι σε κομμάτια
πρεσβευτές στα μέρη τους.

Με οδηγό πολύπειρο
νυχτερινή πορεία
τραβώ στη μαύρη ήπειρο
τρανή ταλαιπωρία.

Θα σαπίσει το κορμί μου
σε καλύβα κρεολής
και θα σπάσει την ορμή μου
με τον λίβα της φυλής.




ΦΕΡΑΙ

Μετά τον όρκο τους φαντάρια
κι από τον όρχο τους μουλάρια
τίγκα στο REO τα ’φερε
Ρήγα Φεραίο στα Φεραί.

Από τη Λάρισα στη τούντρα
με το μουλάρι σας της ΟΥΝΤΡΑ
στο ανεμούριο άνεμο ούριο
και με τον Δούρειο ίππο θούριο.

Με χαρακτηρισμό στρατιώτης
παρά τον ηρωισμό πατριώτης
ανεπιθύμητος εχθρός
να μένω ακοίμητος φρουρός.

Να πω να περιμένω ως πότε
το ιεραρχικό στραβάδια το ’πε
όμως ακούω άνωθεν
πολεμικό ανακοινωθέν.

Παλιοκατάσταση για άδεια
γι’ αντικατάσταση στραβάδια
και όσο να πεις κύμινο
μετάθεση ανά τρίμηνο.

Άστα να πάνε στα τσακίδια
κι οι πόνοι όπως τα σακίδια
από τους ώμους κρέμονται
στους δρόμους ν’ αναφέρονται.

Άργος Ορεστικό και Δράμα
Παράδεισο Τοξότες τραύμα
άλογο στην αναφορά
παράλογο στη συμφορά.

Από κλωτσιά πλευρό σπασμένο
και το μουλάρι αποσπασμένο
με τραίνο για το τάγμα του
να περιμένω σάγμα του.




ΚΟΥΒΕΪΤ

Πράος αλλ’ όχι άπραγος
δεν ξόφλησε προχώρα
κράτος Αλλάχ ατάραχος
έξόπλισε τη χώρα.

Καταιγίδα της ερήμου
θα νικήσει άραγες
ή θα σβήσει το κερί μου
σ’ ένα μέτωπο αραγές.

Φοβία θωρακίζεται
φοβέρα απ’ το κοράνι
κι η βία εξοστρακίζεται
σαν σφαίρα από τα κράνη.

Οι στρατιώτες του σεΐχη
θα ξεσπάσουν σε ιαχές
κι απ’ τις μπότες τους οι ήχοι
θα σκεπάσουν προσευχές.

Σαν τη καμπάνα οι φωνές
μουλάδων και μουεζίνη
κι αεροπλάνα μηχανές
φουλάρουν κηροζίνη.

Η χανούμ κλαίει στο χαρέμι
πήρες στο λαιμό σου αμάν
χάνουμε λέει στο βερέμη
πόλεμο καμεραμάν.

Πρώτα θεέ μας έκανες
δύναμη κορυφαία
και ύστερα μας ξέκανες
με πύρινη ρομφαία.

Αλαντίν με το λυχνάρι
ψάχνει για το τζίνι του
αλλά της Γιασμίν το χνάρι
χάνει με βενζίνη του.





ΙΡΑΝΓΚΕΪΤ

Οι οπαδοί του Μωσαντέκ
στην κόλαση του σάχη
και το κοπάδι του Τουντέχ
τους γύρισε τη ράχη.

Για τον κίνδυνο της σχέσης
πετρελαίων να οξυνθεί
και με τήβεννό τους Πέρσης
συμβολαίων θα ενδυθεί.

Μ’ άσπρο σκουφί θερμομετρούν
ακόμα το κατράμι
και σαν κουφοί ν’ αποφανθούν
το κόμμα αν θα συνδράμει.

Πέρασε νηφάλια η ώρα
γδάρτε τους υπομονή
μέσα τα κεφάλια τώρα
πάρτε τον Χομεϊνί.

Ο Μωσαντέκ στη φυλακή
του Ιρανού μονάρχη
και το Τουντέχ δεν θα εμπλακεί
στου τύραννου τη μάχη.

Με τον Πέτρο Ερημίτη
πέτρωσαν και τα κορμιά
σαν το δέντρο από τερμίτη
νέκρωσαν στην ερημιά.

Και μίας πόλης τους αρμούς
οι Άραβες θα κτίσουν
με κόκαλα που σε σωρούς
οι άνδρες τους θ’ αφήσουν.

Έπαθαν μεγάλο χάλι
κι έβγαλαν παραβολή
θα’ ναι αν ξαναπάμε πάλι
η χαριστική βολή.




Ο ΚΛΕΦΤΗΣ ΤΗΣ ΒΑΓΔΑΤΗΣ

Μια του κλέφτη της Βαγδάτης
μπάρμπα τόσα εξαμαρτείν
και του πέφτει ο δραγάτης
Μπαρμπαρόσσα Χαϊρεντίν.

Πάπλωμα με τον καυγά της
άρπαξαν του Ναστραντίν
και με ξάπλωμα στ’ αυγά της
άραξαν μουτζαχεντίν.

Την Γιασμίν με το λυχνάρι
ψάχνουνε του Αλαντίν
και στου Χουσεΐν το χνάρι
πιάνουνε τον Σαλαντίν.

Παραβάτη σε φανάρι
κόκκινο στο Αμπερντίν
και διαβάτη που φρενάρει
το κοινό με μπεταντίν.

Τι μωρία ραμαζάνια
δεν κρατώ απίθανη
τιμωρία στα καζάνια
στο στρατό Μωαμεθανοί.

Ομορία με ζιζάνια
και λαμά σαβαχθανί
συμμορία με λαζάνια
πολεμά ημιθανή.

Να γιορτάσουν μπαϊράμι
δεν θα κάμει ανακωχή
να χορτάσουν πάει χαράμι
του ιμάμη προσευχή.

Θα κοχλάσει το κατράμι
σκλάβα να εκραγεί η ψυχή
κι όχλος πλάση σαν ποτάμι
λάβα οργή θα ξεχυθεί.


ΚΥΠΡΟΣ

Όταν πέταξαν τη ρόκα κι οι γυναίκες το ΑΚΕΛ
αψηφώντας την ΕΟΚΑ γύριζε γυμνή Ρακέλ.
Ξένη η σκηνοθεσία και κομπάρσα ιθαγενής
ξαίνει σκίνο για θυσία με τη φάρσα Διγενής.

Κύπρο των αιγοπροβάτων και της προδομένης στάνης
Κύπρο συρματοπλεγμάτων και της διεθνούς πλεκτάνης
Κύπρο των T-shirts μπλουζάκια και τον τυπωμένο χάρτη
Κύπρο σκετς απ’ τα Εγγλεζάκια για τον σκοτωμένο αντάρτη.

Κύπρο σεναρίων τρόμου του μπερντέ θιάσου σκιών
Κύπρο κυναρίων δρόμου μπερδεμένων φωνασκιών
Κύπρο όσο ζει ο εθνάρχης ερμαφρόδιτη ανοχής
Κύπρο πόσο θα υπάρχεις αυταπόδεικτη ενοχής.

Κύπρο των Φουτ Μπολ Μακμίλαν που πουλάει ο Βενιζέλος
Κύπρο του φουτμπόλ της Μίλαν που μιλάει ο Μαμουζέλος
Κύπρο εισβολής Αττίλα κι ανθρωποσφαγής Σατίλα
Κύπρο προβολής Φωτήλα και αυλής με προβατίλα.


Κύπρο της ευμάρειας κόκα κόλλα το και κάνε τόκα
Κύπρο της μακάριας γιόγκα με τα αλληλούια μόκα
Κύπρο ζώα ωοτόκα με τ’ αβγά τα κλούβια γιόκα
Κύπρο σώα διπλοκρόκα κι αρπακόλα με μπαγιόκα.

Κύπρο με θηλιά σου φλόκα της αγχόνης της ΕΟΚΑ
Κύπρο τα μαλλιά σου πόλκα βοστρυχώνεις δολοπλόκα
Κύπρο με σκυλιά στα μπλόκα που τα χώνεις μπόμπα πόκα
Κύπρο αγκαλιά σου ρόκα που αγχώνεις απ’ τη πρόκα.

Κύπρο άλευρο Ταπιόκα κι άνευρο με καλαμπόκα
Κύπρο άροτρο μανιόκα σε ξερό για τον καριόκα
Κύπρο τσόκαρο με τόκα χαλκοπόδαρο τζουντόκα
Κύπρο κόττερο Μαγιόρκα κι ελικόπτερο για όρκα.

Κύπρο θώκων ΘΟΚ με τόγκα και τουρκομπαρόκ με πρόγκα
Κύπρο καζατσόκ με βότκα και του ροκ εν ρολ μιλόνγκα
Κύπρο του αμόκ με ντρόγκα και του σοκ στη Σπιναλόγκα
Κύπρο της ΕΟΚ πασόκα και του γιοκ για τον Ευδόκα.



ΚΥΠΡΟΣ


Κύπρο δικαστών περούκες αραβόσιτων ερούκες
Κύπρο των προβάτων στρούγκες και των βάτων με τις φούρκες
Κύπρο τσάκρες τρακατρούκες και στις άκρες με ντουντούκες
Κύπρο τσάρκες με σουρτούκες βάκρες με τις πατατούκες.

Κύπρο των αμνών κοπάδι γκεσεμιού Ζαχαριάδη
Κύπρο αχαμνών γλυκάδι στο γκισέ για το μοιράδι
Κύπρο με λεπτό μαγνάδι ρίχνει στη φωτιά σου λάδι
Κύπρο για κλεφτό σου χάδι δείχνει αποκοτιά το βράδυ.

Κύπρο στη καρδιά πινέζα για χορεύτρια σαντέζα
Κύπρο με Φιλιππινέζα υπηρέτρια κι Αλβανέζα
Κύπρο στην ποδιά σου πρέζα σκόνη η μικρή Ολλανδέζα
Κύπρο για φιλί τροτέζα που σηκώνει την πλερέζα.

Κύπρο των SS τριακόσια και τις κεφαλές με κρόσσια
Κύπρο για τα ιερά και όσια κράτησε γερά Στρακόσα
Κύπρο Λεμεσός Νικόσια λέμε SOS για τα Βαρόσια
Κύπρο πιλαλάς με κότσια για να σπαταλάς τα γρόσια.


Κύπρο κερδισμένων λότων και χαμένων αιχμαλώτων
Κύπρο εύσημα πιλότων κι ένσημα υπέρ αγνώστων
Κύπρο των ηλίων των πρώτων και των τελευταίων ερώτων
Κύπρο των χιλίων κρότων και των βουλωμένων ώτων.

Κύπρο του χορού Ζαλόγγου και του Ησαϊα βόγκου
Κύπρο ήμερων του λόγγου κι άγριων της CIA πρόγκου
Κύπρο του σβησμένου φθόγγου και του πεταμένου σπόγγου
Κύπρο του δεμένου μπόγου και πακέτου τσιτσιφιόγκου.

Κύπρο του σφαγμένου κράχτη και πιτσιλισμένου σφάχτη
Κύπρο του καμένου στάχτη και ξεφτιλισμένου αδράχτι
Κύπρο τυπωμένου χάρτη αιματοβαμμένου Χάρντινγκ
Κύπρο υψωμένου φράχτη και του χωρισμένου άχτι.

Κύπρο θέσεων εποίκων και διαθέσεων αποίκων
Κύπρο θέσεων του Γκρομίκο καταθέσεων χαχαμίκων
Κύπρο των εκθέσεων Σίσκο και προθέσεων απίκο
Κύπρο επιθέσεων λύκων και διαιρέσεων πηλίκο.




ΚΥΠΡΟΣ

Κύπρο ξένων στρατευμάτων Βατερλό εστιάτορα
Κύπρο πραξικοπημάτων του Σαρλώ δικτάτορα
Κύπρο των παραπηγμάτων και του ήλιου ηλιάτορα
των πηγμένων ξεραμάτων και δυσκοίλιου κάτουρα.

Κύπρο κουλοκουριασμένων με τα πρατοψάλιδα
Κύπρο ψιλοκουρεμένων κακοποιών με κόνιδα
Κύπρο ψωροκεκαρμένων του Σαμψών η Δαλιδά
Κύπρο ανατριχιασμένων για το ποιόν του όνειδα.

Κύπρο των παραπτωμάτων και του όρθρου αηδονιού
Κύπρο των περιττωμάτων και του βόθρου λιμανιού
Κύπρο των παντού φευγάτων του απόλυτου κενού
των παπουτσωμένων γάτων και ξυπόλυτου ορφανού.

Κύπρο της ψηφοθηρίας και των θενκ γιου βέρι ματς
Κύπρο της αδιαφορίας κόσμου των στημένων ματς
Κύπρο της οπλοφορίας αστυνομικών για κατς
Κύπρο της κυκλοφορίας οικονομικών με σκατς.
























ΑΕΡΙΤΙΔΑ

Πάσχουμε από αερίτιδα
των αιθεροβαμόνων
και θα ’χουμε φρενίτιδα
πατέρων των αμβώνων.

Πάσχω από αερίτη
μία αρρώστια δυστυχώς
κι ας με κάνει μακαρίτη
θα πετάω συνεχώς.

Γεια σας αιθεροβάμονες
της γης οι κολασμένοι
για σας από τους άμβωνες
υγιείς καταραμένοι.

Η καρδιά μας μαραζώνει
μη ξεφύγει απ’ τη τροχιά
και φαρδιά φοράμε ζώνη
που μας σφίγγει σαν τριχιά.

Οι καμικάζι έγιναν
νομοταγείς πολίτες
και με το γκάζι έμειναν
τη γης οι ασφαλίτες.

Τώρα δεν μας λένε αλήτες
γίναμε αγγελούδια
και στη χώρα καταλύτες
μας προσφέρουνε λουλούδια.

Πάσχω από αερίτη δυστυχώς
το φάρμακό της δος μου
για να πετάω συνεχώς
στα πέρατα του κόσμου.

Στέλλα με το σκούτερ έλα
πάρε τα μπαγκάζια σου
γέλασε και σκουτερέλα
πάτησε με γκάζια σου.





ΛΑΟΣ

Τα μοναστήρια να ’ν’ καλά
κι αυλόγυροί τους εκδρομέα
επισκεπτήρια πολλά
καλόγεροι προγαμιαία.

Στα γυμναστήρια πάγκαλα
κορμιά περιβολή αδαμιαία
και προσκλητήρια για γκαλά
σχολή της μόδας Ζωσιμαία.

Στα μαύρα δέον ο λαός
κι οι ουρανοί με τρόμο μαία
χάβρα Ιουδαίων Χαρίλαος
θρηνεί στο δρόμο θνησιμαία.

Καρατζαφέρη ο ΛΑΟΣ
για να μη προχωρήσει ΜΕΑ
θα καταφέρει αγλαός
για να χωρίσει τα σιαμαία;

Θα τιμωρήσει ο θεός
με κλύσματα κατακλυσμιαία
και θα τα θεωρήσει ως
εγκλήματά τους στιγμιαία.

Έθιμο στο εντευκτήριο
με βήμα ευθύ ταχύ ακμαία
και πένθιμο εμβατήριο
το χρήμα ηχεί υποβολιμαία.

Του Μπερλουσκόνι ουρλιαχτό
απ’ το μπαλκόνι με σημαία
και μπουρδοσκόνη κουρνιαχτό
σηκώνει ξένου επιδρομέα.

Βασίλειο αδιατάραχτο
το ίδιο χρόνια με Ρωμαία
κάτω απ’ τον ήλιο άπρακτο
αγαλματίδιο κεραμέα.




ΚΑΛΑΝΤΑ

Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά
ψιλή βροχή σαν βελονιά
και άψι(υ)λοίαστοι συγχρόνως
φορομπηχτικός ο χρόνος.

Αρχή που βγήκαν οι ληστές
με μηχανές τους άπληστες
που βρήκαν να καλοκουρδίσουν
και να μας κακοκαρδίσουν.

Άγριος Ράμπο έρχεται
κι άγιος δεν καταδέχεται
μαζί απ’ τον κάμπο να μιλήσει
και το μαγαζί να κλείσει.

Στέκι στο κέντρο μοναξιά
στέκει στο δέντρο δεξιά
χωρίς να σπάσει αυγά ομελέτα
και νωρίς θα κάτσει στη ρουλέτα.

Ο τζόγος σας το γιόρτασε
ο λόγος σας μας χόρτασε
και το ψωμί σας φάτε
με ζουμί που μας ρουφάτε.

Κάβα με το αζημίωτο
το Σάββατο γι’ αμείωτο
ενδιαφέρον κάνει μπόνους
για συμφέρον της να γλυκάνει πόνους.

Χτυπάμε παλιοσύστημα
κι ουρά να πάμε στοίχημα
με κέρδος προκαθορισμένο
ψεύδος σίγουρα για τον χαμένο.

Με τα χαμένα φαβορί
εμένα η φούλα μου μπορεί
κι αν με ξεκάνει σαν μπατίρη
Φούλαμ να μου κάνει το χατίρι.




ΦΑΤΜΕ

Σφύρα μου τα λαϊκά σου
τα μοντέρνα σου Φατμέ
πήρα μπαλαλάικά σου
τραίνα με τσαφ τσουφ ατμέ.

Στον υπερσιβηρικό σου
το σταθμό σαν αγοραίος
με τον εξηλεκτρισμό σου
μα δεν είμαι Ζαγοραίος.

Με τον φερετζέ κρυμμένα
φάλτσα σου απαριθμώ
και με κεμετζέ ωιμένα
ψάχνω για ένα νέο ρυθμό.

Δίχως βιομηχανία
της φαιδράς πορτοκαλέας
ήχος με αμηχανία
μα δεν είμαι ο Σαλέας.

Σαν υδραυλικός απ’ έξω
πάω στον πύργο με ασανσέρ
γρήγορα αυλικός να παίξω
και χτυπάω την πόρτα σερ.

Άψιλος χτυπάω το ντέφι
σαν καμπάνα του δερβίση
και ψηλός σκορπάω το κέφι
μα δεν είμαι Άννα Βίσση.

Με τα χίλια παρακάλια
για τις αγκαλιές καλού
χείλια κάνουν πορτοκάλια
οι πορτοκαλιές κι αλλού.

Ξαναπιάνω στα ωδεία
κείμενα ποικίλης ύλης
για να κάνω περιοδεία
μα δεν είμαι Σαμοΐλης.




ΡΑΪΣΑ

Πως θα ’ρθουν μου ’πες
κάτω τα Ρωσάκια
και σπάω κούπες
με ροζ ραβασάκια.

Ακούω λαϊκά
με αφιερώσεις
κι αποκρούω μπάλα
Λάικα με νευρώσεις.

Φαρσί τα λόγια
με τη βότκα Ρώσοι
κρασί στα υπόγεια
Βόλγα θα νερώσεις.

Μισέλ Στρουγκόφ
τα μαλλάκια
και Ζαχαρόφ
τα χειλάκια.

Με τα σκυλάκια σου
έκαψες Παρίσια
κι είχες τα μαλλάκια σου
που έκοψες πιο ίσια.

Σαν ντεμπουντάντ
φιγουρίνι
με περμανάντ
θα σγουρύνει.

Καρδιές Ραΐσα
ράϊσαν στη τάξη
ποδιές κλαρίσα
και γάμπες σου μετάξι.

Στο ρεβεγιόν
πάει στη RAI
κάλτσες ρεγιόν
θα φοράει.



ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΙΛΛΥΡΙΟΙ

Με την εθνική ομάδα
οπαδός παραληρεί
στη γειτονική ρημάδα
κάθοδος Ιλλυριοί.

Για τα γρέκια με σαμάρια
προχωρούν οι Αλβανοί
και ντερέκια απ’ την ευμάρεια
δεν χωρούν στη γκλαβανή.

Τρέχουμε για να κρυφτούμε
στις εστίες πρηνηδόν
να μην έχουμε αν πιαστούμε
απιστίες κλωτσηδόν.

Με Βρακά και φουστανέλα
ήρωες στα νώτα μας
γαλανόλευκα φανέλα
ίδρωσε απ’ τα χνώτα μας.

Παίζουν τα παιδιά στη ρούγα
και τα πιάνουν βλάμηδες
σαν αρνιά μέσ’ απ’ τη στρούγκα
να τα κάνουν Τσάμηδες.

Στην Αγιά Σοφιά αγνάντια
ευζωνάκι Αεκτζής
στην Αρβανιτιά ενάντια
μπαζωνάκι τσακιτζής.

Νύχτα επίθεσης κομάντος
μέσα στην Επισκοπή
δίχτυα εθνικής ομάδος
έσωσαν κατάσκοποι.

Πάνε εν τάχει και Στρακόσα
πιάνει άλτης γι’ αμοιβή
κι αν δεν τα ’χει τετρακόσια
κάνει εφιάλτης του ΜΑΒΗ.


ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΗΣ

Μοιάζω Βορειοηπειρώτης
Έλληνας και πατριώτης
εγκωμιάζω κράνη ιδιώτης
ή αν θέλει ναν’ στρατιώτης.

Κλαίω που το διαβατήριο
δεν μου δίνουν για να μπω
και να λέω εμβατήριο
που προδίνουν αγαπώ.

Παρανόμως με ντουφέκια
σύνορα περνώ με λέκια
όμως από δω κι απέκεια
συμφορά κι αστροπελέκια.

Δεν θα σώσουν με τους χάρτες
που’ χουν φέρει στην ουρά
αλλά να μας δώσουν κάρτες
ενδιαφέρει σίγουρα.

Παραμάνα μου στο στήθος
για να γαλουχείται ο μύθος
και φημίζομαι συνήθως
για το ύποπτό μου ύφος.

Τρώω την τρελή γελάδα
ρύζι και ξηρά τροφή
στο ηρώο η Ελλάδα
προορίζει για ταφή.

Βάλε το κολλύριό σου
για να δεις Ιλλυριό σου
και το δηλητήριό σου
βγάλε με ντελίριό σου.

Σαν τον χότζα το γαϊδούρι
έμαθε μη τρώει αλλά
δίχως χόρτα στο αχούρι
τίναξε τα πέταλα.




ΔΑΙΜΟΝΑΚΙ

Ω! συ που είσαι η πιόμορφη
απ’ τους κακόσχημούς μας
και τους τριακόσιους πιο σοφή
τους μεγαλόσχημούς μας.

Δαιμονάκι μαύρο ρίξε
μες στην άβυσσό σου μείνε
γκομενάκι λαύρο δείξε
ο παράδεισος τι είναι.

Ω! συ που και το θάνατο
αψήφησες δαιμόνιο
πολυτεχνείο επάρατο
και ψήφισες μνημόνιο.

Απ’ τη φονική λεπίδα
των χειλιών σου γεννημένη
ραδιοφωνική ελπίδα
των τρελών χαριτωμένη.

Ω! Εωσφόρε της Αυγής
στο κόμμα σε γυρεύω
και έως φόρε μου να βγεις
ακόμα θα λατρεύω.

Τη φωτιά μη λιγοστεύεις
ζέστανε μου τη ψυχή
τη καρδιά μη μου παιδεύεις
που χαλκό σου ύμνο ηχεί.

Ω! συ που βάζεις στη βουλή
τη βούλα σου να χρίσεις
στο μέτωπο του ανηλεή
τιβούλα καταχρήσεις.

Τα προνόμια λυπήσου
και τα όμοια υπερασπίσου
με τα εγκώμια του Κροίσου
και στα εγκόσμια χαρίσου.




ΜΝΗΜΗ Δ. ΦΑΡΜΑΚΗ

Ρεύμα αυτοαναλώθηκες
με κεραυνό κορμάκι
και πνεύμα εξαϋλώθηκες
από κρουνό φαρμάκι.

Κορμός που πισσαλείφτηκε
για να φωτίσει ο δρόμος
όμως θερμός συνθλίφτηκε
να συσκοτίσει ο τρόμος.

Βλασταίνει η γη καλόβωλη
μια σπιθαμή απ’ το φράχτη
και μας ζεσταίνει χόβολη
και με μια σπίθα στάχτη.

Στη γούβα των χεριών σταριού
δεν νίτρωσε η ρίζα
με κούπα του κατοσταριού
και φύτρωσε η βρίζα.

Σε είπαν ιταμό θρασύ
ρέμπελο στη ζωή σου
κι ας ήπιαν ποταμό κρασί
στο καπηλειό μαζί σου.

Πολύ αργά για φούμαρα
φαρμακερό το βέλος
ένα τσιγάρο φούμαρα
κι ήρθε πικρό το τέλος.

Άφησες πόρτες ανοιχτές
φεύγοντας Δημοσθένη
για να ’μπουν οι συνεχιστές
έργου που δεν πεθαίνει.

Θα βγουν συνοδοιπόροι σου
για γη κι ελευθερία
και δεν αργούν οι σπόροι σου
να βγει πρωτοπορία.





ΜΟΛΥΒΕΝΙΑ ΟΥΡΑ

Ζωύφια παρασιτισμού
υπαλληλοκρατία
και υποψήφια διορισμού
με αναξιοκρατία.

Μαζική ευνοιοκρατία
του μονοκομματισμού
ταξική γραφειοκρατία
σοσιαλκαπιταλισμού.

Του κρατικού μηχανισμού
γρανάζι και το μάτι
δυναστικού αυταρχισμού
στενάζει διπλωμάτη.

Στη δουλειά με το κομμάτι
ήρωες σταχανοφισμού
τεμπελιά του ακαμάτη
πλήρωσε ωχαδερφισμού.

Φέουδο των κατακτητών
έγινε και δουκάτο
έσοδο των ιδιοκτητών
που έδινε σικάτο.

Δίχως έλεγχο από κάτω
εργατών και αγροτών
στέλεχος στο συνδικάτο
αιρετών στρατιωτών.

Από την περεστρόικα
θίγονταν τα προνόμια
κι αντέδρασαν ηρωικά
που αμείβονταν ανόμοια.

Με παράτες τους κι εγκώμια
θύματα της τρόικα
στρατοκράτες βαρυγκώμια
κύματα παλιρροϊκά.


ΟΥΤΩΣ ΤΥΠΟ-ΠΟΙΗΣΕ

Σαν εμπνευσμένα πράγματα του νου τα προϊόντα
με τυπωμένα γράμματα γης κι ουρανού τα όντα.
Ούτως εποίησε αυτός τα πάντα εν σοφία
και τυποποίησε σκυφτός με την τυπογραφία.

Σαν τυπογράφοι αυστηροί στο τύπο Γουτεμβέργιου
δογματικοί αριστεροί του πρωτοτύπου έργου.
Αρχιτεχνίτες άριστοι κι άρρωστοι χαρακτήρες
παραχαράκτες τέλειοι εν τέλει μήτρες στείρες.

Σαν ισχυρό πειστήριο το κόκκινο μελάνι
δέχτηκε δικαστήριο που έπεσε σε πλάνη.
Παράνομο πιεστήριο όρθιο δεν θ’ αφήσουν
κι έκρινε για το κτήριο να το κατεδαφίσουν.

Σαν αρχιμάστορα θεού με συγχωρείς φωνάζει
ιερομάρτυρα ε! ου! χωρίς να ονομάζει.
Σύμφωνα και φωνήεντα με τη σειρά στις κάσες
συνήθεια και απείθεια στα ιερά μας σκάσε.






















ΙΝΤΙΦΑΝΤΑ

Πεπειραμένος τυπογράφος σεσημασμένος πλαστογράφος
μαλώνεις στη δουλειά τον κάλφα με μονοκοντυλιά πεντάλφα
τελειώνεις αν δεν έχεις άλφα να ρίξεις προκηρύξεις «Αλφα-
ταχυδακτυλουργός εγγράφως τάχ» αρχηγός μηχανορράφος.

Στη τσέπη σου σελιδοθέτης όταν σε βλέπει καταθέτεις
φυλάς DIDOT οδό Διδότου μιλάς για το επίπεδό του
να μη ξεμείνεις σ’ έφοδό του που σου τα δίνει με φειδώ του
που πρέπει να τα διαθέτεις και σου επιτρέπει να συνθέτεις.

Μαζί σου έχεις στοιχειοθέτης και στη ζωή σου στόχο θέτεις
αναρχικά «στοιχεία» πάντα με τα πτυχία σου στη μπάντα
κατοχικά τοιχία Ιντιφάντα για επιτυχία στα συμβάντα
το πετραδάκι σου προσθέτεις σαν το παιδάκι να τα εκθέτεις.

Εκτυπωτής του ταραξίας σαν δικαστής της αταξίας
μη σε σχολάσει θορυβείσαι σε κύκλο «Αναρχία» πείσε
χωρίς πολλά στο άψε σβήσε με τίτλο «Αρχεία της Τάξης»είσαι
ο καρπωτής υπεραξίας ο εκφραστής κυριολεξίας.






















ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΤΥΠΟΣ

Αραδιατζής σαν λινοτύπης και νταβατζής της χαμαιτύπης
χτυπάς επί σπουδή σπουδαία ξεσπάς να δει ερωτιδέα
να πας παιδί εβδομαδιαία τυπάς δανδή με ορχιδέα
αραμπατζής χαλινοχτύπης φιγουρατζής με καρδιοχτύπι.

Πιάνεις στο μάρμαρο λατύπης βάζεις νερό σαν καλοστύπης
τη σκόνη της με την ιδέα που την φουσκώνει και ραγδαία
πως τη σηκώνει πιο χυδαία απ΄ το μπαλκόνι Αρκουδέα
και κάνεις γάργαρο θ’ αντείπεις βγάζεις με πονηρό τερτίπι.

Τίποτα όντως δεν σου λείπει ηδύποτα δεόντως πίπη
μα φουκαρά σε τρώει η λύπη με τη μαλούρα σου του χίπη
των αρχολίπαρων τα λίπη εκλιπαρών των χοίρων γρίπη
ατύπωτα κι αυτά τολύπη ανείπωτα γραφτά του Σκίπη.

Στο βάθος με χαρτούρα κήπος γεμάτος με σαβούρα τύπος
κράτος νομενκλατούρα μήπως λάθος κουμπούρα του βουτύπος
με πάθος λοβιτούρα ρύπος και πάτος με θολούρα γρίπος
σαν τράτος στη χασούρα χτύπος κομάντος ξούρα Δούρειος ίππος.























ΑΡΔΗΝ ΚΑΙ ΛΟΓΑΔΗΝ

Αναρχική αρχειοθήκη πατριαρχική λειψανοθήκη
την κοίτη φράζει Καστοριάδην βάζει στη σκήτη τους εκτάδην
ήτοι κατασταλάζει στάγδην και σφάζει κήτη εκ του συστάδην
στην αρχική της με προσθήκη αυταρχική με υποθήκη.

Ακουάριους υδαταποθήκη απ’ τους μακάριους διαθήκη
στο σπίτι όπου στάζει ράγδην διατάζει γκεσταπίτη βάδην
με δυναμίτη αλλάζει άρδην που η μύτη ΣΤΑΖΙ επί τροχάδην
σφουγγοκολάριους με καθήκι βιβλιοθηκάριους με συνθήκη.

Μαράσλειος βιβλιοθήκη σαν χαρτουλάριος αποθήκη
με τα καπρίτσια θα ενδώσεις με βίτσια για τις παραδόσεις
και τα κορίτσια θα εκδώσεις για τα οφίτσια θα προδώσεις
τρισάθλιος με το ποντίκι για οφικιάλιος ποντίφηξ.

Με άλγος απ’ το σαραλίκι ως λεξιμάργος με αραλίκι
και αλγεινές σου εντυπώσεις για ογκώδεις αλδινές εκδώσεις
μανιώδης έγινες μ’ εκπτώσεις που αγχώδης έδινες τις δόσεις
βιβλιοφάγος σαν σκουλήκι τρως αδηφάγος χαρτζιλίκι.




















ΣΧΟΛΗ ΠΑΠΑΧΡΥΣΑΝΘΟΥ

Το επάγγελμα είναι κλειστό
που το κρατούν σαν μυστικό
να μη το μάθουν άλλοι.

Απ’ τον πατέρα πάει στο γιό
τον νέο Γουτεμβέργιο
κληρονομιά μεγάλη.

Έχει παράδοση η σχολή
και μαθητή απασχολεί
που παίρνει τη σκυτάλη.

Συστατική επιστολή
στα χέρια του με συστολή
που φέρνει μακρυμάλλης.

Πήγαινε είπα ρώτησε
δεν είναι εδώ αρρώστησε
στης πόλης την αιθάλη.

Χίλια εννιακόσια εξήντα εφτά
κι ανήλια γρόσια τα λεφτά
δραχμούλα του Κρυστάλλη.



















ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗ ΤΕΜΠΕΛΙΑ

Στην περιπλάνηση θα μπω
και στο μελάνι κολυμπώ
κόκκινο για ρουμπρίκα.

Από την πλάνη μου θα βγω
και στο καράβι του Ρεμπώ
το μεθυσμένο μπήκα.

Στο αρχιπέλαγος Γκουλάγκ
αρχιτεμπέλαρος Λαφάργκ
νεκρός που πάω βρήκα.

Το πνεύμα πρόθυμο κι η σαρξ
για γεύμα προτιμώ του Μαρξ
γαμπρός να φάω την προίκα.

Στου ωκεανού τα κύματα
του νου αποκυήματα
έριξα sos και βγήκα.

Κι έγιναν τα μορς σήματα
ένσημα και κλεψίτυπα
που έπνιξαν το ΙΚΑ.


















ΡΑΜΠΟ

Καλλιδρομίου στα παλιά
καλλίφωνος σαν σε φωλιά
τραγούδαγες Νταλάρα.

Στα καλλιμάρμαρα σκαλιά
σαν καλλιτέχνης αγκαλιά
κρατούσες μια κιθάρα.

Κάτω απ’ το κιόσκι της αυλής
σ’ ένα καρότσι διαλαλείς
στη λαϊκή βιβλία.

Με σένα ονειροπολείς
θα ’ρχονταν κόσμος πιο πολύς
εκεί στη συναυλία.

Για σκέψου τι θα γίνονταν
στο στάδιο αν ταυτίζονταν
οι θεατές μαζί σου.

Απ’ την πολλή σου ομορφιά
θα τα ’καναν γυαλιά καρφιά
Ράμπο στο μαγαζί σου.


















ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΠΑΛΗΣ

Ο χαρακτήρας του κλειστός
και συλλεκτήρας του ιστός
μύγες τσε Τσε Γκεβάρα..

Υπόγειο στο μπετόν αρμέ
και σαν τον λόγιο Μαλλαρμέ
που πήγες μέσα βάρα.

Αμπάλκονο κι ατάβανο
και σαν να ράβω σάβανο
μοιραίου αντιμονίου.

Καφές στον ανυπόμονο
κι ανασκαφές σε υπόνομο
του αρουραίου Αγρινίου.

Μάτια πρησμένα του Μπαλή
μελανιασμένα Μπάμπαλη
την κάνη καραμπίνας.

Στο καγκελόφραχτο κελί
άγγελο σαν σφαχτό σκυλί
κάνει απεργία πείνας.

















ΟΜΙΛΕΙΤΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

Τα σκόρπια τυπογραφικά στοιχεία
μαζεύω και τυπώνω γράμματα
ΣΚΟΠΙΑ με κεφαλαία ΗΣΥΧΙΑ
με πόνο μη μαζέψω πράγματα.

Το κάνω ρεπορτάζ λιανά Κανέλλη
κραυγάζων ΟΜΙΛΕΙΤΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
με αβαντάζ της έδρας του σαν Έλλην
ο αγοράζων όνομα νικά.

Διαβάζουμε τι γράφει ο ειδήμων
όπως καυχιόταν στη διαφήμιση
με λύπη βγάζουμε τα εν οίκω εν Δήμω
ασκόπως όταν λείπει η εκτίμηση.

Γι’ άκου μα τούτο μπαμ μπαμ Μπαμπινιώτης
να βρεις από τα πράγματα αφανής
του κάκου ψάχνεις απ’ το επώνυμό της
χωρίς παράγωγα της μηχανής.






















ΣΟΥΑΧΙΛΙ

Απ’ το Ναϊρόμπι νέα με σαρκώδη χείλη
μιλάει σαν αεροσυνοδός στην Κένυα
χωρίς διερμηνέα για τα Σουαχίλι
γελάει ενστικτωδώς και βγαίνει έννοια.

Νταντεύει το μωρό στο σπίτι μπέιμπυ σίττερ
ξυπνάει κι έχει τα κέφια του ο εγκέλαδος
χορεύει αρκούδι με το ντέφι απ’ τα ρίχτερ
και τραγουδάει στο κέντρο καλλικέλαδος.

Χτυπάει στο πάτωμα από πάνω τα τακούνια
πετάει το πάσχα στη ταράτσα τα χαλκούνια
ταρακουνάει με νανούρισμα την κούνια
και του κεντάει σαν κυράτσα τα σεγκούνια.

Με αερόμπικ και λαβές της ζίου ζίτσου
πετάει με αεροπλανικό στο έδαφος
χωρίς Ιαπωνική θερμάστρα της Φουτζίτσου
μοιάζει η κατάσταση εδώ τραγέλαφος.






















ΠΥΛΙΑΡΟΣ

Κόβει και ράβει τ’ άδικο
μετάδοση του ντέρμπι
και μέσα στο ραφτάδικο
χρυσό λαρύγγι τέρπει

γκολ με το σταγονόμετρο
και ρίγη στο θερμόμετρο.

Κακό παιχνίδι φλύαρο
η μπάλα στο δοκάρι
σουτ σαν το φίδι χλιαρό
τραμπάλα την μπλοκάρει

μυαλό ξυράφι κοφτερό
παλιό που γράφει με φτερό.

Με τον πελάτη αντικριστό
την Κυριακή αργία
πίσω απ’ την πλάτη το Χριστό
κοιτά μια Παναγία

κοφτό ψαλίδι γυριστό
ξυστό άντε στον αγύριστο.

Ξεκίνησε ο γαλονάς
μπρος μαρς υπηρεσία
νίκησε ο Απόλλωνας
κι έγδαρε τον Μαρσύα

με τρίποντο αιματηρό
του Δία τρίποδο αυστηρό.

Πολύ καλές μεταγραφές
ομάδα για ωδείο
μ’ εοκικές προδιαγραφές
του ενενήντα δύο

σταμάτησε ρε Πυλιαρέ
που ανέβηκες στο μιναρέ.


ΑΜΑΡΑΝΤΟΣ

Ακούμε Άδωνη ιλαρό
απ’ την ωραία πύλη
και διαγράφεται λαμπρό
το μέλλον με καμπύλη

λαρί λαρό λαρί λαρό
τον πέρασες τον Πυλιαρό.

Δεν κρύβουμε το τάλαντο
μαέστροι στα ωδεία
και λέμε τον αμάραντο
ιλαροτραγωδία

ντο ρε μι φα σολ λα σι ντο
με φράκο και με τρικαντό.

Μπρος στο καθρέφτη που εντρυφά
στέκει σαν Άγγλος λόρδος
γαμπρός πως πέφτει στα κουφά
του φεύγει κι άλλος πόντος

φα λα ντο μι σολ σι ρε φα
ταλέντα μας για γκολ κρυφά.

Στη ραπτομηχανή ρυθμοί
ζόρι για την κοπέλα
λογαριασμοί και αριθμοί
αγόρι α καπέλα

για την κυρία ντο ρε μι
την Κυριακή με ντο ηρεμεί.

Με πιέτα ελεύθερα Πιετά
και το μπουφάν διφθέρας
με πέτα σαν φτερά πετά
στα σελοφάν Δευτέρας

που έφερναν για τα μπετά
και σέρνονταν σαν ερπετά.









Η ΤΥΧΗ ΤΗΣ ΡΟΥΛΑΣ

Τι θέλεις να σου πει κι αυτή η έρμη Θοδωρούλα
εν τέλει λέει θα παντρευτεί με θέρμη σαν κορούλα
Να μαγειρεύει ιμάμ μπαϊλντί καλή νοικοκυρούλα
και να γυρεύει μαμ μπαϊλντεί πολύ η κακομοιρούλα.

Να ζει κανείς ή να συζεί πλάθει όνειρα μικρούλα
το δάκτυλο απομυζεί καλάθι BRAVO Ρούλα
και μας περνάει ψιλό γαζί παμπόνηρα παρεούλα
γερνάει και με ψηλό μαζί για μπράβο μια χαρούλα.

Κλαίει που δεν ξέρει να μιλά καμία ξένη γλώσσα
μα λέει απαράμιλλα το caza mia κλώσα.
Με δάκρυα κορόμηλα πικρά επιπλέει γκλόσα
μακριά τους στα Γαυγάμηλα μικρά κλαίει με γαλότσα.

Μιλάει στη RAI η φαμελιά Μegaλωσε στα Λιόσια
και μαρτυράει με ανεμελιά μάλωσε τον Αλιόσα.
Και κατά κόρον η μιλιά Κορομηλιά λαλώσα
στο χώρο κάτω απ’ τη μηλιά κορομηλάκια κλώτσα.






















ΜΟΝΤΕΛΟ

Κάνει το ντέλο για ψητό καλό ο εν υψίστοις
πιάνει μοντέλο εν κρυπτώ και παραβύστω γλύπτης.
Του άλλου τάζει με ξυστό το κόκαλό του ξύστης
εξάλλου στάζει αχνιστό για το καλό του ψήστης.

Του βγάζει τον αδόξαστο ν’ ανέβει το πρεστίς της
και βάζει χέρι άξυστο χαϊδεύει το ποστίς της.
Οσάκις χαίρει ευέξαπτο λαβ στόρυ του εραστή της
ο Σάκης ξέρει άξεστο λαβ σόρρυ του βιαστή της.

Κορίτσια με τα όλα τους δεν είναι καν κομπάρσες
με βίτσια κι άλλα κόλπα τους για να μας κάνουν φάρσες.
Με τα καπρίτσια κόλακες προβάλλουν αν και φάλτσες
κι αλισβερίσια παλλακές καν καν να βάλουν κάλτσες.

Χαζούλια για το χρώμα τους παρούσες ρούσες ράτσες
γλυκούλια για το στόμα τους τσαούσες και καπάτσες.
Μανούλια για το σώμα τους αγέρωχες γκριμάτσες
κουκούλια για το στρώμα τους υπέροχες κυράτσες.






















ΛΕΝΗ Η ΒΡΩΜΟΣΤΟΜΗ

Λένη η βρωμόστομη σαχλή που επιπλέει εξ αγνοίας
ο Λένιν ήτο μιας καλής μας λέει οικογενείας.
Στο τσάι με ανθρώπους υψηλής της χάι κοινωνίας
μιλάει με τρόπους χαμηλής που δεν τροχάει διανοίας.

Τρέχει με στάση προβολής σαν σταρ ταπετσαρίας
κι έχει την τάση επιβολής της σιδηράς κυρίας
Κάνει επίδειξη αυλής ειδών κιγκαλερίας
συν γυναιξί της έπαυλης παιδιών κουρελαρίας.

Πρωί πρωί το ζώδιο νωρίς το χαζοκούτι
καλό σου κατευόδιο με το μυαλό κουρκούτι.
Χωρίς κανένα εφόδιο με τρόμο του ξεκούτη
θα βρεις σε κάθε εμπόδιο στο δρόμο τυφλοσούρτη.

Μη χάνουμε επεισόδιο κάνουμε μπαλαμούτι
και λέμε το τριώδιο κλαίμε έλα Ορνέλα Μπούτι.
Πιάνουμε υποπόδιο να ’χουμε μακροβούτι
πηγαίνουμε στο Ηρώδειο και βγαίνουμε σαν μούτοι.






















ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ

Με τη βιογραφία σου θα έκανες μπεστ σέλλερ
και τη φωτογραφία σου θα έδειχνες στο τρέιλερ
με την τριχοφυΐα σου και τα γυαλιά σου σέττερ
και δίχως ευφυΐα σου δουλειά του ίματζ μέηκερ.

Γιατί μετεωρίζεσαι και πρήζεσαι ALKA SELTZER
αντί να χαραμίζεσαι λικνίζεσαι με σέικερ
αντ’ άλλου να χειρίζεσαι καλά το BLACK & DECKER
εξάλλου διαφημίζεται πουλά ο Βαϊτσέκερ.

Αν ήσουν ζωηρούτσικος με τις στροφές σου σάλος
θα σκίσουν αν και κούτσικος και με ραφές καβάλος
έστω και μεγαλούτσικος με τις τροφές ειδάλλως
πες το και νοστιμούτσικος καφές ο Παπαγάλος.

Ασκήσου φιγουρούτσικος και με φινέτσα Γάλλος
εξ ίσου γκλαμουρούτσικος έτσι όπως είναι ο άλλος
να φαίνεσαι γλυκούτσικος να φέρνεσαι εξάλλως
δεν έφταιξε Μικρούτσικος το έπαιξε μεγάλος.






















ΟΙ ΒΑΡΩΝΟΙ ΤΩΝ MEDIA

Ενός κακού media έπονται με πλύση εγκεφάλου
κι εκ του φακού εκτρέπονται στη κλήση του διαύλου.
Καλώδια φίδια έρπονται με ίνες του κρυστάλλου
κι εμπόδια μετατρέπονται στις δίνες του στροφάλου.

Στα πέρατα εκπέμπονται με κέρατα μετάλλου
και τέρατα δεν ντρέπονται τα ξερατά του άλλου.
Όλα απαγορεύονται ρητά και δια ροπάλου
και όλα επιτρέπονται αδιάκριτα εξάλλου.

Συμπάθειες με το πες πες στο τύπο Μπερλουσκόνι
και με προσπάθειες άκαρπες τίποτα μπουρδοσκόνη.
Με τις απάθειες καναπές ανείπωτα μπουκώνει
κι εμπάθειες κοινότοπες ξετσίπωτα στουπώνει.

Εξάλλου είναι πια σαφές όσο μικρή η οθόνη
τόσο μεγάλο κι αβαθές γίνεται ευρύ κωθώνι.
Καθώς κοιτάζει με απαθές το βλέμμα κατορθώνει
να μη διστάζει γι’ αληθές ψέμα ν’ αποθεώνει.






















ΡΟΥΦΙΑΝΝΑ

Η πομπευμένη την πομπή την έχει για καμάρι
και καλεσμένη σ’ εκπομπή τι τρέχει μας ζουμάρει.
Τα λάθη άλλου θα μας πει χαρτί και καλαμάρι
εξάλλου βρήκε το κουμπί μας πλάθει σαν ζυμάρι.

Μέσα στα σπίτια μας θα μπει με στρας να δει το σμάρι
και λες to be ή Εμ Αρ Μπι μετράς το δυναμάρι.
Σαν Άμλετ σε αναλαμπή άπλετο φως καλμάρει
εξάλλου κλαις ζωή θαμπή που κέλυφος φιλμάρει.

Καμπάνα λόγος διαυγής τον γυάλινο στιμάρει
και αναλόγως εναργής κρυστάλλινο λιμάρει.
Ατίθασης υποταγής Τρικαλινό γομάρι
άτι θρασείς καραγωγείς με χαλινό σαμάρι.

Ελεύθερης επιλογής μάλλινο ρεκλαμάρει
και δεύτερης διαλογής λινό απ’ το ερμάρι.
Του τόπου της καταγωγής από καλό νταμάρι
δια της ατόπου απαγωγής αποκαλώ τομάρι.















ΜΟΛΩΧ

Μολώχ της γέεννας πυρός
θυσίες βωμολόχες
που μόλις βγαίνει ανάπηρος
στις εκκλησίες μολόχες.

Μολώχ με στήθος δυναμό
καννίβαλων στις λόχμες
και πλήθος σου αδύναμο
Αννίβα κι άλλων λόγχες.

Μολώχ παραλιακών βωμών
θαυμάζοντας τη θέα
ειδυλλιακών διαδρομών
σπάζοντας τα στηθαία.

Μολώχ νεκρού εντάλματος
στη μάχη απ’ την τροχαία
και μπρούτζινου αγάλματος
στομάχι υποδοχέα.

Μολώχ μυστήριο της σφαγής
με τρόπο καινοτόμο
στο θυσιαστήριο οδηγείς
με δρόμο λαιμητόμο.

Μολώχ της εγκατάλειψης
που φεύγει απιών στο δρόμο
γι’ αποφυγή ανάληψης
των συνεπειών με τρόμο.

Μολώχ με κλήση πτώματος
που άσφαλτο θ’ αλείψει
κατάληψη οδοστρώματος
άψαλτο εγκαταλείψει.

Μολώχ τεράστιου στόματος
του οδηγού να γλύψει
και δράστη παραπτώματος
του κυνηγού καλύψει.


ΕΣΥ ΚΙ ΕΓΩ

Περίμενα τον χειρουργό
με πρόβλημα υγείας
υπέρ του δέοντος αργό
εκ δεοντολογίας.

Έκτακτα περιστατικά
κάθισε λίγο ακόμα
και θα μου πεις περαστικά
να φύγω νοσοκόμα.

Ήρεμα υπενθύμιση
για τα ελέη χρόνια
σήμερα η διαφήμιση
λέει για τα μακαρόνια.

Ζωή κορώνα γράμματα
παίζει ο γιατρός στα ζάρια
με ανοιχτά τα τραύματα
κι αρχίζει τα παζάρια.

Σκοτάδι γύρω κι έρεβος
ως της ψυχής τα μύχια
σαν χάδι ο ελλέβορος
μουδιάζει ως τα νύχια.

Ρημάδια το συμβούλιο
δεν τέλειωσε ακόμα
η άδεια τον Ιούλιο
που έλειωσε το κώμα.

Δείπνο να πιω το κώνειο
μείνε αναισθησιολόγος
για ύπνο μου αιώνιο
και γίνε εξομολόγος.

Θα σου βυζάξω νηπενθές
το ξύδι απ’ τη ρόγα
να κάνουμε μαζί αν θες
ταξίδι με πιρόγα.


ΛΑΪΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ

Μετά τα πάθη ανάσταση
κουράγιο σε τρεις μέρες
συμπάθεια συμπαράσταση
τρισάγιο απ’ τους πατέρες.

Περπατάω με πατερίτσες
και τον πόνο περιφέρω
πάω για τις παρεΐτσες
και στο δρόμο υποφέρω.

Πρώτα στην πρόνοια που κλειστή
είναι λόγω απεργίας
κι η πόρτα χρόνια σφαλιστή
έμεινε της υγείας.

Πήρα περιπατητήρα
για να ορθοποδήσω πι
και με πείρα ανελκυστήρα
να ανεβώ στο πι και φι.

Έκτακτα με αποστήματα
με κατακτά σκοτάδι
κατά τακτά διαστήματα
στα έγκατα του Άδη.

Με τις λάμες απ’ τις σκάλες
πάω με τα δεκανίκια
στις παλάμες μου φουσκάλες
που κτυπάω με τα μανίκια.

Του κάκου ΕΣΥ σταυρώθηκες
κι ανέβηκες στο θρόνο
που κάπου διασταυρώθηκες
κι ανέχτηκες στο χρόνο.

Πάω στο νοσοκομείο
μη πεθάνω για ένεση
και περνάω απ’ το ταμείο
για να κάνω αίνεση.


ΕΞ ΟΨΕΩΣ

Πέρασα απ’την επιτροπή
γιατρών τσιτσίδι βόγγοι
κι ένοιωσα μέσα μου ντροπή
που τρων οι τσιτσιφιόγκοι.

Σηκώθηκαν βαρύγδουποι
να δουν το τραύμα όγκοι
ορθώθηκαν κι αμφίρροποι
πηδούν για θαύμα γιόγκι.

Γιατρός που ειδικεύεται
στο άλγος καταλύτης
μικρός να εκπαιδεύεται
μάγος ανατολίτης.

Δεν πρέπει να θωπεύεται
η επιδιδυμίτις
κι αν ρέπει θεραπεύεται
η οστεομυελίτις.

Για την αναπηρία μου
έμαθα τα σπουδαία
και με την απειρία μου
έχασα κάθε ιδέα.

Διέκρινε υποχοντρία μου
ρωτώντας με χυδαία
κι έκρινε την ανδρεία μου
κρατώντας ορχιδέα.

Γνωμάτευσαν για ποσοστό
χωρίς λεφτά τριάντα
και διαπραγμάτευσαν ως το
εξήντα εφτά γι’ αβάντα.

ΕΣΥ φωνάζεις με θυμό
και πυρετό σαράντα
σύμφωνα τσέπης το σφυγμό
σου πήρε τόσα αγάντα.


ΑΤΥΧΗΜΑ

Λες τη μοίρα μου διαβάζεις
πως θα πάθω ατύχημα
κλαις και σαν τη χήρα βάζεις
τι να κάνω δίλημμα

αν γυρίσω θα ’ναι ευτύχημα
θα κερδίσω πάμε στοίχημα.

Σ’ ένα δρόμο που συχνάζεις
συναντάς στο γύρισμα
και με τρόμο σου κοιτάζεις
απ’ το περιστοίχισμα

και παθαίνεις σοκ στο αντίκρισμα
που μαθαίνεις το ξεκλήρισμα.

Τα χαρτιά σου θα στοιβάζεις
πρόνοια για βοήθημα
και γραπτά θα διαβιβάζεις
χρόνια για δυστύχημα

θα βυθίζεσαι στο εντρύφημα
και θα εθίζεσαι στο ερύθημα.

Τα στοιχεία θα εξετάζεις
γιωταχή βαρύθυμα
γι’ αστοχία ν’ ανεβάζεις
δυστυχή το τίμημα

κρίμα που δεν πέθανε εκτιμά
θύμα και δεν έκανε κιμά.










ΣΚΟΤΕΙΝΟΣ ΤΥΠΟΣ

Τύπος σκοτεινός βραδιάζεις
με αργό δρασκέλισμα
ρύπος ουρανός γαυριάζεις
συνεργό στο έγκλημα

κι είσαι με το μαύρο ένδυμα
που κινείσαι μιαρό βδέλυγμα.

Ρέμπελος περιδιαβάζεις
και δεν βλέπεις όχημα
που ανέμελος ρεμβάζεις
καταπέλτης να χυμά

στοχαστής με το ξαστόχημα
που θα ξεχαστείς για πρόσχημα.

Όταν μαύρα ρούχα βάζεις
να φυλάς τα νώτα ορμά
και με φωσφορούχα βγάζεις
φλάς σου φώτα αιδοιόσχημα

διαπιστώνεις με απόχυμα
πως γλυτώνεις από αστόχημα.

Για να μάθεις μη χλευάζεις
και να βρίζεις σύστημα
θα την πάθεις να μουχλιάζεις
που γυρίζεις δύσθυμα

μέσα σε υπόγειο οίκημα
ύποπτος για το αδίκημα.










ΠΑΡΑΣΥΡΘΕΙΣ ΥΠΟ Ι.Χ.

Σαν περιπολών κομπάζεις
με μολυβδοκόνδυλο
και περί πολλών τυρβάζεις
με σπασμένο σπόνδυλο

και φτηνός με ψέμα πρόδηλο
ίχνος αίμα ανεύθυνος δηλών.

Έκθεση αυτοψίας γράφεις
μίσθαρνο όργανο τυφλό
κι ανυποληψίας συρράβεις
παλιοτσόγλανο στυλό

που προδίνεις με υπότιτλο
και το δίνεις για μονόστηλο.

Κόλλα αναφοράς που βγάζεις
δίνω για οκτάστηλο
κι όλα διαφθοράς που εμβάζεις
δείχνω με το δάχτυλο

αίμα ΟΥΔΕΝ στο χαρτομάντιλο
θέμα με μηδέν απατηλό.

Με μουτζούρα υπογράφεις
το χαρτί σου κίβδηλο
και κουμπούρα διαγράφεις
μαθητή θρασύδειλο

με το αίμα μου ανεξίτηλο
και το ψέμμα σου πασίδηλο.










ΛΕΖΑΝΤΑ

Τα χέρια μου στοιχειώσανε
σαν σκιάχτρο τεντωμένα
και οι καρποί σταχυώσανε
με δάχτυλα δεμένα.

Άσπρη στάχτη μου στοιχειώνει
τις χειρονομίες μου
και σκεπάζει με το χιόνι
τις επιθυμίες μου.

Στο βουρκωμένο ουρανό
κοιτώ μουντό το πλάνο
και ναρκωμένο στο κενό
πέφτω σαν αεροπλάνο.

Σύγχρονος Χριστός ή σκιάχτρο
έγραψα στο γύψο μου
και με σύνθλιψη των άκρων
στάθηκα στο ύψος μου.

Τον υποδόριο ιστό
τρυπάω για ταξίδι
και με το δόρυ των χρηστών
χτυπάω χολή και ξύδι.

Τα πνευμόνια δες αν στύψεις
σαν λεμόνια σάπισαν
και χωρίς χυμό οι τύψεις
άθυμο με άφησαν.

Αντί για επανένταξη
μου πέταξαν μαχαίρια
κι άνοιξα εν τω μεταξύ
στον ουρανό τα χέρια.

Σκιάχτρο διώχνω την ανία
απ’ τα βλαβερά πουλιά
χρήσιμος στη κοινωνία
κάνω έτσι μια δουλειά.



ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ

Γνωμάτευση από γιατρό
Κωχ προφανώς βακίλλου
διαπραγμάτευση μ’ εχθρό
περήφανος γραικύλου.

Γαστρορραγία να τους πεις
με τσάκισμα σπονδύλου
και δυσπραγία της οπής
με ψάξιμο δακτύλου.

Μου φέρνει αναγούλιασμα
προσβάλλει το εγώ μου
που παίρνει με αυγούλιασμα
να βγάλει το αυγό μου.

Δακτυλική εξέταση
προστάτη από ασελγό μου
και τελική προέκταση
μπροστά της σύνεργό μου.

Αντί να κοκορεύεσαι
με την κοτολογία
με γάντι διακορεύεσαι
για εικοτολογία.

Μες το γραφείο σου γιατρέ
θα μπουν για την υγεία
νεκροταφείο είσαι ρε
θα πουν δικαιολογία.

Σχολαστική διείσδυση
για να εντρυφήσεις δείχνει
ελαστική συνείδηση
να μην αφήσεις ίχνη.

Καλύπτεις αεροστεγώς
λεκάνη με γλουτίνη
και παραλήπτης αγωγός
τα κάνει τελατίνι.


DIGITUS IMPUDICUS

Με όρους ανεκδιήγητους
τρόφιμοι στις υπόγες
σε χώρους αδιείσδυτους
κακόφημοι με μπόγες.

Αντίχειρα και δείκτη τους
ενώνουν επιλόχες
και ηχηρά διαρρήκτη τους
γυμνώνουν ξενοδόχες.

Εγκρίνουν με ατρύγητους
ραγάδες και μαζόχες
καταπραΰνουν ρίγη τους
ζοχάδες με μολόχες.

Τους θεωρούν ανίκητους
που μάχονται με λόγχες
κι αναθαρρούν στο νοίκι τους
που κάθονται σε τσόχες.

Σηκώνουν το μανίκι τους
με μάσκες για τις μπόχες
φουσκώνουν για τη νίκη τους
με κάσκες καπνοδόχες.

Κοιτάζουν το ποντίκι τους
με τους πυρσούς στις κόγχες
και βγάζουν το πατίκι τους
με τους κιρσούς στις κώχες.

Σε ήπιο κλίμα δίκη τους
που πιάνουν με απόχες
και ύπτιο κλύσμα μπήχτη τους
να γειάνουν με τις ρόχες.

Με impudicus digitus
κακόσχημους στις δόγες
ξυπόλυτους αμύζητους
χυμούς από τις ρόγες.


ΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΜΕΓΑΡΟ

Ω! τι ωραίο μέγαρο
θαμπώνομαι διαβάτης
ακραίο βράδυ αφέγγαρο
θα μπω σαν παραβάτης.

Δικαιοσύνης μέλαθρο
δείχνει το ανάστεμά της
ταπεινοσύνης σκέλεθρο
ρίχνει το ανάθεμά της.

Των ραδιοφώνων δίαυλοι
με φως απ’ τους φεγγίτες
και των τυφώνων η αυλή
με τους φτωχούς σπουργίτες.

Δεν απαγγειάζουν στο σκαλί
με αέρα φαλαγγίτες
και ξεπαγιάζουν στο κελί
με αρεοπαγίτες.

Το μέλημα με πέλεκυ
διώκτη απηνή να κτίσει
στο έγκλημα να εμπλακεί
πρώτη ποινή αν εκτίσει.

Θα συνηθίσει φυλακή
σαν δεύτερή της φύση
να συνεχίσει κι από εκεί
ελεύθερη αν αφήσει.

Μες απ’ τα κιγκλιδώματα
βροχή κοιτάει ισόβια
και σε ουράνια δώματα
ψυχή πετάει τρισόλβια.

Θεός παιδεύει σώματα
με υπομονή Ιώβεια
καθώς πρεσβεύει δόγματα
να τον υμνεί αερόβια.


ΑΣΤΙΚΟ ΜΕΓΑΡΟ

Σταμάτησ’ ένας κύριος
ευρύχωρος κορούλα
κι άρχισε ο Βαλκύριος
χορός στη καμαρούλα.

Με τον δικαστικό γαρ ο
κουμπάροι η παιδούλα
στο αστικό του μέγαρο
για να την πάρει δούλα.

Ποτέ μην πεις τι όμορφο
που είναι το κλουβάκι
κάποτε αν μπεις οικότροφο
μείνε θα πουν σκλαβάκι.

Δούλο του απελεύθερο
παίρνει απ’ το καλυβάκι
και τούβλο σαν ημέτερο
φέρνει στο παλατάκι.

Για τα γυαλιά που πέταξε
έξω στο δρόμο η Ρόζα
στην αγκαλιά του υπέταξε
με νόμο Σανταρόζα.

Αχ δεσποινίς μου στέναξε
ας μείνει αν και σκαμπρόζα
κι αντί ποινής τη διέταξε
να γίνει αμορόζα.

Ω! τι ωραίο μέγαρο
που έφτιαξε ο Σταμάτης
μοιραίο γι’ αρχικλέφταρο
έφταιξε ακαμάτης.

Σαράι με μισοφέγγαρο
περνάει αναβάτης
και Καραγκιόζη αδέκαρο
κερνάει Χατζαειβάτης.

ΠΙΣΤΟΛΕΡΟ
Παλιά μου τέχνη κόσκινο
δηλώνει με πιστόλι
δουλειά που ζέχνει στο κοινό
σταλιά δεν στρέχει κόκκινο
να διαδηλώνει πόλη.

Γύρνα από ντροπή Αποστόλη
στη φωλιά σου αραξοβόλι
δύο άνθρωποι όλοι κι όλοι
για την πιστολιά το βόλι.

Ίχνη από περιστατικό
πρόσφατο μετανάστη
που ρίχνει σε περαστικό
δείχνει το αποκρουστικό
πρόσωπο του δυνάστη.

Κι απ’ τις δυο μεριές το μίσος
που υπερτερούμε ίσως
οι παρόντες εξαιρούνται
κι οι απόντες συγχωρούνται.

Σημάδι εκπυρσοκροτεί
φλόγωση εφηβείας
σκοτάδι να προστατευτεί
κι ομάδι τον χειροκροτεί
λόγω ξενοφοβίας.

Επικίνδυνα παιχνίδια
νέου με ρωσική ρουλέτα
κι επικήδεια στολίδια
του Ρωμαίου με βιολέτα.

Απ’ της στενής την ατραπό
θα βγάλει η αστυνομία
σχοινοτενής τον μαστροπό
πιο κοντινής στον άνθρωπο
και γι’ άλλη ανομία.
Πιο νωρίς για εικασία
με προσωπική του ευθύνη
και χωρίς διαδικασία
που δροσιστική τη φτύνει.
CYBERFRENIA
Οι κυβερνήσεις πέφτουνε
μα η αστυνομία δέρνει
κινήσεις μας ελέγχουνε
με τις μηνύσεις φέρνουνε
και στα ταμεία γδέρνει.

Πέστε κρίμας αστυνόμοι
για το θύμα σας συγνώμη
που σκοτώνετε με πάθος
δεν διορθώνεται το λάθος.

Η σχιζοφρένια στα βουνά
δεν πάει εκεί να μένει
με cyberfrenia τυραννά
τη ζαχαρένια μη χαλά
χτυπάει διοικεί κι ασθμαίνει.

Σκάει μύτη κι αναγγέλλει
πού βοσκάει την αγέλη
ρέπει ο νόμος να εκπέμπει
πρέπει όμως και να επέμβει.

Βρείτε του Βίκτωρα Ουγκώ
Αγιάνη με Ιαβέρη
με φαβορίτες και μουγγό
στις κρύπτες γάτα ποντικό
να κάνει νταραβέρι.

Αυτοκίνητο αντίκα
και στο κινητό Τιτίκα
Μάριο άκουσαν μπαράκια
μαύρα πλάκωσαν κοράκια.

Βρωμοκεφάλια κόβονται
με καφτερά μαχαίρια
απ’ την ασφάλεια διώχνονται
και τα κουφάλια σώζονται
με καθαρά τα χέρια.
Η αράχνη τα ζωύφια
πιάνει στον ιστό προνύμφια
κάμπια που ψοφάει μάγκα
κάποια θα σε φάει μαρμάγκα.


ΣΟΒΑΡΗ ΠΛΑΚΙΤΣΑ

Σοβαρή πλακίτσα λες καλά για μένα
κι είσαι για νεκροταφεία φοβερή
πως θα βρει κουκίτσα κόκκαλα σπασμένα
πείσε με ακτινογραφία μου μικρή.

Σαν δασκάλα για τις ειδικές ανάγκες
εξετάζεις πολιομυελίτιδα
και στη σκάλα για δικές σου με τους μάγκες
πας και διασκεδάζεις με φρενίτιδα.

Ότι μόνος χτύπησα στη ζαρντινιέρα
δυστυχώς με τα σημάδια φανερό
κι επιμόνως γλίστρησα μες τη μπανιέρα
ευτυχώς που ήταν άδεια από νερό.

Με κοιτάς χωρίς να δίνεις σημασία
κι άδικα τις ακτινοβολίες τρως
με πετάς και με προδίνεις στην ουσία
να η δική σου λέει με αμφιβολίες γιατρός.






















TAXIS

Με ρίσκο και με τάλαντο στα πόστα πλούτο βρήκα
τον Νίκο τον Αμάραντο και Κώστα Καρανίκα
στον οίκο τους τον άχραντο δώστα παρά στην Πνύκα
σαν θρήσκο με ατσάραντο σώστα κι εν τούτω νίκα.

Εφορία του σφαγείου και του μισθοφόρου γλύκα
σαν θηρία του αγίου Χριστοφόρου στη νταλίκα
μοχθηρία του παγίου και του φόρου τα πηλίκα
σωτηρία ναυαγίου και του εωσφόρου κλίκα.

Σφραγίδα στο πρωτόκολλο μου βάζει η Μαριάνθη
που είδα αντί για Φώσκολο διαβάζει Χωρεάνθη
ξανθή πλεξίδα μπρόκολο ρεμβάζει με Περάνθη
και Λεωνίδα Βώκολο που βάζει γκολ στη Ξάνθη.

Χάντρες χαϊμαλιά καλούδια διαφθορέα στο καλάθι
λάτρες αγκαλιά τραγούδια στην παρέα φέρνει πάθη
άντρες για φιλιά λεχούδια και μοιραία βγαίνει αγκάθι
γλάστρες στα σκαλιά λουλούδια στην ωραία Ελένη άνθη.

Με σκέρτσο στο κομπιούτερ της σύνδεση on line η Ελένη
και με το λέτσο σκούτερ της το χρήμα πλάι ξεπλένει
σαν τον Σκωτσέζο Μπρούστερ στην επίθεση χωλαίνει
και καρκαλέτσο μουστερή το κρίμα της τρελαίνει.

Βρήκα στην Αμφιλοχία με μια ματωμένη χλαίνη
μες στο ΙΚΑ τον λοχία με σπασμένη την ωλένη
προίκα η βωμολοχία μένει απ’ το Τεπελένι
και αντίκα στη λοχεία η καημένη με Τσεκλένη.

Τρέχουν με εκατομμύριο οι ευπαθείς ομάδες
που έβαλαν τεκμήριο οι συμπαθείς γραφιάδες
να έχουν το νοικοκυριό καθείς σαν αφεντάδες
κι έβγαλαν έξω απ’ το χωριό πολυπληθείς νομάδες.

Λένε οι χαρτογιακάδες δεν σηκώνουν τσαμπουκάδες
να μη κλαίνε με χαλκάδες και πληρώνουν με νταλκάδες
και τα παίρνουν οι λεφτάδες που τους κάνουν μπουναμάδες
για να κλείσουν χαραμάδες και να σβήσουν τους σεβντάδες.


ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ

Ο Νίκος ασυρματιστής σε φορτηγά καράβια
ιδανικός τους εραστής στα πόρτο αργά τα βράδια
διέρρηξε στο πέλαγος της αγοράς πετράδια
κι έριξε εδώ σαν ναυαγός της "άγκυρας" τετράδια.

Υμένα με διακορευτή τρυπάει απ’ τα φυλλάδια
και στον πυθμένα αρμενιστή πάει στα βαθιά σκοτάδια
τον πνίγει με το πλοίο του στον ουρανό AIR ARABIA
κι ανοίγει το βιβλίο του κίτρινο του Μοράβια.

Ο Κόλιας τη Μεσόγειο εν τέλει θα κουρσέψει
και σ’ όλη την υδρόγειο θέλει να ταξιδέψει
παγά λαλέουσα φευγιό μακριά της δεν θ’ αντέξει
και κλαίουσα ιτιά τον γιο τα δάκρυα θα στερέψει.

Επίσκεψη εκ των διακοπών αναπολεί τη σκέψη
από τ’ αμπάρι απόλυση χωρίς να το γυρέψει
περίσκεψη για τον σκοπό πολλή μη τα μουσκέψει
να πάρει αποζημίωση νωρίς και να επιστρέψει.

Μεγάλου εκτοπίσματος δεν έπιανε λιμάνι
κι ελλείψει του ερείσματος έφευγε μάνι μάνι
εξάλλου εκ του πείσματος που έδειχνε τζιμάνι
εκκλήσεις μέσω βύσματος τον έφερε χαρμάνι.

Ξέμπαρκος τριγυρίζοντας τα χάλασε αλάνι
κι άφραγκος συλλογίζονταν τις θάλασσες μελάνη
δουλειές με το φυλλάδιο η γέφυρα η λεκάνη
σανίδι κι εν Ελλάδι ο δημοσιογράφος κάνει.

Κάρτες για ταξιδιωτικούς πράκτορες και στο τοίχο
χώρες σε χάρτες ναυτικούς ώρες κοιτάζει δίχως
να πάει με το καράβι του και όταν βάζει ψύχος
χτυπάει μορς αλφάβητου SOS κι ηρεμεί στον ήχο.

Ανασκαλεύει χώματα με τρίαινα τυμβωρύχος
και ψαχουλεύει πτώματα σαν ύαινα με το ρύγχος
του Καββαδία ανόσια σκαπάνη θα πετύχω
κηδεία με δημόσια δαπάνη για το στίχο.
Ο ΤΥΠΟΣ Η2Ο

Θυμώνει στο ιδιαίτερο
για υπερβολές στον τύπο
και τον φιμώνει ουδέτερο
με συμβουλές και χτύπο.

Επισημαίνει σφάλματα
εξαίρει επιτυχίες
και ξεθυμαίνει με άλματα
που ξέρει κι ευωχίες.

Ο τύπος πρέπει να υμνεί
χαρέμι Γκεμπελίσκοι
και ρύπος ρέπει σαν γυμνή
να τρέμει οδαλίσκη.

Σικάτη ορμήνια καναπές
χούι στην Πολιτεία
κάτι θα μείνει απ’ το πες πες
που ακούει πελατεία.

Θεράπευσαν Ολύμπιο
με πυρετό σαράντα
και θάρρεψαν πως ήπιο
θα υπηρετώ για πάντα.

Εύρηκα! ως τα εκατό
πολιτικό με κάλμα
και νευρικά με ρεκατό
ποιοτικό του άλμα.

Ουδέτερο υδρογόνο δυο
συν ένα οξυγόνο
ελεύθερο παγώνω Η2Ο
κανένα δεν πληγώνω.

Στο σύνταγμα Ομόνοια
θα πάω στην πηγή του
σύντομα για διχόνοια
και χάος στη φυγή του.

Η ΦΟΡΜΑ

Δεν αντέχω άλλο φτάνει
που δεν σπάει η πορσελάνη
και για ρίμα πια δεν κάνει
πάει κρίμα η μελάνη.

Πάει ομοιοκαταληξία
μα δεν σπάει σ’ εχθροπραξία
που ο τοίχος έχει αξία
και ο στίχος απαξία.

Με τη βόμβα που σκοτώνει
και η φόρμα δεν σε σώνει
με τη φοβερή της σχάση
τη ζωή σου θα ’χεις χάσει.

Μόνο η φόρμα θα σου μείνει
απ’ τη βόμβα στο καμίνι
και στο δρόμο σαν χαμίνι
θα κοιτάς με τρόμο σμήνη.

Η καρδιά χτυπάει κι εν πάση
περιπτώσει δεν θα σπάσει
τσιμουδιά που πάει να παύσει
θα γλυτώσει αν σιωπάσει.

Με μαστίγιο σου τις λέξεις
κηροπήγιο γι’ αναφλέξεις
στο επίγειο να μη μπλέξεις
καταφύγιο θα διαλέξεις.

Θ’ ακουστεί ο τυμβωρύχος
σαν από τους γύπες ήχος
και θα γκρεμιστεί σαν τοίχος
με τις τρύπες του ο στίχος.

Πως αντέχει αυτό θα κρίνει
και δεν θα σε λογοκρίνει
κι αν το αμφισβητείς ακόμα
θα αυτοεγκλωβιστείς στο κόμμα.



Η ΣΧΕΔΙΑ

Είπε για τη βάρκα ο Γιάννης
που κυλάει ένα βαρέλι
για τη τσάρκα που θα κάνεις
να γλιστράει σαν το χέλι

τι μας λέει το παιδαρέλι
επιπλέει με βαρέλι;

Ακουμπάει στον Ιορδάνη
κι έβαλε και λίγο μέλι
πάει η γλώσσα του ροδάνι
κι έβγαλε όλα όσα θέλει

για να πει με το τσιγκέλι
και χωρίς ντροπή απαγγέλλει.

Με θρασύ του τρόπο χάνει
σκέφτηκε για τον τεμπέλη
με κρασί τον καλοπιάνει
έτρωγε και δεν τον μέλλει

μες σε λήθαργο καρβέλι
σαν τον λήσταρχο Νταβέλη.

Τους ανθρώπους να εξυγιάνει
δεν το θέλησε με βέλη
και τους τρόπους θα γλυκάνει
σαν τις μέλισσες κουβέλι

τον κατάλαβαν εν τέλει
κι άρχισαν το τσιφτετέλι.









ΜΕΜΟΡΙΑΛ

Δεν συναντούσαν πρόθυμο
κοινό γραφτά σου Κώστα
και σου απαντούσαν με θυμό
αυτά στους άλλους χώστα.

Πρόσχημα επικοινωνίας
σύμπαντα ενδιαφέροντα
εξοστράκισαν διανοίας
σύμπνοια περιοδεύοντα.

Τρέχουν κι εκείνοι νοσταλγούν
καιρούς ιδεολογίας
έχουν ξεμείνει που αργούν
στους οπαδούς μαγείας.

Και μαζί με αυτά τα όντα
Πλάτων ηανθρωπότητα
πάντα απ’ τη ζωή απόντα
flat πραγματικότητα.

Για μια στιγμή ζωοδότησες
που μπήκες ηλιαχτίδα
απ’ τη ρωγμή που φώτισες
κι έφερες την ελπίδα.

Χύθηκες στους διαδρόμους
του μυαλού σαν καταιγίδα
και οδήγησες στους τρόμους
του γιαλού με την πυξίδα.

Σε χτύπησαν με κεραυνούς
σ’ όλης της γης τα πλάτια
και τρύπησαν τους ουρανούς
πόλης να βγεις ελάτια.

Στα ηλιόλουστα παλάτια
χάθηκες της Καλυψούς
θαλασσόβρεχτα με αλάτια
που σιχάθηκες λειψούς.


































































































































































ΑΛ ΤΣΑΚΤΣΙΡΑ ΝΙΟΥΣ

Μου φώναζε ο καθηγητής
τ’ όνομα Κάπα Λάμδα
και τρόμαζε οδηγητής
με κάπα και με λάμπα.

Γιος του Λάμπρου και της Μάχης
Κώστας Βλάχος μαχητής
ως του κάμπου σαν Λαμπράκης
ο φελλάχος μαθητής.

Κατάγομαι από χωριό
κοάξ κοάξ βατράχου
πετάγομαι απ’ το νερό
πυξ λαξ σαν βλαξ του βράχου.

Σμίξη Αχελώου Ινάχου
Βάλτο και Ξηρόμερο
θα μας πνίξει ιερομονάχου
μ’ ένα σάλτο βρωμερό.

Πιάσε το χέρι μου χορό
με γκάϊντα και τσακτσίρα
κι άσε έρημου να προχωρώ
Αλ Κάιντα κι Αλ Σαζίρα.

Το γεφύρι για τη Γύρα
του Ματάιδα δεν θα βρω
πανηγύρι αναγύρα
με νεράιδα Κένταυρο.

Σαν πότη με χαμόμηλο
και το ξερό χορτάρι
ιππότη κοκορόμυαλο
του μεροκαματιάρη.

Θα καλέσω με κοντάρι
πάλη άι Γιώργη όμιλο
για ν’ αλέσω το σιτάρι
πάλι στο δροσόμυλο.

ΑΓΡΙΑ ΠΟΥΛΙΑ

Αγρίνιο μ’ Αγρινάκι μ’
λαντ ρόβερ Φαρ Ουέστ
αγρίμι μ’ αγριμάκι μ’
χανκόβερ αλκοτέστ.

Ταραχώδη χώροι
τα κρασοπουλιά
στα βραχώδη όρη
άγρια πουλιά.

Στις τρύπες θηριωδία
των άντρων άχνα μου
και γύπες άγριου Δία
μου τρων τα σπλάχνα μου.

Προμηθέα δεσμώτη
κάρφωσαν ψηλά
θέα συνωμότη
σταύρωσαν ψιλά.

Με διεθνείς συμβάσεις
δρόμου καταπακτές
ημιθανείς διαβάσεις
του τρόμου αφύλακτες.

Με το αετίσιο
βλέμμα που κοιτάς
φαγητό σπιτίσιο
αίμα μου ζητάς.

Δεν πάμε προς Οφρίνιο
ματοτσίνορα
τα σπάμε στο Αγρίνιο
γεμάτο σύνορα.

Δεν μυρίζει κρίνο
το TOYOTA σου
και το ρύζι Agrino
τρώει το γιώτα σου.


ΣΤΡΑΒΟΞΥΛΟ

Με το φραγγέλιο άνοιξα
τα μάτια στο θρανίο
το ευαγγέλιο άγγιξα
κι ιμάτια διαρρηγνύω.

Είπα για το πρυτανείο
έπαθα ό, τι άξιζα
και με τρύπα στο κρανίο
έμαθα όσο άντεξα.

Πατροκοσμά τον Αιτωλό
που έκτισε σχολεία
κοσμάκη ιεραπόστολο
που απαίτησε βιβλία.

Στις σελίδες Αιτωλία
έγραψε τον Όξυλο
που Ηρακλείδες στην Ηλεία
πέρασε μονόξυλο.

Στη τάξη μου στραβόξυλο
με κόκκινο μανδύα
θα με πετάξει ένστολο
κοινό με τα μαντεία.

Νεφεληγερέτη Δία
με βροντές για τον λαό
υπηρέτη με παιδεία
γέροντες Αγέλαο.

Πολλές ιμπεριαλιστικές
βαφτίζει τις εκφράσεις
που κεφαλές πυρηνικές
ταυτίζει με συρράξεις.

Δίχως πι αλλάζει φράσεις
και τις κάνει ειρηνικές
και με μι θα πει προτάσεις
μη υπερρεαλιστικές.

ΠΡΑΝΤΙΚΟ

Γεννήθηκα στο Πραντικό
χαμένο απ’ το χάρτη
με το μυαλό μας πρακτικό
και την ψυχή μας σκάρτη.

Εδέησε το φως σκληρό
εδώ να δω της ζήσης
το έδαφος ολισθηρό
μέσα μου καθιζήσεις.

Στα πράγματα σαν πράματα
μας βλέπουν ορισμένοι
με φράγματα κι εμφράγματα
καρδιά πλημμυρισμένη.

Θάλαττα κράζουν θάλαττα
κάθοδος των μυρίων
και μας ξεβράζουν άλατα
με ποταμούς δακρύων.

Τα Σόδομα και Γόμορρα
για τιμωρία κατοίκων
κι εισόδημα τα όμορα
χωρία Μαλατεΐκων.

Έγινα στήλη άλατος
με τα κομμάτια πίσω
και με μαντήλι ασάλευτος
τα μάτια να σκουπίσω.

Του Κατσαντώνη πήδημα
έκανα του Αχελώου
κι είπα ιδού το οίδημα
κι η Ρόδος μπακαλόου.

Μετά από εμάς κατακλυσμός
και προπαντός πλημμύρα
θα βλαστημάς σαν πληθυσμός
χώρας Πραντός τη μοίρα.

ΝΑΡΚΑΛΙΕΥΤΗΣ

Με πρόθεση να μη βραχούν
περνούν τον Αχελώο
ξεμένουν στη διέλευση
όμως με τ’ άλογό τους

πολλοί πιο πίσω και κοιτούν
αγώνες ιστιοπλόων
την ακριβή εκτέλεση
των δρομολόγιών τους.

Ή γίνονται σπογγαλιείς
στις σκάλες σφουγγαράδες
με ΙΚΑ νοιώθουν ασφαλείς
μα είναι φουκαράδες.

Πατούν του αποκάτω τους
τα χέρια που τους νεύουν
και γλείφουν του αποπάνω τους
τα πόδια για ν’ ανέβουν.

Κι αποφασίζουν μόνιμα
τα υπόλοιπά τους χρόνια
για πάντα κάτω στο βυθό
να μείνουν του Αχελώου

και να καθίσουν φρόνιμα
με δάνειο απ’ την πρόνοια
σε σπίτια πλημμυροπαθών
μ’ έκρηξη οργής κοχλώου.

Διαβαίνουν καβαλάρηδες
στον πόρο ένα μπόι
και βγαίνουν γελαδάρηδες
στο κάμπο καουμπόη.

Κι ο καβαλάρης ποιητής
τον Πήγασό του αφήνει
να πάρει ναρκαλιευτής
ιπτάμενο δελφίνι.

ΝΕΟ ΜΠΑΜΠΑΛΙΟ

Κατατρεγμό για εγκλήματα
μαγκούφη ιερομονάχου
κατά γκρεμό στα Κλήματα
βακούφι του Ινάχου.

Νέο Μπαμπαλιό Ποντίων
λέω στο παλιό αντίο
καίω φύλλο στο μαντείο
κι αναπνέω είκοσι δύο.

Ανταλλαγή των πληθυσμών
μας έφερε στους όχθους
κι εύφορη γη κατακλυσμών
κατάστρεψε τους μόχθους.

Παραχελωίτις ζώνη
κι ο πολίτης δεν ριζώνει
τη χλωρίδα της μπαζώνει
κι η πατρίδα μαραζώνει.

Ερείπια κι ακατοίκητα
σαν σκελετοί σπαρμένοι
τα σπίτια ατελειοποίητα
με τελετή θαμμένοι.

Πνίγηκε το Μπαμπαλάκι
και του μύλου το αυλάκι
πνίγηκε το Αμπελάκι
και του φίλου το γελάκι.

Σάμπως σκληρή κι αλύπητη
της προσφυγιάς η μοίρα
κάμπος γη ιερή ακατοίκητη
με της βραγιάς πλημμύρα.

Το Κεπέκκλησες στον Πόντο
με υδατοφράκτη φόντο
που κατέκλυσες στο βρόντο
καταρράκτη του Τορόντο.

ΣΤΟ ΒΑΛΤΟ

Οδηγέ που πας στο Βάλτο
σε χωριά παρόχθια
άβγαλτο κορίτσι βάλτο
στο σκαμνί και όρθια.

Βαλτινέ μου βάλτηνέ μου
δεν θα σου το πω το ναι μου
και απ’ το μυαλό σου βγάλτο
πονηρέ μου απ’ τον Βάλτο.

Οδηγέ που πας στο Βάλτο
δίχως φρένο κι αριθμό
στο κακό τον δρόμο βάλτο
κι ας βρεθούμε στο γκρεμό.

Βαλτινιά μου μες τα έλη
ρίξε του έρωτα τα βέλη
για να φτάσουμε στο τέρμα
και να βγούμε απ’το τέλμα.

Οδηγέ που πας στο Βάλτο
κατευθείαν στα βαθιά
θα βουλιάξουμε στο βάλτο
και μη σταματάς Στα-θά.

Τα βατράχια του Μπιζάκου
που κοάζουν στίχο άκου
και στα βράχια τους με σμάλτο
βγάζουν ήχο τους κοντράλτο.

Οδηγέ που πας στο Βάλτο
με σιγανοπαπαδιά
αχ και να ’ταν μ’ ένα σάλτο
να γινόμασταν παιδιά.

Τα ματάκια σου τι να ’χουν
σαν θολά νερά του Ινάχου
και κοιτάζεις κυρά Όλγα
τους βαρκάρηδες του Βόλγα.

ΕΚΤΡΟΠΟΛΟΓΙΑ

Για θέματά του φλέγοντα
μιλούν του Αχελώου
και ρεύματά του ζέοντα
κατρακυλούν κοχλώου.

Με τροπολογία κερδώου
υπουργού τα δέοντα
κι εκτροπολογία σόου
συνεργού του ρέοντα.

Με στραβισμό λέει δήλωση
και άγνοια οργανώσεις
θα βόλευε από τύφλωση
να πάσχουν δίχως γνώσεις.

Έκκληση να το βουλώσεις
νόμοι παρακάμπτονται
θέληση με διαστρεβλώσεις
γνώμη μας δεν κάμπτεται.

Δεν θα ξεπλύνει τη ντροπή
στο τέρμα του Αθήνες
και θα μολύνει εκτροπή
το δέρμα με δοθιήνες.

Απειλούν να γίνουν θίνες
για τους δουλευτές στη γη
και απεμπολούν ευθύνες
βουλευτές και υπουργοί.

Το δικαστήριο απόφαση
με ρίσκο αμφιβάλλω
για τον δραστήριο πρόφαση
βρίσκω και κάτι άλλο.

Άτυχοι στο περιβάλλον
πάσχει από κώφωση
και ηχεί στ’ αυτιά του μάλλον
άσχημα η συμμόρφωση.
ΕΚΤΡΟΠΗ

Στην Αθήνα Λαρισαίος
ταξιτζής για Αγρίνιο
παρά θιν αλός χερσαίος
θα πετάξει αν ζεις Πηνειό.

Στης Λαρίσης το ποτάμι
που το λένε Αχελώο
αν αφήσεις να το κάμει
θα σε κλαίνε με αντλώο.

Κάνω για τη στάση νύξη
το ποτάμι είναι ρηχό
αν τυχόν και δεν με πνίξει
μοναχά που θα βραχώ.

Έπιασε βροχή στο δρόμο
το ποτάμι είναι θολό
κατεβάζει απ’ τον Μόρνο
και τον Εύηνο πηλό.

Ποταμός αργυροδίνης
Θεσσαλλό σου σόφισμα
και για πακτωλό μου δίνεις
κίβδηλό σου νόμισμα.

Κάνετε το μαύρο άσπρο
μ’ εκτροπή να πάτε εκεί
πιάνετε τον Άσπρο μαύρο
με ντροπή για τουμπεκί.

Εξορμάει απ’ τα Τζουμέρκα
την πηγή Μελισσουργών
και βρωμάει από τα έργα
για να βγει πετρέλαιο αργόν.

Κλάδο ελαίας για τη στέρνα
να ποτίζω τα καπνά
κάδο Αχιλλέα απ’ τη φτέρνα
να βαπτίζω Αθηνά.
ΑΧΕΛΩΟΣ

Μπαίνουμε στον Αχελώο
με τα όχθια του άνυδρα
στα λουτρά Μαρδαχολώο
μέσα σε νερό κοχλώο
Νέσσος τη Δηιάνειρα.

Με σήραγγα εκτρέπεται
και γι’ άλλα μέρη παίρνουν
κι εμάς δεν επιτρέπεται
τα χέρια μας να σπέρνουν.

Μπήκαν του πασσά λεφούσια
κι έκαψαν τη Λιβαδειά
και τους είπε νίκη ανούσια
με νερό θα ξανανθούσαν
απ’ τα δέντρα τα κλαδιά.

Πολιορκημένοι τον μικρό
γέροντας θα διατάξει
στους επισκέπτες τους νερό
που είχαν αποστάξει.

Το νερό έχει κιτρινίσει
σαν μια μολυσμένη ουλή
και πια δεν θα μας ξενίσει
Φ.Π.Α στον Κατρουλή.

Κλαίει η βροχή στο μάρμαρο
που καίει σαν βιτριόλι
γιατί δεν πέφτει γάργαρο
νερό στο περιβόλι.

Το νερό του Αχελώου
πίνουμε στην πόλη μας
καθαρό και λέμε ελόου
με τον βόρβορο αντλώου
τι θα γίνουμε όλοι μας.

Λερναία ύδρα δεν μπορώ
να κόψω τα κεφάλια
γενναία Ηρακλή Πουαρό
ας όψονται κανάλια.



ΟΥΖΕΡΙ ΓΛΥΚΑΝΙΣΟΣ

Στο ουζερί Γλυκάνισος
θαμώνας με τσιγάρο
πικρή ζωή και άνισος
αγώνας με τον χάρο.

Ο χειμώνας στη Ζαχάρω
με το κρύο φτάνει SOS
και δρυμώνας θα γιουχάρω
σαν θηρίο Επτάνησος.

Κραιπάλη καπετάνισσα
κι όπλο ληστής θα πάρω
που πάλι τα κοπάνησα
κι εφοπλιστής σαλπάρω.

Πλοίο με σβηστό φουγάρο
και αρόδο διάνυσα
λύω κι αμφισβητώ τον φάρο
Ρόδο Δωδεκάνησα.

Με τα θαλασσοδάνεια
που πήρα θα μπαρκάρω
και υπερωκεάνια
με σπείρα θα τρακάρω.

Κρουαζιέρα θα φουντάρω
στη Μεντιτεράνια
και γκαζιέρα σαν κουρσάρο
με υδροκυάνια.

Θα επιπλέει παγόβουνο
καρδιά με αγκαθάκι
που θα το λέει στον εγγονό
γιαγιά παραμυθάκι.

Κι αν γυρίσω στην Ιθάκη
γι’ άνδρα πολυμήχανο
θ’ αντικρύσω απ’ το τζάκι
αναθρώσκοντα καπνό.


ΕΝΤΕΛΒΑΪΣ

Ροδόδεντρο που άνθισε
στο κάμπο εντελβάις
βρωμόκεντρο κατάντησε
Μοκάμπο της Βομβάης.

Σινεμά το «Εντελβάις»
χάνεσαι κι εσύ κι ο δυόσμος
και σιμά σου με λιβάις
για την «Άνεσή» του ο κόσμος.

Σε κέντρο χιονοδρομικό
πατούν το εντελβάις
δέντρο σε τόπο βρώμικο
πετούν πριν έρθει ο Μάης.

Από τα Πατήσια ως Βάθης
τρέχει με λατρεία του άης
και στα ίσια μη την πάθεις
έχει τρία «Εντελβάις».

Σαν σύμβολο αγνότητας
στην πόλη εντελβάις
αμφίβολο ποιότητας
με χολιντέι ον άις.

Μπαϊράμ Μπαϊρακτάρη
στο Θησείο το κρεμάει
και στο τραμ σαν το σφαχτάρι
στον πλησίον του ορμάει.

Σουβλάκια μ’ ένα νεύμα του
παίρνει στο «Εντελβάις»
και σουτζουκάκια γεύμα του
φέρνει της Πασιφάης.

Διαφημίζει σπετσοφάι
του πασά στο «Εντελβάις»
και πατσίζει που θα φάει
την πατσά χαραμοφάης.


ΕΝΤΕΛΒΑΪΣ

Τον επιτάφιο ο Περικλής
στόλισε με εντελβάις
κι εδάφη ονειροπολείς
για χολιντέι ον άις.

Για τις διακοπές ον λάιν
προσκαλεί στο παραντάις
διάκο πες της φροϋλάιν
στο κελί σου εντελβάις.

Αμάραντο αμαρυλλίς
χορεύτριας της Χαβάης
και άχραντο αμαρτωλής
ιέρειας εντελβάις.

Ρόδα που γυρίζει ο κόσμος
στο Ντουμπάι με λιβάις
ρόδα δεν μυρίζει όμως
όπου πάει απριλομάης.

Εδώ λουλούδι αλπικό
μαραίνουν Πήτερ Βάις
κι αηδό τραγούδι κάλπικο
ραίνουν με τα εντελβάις.

Στης Τεξάκο τα παρτέρια
και τα έλη της Βομβάης
εξακόντισαν στ’ αστέρια
με τα βέλη εντελβάις.

Στα λασπονέρια σήμερα
φυτρώνει της Σαγκάης
και σε πανέρια εφήμερα
λυτρώνει της Δανάης.

Άλλαξε μετά το χρώμα
από άσπρο Ουρουγουάης
και μετάλλαξε σε χώμα
μαύρο της Παραγουάης.

ΔΡΑΠΕΤΗΣ

Περίπατο μοναχικό
στην ερημιά του κόσμου
σε δίπατο εξοχικό
με μυρωδιά του δυόσμου.

Τη τζαμόπορτά σου κλείνεις
κι η καρδιά σπάει σαν γυαλί
την πληγή πως ν’ απαλύνεις
στόχος για σκοποβολή.

Το νου σου μαύρες κι άραχνες
σου βασανίζουν σκέψεις
που σαν τις σαύρες με συχνές
φοβίζουν επισκέψεις.

Σαν του ρολογιού τον τοίχο
η καρδιά χτυπάει τικ τακ
απ’ του πιστολιού τον ήχο
τη βραδιά που πάει με τρακ.

Με το μικρό θαμπόγυαλο
για τα υπόγεια τρέχεις
και με πικρό χαμόγελο
τα λόγια σου προσέχεις.

Στα δωμάτια τους που πέφτει
το σκοτάδι θα χαθούν
και τα μάτια στο καθρέφτη
βράδυ δεν κοιτούν να δουν.

Ξυπνάς που το τσιγάρο σου
δεν άναψες ακόμα
και ξαγρυπνάς το χάρο σου
που έβαλες στο στόμα.

Λείπει ο περιβολάρης
που άφησες δραπέτης του
και με λύπη καβαλάρης
φεύγεις επισκέπτης του.

ΤΣΑΜΙΚΟΣ ΤΑΜΠΑΚΟΣ

Μου έγινες στενός κορσές
και τσάμικος ταμπάκος
που έδινες και βερεσές
το κάπνιζα αραπάκος.

Για το χρέος μαύρη τρύπα
δεν ξαναπερνάω από εκεί
και μοιραίος παρλαπίπα
το ξεχνάω με τουμπεκί.

Αγριεύεις με το μέλι αψύ
φρυκτούς σου λουκουμάδες
και μας χορεύεις στο ταψί
συρτούς καρσιλαμάδες.

Ξέρω τι καπνό φουμάρεις
σ’ έμαθα περιπττερά
για συμφέρο που σουμάρεις
με τα διπλοτέφτερα.

Με άρωμα το Μάλμπορο
ας όψεται φουγάρο
με αποκάρωμα μπορώ
να κόψω το τσιγάρο.

Απ’ τη διαρκή συγνώμη
να με τρώει σαβανιστής
μου αρκεί να είμαι ακόμη
ένας πρώην καπνιστής.

Τινάζοντας τη στάχτη μου
την έριχνα στα μάτια
και βγάζοντας το άχτι μου
το έκανα κομμάτια.

Για να μην αφήσω πίσω
ανοιχτό λογαριασμό
και την πόρτα θα χτυπήσω
με φριχτό απολογισμό.


ΚΑΠΝΟΣ

Αρμάθιαζα καπνό χωρίς
να ξέρω το τσιγάρο
θα κάπνιζα σαν μπουχαρής
εξαίρετο φουγάρο.

Τα τσιγαρόχαρτα μικρός
πετούσα του πατέρα
και σαν τριανταφυλλάκια ροζ
σκορπούσα στον αέρα.

Χαϊβάνι τότε θα μου πει
χαρμάνι να φορμάρω
για το χαβάνι να κοπεί
ντουμάνι να φουμάρω.

Απ’ το ταβάνι κρέμονταν
βαντάκια στα δωμάτια
και στο ντιβάνι έπεφταν
ματσάκια του στα μάτια.

Με το βαρύ του άρωμα
πλημμύριζε τσεμπέλι
και σε βαθύ αποκάρωμα
με βύθιζε τεμπέλη.

Σε δάκρυα αναλύθηκα
σαν να ’ταν καπνογόνα
και αυτοπυρπολήθηκα
σε καπνικό αγώνα.

Δεν αρμαθιάζεται ο καπνός
μπροστά μου με τα μάτια
κι αναθυμιάζεται αχνός
με άρρωστα φυμάτια.

Το χέρι που κιτρίνισε
και δεν μου αρέσει η όψη
με το μαχαίρι κίνησε
το κάπνισμα να κόψει.

ΠΑΠΑΣΤΡΑΤΕΙΑ

Μπήκα στα Παπαστράτεια
μαύρα εκπαιδευτήρια
και βγήκα απ’ τα τεράστια
με μπάφρα εντευκτήρια.

Οδό Παπαστράτου ίσα
παραστράτησα στην πίσσα
διάβασα παφ πουφ αφίσα
κι άρχισα το ρούφα φύσα.

Γκρίζα διαφήμιση καπνού
Παπαστρατείου μεγάρου
ρίζα υπενθύμιση του νου
εργοστασίου φουγάρου.

Πήρα όπως πάει το δρόμο
σπείρα που σκορπάει το τρόμο
με διοξείδια του αζώτου
για ταξίδια του ασώτου.

Αμαξηλάτες καμπριολέ
κυκλοφορούν στις λέσχες
πελάτες τους για ναργιλέ
να βρουν με πόθεν έσχες.

Σαν το χάρο ανεβαίνει
με το κάρο στο δερβένι
το τσιγάρο ανεβαίνει
και φουμάρω το ρεβένι.

Κίτρινο σαν τον ίκτερο
το χρώμα παίρνει φύλλο
κι αντικρινό περίπτερο
στο χώμα στέλνει φίλο.

Κι αν δεν έχουμε δεκάρα
για να πιούμε τον καφέ μας
τρέχουμε για τα τσιγάρα
για να κάνουμε το εφέ μας.

ΦΤΩΧΟΚΑΛΥΒΑ

Γωνιές στα φτωχοκάλυβα
με τους καπνούς ντουμάνια
που με σβουνιές πασάλειβα
τους ουρανούς ταβάνια.

Γκρέμισαν απ’ τα μπεκιάνια
με μπουλντόζες τοίχους τους
και ηρέμησαν τσουκάνια
οι φουριόζες ήχους τους.

Φόρτωσαν τα μπαγκάζια τους
στα φορτηγά τους SCANIA
και πάτησαν τα γκάζια τους
αρώτηγα Βαλκάνια.

Σε δρυμούς και σε ρουμάνια
κάθονταν στους ίσκιους τους
με γοργούς ρυθμούς φιρμάνια
διώχνουν τους κατοίκους τους.

Απαλλοτρίωσαν με ΝΕΠ
που χάλασαν μποστάνια
και αλλοτρίωσαν τα ΚΕΠ
με τα θαλασσοδάνεια.

Πεταμένα στα λιμάνια
επιπλέουν σαντάλια κρεπ
κι έρχονται απ’ την Alemagnia
στα κανάλια του ΤΟΕΒ

Για επίπεδα ψηλά του ΑΕΠ
μιλούν με υπερηφάνεια
και τα ημίψηλα του ΣΕΒ
βγαίνουν στην επιφάνεια.

Τα παιδάκια με ζωντάνια
παίζουν την Κατρίν Ντενέβ
παιχνιδάκια για φυντάνια
που ραντίζουν με Ζινέμπ.


ΛΑΒΥΡΙΝΘΟΣ

Χωρίς κρυφή του έξοδο το τέρας τρέφεται
με αλατοπίπερα χτιστών πλακόστρωτων και πόρτες
κι επιστροφή απ’ την έφοδο πατέρας ντρέπεται
με αλεξίσφαιρα λακόστ στρατιωτικών τους μόρτες.

Χωρίς της Αριάδνης το κουβάρι να κρατάς
θα επιτεθείς για τον μινώταυρο Θησέα οπότε
αδράχνεις το κοντάρι που θα βρεις για ν’ ακουμπάς
και θα χαθείς μες το λαβύρινθο με τους δημότες.

Χωρίς ν’ αλλάξει τα πανιά με νέφη έρχεται
στη καταιγίδα κι επαφή τους χάνει απ’ τους ιππότες
δεν ξεχωρίζει καταχνιά που γνέφει κι έπεται
σφραγίδα και υπογραφή στο χάνι οικοδεσπότες.

Χωρίς φιλί στο μέτωπο σαν εραστής θα πας
στο ραντεβού σου στα τυφλά σε κάποιο μπαρ με πότες
χωρίς τον τρυφερό δεσμό με τη ζωή χτυπάς
σαν του στραβού που σκουντουφλά σε σάπιο αμπάρι μπότες.








ΧΩΡΙΣ ΑΙΔΩ ΚΑΙ ΤΩΡΑ

Ξεκουφαμάρα μόλις βγεις γύρω βρωμιά κι ασχήμια
στη σκουπιδιάρα που αργείς ήρωα με μια βλαστήμια.
Κουπόνια της «χρυσής αυγής» για διακοπές στα Ίμια
καπόνια πάχυνσης σφαγής κι αλπές για τα ψοφίμια.

Νερό πηγαίο ρύπαναν στο βούρκο κολυμπάμε
και με φωτιές τα φρύγανα ολέθρου να σκορπάμε.
Εχθρό με γεωτρύπανα τον Τούρκο να τρυπάμε
και με βουτιές τα τύμπανα πολέμου να χτυπάμε.

Τα σούπερ μάρκετ προσιτά κι απρόσιτα δολάρια
με ζούμπερα οικόσιτα ντεπόζιτα κελάρια
Εισχώρησαν παράσιτα στη στέρνα με μαλάρια
και χώρισαν αμάσητα τα στέρφα απ’ τα γαλάρια.

Σε βλέπω στο ποτήρι μου και πίνοντας σε πίνω
που πνίγηκες Σωτήρη μου στο υδραγωγείο εκείνο.
Από το σουρωτήρι μου περνάς και τι θα γίνω
που μπήκες στο κροντήρι μου απ’ το ψυγείο και χύνω.











ΧΩΡΙΣ ΟΡΙΑ

Χωρίς μεθόρια όρια χώρια στα περιθώρια
χωρίς πελώρια μόρια με ανημπόρια βόρεια
χωρίς μποφόρια εμπόρια βαπόρια στη Βικτώρια
χωρίς νεώρια πυόρροια με στόρια στην κλεισώρεια.

Χωρίς αγόρια γκλόρια πραιτόρια πουργκατόρια
χωρίς κοκόρια απόκρια με σπόρια θεσμοφόρια
χωρίς καστόρια εκδόρια πανώρια στη βικτόρια
χωρίς φυτώρια χλώρια με κομαντόρια εγχώρια.

Χωρίς αναβατόρια με ζόρια στην υπώρεια
χωρίς τα μορατόρια τεταρτημόρια απόρροια
χωρίς εστιατόρια μαστόρια στην Αστόρια
χωρίς τα κουβερτόρια με αποφόρια ιγμόρεια.

Χωρίς κονσερβατόρια μεμόρια ρεπερτόρια
χωρίς τα ορατόρια Σαμπντόρια κι ανακτόρια
χωρίς τα σανατόρια φθόρια στα κρεματόρια
χωρίς την υποδόρια στεντόρεια υποδώρια.












ΧΩΡΙΣ ΤΙΤΛΟ

Χωρίς τζακ ποτ μερίσματα ρομπότ διαμερίσματα
χωρίς σπορ σποτ για κινητά για γιωτ και αυτοκίνητα
χωρίς ταμπλ ντοτ κουνήματα στο φέρι μποτ με κύματα
χωρίς μασκώτ μηνύματα με τρέινσκότ στα μνήματα.

Χωρίς μασάζ βαδίσματα σακ βουαγιάζ για δύσβατα
χωρίς γκαράζ γκαρίσματα με αμπραγιάζ μουγκρίσματα
χωρίς τζαζ αλυχτίσματα με μποϊκοτάζ γαυγίσματα
χωρίς μπαράζ στησίματα με σαμποτάζ σπασίματα.

Χωρίς τα μέτρα τζίτζυφος πέτρα κυλάει Σίσυφος
χωρίς να φάει σύντροφος ρουφάει δοκησίσοφος
χωρίς κρασί σεμνότυφος θρασύδειλος υπόστυφος
χωρίς να πιει κακόκεφος που να σου μπει κι οικότροφος.

Χωρίς μυαλό τριώροφος ψηλώνει κατακόρυφος
χωρίς ταυτότητα άγραφος προσωπικότητα άμορφος
χωρίς να κρίνεσαι στο φως δεν διακρίνεσαι σαφώς
χωρίς δικό σου υπέδαφος κατάδικος στο κέλυφος.












ΚΑΛΛΙΠΑΤΕΙΡΑ

Στα στάδια που αγωνίζεται το παλικάρι
θα πάει η Καλλιπάτειρα για να το δει
και για την άδεια εισόδου της τον κανακάρη
που αγαπάει καλεί για μάρτυρα παιδί.

Παις των Κυθήρων κι έφηβος του Μαραθώνα
την προτομή σου φτιάχνουν από μάρμαρο
πες είρων που σε μάρανε για τον αγώνα
απότομοι μη ψάχνουν για τον γκάγκαρο.

Στο πήδημα το τρέξιμο και το λιθάρι
με μίση ο Πίνδαρος θα σου αφιερώσει ωδή
με οίδημα απ’ το βρέξιμο στο υγρό πιθάρι
θα ορμήσει χείμαρρος που θα σαρώσει ορδή.

Προδίνεις τον εαυτό σου αν πέσεις στην ενέδρα
της γενικής επάρσεως αρχολίπαρων
να δίνεις το καυτό με θέσεις στην εξέδρα
της εθνικής εξάρσεως βροντερό παρών.











ΙΤΕ ΠΑΙΔΕΣ

Δεν επιτρέπεις μετανάστη μπαϊρακτάρη
και να κοιτάς παρέλαση εν μέσω οδών
τον βλέπεις σαν δυνάστη σου και φλαμπουριάρη
ζητάς απέλαση αμέσως ομαδόν.

Η δεύτερη γενιά θα υπηρετούν φαντάροι
να πολεμήσουν στο στρατό τον βάρβαρο
και σαν ελεύθεροι για να κρατούν κοντάρι
θα ορμίσουν με το εθνικό τους λάβαρο.

Έκτισαν πόλη γύρω της κυκλώπεια τείχη
και πύλη με λιοντάρια σαν την Τίρυνθα
κι έφτυσαν όλοι του ήρωα την όποια τύχη
να στείλει με κοντάρια της στα Τίρανα.

Στο Καλατράβα τζίφος κι έρμαιοι απ’ τον πήχη
πού έβαλε πολύ ψηλά και δεν περνά
τράβα το ξίφος σου Σκεντέρμπεη να πετύχει
τον γόρδιο δεσμό που κόσμο τυραννά.








ΚΥΡΑΒΓΕΝΑ

Ήλιε από τη Κυραβγένα
ουρανού κατάνυξη
και παρακαμπύλιε γέννα
του βουνού την άνοιξη.

Σαν νυφούλα ξεπροβάλλει
με το χιόνι στη κορφή
συννεφούλα που θα βγάλει
με τη λιόχαρη μορφή.

Ένα ένα Κυραβγένα
έχουν φύγει τα παιδιά
εις ποιμήν και ποίμνιο ένα
τρέχουν για τα χειμαδιά.

Με τα πρώτα συννεφάκια
ροβολούν στη λαγκαδιά
και αφήνουν τα κονάκια
πίσω τους σαν ρημαδιά.

Σαν κινούμενο βουνάκι
πρόβατα βελάζει ΜΟΠ
το χρυσό σου γουρουνάκι
να το πιάσει μ’ ένα χοπ.

Τυχοδιώκτες που γυρνάνε
ψάχνουν τη χρυσή τομή
και στα δυτικά περνάνε
σε ακτή απότομη.

Στο ποτάμι κολυμπώντας
Γερμανοί για να σωθούν
καπετάν Επαμεινώντας
θα τους πνίξει που απωθούν.

Νέες ποτίζουν το γεράνι
με το άσπρο γεμενί
και νομίζουν με τα κράνη
έρχονται οι Γερμανοί.
ΠΑΝΑΙΤΩΛΙΚΟΣ

Πετάς για τα σαλόνια σου
της νιότης καναρίνι
και κελαηδάς στα κλώνια σου
στον Αγρινιώτη ειρήνη.

Απ’ το πάρκο μανταρίνι
παίρνεις μπάλα και κλωτσάς
και στον πάγκο για να κρίνει
φέρνεις κι άλλα που κλωσσάς.

Στα χώματα παιδιά κομπλέ
της τεχνικής σχολής σου
χρώματα κίτρινα και μπλε
έβαψαν τη στολή σου.

Μπάλα κίτρινη σελήνη
και γαλάζιε ουρανέ
τα μεγάλα αστέρια κλείνει
Παναιτωλικέ τρανέ.

Κάθε παιδί γεννήθηκε
με είκοσι δύο δίπλες
και όταν προπονήθηκε
ξεδίπλωσε με ντρίπλες.

Η αντίπαλη εστία
δύσκολα αντιστέκεται
και να κάνει απιστία
με τα γκόλ σου δέχεται.

Τίτορμος άλλος Ηρακλής
στο στήθος τους θα ράψουν
ο Γάλλος και ο Τσιλελής
το μύθο τους να γράψουν.

Τίμησες με τις παλιές σου
δόξες το Αγρίνιο
δίδαξες με τις μπαλιές σου
και το πανελλήνιο.


ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ ΑΓΡΙΩΝ

Περιοδεία να ζεστάνει γι’ αγιασμό στο σιντριβάνι
περιμένει τη σαιζόν μπαίνει με κομπινεζόν
και η συνοδεία φτάνει που σε πειρασμό σε βάνει
ξαπλωμένη στο γκαζόν διαολεμένη για μπλονζόν.

Με τη τσίχλα Χαρικλάκι εκδρομούλα μελτεμάκι
μες το άρμα ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ Χορν πω πω τι έπαθε
δίπλα της στο καρεκλάκι την τρεμούλα απ’ το σκαμνάκι
χάρμα ιδέσθαι μ’ έπειθε με ποπ κορν πως ένιωθε.

Ζέστη στο λεωφορείο καταράστηκε θηρίο
πιο παλιά σαράβαλο μια φορά απ’ τον διάβολο
όλο ζέση και με μπρίο να’ ναι αμάλλιαγο και κρύο
βασιλιά καρνάβαλο στην ουρά του άβολο.

Με ταμπεραμέντο φλέβα και χωρίς ταλέντο Εύα
καλλιτεχνική δονείς με τα κάλλη σου ηδονής
παρλαμέντο κάτσε ανέβα στο μομέντο και κατέβα
χάλι εθνικής σκηνής πάλι να μας συγκινείς.

Του θιάσου περιοδεία να εκθειάσουν την παιδεία
θα κινήσουν μπουλουκιού του σκοινιού και παλουκιού
Διονύσου συνοδεία θα διανύσουν με ωδεία
αν δεν φτάσουν τα εκιού και θα φτιάξουν μπάρμπεκιου.

Σκηνοθέτη Φαρμασώνη το σεκλέτι δεν σε σώνει
ρίξε το φαρμάκι σου δείξε το κορμάκι σου
βιλαέτι σου μασόνοι το δοβλέτι σε χρυσώνει
δείξε χανουμάκι σου πνίξε το μαϊμάκι σου.

Θοδωρή Κολοκοτρώνη στη Ντουγρή με το εγγόνι
με τα φέσια στα κλαδιά τη θεσπέσια αμμουδιά
στο ντορή του θεατρώνη και με τα γρι γρι του Γκιώνη
θέση πιάνει με λαδιά αίσια πάει τσιμουδιά.

Έκρινε το κονκορδάτο με ποινές για τον Κορδάτο
παπαδίστικη εκδοχή σκοταδιστική εποχή
της γυναίκας μυρωδάτο κι ο Σενέκας σε φρυδάτο
σώμα έχει και ψυχή κόμμα στέκει προσοχή.


Ο ΣΕΡ ΜΟΡΓΚΑΝ ΣΤΟ ΜΟΤΕΛ

Στις Αντίλλες Τζόνι γουόκερ με τσαντίλες τζιν γουότερ
έπινε σαν πειρατής κι έγινε διοικητής
με τη Θάτσερ παίζει πόκερ σερ τραπέζι με το τζόκερ
χάνει μονεταριστής σαν καρδιοκατακτητής.

Δίνει η χώρα του με ντρόγκαν με τον τίτλο του σερ Μόργκαν
σώο μασκότ πουκάμισο ένα ζώο και μισό
πίνει τώρα με το σλόγκαν απ’ τον κύκλο του στην Λόντραν
σκωτς ουίσκι σε μισώ δίχως κύπελλο χρυσό.

Γύριζε όλα τα καζίνα που του μύριζε η κουζίνα
κι όπου γίνονταν χοροί μα το πάει φιρί-φιρί
για να βγει με λιμουζίνα να τα σπάει με τη ντουζίνα
τώρα τον στενοχωρεί με τη χώρα στο σφυρί.

Μα Μοργκάκι μου του λέει στον αφρό το πλοίο πλέει
κρίση σ’ έπιασε καλέ αι τα πιάτα σπας λαέ
όχι για να βγούμε κλαίει απ’ την κρίση σε ριπλέι
σαν μωρό για χαβαλέ που καιρό το ανάβαλε.

Ναυτικός πριν σε μαούνα νηστικός με τη τσιγκούνα
ταξιδεύει με το ΚΤΕΛ μη ξοδεύει στο ΗOTEL
και τον έφτασε ως τα μπούνια που του έκαψε τη γούνα
για να πάνε στο κοκτέιλ και τα σπάνε στο ΜOTEL.

Σαν σπιτόγατος φευγάτος άγριος απ’ το Λος Γκάτος
δρόμος έφερε ως εκεί τρόμος στη Καραϊβική
σάλταρε γιαλού ο γάτος σάλπαρε γι’ αλλού σφουγγάτος
για Σιαμαία Ιαμαϊκή με σημαία Παναμαϊκή.

Για μεζέδες στη ταβέρνα οι γλεντζέδες με λατέρνα
ρέγκε του Μπομπ Μάρλεϋ και μαρέγκες Στάνλεϋ
οι γιεγιέδες με μοντέρνα οι σκεμπέδες στα γκουβέρνα
κι οι λακέδες Χάρλεϋ με λακέρδες Χάρβεϋ.

Για το στέμμα καραβέλα πίνει αίμα σαν τη βδέλλα
Γαργαντούας και φαγάς φαταούλας άρπαγας
γέννημα και θρέμμα έλα δίνει κρέμα στην πιατέλα
της ρεμούλας ο αγάς και τρεμούλας πρόσφυγας.



STAR IN THE NIGHT

Άστρο μοναδικό τη νύχτα είδα
μοκέτα πράσινη στο κάμπο αυλής
χοροπηδάδικο στην πίστα ακρίδα
μπαλέτα θάμπος της ανατολής
στο ξενυχτάδικο μαλτέζα γίδα.

Φέρνει η βροχή απ’ τη ρεματιά το θρήνο
κούκου που ηχεί στο Ψηλογέφυρο
και παίρνει τη ματιά σου απ’ τον γυρίνο
του βούρκου ανεμοζάλη ζέφυρο
που γέρνει το κεφάλι του άσπρο κρίνο.

Ζαπαντοβράχωρο καπνός βιρτζίνι
με προσοχή σκαλί του ατζαμή
στενάχωρο κι αχνός από βενζίνη
για προσευχή καλεί απ’ το τζαμί
και για χορό βραχνός σαν μουεζίνη.


Με Παπαστράτειων γιορτών την πείρα
κι εκεί που έβγαινε φασκόμηλο
σαν θάλασσα κυλάει τώρα η μπύρα
καμάκι για τον ναυτικό όμιλο
την τρίαινα του Ποσειδώνα πήρα.



APHRODITE CHILD

Διασκέδαση με φεγγαράδα κέφι
και πανδαιμόνιο μουσικής αυλής
παιδιά απ’ την ένταση αράδα ντέφι
και το αιώνιο μούσι της φυλής
με καλοπέραση πεδιάδα τρέφει.

Φωνάζουν στα σαλόνια για το τσάι
δια της μονοσωληνωτής οπής
κράζουν γλαρόνια Aphrodite child
στο κέντρο αχαλίνωτης ντροπής
και βγάζουν στα μπαλκόνια μας οφσάιντ.

Πετάρισμα στο ελληνικό τραγούδι
με ρίσκο ξένο ρεπερτόριο
ανωβλεφάρισμα σαν καλλιακούδι
και βρίσκω στο εστιατόριο
που βγαίνει ο δίσκος τους με το αρκούδι.

Γίνεται αυγερινός ο αποσπερίτης
που θα ’βρω πάλι το ξημέρωμα
στήνεται βραχνοκόκκορας λυρίτης
με μαύρο χάλι του το φτέρωμα
κι απομακρύνεται ο ξωμερίτης.






ΔΟΞΑΣΤΙΚΟ ΓΙΑ ΚΑΤΑΛΥΤΕΣ

Χ
αράζει η μέρα με χάρο φορτηγό
με τον πυκνό καπνό που βγάζει σαν φουγάρο
κι εγώ το φιλτράρω
αναπνοή να πάρω
με μάσκα μη πνιγώ.

Α
π’το παράθυρο το παρακολουθώ
στη κατηφόρα που πατάει για ώρα γκάζι
έξω απ’ τα ρούχα βγάζει
και μέσα με αναγκάζει
για να κουκουλωθώ.


Π
αλιό σαράβαλο το εργολαβικό
κι ο αστυφύλακας μου λέει πώς να το πιάσω
τρέχω να το φτάσω
κι ύστερα πάω πάσσο
με βήμα ευλαβικό.

Ε
δώ δεν βλέπει ούτε αναπνέει κανείς
το καυσαέριο περνάει απ’ τη κουβέρτα
οδό σούρτα φέρτα
στους βολβούς αβέρτα
της VOLVO μηχανής.






ΤΟ ΤΡΑΙΝΟ ΤΗΣ ΑΛΛΑΓΗΣ

Είπα στον ταξιτζή ξεκίνα
πηγαίνω στο Αγρίνιο
μα Μακεδόνας στην Αθήνα
που ήξερε τα μέρη εκείνα
με πήγαινε για Αιγίνιο.

Αυτά είναι δικά σου πάρτα
αν είχε θάλασσα το Αγρίνιο
εμείς θα είμαστε απ’ την Άρτα
και ειδικά Virginia σκάρτα
θα σάπιζαν στο επίνειο.

Εγώ πηγαίνω προς του Βλάχου
κι εσύ για Μάντρα τράβα εμπρός
και για το τραίνο του Μονάχου
έμεινα στη σκιά ενός βράχου
και η γυναίκα του τού αντρός.

Για Καλογρέζα πας κοπέλα
και το ταξί έφυγε άδειο
είδα που έγραφε η ταμπέλα
προς Ολυμπιακό στάδιο
και Καλατράβα εσύ κορδέλα.















ΛΑΜΠΕΤΗ ΦΩΤΟΣ

Στρατιώτης μαύρος απ’το Ελσίνκι ακουμπάει
στο γόνατ’όπλο MADE φελιζόλ και σπάει
- έγχρωμος Ρίζος με καλά την Κυριακή-.
Η Ρόζα Λούξεμπουργκ «αετός που κατεβαίνει
πολλές φορές πετώντας χαμηλά» και βγαίνει
με αχρωματοψία ασπρόμαυρη εκεί.

Ζωγράφος της ειρήνης στην πλατεία σκυμμένα
και λέρωσε τα ρούχα της καλά πλυμένα
με μία σκόνη που τα κάνει αστραφτερά.
Κι ήταν σωρό τα χρώματα γύρω απλωμένα
στη μαύρη μαρμαρόσκονη όμως ήταν ένα
και περιστέρι με κατάμαυρα φτερά.

Σαν δάσκαλός της για την επιτήρησή της
εικόνα μαύρη που για τη διατήρησή της
είπα τραβήξαμε κι εμείς μια πινελιά.
Δεν έχει πρασινάδα ο μουντός πλανήτης
κι ένας αέρας μαύρος πνίγει τη φωνή της
σαν φίδι που τυλίγει την ουρά θηλιά.

Με άγχος της γονατιστό θα ξεμακρύνει
σαν βράχος να σταθεί στο δυνατό μπουρίνι
και με ναυτία κόμπος κλείνει το λαιμό.
«Δεν το’θελα μαμά» θα πει σαν φιγουρίνι
αλλ’ έβριζε από μέσα της για την ειρήνη
που έβρισκε ως αιτία για τον πόλεμο.

ΕΣΕΝΑ ΤΟ ΛΕΩ

Σε μια γωνία στριφογύριζες σαν σβούρα
και με λαγνεία ζήτησες μια πατσαβούρα
και λέω αλάνι αν βάλεις μέσα αυτόν τον τύπο
απ’ το μελάνι δεν θα βγάλεις πλέον τον ρύπο.

Εσένα ναι το λέω κυρία στο σεσουάρ
σε φενακίζει εφημερίδα Φρανς Σουάρ
και σε χτενίζει Τριχωνίδα της Ραμσάρ
εσένα ναι το λέω κρύα πουρμπουάρ.

Στο δρόμο σου αγόρευσα πως τα στυπεία
με νόμο απαγόρευσαν χαμαιτυπεία
όμως πρακτόρευσα και με παρατυπία
με τρόμο αγόρασα Ελευθεροτυπία.

Εσένα λέω με συνοδούς που πάω κους κους
δεν σου διαφεύγει φάση με τηλεφακούς
σου φεύγει το καφάσι με αηδούς κακούς
εσένα ναι το λέω σ’ αγαπάω μ’ ακούς;











ΝΙΟΧΩΡΙ

Στο Νιοχώρι ένα αγόρι
για το πετροχημικό
δεν προχώρησαν μαγκιόροι
με τον Πέτρο χημικό.

Ηρωικοί και πρωτοπόροι
λένε αγώνα ταξικό
κι οι δακρυικοί τους πόροι
κλαίνε από ’να τοξικό.

Της Μυκόνου πελεκάνοι
και τον Πέτρο απ’ το λαιμό
ξεσηκώνουν να μη κάνει
με τον πετροπόλεμο.

Το χωριό τους θα το κάνει
με βρωμιές υπόνομο
και σαν πλυσταριό λεκάνη
με τις ερημιές νομό.

Η ανέγερσή του εντάσεις
φέρνει με κινήματα
κι η εξέγερση διαστάσεις
παίρνει με μηνύματα.

Σπάνε τις εγκαταστάσεις
με τα μηχανήματα
και ρωτάνε για τις στάσεις
ποιοι κινούν τα νήματα.

Και τους είπα κάθε μέρα
παίζει το μπιλιάρδο του
και στη τρύπα του αέρα
πέφτει με το φάρδος του.

Στον Αράκυνθο παντιέρα
σήκωσε στη ράβδο του
κι απ’ την Ζάκυνθο πιο πέρα
άκουσε ο βάρδος του.

ΣΤΟΧΟΛΟΥΛΟΥΔΟ

Εμμένουμε στο στόχο μας
με βέλη αγγελούδια
και μένουμε στο τόπο μας
στα έλη του λουλούδια.

Επικίνδυνα παιχνίδια
πόλεμο με πέτρες μας
και για τα δεινά μας ίδια
όπλα στις φαρέτρες μας.

Για την τιτάνια ρώμη μας
μιλούν στα παρλαμέντα
δεν παίρνονται οι δρόμοι μας
κι ας παίρνουν τα τσιμέντα.

Αφοριστικά στη σόλα
έλειωσαν ατύπωτα
και οριστικά πια όλα
τέλειωσαν ή τίποτα.

Η γύρη απ’ τα όνειρα
στα χείλη έχει μείνει
κι εγείρει για τα οκνηρά
κηφήνων έργα σμήνη.

Σαν τις μέλισσες βουίζουν
σφαίρες στην αυλόπορτα
πως αμέλησες σφυρίζουν
μέρες τα κουτόχορτα.

Στον κήπο νυχτολούλουδο
κρύβεσαι στο σκοτάδι
στον τύπο στοχολούλουδο
σε βάζουν στο σημάδι.

Αν τις όμορφες ιδέες
στο σκαμνί καθίζετε
απ’ τις νέες ορχΙΔΕΕΣ
το λαμνί τσακίζετε.
ΣΩΤΗΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΡΚΟΥ

Δεν κερδίζεις δίχως κόπους
σωτηρία της ψυχής
και πηγαίνεις σ’ άγιους τόπους
ταξιδάκι αναψυχής.

Παπαδιά στο παρεκκλήσι
όταν λείπει ο παπάς
και ο νεωκόρος κλείσει
για παρέκκλιση θα πας.

Είσαι βόμβα ουρανίου
που σε λίγο θα εκραγεί
και σε τόπο του κρανίου
θα μεταβληθεί η γη.

Είσαι κινητό ωραίο
σεξοβόμβα εκρηκτική
κι επιφέρει το μοιραίο
επαφή σου ερωτική.

Απ’ της πόλης τα τσιμέντα
βγαίνεις για τη τσάρκα σου
και μοσχοβολάει μέντα
και λιβάνι η σάρκα σου.

Μένεις Ουρανίας έξι
μέσα σ’ ένα λήθαργο
και ο ουρανός θα βρέξει
ένα θάνατο αργό.

Ντροπαλή μα κατά βάθος
είσαι κούκλα μου καλή
θα σου στρώσω με το πάθος
της καρδιάς μου το χαλί.

Κάνουν έρωτα στο πάρκο
άγγελοι στο βόθρο τους
και ακούν το κατά Μάρκο
που αγγέλλει όρθρο τους.

ΑΡΧΟΝΤΑΡΙΚΙ

Στέργω το αρχονταρίκι
έργο του Διζικιρίκη
οι φτωχοί και οι πατρίκιοι
με απαντοχή περίοικοι

που μιλούν με το σαρίκι
και λαλούν σαν κοκορίκοι
θηλυκά και πουτσαρίκοι
φιλικά με κουλαντρίκι

ο γλυκός καφές στο μπρίκι
αγιορείτικο τσικρίκι
κι επαφές με τεφαρίκι
πηλιορείτικο φηρίκι

στην Αμερική αγροίκοι
με το μίσος και τη φρίκη
μερικοί με πανωπροίκι
ίσως και κωλομπαρίκι

και των Αθηνών οι κρίκοι
με του Αγίου Βλασίου το ρείκι
πάμφθηνων στο αρμυρίκι
παραθαλασσίου με μπρίκι

χωρικοί στο χαμορίκι
από το λαιμό καρύκι
χορικοί με τον σιορίκη
και στον πόλεμο Αντρίκοι

με ντορή το πιτσιρίκι
που φορεί το σκουλαρίκι
λοιδορεί το Λιδορίκι
και κυκλοφορεί στην Τρίκκη

που το σέρνει Φρειδερίκη
για να παίζει με ζατρίκι
και τους φέρνει συχαρίκι
στο τραπέζι Βεατρίκη.


ΦΡΟΣΥΝΗ

Το γαρ πολύ του έρωτος
γεννά παραφροσύνη
στο μπαρ φιλί ξενέρωτος
θα έβγαινα Φροσύνη.

Της Παμβώτιδας η λίμνη
στης αμπώτιδας την πρύμνη
Θεσσαλιώτιδας οι σκύμνοι
και Φθιώτιδας οι ύμνοι.

Με λάβωσε ο φτερωτός
θεός με σωφροσύνη
και σκλάβωσε αλευτέρωτος
να θέλω αλλοφροσύνη.

Φιλελευθεροφροσύνη
φίλε με φιλοφροσύνη
και η γενναιοφροσύνη
είναι ματαιοφροσύνη.

Αλήτης αξημέρωτος
με ταπεινοφροσύνη
πολίτης ανημέρωτος
με τη δουλοφροσύνη.

Με τη κάρμα ευφροσύνη
φάρμα δέστε ελαφροσύνη
άρμα με μετριοφροσύνη
χάρμα ιδέσθαι αφροσύνη.

Τύραννος αφανέρωτος
με την αβροφροσύνη
και ουρανός αστέρωτος
για υψηλοφροσύνη.

Στην παγκόσμια φρικοσύνη
κόσμια νομιμοφροσύνη
για τα εγκόσμια εχεφροσύνη
υπερκόσμια ορθοφροσύνη.




ΜΝΗΜΗ
του ανιψιού μου Άκη
που έφυγε σε τροχαίο
τον Οκτώβριο του 2008
σε ηλικία 29 ετών.

Στην Αττική οδό πετάς
κερί όμως σαν φτερούγες
κι αν κατοικεί εδώ κοιτάς
που ερήμωσαν οι ρούγες.

Έμεινες γυρτός με βέλος
κι αίμα έσταξες κρουνό
έγινες αετός και τέλος
πέταξες στον ουρανό.

Με τα φτερά ψηλά πετάς
που έβγαλες στους ώμους
και χαμηλά δεν περπατάς
σε αυλές και υπονόμους.

Στη φωλιά σκοτάδια λύπης
που την γκρέμισε ο χαμός
άδεια από πουλιά που λείπεις
και την γέμισε ο καημός.

Άραγε από το μάθημα
την έκανες κοπάνα
και βάραγε αράθυμα
που σου έριξε καμπάνα.

Σαν τρανό ξεπεταρούδι
να πετάξεις βιάστηκες
και στον ουρανό αγγελούδι
τάξης προβιβάστηκες.

Φτερούγιζες στην άσφαλτο
τις τρέλες με αμυαλιά σου
κι ανέμιζες σαν άβγαλτο
κορδέλες τα μαλλιά σου.

Σαν ορίζοντας στη μέση
έχοντας το νήμα σου
και γνωρίζοντας θα πέσει
τρέχοντας στο μνήμα σου.


ΑΦΙΕΡΩΣΗ

Του ανάπηρου η νίκη
πύρρεια με το δεκανίκι
ζάπυρου Θεσσαλονίκη
στα λιοπύρια και στο νοίκι

βάμπιρου με το βερνίκι
στα δαιμονοπύρια Νίκη
πάπυρου απ’τη Φοινίκη
με σεξπήρεια σου ανήκει

καμασούτρα τάδε έφη
Ζαρατούστρα που επιστρέφει
χάραμα η τσούπρα Έφη
με τα λούστρα και τη στέφει

φιλικά στην Κατερίνα
που ζυμώνει σαν φαρίνα
τα γλυκά της φουρναρίνα
και ζει μόνη σινιορίνα

στης ζωής το ανηφόρι
με βροχή και ξεροβόρι
θα επιζήσουν αιμοβόροι
προσοχή στο μεσοφόρι

το αγιάζι πανωφόρι
δε μας βγάζει με το ζόρι
κι ας μυζήσουν πόλη φόροι
για να ζήσουν όλοι Φόρη

του αγίου Χριστοφόρου
του σφαγίου αχθοφόρου
του αγρίου μισθοφόρου
του παγίου και του φόρου

εκμαγείου μασκοφόρου
και αγγείου αιμοφόρου
πελαγίου Θεοδώρου
ναυαγίου εωσφόρου.



ΨΩΜΙ ΚΙ ΕΛΙΑ

Καλύτερα ψωμί κι ελιά
και κάλλιο με λαγάνα
παρά ωμή κρεατοελιά
του παλιομαλαγάνα.

Κότσο πάντοτε με πιάνει
στο καμίνι με τη γάνα
κι απ’ τον Κώτσο παντεσπάνι
δε θα μείνει τον φαγάνα.

Ελιά φτωχών χαβιάρι σαν
του Ωνάση μου ανήκει
και κοπελιά νοικάρισσα
που θα πεινάσει νοίκι.

Αποκριές και με τη Νίκη
φύγαμε φουρνάρισσα
για εκλογές και με τη νίκη
πήγα και τον μαύρισα.

Απ’ το Τατόι στα ψηλά
βορείου προαστίου
και στο κατώι χαμηλά
του κρύου συσσιτίου.

Δρόμος κι έλλειψη ασβεστίου
με πονούν τα κόκκαλα
όμως στη Βουκουρεστίου
δεν πεινούν που τρων καλά.

Δεν είδα από τα μάτια μου
θα δω από τα φρύδια
πατρίδα στα παλάτια σου
εξαποδώ τα φίδια.

Θα μου σπάσει τα καρύδια
να ρουφήξει το μυαλό
που θα πιάσει σαν τα στρείδια
και θα ρίξει στο γιαλό.




ΔΩΡΑ ΧΑΡΑΣ

Δώρα χαράς για τα παιδιά
που τρέχουν για βοήθεια
Πανδώρα συμφοράς καρδιά
έχουν κι αυτά στα στήθια.

Πρόσωπο ευειδές σελήνης
που ξεφεύγει απ’ την αδράνεια
αστεροειδές γαλήνης
για να φέγγει στα ουράνια.

Για τη χαρά της προσφοράς
που παίρνεις όταν δίνεις
σαν μάνα που κοιλοπονάς
και φέρνεις της οδύνης.

Τη θαυματουργή σου εικόνα
οι πιστοί σου θα φιλήσουν
να τελετουργεί κοκόνα
και φτυστή θα ιεροσυλήσουν.

Στην εγωκεντρική εποχή
τα έργα οι άμυνές σου
λειτουργική ολομόναχη
με τις περγαμηνές σου.

Για τον διπλανό σου η αγάπη
σαν σε ζυγαριά βαραίνει
και των αλλωνών η λάσπη
με κατεργαριά δεν γέρνει.

Τα μάτια σου αθώρητη
στα εγκλήματα δεν κλείνεις
σε υγρά δωμάτια αθόρυβη
προβλήματα να λύνεις.

Φλόγα της καρδιάς μου μείνε
κι άσβηστη το φως σου δίνε
σε μια κώχη ιερό του Είναι
κι όχι για το θεαθήναι.





ΠΥΡΡΕΙΑ ΝΙΚΗ

Ακολουθώ το πάθος μου
σαν Μαραθωνοδρόμος
κι ας μαραθώ στο βάθος μου
δεν σταματάω όμως.

Μαραθώνιο ξεκινάω
μέχρι να μου πεις το ναι
μακροχρόνιο κι ας πονάω
έστω πες το κι έγινε.

Ψυχή και σώμα δίνομαι
στο Μαραθώνιο αγάπης
κι ακόμα λιώμα γίνομαι
στο χώμα χλοοτάπης.

Έβαλες ψηλά τον πήχη
άστρο μου για να διαβώ
και δεν γκρέμισες τα τείχη
απ’ το κάστρο σου να μπω.

Στο στάδιο με περίπολο
να μπω θα συνεχίσω
κι από το άδειο κύπελλο
να πιω κι ας ξεψυχήσω.

Φτερωτός μαντατοφόρος
Μαραθώνιος έφηβος
αφανέρωτος πυρφόρος
στο αιώνιο έρεβος.

Σου λέω νενικήκαμεν
στο στάδιο για τη μάχη
και κλαίω εν τούτω νίκα μεν
αλλ’ άδειο το στομάχι.

Για το γύρο του θριάμβου
με την πύρρεια νίκη μου
για να γείρω διθυράμβου
πήρα δεκανίκι μου.




ΜΑΡΑΘΩΝΟΔΡΟΜΟΣ

Άβατο για επισκέψεις σου
οι δρόμοι χάλι ακούσιοι
διάβα το κι ίσως σκέψη σου
ενδόμυχ’ άλλη ακούσει.

Άγιος Μαραθωνοδρόμος
δεν τιμάται η μνήμη του
άγριος ο Δίας όμως
σε γεννά απ’ την κνήμη του.

Στην παραδείσια διαδρομή
με συνεπαίρνει ο Άθως
και στη φιδίσια της γραμμή
με παρασέρνει Σκιάθος.

Με δροσιές με περιλούεις
άγριος να εξαγνιστώ
με βρισιές θα γίνω Λούης
κι άγιος θα εξαφανιστώ.

Θα κάνω τεστ κοπώσεως
τροχάδην σαν ταχεία
κι ως τελικής σου πτώσεως
με χάδι πυγμαχία.

Σαν ξεδοντιασμένη γνάθος
βγήκα με τα νάζια σου
και σκυμμένη σκιά με άχθος
μπήκα στα γρανάζια σου.

Ελέγχω τις δυνάμεις μου
ως που μπορώ να φτάσω
κι αντέχω στο τσουνάμι σου
τα όρια μου να σπάσω.

Απ’ τη γέφυρα στο Ρίο
Μαραθόκαμπο αχανή
στη γενέτειρα θηρίο
θα ’μπω ατμομηχανή.




ΚΑΤΕΡΙΝΑ

Μαγευτό φως Κατερίνα
στη γαλάζια σου μαρίνα
δυο κοχύλια θάλασσες.

Να γευτώ την αθερίνα
με ατλάζια οκαρίνα
χείλια δίχτυα χάλασες.

Δάγκωσα τη λαμαρίνα
σαν να μάγκωσα καρίνα
για το μήνα μέλιτος.

Για τον έρωτα γιατρίνα
δεν ρωτάς δικηγορίνα
είναι ο λόγος σου λιτός.

Στα σχολεία ταμπουρίνα
τα βιβλία σου σαν κρίνα
κράταγες στα χέρια σου.

Μεγαλεία που τσαρίνα
γι’ ασχολία σοφερίνα
διαταγές μαχαίρια σου.

Όμορφή μου σινιορίνα
του μπαξέ μου καρδερίνα
έφραξε μεσ’το κλουβί.

Για το γάμο σου σειρήνα
μεσ’ την άμμο με κλαρίνα
θα χορέψουμε βουβοί.


ΣΕΒΕΡΙΝΑ

Του εμίρη βερβερίνα
κακομοίρη έρμη Ρίνα
του καρμίρη σου χαλές.

Του δεμίρη Σεβερίνα
καλομοίρη μαρμαρίνα
μύρει κακοτράχαλες.

Στο τσαντίρι μπαλαρίνα
σημαντήρι με κλαρίνα
και κροντήρι για γουλιές.

Για χατίρι σου καφρίνα
στο ποτήρι σου αφρίνα
σουρωτήρι γι’ ατσαλιές.

Νοικοκύρη κυριαρίνα
με μπακίρι στη βιτρίνα
του τσακίρη σου ματιές.

Καλοκύρη φουρναρίνα
στου φακίρη τον πυρήνα
χαρακίρι και γητειές.

Στο μπαΐρι σκιουρίνα
τζοβαΐρι προεδρίνα
και χαΐρι βερβελιές.

Για χαζίρι στη κατρίνα
του ναζίρη κοττερίνα
και βεζίρη βουρδουλιές.

ΛΑΣΚΑΡΙΝΑ

Στο ταμπούρι Λασκαρίνα
με κουμπούρι λάσκα Ρήνα
καλαμπούρι χαβαλές.

Στο καβούρι καβουρίνα
κανναβούρι με φαρίνα
στο κιβούρι έβαλες.

Με πλιγούρι τεντζερίνα
του λιγούρη σου Τυρίνα
και γουργούρη ζαβολιές.

Με παγούρι φανταρίνα
στο ζυγούρι λιονταρίνα
για το γούρι δυο γουλιές.

Με σαμούρι πελερίνα
του χλιμούρη σου Τιγρήνα
και χαμούρι μαργιολιές.

Με φλαμούρι Σαμαρίνα
του μουρμούρη πρακτορίνα
και φακιδομούρη ελιές.

Φυλακούρη θυρωρίνα
κούροι για τη θεατρίνα
με τσεκούρι απειλές.

Βαρθακούρη βαπορίνα
σκούροι με τη Θατσερίνα
το μπακούρι εξόκειλες.


ΦΑΝΤΑΡΙΝΑ


Στο καψιμί κορνάρισες
του REO σωφερίνα
που το ψωμί φουρνάρισες
ωραίο φανταρίνα.

Οπ θα ξαφνιστώ σειρήνα
κι αχνιστό στη λαμαρίνα
κάνω στοπ στη φουρναρίνα
για ζεστό ψωμί φαρίνα.

Την κουραμάνα σου άρπαξα
στο χέρι μου εφεδρίνα
που ’ριξες μάννα κι άραξα
έρημου καγκουρίνα.

Ραμαζάνι βερβερίνα
στη Κοζάνη Κατερίνα
στο καζάνι σινιορίνα
με λαζάνι παστορίνα.

Μοσχομυρίζεις γιασεμί
από τη Μόσχα Ιρίνα
και ξαρμυρίζεις το ψωμί
με τάρτα Ταταρίνα.

Κουρεμένη αγορίνα
στο αμπρί σαν τη Σαμπρίνα
αγριεμένη πουτσαρίνα
και γαμπροί για την Κορίνα.

Σαν μουσαφίρης στο στρατό
χτυπώ τα ταμπουρίνα
και μας σερβίρεις φαγητό
στο μέτωπο τσαρίνα.

Ματοτσίνορα φρουρίνα
που σφαλάς κοχύλια Ρήνα
σύνορα με λαζαρίνα
μας φυλάς και χιλιαρίνα.



ΠΑΠΑΔΗΜΑΣ

Στα σούπερ μάρκετ προσφορές
μα τα ευρώ μου λίγα
και κούπες μπάσκετ διάφορες
θα βρω στην ευρωλίγκα.

Της νοικοκυράς καλάθι
Συρανό ντε Μπερζεράκ
γράφω φουκαράς με λάθη
μπρος στον τύραννο με τρακ.

Δίπλα στο φούρνο σκυθρωπός
η διάθεσή μου αλλάζει
νιώθω διπλά σαν άνθρωπος
κι ας τρώει το αγιάζι.

Εποχή της αφθονίας
με τα χέρια στα ζυμάρια
και φτωχοί ζηλοφθονίας
στα μαχαίρια για ευμάρεια.

Με το σημίτι ο καφές
πεινώ κι όχι δεν λέω
στη μύτη μου ανασκαφές
Πινόκιο μιξοκλαίω.

Παλληκάρι το παιδί μας
σήκωσε με αρασέ
το ζυμάρι ο Παπαδήμας
ζύμωσε και μ’ άρεσε.

Θυμώνω που δεν συγκινώ
τωόντι ψωμοζήτης
το μόνο που έχουμε κοινό
το δόντι τραπεζίτης.

Στο σχολείο η Πιπίτσα
πριν πεινάσει έχει φάει
και με το βιβλίο πίτσα
θα ετοιμάσει Πασιφάη.



ΕΦΗ

Απόψε αερένιο μου κορμί
με τ’ άστρα Ραφαήλο
κόψε σταρένιο μου ψωμί
στη γάστρα με παφίλω.

Aγγελούδι εσένα οφείλω
το τραγούδι σ’ ένα φύλλο
που σαν γυναικείο φύλο
είναι οικείο για τον φίλο.

Το βράδυ φέρνει ταραχή
πόθο κι επιθυμία
σκοτάδι παίρνει τη ψυχή
και νοιώθω ραθυμία.

Μια βραδιά με νηνεμία
τσιμουδιά φωνή καμία
και στην αμμουδιά Ευθυμία
στη καρδιά μου τρικυμία.

Σαν ναυαγός που απ’ τη στεριά
για σωτηρία γνέφει
στο πέλαγος και ξαστεριά
διώχνει τα κρύα νέφη.

Θα σου φέρω ένα ντέφι
στολισμένο με σιντέφι
κι όταν υποφέρω Έφη
στο θλιμμένο κάνε κέφι.

Ανέφελη χρυσή καρδιά
στου κόσμου τη μαυρίλα
κι ανέμελη σαν τα παιδιά
δος μου ανατριχίλα.

Σαν του άγριου γορίλα
που αρχίζει τη γκαρίλα
και αρχάριου την ασπρίλα
που μυρίζει και ψαρίλα.





ΓΙΩΤΑ

Φουρνάρισσα τον Αύγουστο
έχεις ξανάψει Γιώτα
κορνάρισα για ν’ ακουστώ
ξανά με το TOYOTA.

Μαγκουρίτσα για το γιώτα
πλάθεις ζυμαράκι σου
κουλουρίτσα Παναγιώτα
λάθη απ’ το χεράκι σου.

Για τη φωτιά στον Όλυμπο
χάλασα Προμηθέας
και στη ματιά σου κολυμπώ
θάλασσα Τερψιθέας.

Με τα στήθια το ζυμώνεις
κι είναι αφράτο και γλυκό
και ο Σπίθας στο καμιόνι
κάνει σάλτο για υλικό.

Η Κατερίνα στη γωνιά
κι ο Γιώργος της Θαλάσσης
κατρίνα με την παγωνιά
όργιο μη μας χαλάσεις.

Στο παλάτι της κοκότα
μ’ έβαλε η Καλυψώ
για το αλάτι στη μπομπότα
κι έβγαλε φιλί λειψό.

Του Ποσειδώνα τρίαινα
χτυπάει το γλαρόνι
και τσαπερδόνα τυραννά
που πάει και ιλαρώνει.

Στη δουλειά την ξεθεώνει
κι αν τελειώνει την ρωτά
που αγκαλιά με την Θεώνη
λειώνει με τον έρωτα.



ΧΡΙΣΤΙΝΑ

Μέσα στη σκέψη μου θεά
κάποτε σε θεωρούσα
που να πιστέψει ο, τι έπαθα
ποτέ δεν θα μπορούσα.

Έχασα κάθε αυταπάτη
πως δεν ήσουνα θεούσα
κι έφτασες στο σκαλοπάτι
της αβύσσου που ποθούσα.

Έπεσες τόσο χαμηλά
κι έχασα κάθε ιδέα
που’ χα για σένα και ψηλά
μου φάνταζες σπουδαία.

Έκανες καλά μα χάνεις
περιπέτεια ερωτιδέα
αλλά μη μου ξανακάνεις
κι άλλα τέτοια σου χυδαία.

Πονάω και κλαίω μοναχός
νύχτα πανάθεμά σε
ξυπνάω και λέω σαν αχός
πνιχτά να με θυμάσαι.

Τα εγκόσμια στον τοίχο
διέγραψες και απαρνιέσαι
και τα εγκώμια για τον στίχο
που μου έγραψες αρνιέσαι.

Μ’ ευχέλαιό σου λιπαρό
πιστός στον έρωτά σου
το έλεός σου εκλιπαρώ
γονατιστός μπροστά σου.

Αχ ! Χριστίνα η μορφή σου
δεν μου φεύγει από τα μάτια
και κουρτίνα στο προφίλ σου
δεν μου φέγγει στα δωμάτια.




ΚΥΡΑ ΠΑΤΡΑ

Κυρά Πάτρα στο τσαρδί σου
χαρτζιλίκωσες παιδί σου
και στη γλάστρα το κλειδί σου
άφησες του παραδείσου.

Μαθητής οικότροφός σου
άναψες πρωί το φως σου
κι εικοσάρικο κρυφό σου
άστραψες για το σοφό σου.

Απ’ την πόλη σαν ομάδα
φεύγατε για την πεδιάδα
όλοι σας για μια εβδομάδα
που μαζεύατε χαμάδα.

Σε θυμάμαι κυρά Πάτρα
που με σήκωσες στη πάστρα
να κοιμάμαι και στη λιάστρα
με ασήμωσες με πιάστρα.

Με μαυραγορίτη άντρα
θα μου γυάλιζε σαν χάντρα
σε μια κρύπτη στη μεσάντρα
που ασφάλιζε στη μάντρα.

Μπατιράκι απ’ την τράκα
που δεν άντεξα να πω όχι
με τυράκι του στη φάκα
σαν να το άρπαξε απόχη.

Όταν άκουσα το τσάκα
ήταν πια μακριά οι στόχοι
και την άγουσα με σάκα
και με δάκρυα στο μετόχι.

Στη ζωή μου αυτό το κέρμα
θα με ακολουθεί στα έρμα
χρόνια που κυλούν στο τέρμα
με τη καταφρόνια γέρμα.




ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ

Ν’ αγοράσω καραμέλες
από το περίπτερο
ή να βράσω κουκουμέλες
με αλατοπίπερο.

Από χούι παπαδέλες
αγριοπερίστερο
που ακούει παπαρδέλες
από τον πρεσβύτερο.

Φαγητό στο ταβερνάκι
δεν θα φάω καλύτερο
και για παγωτό χωνάκι
πάω το ταχύτερο.

Με κοντό παντελονάκι
νήπιο για τον ίκτερο
πριν χτυπήσει καμπανάκι
τρύπιο από κασσίτερο.

Τρεις το λάδι τρεις το ξίδι
έξι το λαδόξυδο
και το βράδυ στριμωξίδι
έξυπνου θα βγει ξινό.

Να μη φύγεις για ταξίδι
θα επιλέξεις από εδώ
και με πνίγεις Γαλαξίδι
μη τις βρέξεις αν σε δω.

Από το εικοσάρικό μου
που θα πάρω τα λιμά
και με το κουρσάρικό μου
θα σαλπάρω διάλειμμα.

Πίσω για το σπιτικό μου
δεν θα βρω κατάλυμα
και να πείσω σκεπτικό μου
για τα ευρώ μου κάλυμμα.




ΚΑΤΑΛΗΨΗ

Έρχεσαι στα όνειρά μου
κατά επανάληψη
και στο στρώμα μου κυρά μου
έκανες κατάληψη.

Κατειλημμένη τάξη σου
περνάς σαν τον αέρα
ντυμένη στο μετάξι σου
που το κουνάς παντιέρα.

Στη κρεβατοκάμαρά μου
έκανες κατάσταση
και στον έρωτα χαρά μου
φέρνεις επανάσταση.

Στο πάτωμα το στρωματέξ
θα βρεις στις καταλήψεις
δυο άτομα να κάνουν σεξ
χωρίς προκαταλήψεις.

Βγάζεις τα εσώψυχά σου
με μπογιές και χρώματα
και με τα εσώρουχά σου
κάνεις οχυρώματα.

Σαφώς διαβάζω υπογραφή
με σινική μελάνη
στο φως και βγάζω την κρυφή
κι εικονική σου πλάνη.

Ντριν.. και τα γλυκά φιλάκια
χάνω μ’ εγκατάλειψη
πριν απ’ τ’ άλικα χειλάκια
κάνω την μετάληψη.

Με χάδια νύχτες έρωτα
να κάνουμε απεργία
για βράδια αξημέρωτα
μη χάνουμε αργία.




ΣΤΕΛΛΑ

Πλέω στα υπόγεια με κρασί
που πάω στη Κομποστέλλα
και λέω τα λόγια μου φαρσί
πως σ’ αγαπάω Στέλλα.

Στέλλα δεν κρατάω μαχαίρι
Τουρκολίμανο κι εγώ
έλα παρατάω το χέρι
βούρκο αλίμονο να βγω.

Πολιορκώ το κάστρο σου
με βάρκα στη Καστέλα
και ρυμουλκώ το άστρο σου
για τσάρκα με σκουτέλα.

Θα σαλπάρει το στελλάδο
Στέλλα από τον Πειραιά
και θα πάρει εκτός Ελλάδος
στέλνοντάς μας μακριά.

Για το σκορβούτο έβαλα
μπυρόνια στα μαστέλα
κι αντί για φρούτο υπέρβαλα
με μακαρόνια Stella.

Πως στο Σφαξ με το στιλέτο
έσφαξα και φούνταρα
με το φαξ απόστειλέ το
έσφαλλα που φούντωσα.

Γρηγόρη προξενόπουλο
βαλάντωσες κοπέλα
κι αγόρι διαπλασόπουλο
ταλάντευσες Εστέλα.

Stella Style Τριχωνίδα
κυματίζουν τα μαλλιά
πέλαγος με ιστιοσανίδα
σχίζουν τον Καβομαλλιά.



ΛΕΩΦΟΡΕΙΟΠΕΙΡΑΤΕΙΑ

Με πέρασες για τον Χασάν
στο λεωφορείο με δέμα
με κέρασες το κρουασάν
και λέω κρύο γεύμα.

Λεωφορειοπειρατεία
με τα εκρηκτικά ηρέμα
και σας λέω με μπρίο αστεία
πάρτε ορεκτικά και κρέμα.

Μέσα στο αυτοκίνητο
φόβος φυλάει τα έρμα
μπαμπέσα με το κινητό
βόμβος μιλάει ως το τέρμα.

Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα
μα γενναίος λέω πολέμα
σαν γαμπρός να πείσω θρέμμα
είμαι Αθηναίος με ψέμα.

Στην αγκαλιά του έρωτα
μ’ έριξες μ’ ένα βλέμμα
και για φιλιά αξημέρωτα
μου έδειξες με νεύμα.

Έρωτάς σου καταλύτης
σαν να πέρασε το ρεύμα
και ρωτάς αν είναι αλήτης
που συγκέρασε με πνεύμα.

Βασίλισσα της ομορφιάς
με σκήπτρο και με στέμμα
φίλησα και της συντροφιάς
προκύπτω πρώτο θέμα.

Δεν θ’ ανάψω τη φυτίλα
που σας έκοψα το γνέμα
και ας κλάψω απ’ την ξεφτίλα
που δεν έπνιξα στο αίμα.

Μες τη κοιλιά σου έγκυος
κυοφορείς το σπέρμα
και αγκαλιά αλληλέγγυος
κυκλοφορείς στο γέρμα.

Τον κακόμοιρο με φλέγμα
περιγελάει κακοποιό
που σαν όμηρο με πλέγμα
σου μιλάει ηθοποιό.



ΛΕΩΦΟΡΕΙΟ Ο ΠΟΘΟΣ

Στα δρομολόγια Περισσού
στάση άγια Αναστασία
τα λόγια εκ του περισσού
να φτάσει στην ουσία.

Σαν κορνίζα κρεμασμένη
σε γραφείο κόμματος
Μόνα Λίζα περιμένει
επαφή του σώματος.

Κρεμιέται όρθιος εσμός
με ζορισμένο ύφος
και λύεται γόρδιος δεσμός
κομμένος με το ξίφος.

Στέλλα πέρασε κοντά μου
στο λεωφορείο Πόθο
κάθισε στα γόνατά μου
να σου λέω στο κρύο τι νιώθω.

Νιώθω το ρίγος στο κορμί
να διαπερνάει σαν ρεύμα
πόθο με σφρίγος και ορμή
που κυβερνάει το πνεύμα.

Έλα στο γυμνό μπροστά μου
που ’χω αμφορείς σου γεύμα
γέλα στο κυνόδοντά μου
ρούχο μη φορείς για φέρμα.

Κυκλοφορεί το αίμα σου
ζεστό κάτω απ’ το δέρμα
ν’ αδιαφορείς το ψέμα σου
δεν θα δεχτώ σαν κέρμα.

Αφουγκράζομαι τον πόθο
να κυκλοφορεί στο αίμα
κι αν κουράζομαι το νιώθω
δεν θ’ αδιαφορείς στο τέρμα.





ΜΠΟΥΚΕΤΟ

Εμείς οι δύο δεν μοιάζουμε
λουλούδια σε μπουκέτο
και στο ωδείο ταιριάζουμε
τραγούδια σαν ντουέτο.

Κλειδοκύμβαλα λουκέτο
για τα σκύβαλα στο γκέτο
με τροφές στο κουζινέτο
και καφές στο καμινέτο.

Μαζί σαν καφεζάχαρη
πάμε κι εμείς πακέτο
μες τη ζωή την άχαρη
να μη λυπάμαι σκέτο.

Πικραμύγδαλο κουφέτο
πήρα τσίγαλό μου φέτο
άναψε το σιγαρέτο
να το κάψουμε αμαρέτο.

Ους έρωτας συνέζευξε
θεός μη χωριζέτω
μη τους ρωτάς ποιος έφταιξε
παθός συγχώρησέ το.

Ήρεμο στο βαρονέτο
θα μιλήσει κλαρινέτο
στο γκρεμό το βαγονέτο
να κατρακυλήσει νέτο.

Σαν όχλος ασυγκράτητος
το πλήθος στο φιλέτο
πρώτος ο αναμάρτητος
το λίθο του βαλέτω.

Προσκλητήριο στο μπαλέτο
θα τους στείλουμε μπιλιέτο
και μυστήριο με μουσκέτο
θ’ αναγγείλουμε οργανέτο.




ΜΑΥΡΟ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟ

Μαύρο μου τριαντάφυλλο
μ’ ελκύεις κατάλαβέ το
και λάβρο μου το δάκτυλο
μην αποκλείεις με βέτο.

Με γαρύφαλλο στο πέτο
και στο μάγουλο ελιά
κύμβαλο στο παραπέτο
με νταούλια και βιολιά.

Στη ξωτική σου ομορφιά
σου γράφω το σονέτο
κι εκστατική για ζωγραφιά
ζωγράφο καβαλέτο.

Με το βλέμμα μου το ντρέτο
θα σου φτιάξω μια βραδιά
με το αίμα μου πορτρέτο
που θα στάξω απ’ την καρδιά.

Παπούτσι από τον τόπο σου
και γόβα σου στιλέτο
του Γκούτσι για τον κόπο σου
λώβα στο λαζαρέτο.

Θα σε βγάλει τραμπουκέτο
σαν Τραβιάτα στη σκηνή
να σου βάλει το κασκέτο
για τη στράτα σαν κοινή.

Στον άρρωστο επιτρέπεται
Στέλλα να φάει σπαγέτο
στο άγνωστο πορεύεται
κοπέλα πάει πικέτο.

Άναψε το σπερματσέτο
κούκλα μου μελαχρινή
άστραψε με το ταπέτο
μπούκλα σου μαχαρανή.


ΕΜΟΥ ΤΟΥ ΑΙΔΟΙΟΥ

Το καρδιόσχημό μας δύο
κύκνων λαιμού ιδίου αναδύω
το αιδοιόσχημο εκδύω
κι εμού του αιδοίου επενδύω.

Στα υπόγεια παιγνιδίων
όλο πάθος καφωδείων
με τα λόγια πορνιδίων
ψώλο εις βάθος διεισδύω.

Πόλη των ναρκοπεδίων
σε μαγνητικό πεδίο
σαν δυο πόλοι καλωδίων
για το εκρηκτικό Ε2.

Θέμα εκδότρια γονιδίων
που μας δίνουν κι εφοδίων
και τ’ αλλότρια εξ ιδίων
κάποιοι κρίνουν νυμφιδίων.

Με τους τοίχους φυλλαδίων
που γελώ και των σπονδείων
στίχους μου των τετραδίων
σούργελο των αρμοδίων.

Για το φόβο επεισοδίων
και μπουγέλων αιφνιδίων
κόβω επίσης γλωσσιδίων
χαμογέλιων εγκαρδίων.

Μακριά μετ’ εμποδίων
λόγω φόρων διοδίων
και με δάκρια τριωδίων
σαν εμπόρων πλανοδίων.

Για τον χωρισμό αντίο
δεν θα πούμε τουναντίον
για χρησμό του στο μαντείο
δεν θα μπούμε των παντοίων.




ΓΕΩΡΓΙΑ


Αχ! όλο φωτιά Γεωργία
και δουλεύεις στο νερό
στόλο με φωταγωγία
που μας κλέβεις φανερό.

Της νυχτός πυγολαμπίδα
στις υδρεύσεις Αχελώου
μύγα εκτός πηγών σε είδα
στις αποχετεύσεις σώου.

Κάνεις πάρτυ μεθυσμένη
σε γραφείο παγερό
και εισπράττεις καθισμένη
στο ταμείο μισθό γερό.

Αχ! μυγίτσα ερωτευμένη
σαν τη χρυσαλλίδα βόθρου
και βρωμίτσα διαλυμένη
απ’ την ηλιαχτίδα όρθρου.

Μας ρουφάς με λαιμαργία
σαν κουνούπι ανωφελές
και κρυφά κωλυσιεργία
Σνούπυ με υδρόφιλες.

Καις σαν πυρωμένη λάβα
ηφαιστείου εν ενεργεία
και απολυμαίνεις σκλάβα
στάβλους προαστίου Αυγεία.

Κύρια εκεί μυσταγωγία
φέγγεις σαν τον φώσφορο
και την Κυριακή αργία
φεύγεις για το πρόσφορο.

Με τα μάτια μου σε τρώω
που διαβαίνεις ξελογιάστρα
στα δωμάτια με υπερώο
βγαίνεις νύχτα έξω στ’ άστρα.




ΧΡΥΣΟΥΛΑ

Αχ! Χρυσούλα μέλι στάζεις
και χρυσούς σου κόσμους τάζεις
Κεχρινία ιδωμένη
και μικρούλα χαϊδεμένη.

Αχ! για τα γλυκά φιλιά σου
είναι ο νους μας στο κεχρί
κι όποιος μπει στην αγκαλιά σου
τον παράδεισο θα βρει.

Αχ! Χρυσούλα ποιος θα πάρει
το χρυσό σου κεχριμπάρι
τη χρυσή καρδιά σου δος μου
στο μπατίρη αυτού του κόσμου.

Αχ! Χρυσούλα μέσα σ’άλλους
μεταφέρεις ουρανούς
σε μικρούς και σε μεγάλους
που δεν τους χωράει ο νους.

Αχ! Χρυσούλα σε κοιτάω
μα κορούλα δεν κοτάω
χάδι στην επιδερμίδα
κάθε βράδυ σαν τον Μίδα.

Αχ! Χρυσούλα με τουμπάρεις
σε μασούρι τα λεφτά
πονηρούλα να μου πάρεις
του χασούρη στα κλεφτά.

Αχ! Χρυσούλα σαν τον Κροίσο
στη βρυσούλα θα δακρύσω
γίνεται νερό χρυσάφι
και δεν πίνεται με τσάφη.

Αχ! Χρυσούλα στον αέρα
ερτζιανών που ραδιουργείς
άκου στη χρυσή σου σφαίρα
ταπεινών φωνούλα γης.




ΜΕΛΙΝΑ

Μελίνα τ’ όνομα γλυκά
σαν τα ποτά σταλάζει
και Μελανί στα Γαλλικά
τίποτα δεν αλλάζει.

Μελανόμορφο αγγείο
νέου αμαλγάματος
λυγερόκορμο εκμαγείο
του αρχαίου αγάλματος.

Ελγίνειο που χάθηκες
Καρυάτις Ερεχθείου
το γήινο σιχάθηκες
με τη σκουριά της θείου.

Με το μέλι σου λιγώνεις
και με λειώνεις σαν κερί
δεν σε μέλει που πληγώνεις
και τελειώνεις με κεντρί.

Σαν τα φιδοπουκάμισα
με άλλαξες κι εμένα
σταφιδωμένο ανάμεσα
με τ’ άλλα πεταμένα.

Δεν συγκράτησες το σήμα
δούλα στα τηλέτυπα
και ξεστράτισες στο σύρμα
που η καρδούλα σου χτυπά.

Το λέει η περδικούλα σου
κι αν άσπρισε γεράκι
μαύρισε η ψυχούλα σου
και κλαίει καλογεράκι.

Ξέρω πως δεν είναι ασβέστης
μόνο ο Παρθενώνας σου
και θα φέρω πυροσβέστης
το χρυσό αιώνα σου.



ΕΛΙΝΑ

Μέσα στο Ελληνάδικο
γυρεύω την Ελίνα
και μέσα στο σκυλάδικο
χορεύω Μεσσαλίνα.

Στα δωμάτια συναξάρια
μελετάει αγίων βίους
και τα μάτια της δοξάρια
ξενυχτάει για τους πληβείους.

Με σέξι ρεπερτόριο
κάνει σουξέ κομμάτια
πριν φέξει ορατόριο
που έτσουξε τα μάτια.

Την πολιορκεί ο Πάρης
του χωριού ο γκομενιάρης
την επίορκη να πάρεις
του χεριού σου αλανιάρης.

Στη σκόνη Ινδιάνος κυνηγός
με ντούρο στη σαβάνα
φουσκώνει διάνος σύζυγος
με πούρο απ’ την Αβάνα.

Όσο διαρκεί η λατρεία
με αποκοτιά σιμώνει
κι όσο πολιορκεί την Τροία
η φωτιά της δυναμώνει.

Στην αγκαλιά του μακριά
θα πάρει την Ελένη
και με φιλιά τα δάκρια
του Πάρη θα ξεπλένει.

Μύκητα μυζείς τη ρόγα
σταφυλιών για μούστο ξύδι
μη κοιτάζεις στην πιρόγα
των φιλιών μας το ταξίδι.




ΕΛΕΝΗ

Κοιτάζεις σύμβολο ομορφιάς
ωραία στο καθρέφτη
και είδωλο της συντροφιάς
παρέα δεν βγάζεις ψεύτη.

Μέσα στα δωμάτια πέφτει
φως σου κατακόρυφα
και στα μάτια καρδιοκλέφτη
σύντροφος κοιτά κρυφά.

Ο σύζυγος μ’ ένα σπασμό
πετάγεται από κώμα
σαν κυνηγός τον ασπασμό
που νοιάζεται ακόμα.

Απ’ το λατρευτό σου στόμα
στρώμα πάλλει μια καρδιά
και αγιάτρευτο στο χώμα
πτώμα πάλι μια βραδιά.

Τα μάτια φλόγα υγρά χαράς
αν κλάψεις τα ποτίζουν
διαμάντια ολόγυρα σκορπάς
με λάμψεις που φωτίζουν.

Αχ! αλλά ας υπήρχαν κι άλλοι
ουρανοί απ’ τα μάτια σου
θάλασσα μην είχαν ζάλη
γαλανή κυμάτια σου.

Κάνε λιγότερο αρμυρά
να πιω τα δάκρυά σου
σαν θαλασσόνερο πικρά
πιότερο μακριά σου.

Χάνεις μες τα ήρεμά σου
με φυλλάδιο αφρόκρεμα
κάνεις νοικοκύρεμά σου
για ένα άδειο φόρεμα.




ΒΑΣΩ

Βασιλικούλα ζάχαρη
Βασιλικούλα μέλι
με τη ζωούλα σου άχαρη
στη ζούλα δεν σε μέλει.

Μέσα απ’ τα κελιά κυψέλη
οικογένεια να χαρεί
με μια δρασκελιά τα μέλη
βγαίνει Μεγαλόχαρη.

Θα ευχηθώ εφτάψυχο
θαυματουργό νεράκι
και να χυθώ με λάστιχο
σαν δροσερό ρυάκι.

Βάσω με το πετραδάκι
μου πετάς κατάστιχο
να διαβάσω το χαρτάκι
και κοιτάς τον άτειχο.

Χρώμα που παραμέλησα
νιώθω να με διεγείρει
και σώμα διαμέλισα
με πόθο που ’χει γείρει.

Για να πάω στο πανηγύρι
με τα εμπόδια αμέλησα
και σου κουβαλάω γύρη
με τα πόδια μέλισσα.

Από το άνθος το λαμνί
θα πιάσω που ποτίζεις
και με το πάθος το σταμνί
θα σπάσω να δροσίζεις.

Με βασιλικό ραντίζεις
αγιασμένο απ’ τη μονή
κι άθλιο θηλυκό γυρίζεις
με σπασμένο το σταμνί.




ΒΑΣΙΛΙΚΗ

Μ’ έκοψες και το συγχέω
με του πλαστικού ανθού
ή προέκυψες τυχαίο
απ’ την πλάση του θεού.

Για το μοναχοπαίδι
δεν ήσουν ηθική
για το παπαδοπαίδι
πλούσια Κική.

Με ρωτάει για την προίκα
εργολάβος της ΔΕΗ
και φαντάστηκα πως βρήκα
για γαμπρό μου ενδεή.

Άρωμα το λουλούδι
έχει αποκλειστικό
και ζει σαν αγγελούδι
σε κόσμο υλιστικό.

Μας αλλάξανε τα φώτα
να ’ναι ο κόσμος διάφανος
και βρισκόμαστε όπως πρώτα
στο σκοτάδι προφανώς.

Έρχεται και μου λέει
του είπα ψέματα
κι η προξενήτρα κλαίει
για τα παινέματα.

Μέσα σε μια πόλη γκρίζα
δεν διακρίνεσαι σαφώς
πότισε ξανά τη ρίζα
για να βγει μια δέσμη φως.

Οι σχέσεις μας ανθίζουν
σε μια συνάρτηση
και στη ζωή καρπίζουν
χωρίς εξάρτηση.




ΝΟΝΗ

Με την ποτοαπαγόρευση
θα γίνουμε Σικάγο
και τίποτα μεθόδευση
θα δούμε για εμπάργκο.

Βάλε κι άλλο ούζο Βάγγο
να το τσούζω με ζιβάγκο
με τα θέλγητρα στον πάγκο
και τα έλκηθρα στον πάγο.

Αγίου Βερνάρδου μοναχοί
σνακ μπαρ οικοδεσπότες
σφαγείου βάρδου στη βροχή
κονιάκ κερνάς τους πότες

που γυρίζουν ταξιδιώτες
οι ξενύχτες και οι μόρτες
και με λασπωμένες μπότες
βρίσκουν ανοιχτές τις πόρτες.

Στο μπαρ τραπέζι corner τρως
ντογκ σερβιτόρα Νόνη
σταρ παίζει στη Γουόρνερ Μπρος
γκογκ ώρα για κανόνι

κι αν περνάς κυρτοί σου ώμοι
σάμπως να ζητούν συγνώμη
που γυρνάς σκυφτή και μόνη
μες το κάμπο ανεμώνη.

Ευάερο κι ευήλιο εκεί
θα μπω μες το παλάτι
Ευάγγελο κι Αγγελική
να πω ψωμί κι αλάτι

και μου γύρισες την πλάτη
μόλις μύρισες πελάτη
με τον δίσκο σου στιλάτη
και το ρίσκο ιχνηλάτη.




ΠΑΡΑ 5

Γεια σου λεβέντη vivere
pericolozamente
βιάσου στο γλέντι με μπερέ
περίπολο στις πέντε.

Κοπελιά στο ΠΑΡΑ 5
άσε τον τσελεμεντέ
σαν πουλιά με παραπέντε
πιάσε με και άιντε ντε.

Έκθετος πάνω στα βουνά
της πέτρινης καρδιάς σου
έκπτωτος πιάνω κάρβουνα
της κέδρινης φωτιάς σου.

Στο βουνό της Αφροδίτης
αλεξίπτωτο πλαγιάς
στο κενό αφρό σαν δύτης
βάλε ανύποπτο βραγιάς.

Έντρομο σε γκρεμό βουβό
που ανθίζει το λουλούδι
το έντομο πολύβουο
αρχίζει το τραγούδι.

Άγγελος του παραδείσου
δεν αντέχω απόβλητος
καγκελόφραχτο τσαρδί σου
τρέχω πανικόβλητος.

Ο γλάρος στον ωκεανό
πετάει από τα βράχια
κι ο φάρος απ’τον ουρανό
φωτάει τα καταράχια.

Το σουβλάκι μου στη σχάρα
θα μου φτιάξει ο Ταρέκ
και πουλάκι στη Σαχάρα
θα πετάξει των Τουαρέγκ.




ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΠΤΩΣΗ

Στην ελεύθερή μου πτώση
το φωτογραφείο θα σώσει
δεύτερη ζωή να δώσει
στο νεκροταφείο αν τελειώσει.

Σαν βιονική γυναίκα
πάτησε το κλικ στο δέκα
να τραβήξεις μια ταινία
να σκοτώσεις την ανία.

Της βαρύτητας ο νόμος
σούπερμαν δεν έλκει μείνε
η ελαφρότητά σου όμως
πόσο αβάσταχτη μού είναι.

Σαν βασίλισσα στο θρόνο
μαγικό χαλί σου στρώνω
να πετάς σαν τους πυραύλους
και να μας κοιτάς στους στάβλους.

Βρονταλίδι στον αέρα
πιάνομαι και ζευγαρώνω
και το δαχτυλίδι βέρα
θα περάσουμε απ’ τον Κρόνο.

Στο διάστημα Γκαγκάριν
θα πετάξω μακριά σου
και παράσημα φεγγάρι
θα σου φτιάξω τα δάκρυά σου.

Άγγελος του παραδείσου
κατρακύλησα στον Άδη
και στην αγκαλιά σου αβύσσου
κοπροσκύλιασα το βράδυ.

Με κομμένη την ανάσα
πάρε με στο κινητό σου
και χαμένη απ’ τη ΝΑΣΑ
χάρε πες μου το-κε-τό σου.




ΑΥΤΟΔΥΤΗΣ

Σαν αυτόχειρα θα δώσει
όπλο για να με σκοτώσει
στην απόπειρα θα σπρώξει
με το κόλπο του στην πτώση.

Σφάγιο το μαχαίρι ας χώσει
και ας με εκπαραθυρώσει
άγιο χέρι του θ’ απλώσει
στο παράθυρο να σώσει.

Και καθώς αυτό θα πιάνει
θα ρωτήσει ποιον αϊ Γιάννη
κι απαθώς αν πω Αγιάνη
θα με αφήσει στο σεργιάνι.

Ρηγανά για να εξυγιάνει
θα το σκάψουν για μαγκάνι
και τα φρύγανα που βγάνει
θα τα κάψουν οι τσιγγάνοι.

Στη ταράτσα με ανεβάζει
πάλι νέμεσης τσιμπίδα
και στη ράτσα μου φωνάζει
παλιοαλβανέ εσύ πήδα.

Οδοντόβουρτσα μου βάζει
Φαραώ στην πυραμίδα
βρωμοπάπουτσα μου βγάζει
που για να φοράω δεν είδα.

Έμεινε ένα εκεί στο δρόμο
και το άλλο με το σώμα
που το έδινε απ’ τον τρόμο
μονοσάνδαλο στο χώμα.

Για το βάρος του στον ώμο
δεν θα θάψουν με το πτώμα
και με θάρρος απ’ τον νόμο
θα πετάξουν για το χρώμα.




ΜΕΤΑΓΡΑΦΗ

Όπως ποτέ σου πριν μ’ έχεις φιλήσει
κι υποψιάζομαι για σένα.
Έκανες σπριντ και κανείς δεν θα μιλήσει
με σουτ ξεγυρισμένα
που δεν ξαναγυρνάς σε μένα.

Σπριντάρισες σπριντάρισες
και τώρα περπατάς
σε μένα ντεμπουτάρισες
και γι’ άλλη παρατάς.

Όπως ποτέ σου πριν με κοίταξες στα μάτια
μες στο πλεκτό που ήλιους πιάνει.
Έκανες σπριντ κι έγινε χίλια κομμάτια
το παιχνίδι σου πλεκτάνη
το πλεκτό μου δεν σου φτάνει.

Σπριντάρισες σπριντάρισες
γιατί σε άλλη άρεσες
τα πέναλτυ που βάρεσες
χαρά σε άλλη χάρισες.

Όπως ποτέ σου πριν ήσουν στον έρωτά σου
σαν φτερωτός θεός για μένα.
Έκανες σπρίντ κι έμειναν τα φτερωτά μου
όνειρα πετσοκομμένα
και με τα φτερά κομμένα.

Σπριντάρισες σπριντάρισες
και τώρα πενηντάρισες
πηγαίνεις με το τέμπο σου
κι είμαι το πασατέμπο σου.











ΝΑΥΣΙΚΑ

Μοίραζες χέρι-χέρι τις προσκλήσεις
αντιπολεμικού φιλμ από την ΚΝΕ
με θέρμη κι έρμαιοι απ’ τις προκλήσεις
που να κολάσουν κι άγιο ειν’ ικαναί

για τ’ απαγορευμένα του Ρενέ
Κλεμάν αμάν παιχνίδια λέμε ναι.

Πάντα φορούσες μαύρα και με μαύρο
την πρόσκληση έγραψες στυλό με στυλ
και ψάχνω μέσα στο σκοτάδι να ’βρω
για να σου διακρίνω το προφίλ

πρωταγωνίστρια με σεξ απήλ
πολύ ψυχροπολεμικό το φιλμ.

Ήρθες να τις τυπώσω κι ένα κόμμα
ξεχνώ και ξαναρχίζω ωραία μου
να διαπιστώσω αν και για εκεί ακόμα
ισχύει το ίδιο Κερκυραία μου

και σε καθυστερώ μοιραία μου
να σ’ έχω πιο πολύ παρέα μου.

Δεν είσαι Ναυσικά απ’ το παραμύθι
γυμνό για να μου φέρεις αλλαξιά
πέταξες για να μη προσβάλλεις ήθη
μες την από μελάνη θάλασσα

φοιτήτρια με γαλάζια φορεσιά
κρίμα το κόκκινο που χάλασα.












ΠΛΕΞΟΥΔΕΣ

Αρματωσιά βαριά σαν αερένια
στους ώμους προστασία μεταξένια
πιότερο την ανάγκη της τονίζουν
κι υπάρχουν μόνο για να σε στολίζουν.

Αρμένισμα σε μαύρο πέλαγος
που κυματίζει μυρωμένο αγέρι
το λίκνισμά τους σαν εγκέλαδος
φέρνει αναταραχή σε ξένα μέρη.

Άρμα που ανεμίζεις την παντιέρα
με τα λυτά μαλλιά σου στον αέρα
με κάλμα χτενισμένη Τριχωνίδα
περνάς Καβομαλλιά με ιστιοσανίδα.

Αρματωμένη κι από ήττα ανήξερη
πλεξούδες που τυλίγονται σαν φίδι
με ταξιδεύει από ερημιά ξερή
κύμα από αφρούς που πλένεις στο σκαφίδι.
























ΣΟΥΖΥ

Στο Μορφέα μου αποβραδίς
το θαλαμοφάναρο σβησμένο
κι έφτασες χωρίς να σε προσμένω
στο νοσοκομείο να με δεις.

Κάτασπρα τα ρούχα που φοράς
και κοιτώ τα όμορφα μαλλιά σου
μες σε νάρκη ακούω τη μιλιά σου
απ’ τη μυρωδιά της καμφοράς.

Αποχαιρετάει θεραπευθείς
με το ένα χέρι του δεμένο
να μη τρως ποτέ σου ξαπλωμένος
είναι αμαρτία∙ θ’ απομωθείς.

Βλαστημάει ο χειριστής κοντά
που ’κοψε το πόδι του η μπουλντόζα
από να φωνάζεις του απαντάς
πιες πορτοκαλάδα και γκαζόζα.

Μπήκες από πόρτα σκοτεινή
ήρθες να με δεις κι όμως δεν μ’ είδες∙
πρόσμενα σαν πίπα αδειανή
με του χίλιους τόνους σουλφαμίδες.



















ΤΟ ΦΙΛΗΜΑ

Μια Βασκοπούλα αγάπησα σενιόρα στο βαπόρι
παιδιών καυγά στην «Όαση»
φιδιών αυγά επώαση
για ώρα με αγόρι.

Μια μέρα που μας σέρβιρε τον ναυτικό κι εμένα
Μαριάννα είπε σ’ αγαπώ
κι εγώ νταρντάνα θα της πω
και διάλεξε τον ένα.

Απ’ το τραπέζι άρπαξε στα χέρια δυο πιρούνια
με τα μαχαίρια τέσσερα
και παίζει ογδόντα τέσσερα
στη φάρμα με γουρούνια.

Με γαλανό σαν κόκκινο πανί με την πετσέτα
στο μπάνιο της κλειδώθηκε
και με το δάνειο εκδόθηκε
Ισπανική πεσέτα.

Μια Ρωμιοπούλα αγάπησα Αντόνιο Κλεοπάτρα
μετά την ήττα απ’ τον εχθρό
και ντόλτσε βίτα στο νερό
Ιόνιο πλέω για Πάτρα.

Με αέρα στον ωκεανό και τα πανιά σκισμένα
λευκό σεντόνι ως το λαιμό
τεντώνει για τον πόλεμο
στη καταχνιά ανοιγμένα.

Από τη μέση έβγαλε με δακρυσμένα μάτια
και μου ’πε με αναστεναγμό
θα πάει να πέσει στο γκρεμό
να γίνει δυο κομμάτια.

Μεγάλη μάχη έγινε γι’ αυτό το δίλλημά της
Αύγουστο τον Οκταβιανό
κι Ιούλιο Μάρκο Αντώνιο
καυτό το φίλημά της.




ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ

Μια γυφτοπούλα αγάπησα γλυκιά μπιρμπιλομάτα
να μη θραυτεί σαν μπιμπελό
είπε εραστή με μπιμπερό
μαργιόλικα σταμάτα.

Μια μέρα που τριγύριζε στο λουλουδένιο στρώμα
μύριζε δυόσμο το φιλί
κι όλος ο κόσμος μια φυλή
στο ευωδιασμένο στόμα.

Από τη μέση μ’ άρπαξε με κύλησε στο χώμα
με τα σταφύλια της οργής
στα χείλια της δροσοπηγής
ξεχείλισε το χρώμα.

Τι να σε κάνω γαλανή να γίνεις μαυρομάτα
με μάτια κρασοθάλασσες
χείλια κομμάτια χάλασες
και δίνεις στα γιομάτα.

Μια βοσκοπούλα αγάπησα πα στον ανθό της κόρη
πριν να γουρμάσει το κορμί
και μου δαμάσει την ορμή
μικρό ξανθό αγόρι.

Μια μέρα που καθόμασταν στο λόφο με τη γκλίτσα
Γκόλφω της είπα σ’ αγαπώ
και γκολφ στο κόρφο σου χτυπώ
στη τρύπα τη μπαλίτσα.

Από τα μάτια πιάνεται στα χείλη κατεβαίνει
κι από τα χείλη στη καρδιά
ριζώνει μέσα μας βαθιά
η αγάπη και δεν βγαίνει.

Με γάλα κρέμα νες καφές στο ρέμα σπιτικό της
ανασκαφές μετρό ρετρό
αναμετρώ στο θέατρο
τον αγαπητικό της.




ΛΙΛΛΥ

Ουρανό θα καταργήσω
κι αδειανό θα τον αφήσω
από τα ουρί του έξω

θόλους θα κατεδαφίσω
κι όλους θα τους αψηφήσω
σ’ένα ουζερί να μπλέξω.

Στο ναό του δεν σε βάζει
με μπλουτζίν λέει ο παπάς
κι ενεό του λες το βγάζεις
σ’άλλο μαγαζί να πας.

Για ποτό στο Πικαντίλι
και στο φως απ’ το καντήλι
σαν λαμπάδα θα διαλέξω

στο ιερό του Αλ Χαλίλι
και με το χορό μις Λίλλυ
σταρ Ελλάδα να σ’ εκλέξω.

Τι θα πιούμε σε ρωτάω
που σε αφόρεσε και τζιν
μέσα μου δεν το κρατάω
γιατί φόρεσες μπλουτζίν.

Με το μίνι σου Λιλίκα
στο καμίνι με νταλίκα
για την παραλία θα τρέξω

με τη λαύρα στα χαλίκια
και τα μαύρα σου τσιλίκια
με αντλία θα καταβρέξω.










ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ

Στο φωτισμένο Γολγοθά
με κάμερα για πλάνο
υπνωτισμένο ένιωθα
στη κάμαρα αεροπλάνο.

Στα σκαλιά σου θα με στήσεις
και καρφιά θα εμφανίσεις
αγκαλιά να με αναστήσεις
και βαθιά θα βασανίσεις.

Μου πέρασε ο χειρουργός
στο κόκαλο μια λάμα
που έφτιαξε ο σιδηρουργός
και προκαλώ το κλάμα.

Ερυθρού Σταυρού κυρία
κι αν σοκάρισε το δράμα
νεκρού ήρωα Βαλκυρία
χάρισε ανθρωπιά το τραύμα.

Σε συγκινώ επί σκηνής
που μοιάζω με φακίρη
και στο κοινό παρακινείς
να κάνω χαρακίρι.

Απελθέτω το ποτήρι
δεν θα πω αυτό από εμένα
γέμισέ το σαν χατίρι
να το πιω καυτό για σένα.

Ψαύεις σαν δύσπιστη θεατής
στην άκρη των δακτύλων
και ψάχνεις μέχρι να πειστείς
με δάκρυ τύπο ήλων.

Με το δράμα μου στο στύλο
κύλησαν τα δάκρυά σου
και το γράμμα θα σου στείλω
που με σύλησαν μακριά σου.




Ο ΡΟΛΟΣ

Γελάς παρόλο
κυλάς το ρόλο
και τυραννιέσαι

ρωτάς τι ρόλο
που πας Τυρόλο
παπάς κι αρνιέσαι.

Δίνεσαι ψυχή και σώμα
να υποδύεσαι έναν άλλον
χαμαιλέων αλλάζεις χρώμα
πλέον να μοιάζεις περιβάλλον.

Θες να ’σαι άλλος
και πιο μεγάλος
για να περνιέσαι

και Καρλομάγνος
γενναίος λάγνος
νέος γεννιέσαι.

Η συνείδηση τόση όση
για το κράτημα του ρόλου
το σανίδι να σηκώσει
αυτοκράτορα Καρόλου.


















ΣΑΛΤΙΜΠΑΓΚΟΣ

Σαν σαλτιμπάγκο
άλτη στον πάγκο
πετώ στα ύψη

πηδώ και κάτω
εδώ στον πάτο
αετός με θλίψη.

Σαν τον κλόουν χαμογελάω
και τον ρόλο μου κυλάω
μέχρι της σκηνής την άκρη
να μη δει κανείς το δάκρυ.

Στιγμές που πέφτει
μες το καθρέφτη
το είδωλό μου

όμως στο ψεύτη
ο κόσμος βλέπει
το κίβδηλό μου.

Κάτω απ’ τη μάσκα δάκρυ
της κοπέλας καρναβάλι
και στο πάτωμα σε μια άκρη
της φαβέλας θα την βάλει.


















ΤΑΡΤΟΥΦΟΣ

Σαν τον Ταρτούφο
άλογο σκούφο
φέρνει ερημίτη

κι άνθρωπο μπούφο
άμυαλο κούφο
σέρνει απ’ τη μύτη.

Σαν παλιόπαιδο Σημίτη
ξεγελάει με φρονιμίτη
στο στρατόπεδο αλφαμίτη
και περνάει με δυναμίτη.

Παίζει τους ρόλους
κι εμπαίζει όλους
κομπογιαννίτης

τραπέζι χόλους
πιέζει χαχόλους
και καμπανίτης.

Ύμνοι Εφραίμ για διαμονή της
στο Βατόπεδο Αθωνίτης
και η λίμνη-τερερέμ-Βιστωνίτις
για οικόπεδο μονή της.


















ΜΥΗΣΗ

Να βγάλω δίσκο
μεγάλο ρίσκο
στην εφορία
εν τέλει βρίσκω
μα θέλει θρήσκο
στην ενορία.

Τους ιδανικούς ανθρώπους
παρακολουθώ στο φόρτε
και με δανεικούς τους τρόπους
προσπαθώ να κάνω κόρτε.

Παπαροκάδες
με τους νταλκάδες
γεια σου Μαρία
μαυρογιακάδες
πιτσιρικάδες
τσιλιμαρία.

Προτιμώ απ’ τον κορτάκια
συγκινήσεις σε μια πόρνη
και να μάθουν στον ματάκια
τι κινήσεις κάνουν τόρνοι.




















ΡΑΣΠΟΥΤΙΝ

Παπάς Ρασπούτιν
που πας στον Πούτιν
θα πουν τον βλάκα

και Λιλλιπούτην
πύραυλοι σπούντνικ
χτυπούν για πλάκα.

Με το ήθος σου μαλάκα
όσο δεν του κάνεις κλάκα
για το στήθος σου με πλάκα
θα πεθάνεις σε μια λάκα.

Στη κλεφτουριά του
με γαϊδουριά του
φοράει μπαλάσκα

με τα φλουριά του
και τα λουριά του
κρατάει λάσκα.

Πάτησε κοιλιές σαν μπράσκα
φίσκα με τη θρήσκα μάσκα
κι άρχισε ξυλιές με νιάτσκα
δίτσκα τρίτσκα στη Νεμπράσκα.


















Η ΜΑΣΚΑ

Τώρα γυρίζω
και τουρτουρίζω
με κρύα μάσκα
μα θα τη σκίσω
βέτο θ’ ασκήσω
ψυχρή Αλάσκα.

Κράτα με στην αγκαλιά σου
ώσπου το έργο να τελειώσει
και στη στράτα με φιλιά σου
που θα φεύγουμε να λειώσει.

Έχω φαμίλια
και τρέχω μίλια
με την τραγιάσκα
με τα κειμήλια
και χαμομήλια
ν’ αντέχω κάσκα.

Γίνε μου το αποκούμπι
μη σε χάνω μακριά μου
για να σπάσει το καλούπι
πάνω σου απ’ τα δάκρυά μου.




















ΚΟΛΟΝΕΛΟΣ

Έλα Κολονέλε
με τις λεγεωνέλες
κι αν σε πιάσουμε φρουρό
με κατσάδα σου εχθρό

να διαβάσουμε αγκαλιά
στρωματσάδα στα χαλιά.

Μόνο το κρασί καλμάρει
τα προβλήματά σου
κι αν θυμώνω εσύ καμάρι
στα διαλείμματά σου

να χορτάσεις με φιλιά
να ξεχάσεις τη κοιλιά.

Έλα έλα λιμάρη
με το καλαμάρι
θα σε κάνω απόφοιτο
μη σε κάνουν σαν φυτό

κάλφα READER’S DIZEST
απ’ το άλφα ως το ΖΕΤ.




















ΔΙΑΝΕΛΟΣ

Έλα έλα Διανέλε
βγάλε φουστανέλες
και στις ψιψινέλες σου
βάλε τις φουρνέλες σου

ν’ απαλύνω μουλινέξ
και να πλύνω με ΚΛΙΝΕΞ.

Θα σου πλύνω τις φανέλες
μες το καναλέτο
και θα λύνω τις μπανέλες
σαν γυμνό μπαλέτο

στο μπαρ μπούτι σε λαστέξ
και μπαρμπούτι με ρεφλέξ.

Έλα έλα Γιαννέλε
γέλα μου Γκουρνέλε
πιάσε τις μπουρνέλες σου
κι άσε τις Ορνέλες σου

που ποάζουν αφρολέξ
και κοάζουν βρεκεκέξ.




















ΚΑΝΕΛΟΣ

Έλα έλα Κανέλε
με τις σαλμονέλες
να εκπαιδεύσω να ορμάς
να προοδεύσω μη βρωμάς

γίδα ντόπια της FYROM
με σφραγίδα ΣΚΟΡΠΙΑΧΡΩΜ.

Θα σου τραγουδάω Γκάντι
τη μητέρα Ινδία
και θα σου πετάω το γάντι
πέρα με αηδία

πιο καλά με CD ROM
κόκαλα της INTRAKOM.

Έλα κοκαλιάρη
γέλα μου μαλλιάρη
να σε κάνω πίθηκο
να μη χάνω το ηθικό

να χτυπάμε ΚΛΙΝΟΣΤΡΩΜ
και να πάμε για πογκρόμ.




















ΣΚΑΜΝΕΛΟΣ

Έλα έλα Σκαμνέλε
μαθητής στη ΝΕΛΕ
και κοπέλα χούφταλο
μες τη χούφτα να σφαλώ

φέρτες μου εδώ με στυλ
σε κουβέρτες μου TEXTIL.

Έλα αν λαχταράς γλωσσάρι
ήχος εκκλησάρη
και να σπαρταράς λυσσάρη
δίχως το λυσάρι

να σε παίρνω ανφάς προφίλ
και αν φας με Τσερνομπίλ.

Έλα Κλίντον έλα
πλύντον κουτσινέλα
να σου βάλω Μπους φαλλό
και να βγάλω Μπούφαλο

Μόνικα με σεξ απήλ
φυσαρμόνικα του Μπιλ.




















ΔΡΟΣΟΜΥΛΟΣ

Ένα κλωνί βασιλικό
δροσόφυλλο μυρίζεις
κι εμένα καλλονή γλυκό
χαμόγελο χαρίζεις.

Στο δροσόμυλο γυρίζεις
φτερωτή που κελαρύζεις
στο χαμόμηλο αφρίζεις
και με σουρωτή ξαφρίζεις.

Μαχαρανή μαχαραγιά
έχεις που το φυσάει
μελαχρινή και τον ραγιά
προσέχεις για το σάι.

Πόρτα για να μπει κλωτσάει
μες τη ζούγκλα των Μασάι
με τα χόρτα για το τσάι
μα η κούκλα δεν μασάει.

Για τους λεφτάδες μυλωνού
τον άντρα θα προδώσεις
πραματευτάδες κι αλλουνού
για χάντρα θα το δώσεις.

Στη μεσάντρα θα κλειδώσεις
και γαλιάντρα θα διαδόσεις
σαν υφάντρα για τις δόσεις
απ’ τη μάντρα επιδόσεις.

Αγάλια αγάλια γι’ αραδιά
να μη προσβάλω ήθη
και με στραγάλια τη βραδιά
θα βγάλω κουτορνίθι.

Θα σου πω το παραμύθι
το κουκί και το ρεβίθι
και θα μπω αν δεν σε πείθει
μέσα στο σακί που βρίθει.




ΑΣΗΜΙΝΑ

Σε δύση και ανατολή
ο έρωτας πραμάτεια
κι αν θα σε γδύσει το φιλί
ρωτάς με τα γραμμάτια.

Με τα φωτεινά σου μάτια
μ’ έκαναν ματιές κομμάτια
και στα σκοτεινά δωμάτια
άναψαν φωτιές δεμάτια.

Σαν τον θαμώνα της βραδιάς
μου φέγγουν αγιοκέρια
και στο χειμώνα της καρδιάς
μου φέρνουν καλοκαίρια.

Μίλα μου μη με σνομπάρεις
να πετάξουν περιστέρια
φίλα με να με σταμπάρεις
σαν μεταξωτό με αστέρια.

Η αγκαλιά σου ουρανός
αστέρια και φεγγάρι
ακρογιαλιά ολόγυμνος
στα χέρια σου σφουγγάρι.

Ξεκινάς πας καραβάκι
και κουνάς το μαντηλάκι
σαν υδρόφιλο βαμβάκι
το υγρό φιλώ χειλάκι.

Περνάς κι απ’ τη δροσιά μεθώ
των βλεφαρόφυλλών σου
και με κερνάς σαν το θεό
το νέκταρ των χειλιών σου.

Με των σταφυλιών τη ντρόγκα
θα μεθύσω από τη ρώγα
και με των φιλιών τη φλόγα
θ’ αρμενίσω με πιρόγα.




ΛΙΝΤΑ

Στη σχολή σου νοσοκόμα
μένεις εσωτερική
και με τη χολή στο στόμα
περιμένεις Κυριακή.

Είσαι εσύ το χάπυ εντ μας
το χαπάκι κι οι κεντιές μας
που μ’ αυτό γιατρεύονται όλοι
καθημερινή και σχόλη.

Μένετε κλεισμένες μόνες
να μη δώσετε αφορμή
κι έχουν βάλει κηδεμόνες
σκολιώσεως στο κορμί.

Θέλω άδεια κηδεμόνος
να ζητήσεις επιμόνως
και τα βράδυα στη Κλαυθμώνος
να μη τα περνάω μόνος.

Κυριακή για συνοδό σου
απ’ την πόρτα στη σχολή
σαν τη φυλακή έξοδό σου
για μια βόλτα στην αυλή.

Έξι μήνες θα ’σαι ακόμα
μέσα σέξι νοσοκόμα
και απ’ το κλουβί της τάξης
σαν πουλάκι θα πετάξεις.

Αδελφή μου νοσοκόμα
δεν αντέχω μακριά
επαφή ζητάω ακόμα
για να βρω τη γιατρειά.

Θα σε περιμένω Λίντα
κι αν περάσουμε τα –ήντα
όσο κι αν μου λες ακόμα
δεν με θέλεις νοσοκόμα.




ΑΜΑΛΙΑ

Αμαλία νοσοκόμα
στη σχολή στο Χολαργό
κάποια ανωμαλία ακόμα
με απασχολεί κι αργώ.

Ανυπομονείς για γράμμα
τύπος Νευροκόπι Δράμα
και ανησυχείς το ράμμα
μήπως κόπηκε απ’ το τραύμα.

Το επάγγελμά σου εξάλλου
απαιτεί καρδιά καλή
στα προβλήματα του άλλου
κάθε τι που απασχολεί.

Θα σου γράφω νοσοκόμα
και δεν θα τελειώνω ακόμα
κι απ’ το τάφο μου το σώμα
που θα λειώνω μες το χώμα.

Αμαλία νοσοκόμα
με την άσπρη σου ποδιά
κι άλλη ανωμαλία ακόμα
μαύρη μου κι αναποδιά.

Πήγαμε άφραχτοί σου κήποι
Αμαλίας με καρδιοχτύπι
φύγαμε άπραχτοι που τύποι
της ανωμαλίας τερτίπι.

Αμαλία νοσοκόμα
άγρια των πόθων σου
και ανωμαλία ακόμα
με το βιάγκρα Όθων σου.

Τώρα με τη σύνταξή μας
θα τα βρούμε μεταξύ μας
ώρα για ανασύνταξή μας
και θα μπούμε στο ταξί μας.




ΤΣΟΠΑΝΑ RAVE

Παραστράτισε που φτάνει
ως το γόνατο φουστάνι
και παράτησε τη στάνη
στο ναό να τον ζεστάνει.

Όαση με το μποστάνι
καλοκαίρια που βλαστάνει
και στη κόλαση καφτάνι
την ιέρεια παριστάνει.

Σαν Πυθία ζαλισμένη
τρίποδο ανεβασμένη
και στα θεία αφιερωμένη
δίοδο στην ειμαρμένη.

Τουρισμό στης γης το αφάλι
για να κάνουμε κεφάλι
κι αν δεν φτάνουμε νηφάλιοι
με χρησμό πηγής δεν σφάλλει.

Διαφήμισή του γκρίζα
έβγαλε και βρίζω βρίζα
που μισεί καπνού τη ρίζα
και μας έβαλε στην πρίζα.

Μολυσμένοι απ’ τον αέρα
με οξείδια κάθε μέρα
ναρκωμένοι απ’ τον αιθέρα
για ταξίδια στο υπερπέραν.

Με το Ντάτσουν καπνοτόπια
έμαθε τα κατατόπια
και κοιτάζουν περισκόπια
που τα έβγαλε με κόπια.

Τρέχει στη μεγάλη πόλη
και τη γυροφέρνουν όλοι
που τα έχει βάλει φώλι
παίρνουν με το πορτοφόλι.




ΚΡΗΝΙΩ

Πάσχισα με κρυοπάγημα
για να ζεστάνει αρνάκι
κι άρχισα το σαλάγημα
στη στάνη τσοπανάκι.

Έψαχνα στο σελάγισμα
δρόμο για το κονάκι
κι έξαφνα το πλατάγισμα
με τρόμο από τσανάκι.

Μπήκα σε ένα ατρύγητο
αμπέλι με καλάθι
και βγήκα απ’ το κρησφύγετο
τεμπέλη που διαλάθει.

Του πάπα το αλάθητο
δεν συγχωρούσε λάθη
και με την κάπα αμάθητο
μπορούσε να διαπλάθει.

Με το μικρό μου το νιονιό
ντρεπόμουν σαν παιδάκι
να πω στον φοβερό γονιό
φοβόμουν το βραδάκι.

Θα κουμαντάρω την Κρηνιώ
που έχει παραδάκι
να μη φουντάρω στον Πηνειό
που βρέχει φτωχαδάκι.

Θα χάλαγε το προξενιό
ξεμένοντας στο ράφι
και τράβαγε με το στανιό
σέρνοντας στο χωράφι.

Το συνοικέσιο αγωνιώ
για να μη πάει στράφι
αίσιο τέλος για τον νιό
που αγαπάει γράφει.




ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΣ

Γιορτάζεται αθεόφοβος
ο άγιος Βαλεντίνος
και προετοιμάζεται ευλαβώς
κουράγιο σου κρετίνος.

Εξυμνεί το βέλος τίνος
το λουλούδι Υάκινθος
και θρηνεί το τέλος φίνος
με τραγούδι Ζάκυνθος.

Σαν εραστής θεόστραβος
ο τύπος σου Λατίνος
θα εκφραστείς σαν έφηβος
με χτύπο Λαμαρτίνος.

Με ζακέτα πιγκουΐνος
που ξεντύνει και βουβός
με μπαγκέτα Λεβαντίνος
διευθύνει ακριβώς.

Θερμά μικρός αλλάνταβος
που πας σαν μπαμπουΐνος
κι ορμά ψυχρός Σκανδιναβός
παπάς ο καμποτίνος.

Το ρυθμό κτυπάει ο Ντίνος
κι ανεβαίνει ο θόρυβος
στο βαθμό που πάει σαν κτήνος
βγαίνει αεριόβομβος.

Με τα καλλυντικά του ασβός
και τσίμπλα του μπαμπίνο
τα προφυλακτικά ασεβώς
δίπλα στο κομοδίνο.

Με ουρά του Αρλεκίνος
όλο πείνα καναβός
σίγουρα ο Βαλεντίνος
κολομπίνα κολοβός.




ΜΑΡΙΑ

Πεδιάδα για ζωγραφική
με μπάφρα της Μαρία
και τα παιδιά απ’την Αφρική
Μπιάφρα και Αλγερία.

Η μεταξύ τους διαφορά
στη μεταξοτυπία
στη χρυσαφένια σου ομορφιά
μοιάζει παρατυπία.

Ριγάνεψες στο κάμπο σου
με Ριγκανλουλουδάκια
κι ομόρφυνες το άλμπουμ σου
με ορφανά παιδάκια.

Απ’ τη δουλειά τους στα καπνά
έγιναν σαν μαυράκια
και διακρίνονται αχνά
τα παιδικά μουτράκια.

Μικροί Χριστοί που μας κοιτούν
με το χρυσό σειρήτι
και σαν μαυραετοί πετούν
ψηλά στον Ψηλορείτη.

Έκλεισες τη συνέντευξη
πως κάθεσαι στη Κρήτη
κι έλυσες τη διένεξη
με κάθε τεχνοκρίτη.

Μοιάζει καθρέφτης διάφανος
της ΕΡΤ το μαγαζάκι
κοιτάζει κλέφτης άφωνος
για το T-shirt μπλουζάκι.

Για να λευκάνει ό, τι φορά
στου οίκου της το τζάκι
μας κάνει την αναφορά
του Νίκου Καζαντζάκη.




Η ΣΦΙΓΓΑ

Στο κόσμο σφίγγα ραψωδός
λες τα αινίγματά σου
όμως στρυφνός κι ανάποδος
κλαις για τ’ ανοίγματά σου.

Έξω απ’ την πυραμίδα
πετρωμένη άσπιλη
θα προσέξω με χλαμύδα
ξαπλωμένη σιωπηλή.

Κύων σε κίονα ορθό
τρέχει με γαύγισμά του
και βρέχει Ίωνα θεό
μετά το γκρέμισμά του.

Κρίμα λες σαν κεραμίδα
το κακό δεν θα συμβεί
μα τον θάνατο στον Μίδα
χρήμα δεν αποσοβεί.

Σώμα φτιαγμένο από πηλό
με της καρδιάς τους πόνους
σαν τον αρχαιοκάπηλο
ζητάς βραδιάς το bonus.

Κατακτάς δωμάτια ερείπια
στα λαγούμια σου ασφαλής
και κοιτάς με μάτια τρύπια
μούμια νεκροκεφαλής.

Καμιά αιώνια ανταμοιβή
με το κομπόδεμά της
δεν ξεχρεώνει μια ακριβή
ζωή για ξόδεμά της.

Εξαντλήθηκε κυρά μου
η μακροθυμία μου
λύθηκε η σιωπή σειρά μου
μία σου και μία μου.




ΜΑΥΡΙΚΙΟΣ

Τραπέζι στον πατρίκιο
πάστορα με προκοίλια
που παίζει το ζατρίκιο
και μάστορα στη μπίλια.

Ψάλλει το απολυτίκιο
και σβήνει τα καντήλια
καψάλι για οφίκιο
ραβίνοι με φυτίλια.

Γιορτάζει επινίκιο
στους στρατηγούς με τρίλια
και τάζει για εμβατίκιο
λαγούς με πετραχήλια.

Βάζει το μορμολύκειο
ευρύχωρο από ντρίλια
και βγάζει το πηλήκιο
για το χορό καντρίλια.

Σαν κάμπια στο βομβύκιο
μάντρωσε τη φαμίλια
με τάμπια στο Κωρύκειο
άντρο και τη μποτίλια.

Χτυπάει το κηρύκειο
στην άκρια με μαντίλια
ξεσπάει για το ανοίκειο
με δάκρυα κροκοδείλια.

Ρεμβάζει για το ενοίκιο
με γλυκασμό βανίλια
κι εμβάζει με συνοίκιο
εορτασμό δαψίλεια.

Μουντζώνει λουδοβίκειο
που κυβερνά βασίλεια
λαντζόνι στον Μαυρίκιο
του κορβανά κονδύλια.




ΕΚΕΙΟΣ

Αντωνυμία δεικτική
στα λεξικά ποκίλλει
επωνυμία δηκτική
κομπλεξικά προκοίλη.

Έμπαινε στο συμπόσιο
η Ρένα κι ο Βασίλης
κι έσκυψε στο κιβώτιο
να βρει κανένα ντρίλι.

Ψάχνεις για να τα πάρει εκειός
α! εδώ είναι είπε τσαντίλης
τον ξάφνιασε και στέκει ως
ξεβράκωτος Βαστίλης.

Κάθισε παραδίπλα μου
πιο μακριά πιτσίλης
καθάρισε απ’ την τύφλα του
τα δάκρυά του τσίμπλης.

Προπέτης επικίνδυνος
που έβαλε φυτίλι
επαίτης δα εκείνινος
τον έβγαλε ξεφτίλη.

Σταματημένο του’πα εκεί
που έγινε ρeζίλι
ψιλοκομμένο τουμπεκί
το έκανε με τσίλι.

Ο ζητουλιάρης γύριζε
σαν τον ζαρκοπαφίλη
που φευ σαλιάρης μύριζε
κι απέφευγαν οι φίλοι.

Σκυμμένο το κεφάλι του
έφυγε με ζεμπίλι
χαμένος για το χάλι του
σαν να ’φαγε σκαμπίλι.




ΘΩΜΗ

Καβάντζα τον Καβομαλλιά
καΐκια με τα χαϊμαλιά
στη Μάνη βγήκα Ιθώμη
με φύκια φράντζα στα μαλλιά
λιμάνι βρήκα Θώμη.

Ναυαγός σε μια σανίδα
πλοηγός μου Θωμαΐδα
θα φανεί μες τα σκοτάδια
το πανί με τα σημάδια.

Θες μια βραδιά με το φιλί
να μου γιατρέψεις την ουλή
για να πιστέψεις Θώμη
και πες καρδιά μου αμαρτωλή
άπιστη θα επιθόμην.

Άγρια νιότη στην Ιθώμη
με τον Αγρινιώτη Θώμη
λες αστεία με τον Ράκια
στην πλατεία φιλαράκια.

Δεν είσαι Θώμη κανενός
διπρόσωπη σαν Ιανός
κοιτάς μπροστά και πίσω
θυμώνω να ’σαι μόνο ενός
αν μ’ απατάς να πείσω.

Θώμη μην ακούς τι λένε
όλοι για μια αγάπη κλαίνε
είμαστε παιδιά Σιαμαία
κι έχουμε καρδιά ενιαία.

Που εξοκείλαμε ουδείς
στη Σκύλα από της Χάρυβδης
το βράχο καταιγίδα
μετά τη θύελλα θα δεις
μονάχο ηλιαχτίδα.

Είμαι μόνος μου Θωμούλα
κι είναι ο χρόνος μια στιγμούλα
τα πανιά μου ανοίγει η ελπίδα
κι απονιά πνίγει Ατλαντίδα.
ΑΠΟ ΠΟΥ ΤΗΛΕΦΩΝΑΣ

Από πού τηλεφωνάς
και τα λόγια σου δεν είναι ντόμπρα
από πού τηλεφωνάς
και σφυρίζεις σαν να είσαι κόμπρα.
Εσύ απ’ όπου κι αν τηλεφωνούσες
δεν σταματούσες
την γραμμή απότομα
μα τελευταία μόλις πεις μια λέξη
λες κι έχεις μπλέξει
απ’ το φόρτωμα.

Από πού τηλεφωνάς
κι η φωνή σου πια δεν έχει χάρη
από πού τηλεφωνάς
συνθηματικά σαν Μάτα Χάρι.
Εσύ απ’ όπου κι αν τηλεφωνούσες
αισχρολογούσες
σαν εισπράκτορας ντε Σαντ
μα τελευταία λες κι έχεις φρικάρει
μη σε τρακάρει
πράκτορας Μοσσάντ.

Από πού τηλεφωνάς
σαν να παίρνεις το εκατό να βρίσεις
από πού τηλεφωνάς
σαν ν’ ακούω ρεκατό μιας βρύσης.
Εσύ απ’ όπου κι αν τηλεφωνούσες
σαν ρυάκι φλυαρούσες
που κελαρυστό διψώ
μα τελευταία βιάζεσαι να μου το κλείσεις
σαν να ’ναι κλήσεις
απ’ την Αιδηψό.

Από πού τηλεφωνάς
και δεν είσαι όλο φωτιά και λαύρα
από πού τηλεφωνάς
σαν να γίνεται Ιουδαίων χάβρα.
Εσύ απ’ όπου κι αν τηλεφωνούσες
δεν σταματούσες
με αγωνία γαλιφιές
μα τελευταία σου έχει γίνει χούι
ότι σ’ ακούει
στη γωνία χαφιές.

Η ΠΟΖΑ

Μας μοστράρεις τελευταία
τον αγέλαστο εαυτό
που ποζάρεις με λαθραία
κι απροσπέλαστο γι’ αυτό.

Με πλαστό σου πασαπόρτι
για πιλάφια λαίμαργα
στον παράδεισό σου μόρτη
στα ελάφια λέμε αργά.

Φέρνεις στη ζωή σου ντόρτια
και με τις εξάρες σου
θα γλεντήσεις μεθεόρτια
με τις αμαξάρες σου.

Όλα πλαστογραφημένα
με μια τέλεια εκτύπωση
τρυκ στο δρόμο πεταμένα
προκαλούν εντύπωση.

Πείσε με πoτ’ εκδηλώνεις
τον πραγματικό εαυτό
και δεν είσαι ό,τι δηλώνεις
στη ταυτότητα γι’ αυτό.

Δίνεις με μισόλογά σου
τα φιλιά σου δανεικά
ν’ ανεβούν τα ομόλογά σου
με πολλά μηδενικά.

Στης καρδιάς τον πλαστογράφο
βγάζεις διαβατήριο
και στον κινηματογράφο
βάζεις με εισιτήριο.

Παίζεις φιλμ στα όνειρά μου
σαν ηθοποιός ολκής
και θα μπλέξεις ήρωά μου
αστυνομικής πλοκής.




ΦΡΟΣΥΝΗ

Το γαρ πολύ του έρωτος
γεννά παραφροσύνη
στο μπαρ φιλί ξενέρωτος
θα έβγαινα Φροσύνη.

Στης Παμβώτιδας τη λίμνη
της αμπώτιδας η πρύμνη
Θεσσαλιώτιδας οι σκύμνοι
και Φθιώτιδας οι ύμνοι.

Με λάβωσε ο φτερωτός
με βέλος σωφροσύνη
και σκλάβωσε αλευτέρωτος
να θέλω αλλοφροσύνη.

Φιλελευθεροφροσύνη
μείνε με φιλοφροσύνη
και η γενναιοφροσύνη
είναι ματαιοφροσύνη.

Αλήτης αξημέρωτος
με ταπεινοφροσύνη
πολίτης ανημέρωτος
με τη δουλοφροσύνη.

Με τη κάρμα ευφροσύνη
φάρμα δέστε ελαφροσύνη
άρμα με μετριοφροσύνη
χάρμα ιδέσθαι αφροσύνη.

Τύραννος αφανέρωτος
με την αβροφροσύνη
και ουρανός αστέρωτος
με υψηλοφροσύνη.

Στην παγκόσμια φρικοσύνη
κόσμια νομιμοφροσύνη
στα εγκόσμια εχεφροσύνη
υπερκόσμια ορθοφροσύνη.



ΝΥΧΤΟΛΟΥΛΟΥΔΟ

Μη θες τους κήπους μόνο για τη νύχτα
λουλούδι που μαραίνεται αυγή
σαν χθες με ρύπους των θαμώνων πίστα
για το τραγούδι χαίρεται να βγει.

Σαν την άδικη κατάρα
βγαίνεις κάθε σούρουπο
και κατάδικη στη μάρα
μπαίνεις νυχτολούλουδο.

Θα μείνει μόνο η δροσιά σου πάχνη
που το πρωί κι αυτή θα εξατμισθεί
θα γίνει ρόδο η φορεσιά σου άχνη
καυτή απ’ τον ήλιο να εξαφανιστεί.

Νυχτολούλουδο αντέχει
το κοτσάνι μάραμα
κι απ’ το σούρουπο εδώ τρέχει
στου Τσιτσάνη χάραμα.

Σαν τον Ορφέα στη σιγαλιά το βράδυ
θα τραγουδάς Τσιτσάνη μες τη κόλαση
και στου Μορφέα την αγκαλιά σκοτάδι
θα την περνάς κοτσάνι σαν σε όαση.

Το κοτσάνι του μαδάει
κι είναι απόλαυση ν’ ακούς
τον Τσιτσάνη αν τραγουδάει
μείνε κόλαση με τους κακούς.

Ορφέα στον Άδη για την Ευρυδίκη
που άρπαξε ο Πλούτωνας κατέβηκες
Μορφέα σκοτάδι για την καταδίκη
που κοίταξες δεν ξανανέβηκες.

Απ’ το Μαρακές γυρίζεις
με τα ρούχα σου μαβιά
και τις Κυριακές μυρίζεις
αλκοολούχα για μεταλαβιά.




ΑΝΤΕ ΠΡΩΙ-ΠΡΩΙ

Σου τηλεφώνησα πρωί
και με κλισέ σου φόρτωμα
σε σκότισα πρωί-πρωί
και το ’κλεισες απότομα.

Αν σ’ έπαιρνα το μεσημέρι
θα μου ’λεγες του χασομέρη
άντε μεσημεριάτικα.

Κι αν σ’ έπαιρνα κατά το βράδυ
θα μου ’κλαιγες αργά για χάδι
άντε πάλι βραδυάτικα.

Άσε τα Σαββατιάτικα
και σκάσε Κυριακάτικα.

Ο χρόνος της παραγωγής
και κατανάλωσης οργής
σου έχει γίνει νεύρωση.

Ο ρόλος της προαγωγής
με σύνδρομο προσαρμογής
του στρες σαγήνη νέκρωση.

Πρόσεξε τα νευράκια σου
και πάρε τα χαπάκια σου.

Σαν τον υπάλληλο πρωί
χρόνο ακατάλληλο είχα βρει
δεν είχες πάρει πρόγευμα.

Έγκλημα κατά συρροή
έλλειμμα με καταρροή
και βήχες το απόγευμα.

Ο χρόνος σου εμπόρευμα
και που καιρός για ξόδεμα.






ΟΥΤΟΠΙΑ

Η ουτοπία πάντοτε
και πανταχού παρούσα
για την οποία κάποτε
να φανταστώ μπορούσα.

Πως στον Άρη θα πετούσα
δεν το πίστευα ποτέ
και φεγγάρι θα πατούσα
δεν περίμενα άλλοτε.

Σενάριο καλλιτεχνικής
σήμερα δημιουργίας
αύριο επιστημονικής
χίμαιρα περιεργείας.

Tης Νεφελοκοκκυγίας
πολιτεία ιδανική
θέλουμε ως δια μαγείας
αλητεία μηδενική.

Να κάνουμε να είναι αυτά
σήμερα τα οποία
δεν είναι κάνοντάς τα απτά
χίμαιρα ή ουτοπία.

Δεν αρκεί με εικασία
θεωρία ιδεαλιστική
με διαρκή διαδικασία
και πορεία ρεαλιστική.

Στο δρόμο με σταμάτημα
χάνουμε αυτά τα οποία
με τρόμο παραστράτημα
κάνουμε δυστοπία.

Κόκα κόλα φρουτοπία
πίνουν στο διάστημα
κι όλα για κερδοσκοπία
δίνουν στο κατάστημα.




ΑΝΑΔΥΣΗ

Το σύστημα πλοήγησης
στον πίνακα ελέγχω
όραση σκέψη ακοή
στο σώμα μου που έχω.

Με τρόπους μου ναυπήγησης
γι’ ανθρώπους υπερέχω
όσφρηση πέψη αναπνοή
τη βρώμα δεν αντέχω.

Με πνεύμονα σαν δαίμονα
σωληνοειδή αναπνέω
και όργανα του σατανά
πετρελαιοειδή εκπνέω.

Μένει ξεκρέμαστη η ψυχή
και στήριγμα κανένα
να ισορροπεί στη κορυφή
κωνοειδή αδένα.

Και με κρυμμένο τον θεό
κήρυγμα στο καθένα
κουλουριασμένο στο βυθό
γι’ ανάδυση καδένα.

Το πλήρωμά μου με ορμή
στη γέφυρα ανεβαίνει
κι απλώνοντας στον ουρανό
τα χέρια τραγουδάει.

Και η ψυχή μου απ’ το κορμί
στην επιφάνεια βγαίνει
κοιτά καθρέφτη αντικρινό
στ’ αστέρια και μεθάει.

Από τα έγκατα της γης
καρδιά χτυπάει στο στέρνο
κι έκτατα πλοίο διαφυγής
μακριά να πάει παίρνω.




ΑΝΑΛΗΨΗ

Σήμερα της ανάληψης πιστών των ευθυνών μας
στην τράπεζα πρώην πίστεως πάει στα ψιλά ο νους
κι ανήμερα μετάληψης ποτών των κοινωνών μας
απ’ τα πεζά στις πίστες ως ψηλά στους ουρανούς.

Στου παράδεισου την πύλη μ’ έλεγχο επιτόπιο
το κοπάδι σου θα στείλει ένοχο με όπιο
Μέσα μ’ ευνοιοκρατία μπαίνει ο πλούσιος φίλος του
μπέσα με αξιοκρατία θα ’μπαινε ο σκύλος του.

Ρήξεις κι εκρήξεις με πυρά πορθμείο για ν’ ανοίξεις
με το ραβδί Μωυσή νερά τι χρώματος θ’ αγγίξεις
ήξεις αφίξεις σίγουρα με το σημείο στίξης
σε μετατόπιση ερυθρά του κόμματος θα πνίξεις.

Βάπτισμα πυρός θα φέρει με παλίρροια αίματος
ράπισμα στο περιστέρι πύρρεια νίκη πνεύματος.
Τους πλημμύρισαν πελάτες με τις πόρτες τους κλειστές
και τους γύρισαν τις πλάτες μόρτες καπιταλιστές.

























ΑΕΡΟΠΕΙΡΑΤΕΙΑ

Στην πρώτη πτήση του U2 για την κατασκοπία
στο αεροπλάνο του θεού αεροπειρατεία
αγίου ειρηνοποιού του ναυαγίου αιτία
σε πρώτο πλάνο Γκεπεού και CIA τρομοκρατία.

Άμφια της ελευθερίας θα φορέσει η εξουσία
δίνοντας καυτή της νότα μυστικής διπλωματίας
απ’ τα ράφια ιστορίας θ’ αφαιρέσει την ουσία
κρύβοντας τα γεγονότα της αεροπειρατείας.

Έπιασαν στο αλεξίπτωτο με την κατάρριψή του
και δίκασαν σαν ύποπτο μετά τη σύλληψή του
προσπάθεια τους συγκάλυψης επί της γης κριμάτων
κι αμάθεια της κατάληψης επιταγής χρημάτων.

Τύχη αεροπόρου σώου θείας του μετάληψης
κι αετονύχη εμπόρου αθώου απ’ ευθείας ανάληψης
αερίτη ουτοπία ζουμ στο χώμα χειριστού
και για τρίτη χιλιετία ζούμε ακόμα προ Χριστού.
























ΜΑΓΔΑΛΗΝΗ

Στο κήπο της Μαγδαληνής θα μπω μετανοιωμένος
τη μέρα της πεντηκοστής γιορτής γονατιστής
ιπποτικά γονυκλινής και λευκοφορημένος
απ’ τον αέρα εραστής αλεξιπτωτιστής.

Από τη στάση προσευχής σκυφτά κι αγκυλωμένος
με νευροεκνευριστικό μου πόνο στις κλειδώσεις
θαμπό με τάση ανοχής και σφιχταγκαλιασμένος
κλειδί απ’ τον παράδεισο τρυπώνω να μου δώσεις.

Ο ανοιξιάτικος οιωνός στο στήθος σου σκιρτούσε
και πόνεσες το πρωινό με χάδια στο κορμί
στο χειμωνιάτικο ουρανό το πλήθος θα σκορπούσε
κι εκτόνωσες σαν κεραυνός με χάπια την ορμή.

Με υποσχέσεις όλο θα και θα απ’ τον λαοπλάνο
οι σχέσεις μας στο Γολγοθά σταυρώθηκαν σε πλάνο
με γέρασες κι ανήμπορο δεν γνώρισες ποιος είμαι
με πέρασες για κηπουρό και ρώτησες που κείμαι.























ΦΕΝΤΕΡΙΚΟ

Αχ! σκοτεινή φωνή μου λες του έρωτα Φεντερίκο
με τους νεανικούς χυμούς στα εκατό σονέτα
φτωχοί εργάτες να τους κλαις από το Πορτορίκο
Λατινοαμερικάνικους ρυθμούς με τη κορνέτα.

Στη πλατεία Δημοκρατίας τραγουδούν για κάνα φράγκο
δούλοι αποικιοκρατίας που τους κυβερνούν οι Φράνκο
κι αν ρωτήσεις την αιτία που σε σκότωσε ο καουντίγιο
θα σου πουν για τη φυτεία που χτυπούν με το μαστίγιο.

Μες την πλατεία μουσική που γέμισαν τσιμέντα
κι η πελατεία εχθρική που δεν μυρίζουν μέντα
Θυμίζουν νότια Αμερική με τα προνουντσιαμέντα

στηρίζουν ό,τι γίνει εκεί με ακκομπανιαμέντα.
Συντάραξαν τη γέρικη καρδιά τους ντοκουμέντα
κι άραξαν τώρα μερικοί φαρδιά ραμολιμέντα.
























ΑΡΙΣΤΕΡΟΤΙΜΟΝΟΣ

Λες αριστεροτίμονος
ότι θα φτάσει τρόλεϊ
για να μας πάρει επίμονος
με στάση επιπόλαιη.

Που να τριγυρίζεις βράδια
που γυρίζεις από άδεια
και μας σέρνεις τα εξ αμάξης
όταν παίρνεις να τρομάξεις
να ρωτήσεις για τη βάρδια.

Φυσάνε οι αγέρηδες
τα τραμ σταματημένα
και με τους τραμβαγέρηδες
τα ραντεβού στημένα.

Ψάχνουμε όλοι στην Ομόνοια
για τ’ αριστερά τιμόνια
και μας έπιασε αγκούσα
για να πάμε κούτσα κούτσα
με στρατιωτικά καμιόνια.

Από το νου μας πέρασαν
σκέψεις πολλές και άλλες
μήπως γι’ αλλού σε ξέβρασαν
ηλεκτρικές της σκάλες.

Στο κουδούνι σου της θύρας
τ’ όνομά σου θεσιθήρας
γράφει οδηγός στα τρόλεϊ
και η σύζυγος με ρόλεϊ
καίει ηλεκτρικός σπινθήρας.

Ψηλός καρφί του βόλεϊ
και με μυαλό κουκούτσι
στη κορυφή του τρόλεϊ
σου φεύγει το μαρκούτσι.

Ξόδεψες φαιά ουσία
ν’ ανεβείς στην εξουσία
κι όταν πήρες τα ηνία
ήταν ημερομηνία
λήξης για τη φαντασία.

ΜΑΡΤΥΣ ΤΟΥ ΙΕΧΩΒΑ

Λίγο πριν απ’ το τέλος του αιώνα
λιποψύχησα μέλος γι’ αγώνα
το μαχαίρι πετάς απ’ το στόμα
και το χέρι κρατάς νοσοκόμα.

Με ξυπνάς κι όπως τα ’χω χαμένα
με την ένεση να με φουρκίζεις
με ξαφνιάζεις πως είναι για μένα
με συναίνεση και μ’ εξοργίζεις.

Την επόμενη δεκαετία
ανυπόμονη με προφητεία
κι η συντέλεια να έρθει του κόσμου
νομοτέλεια να γίνει δικός μου.

Με κρατάς απ’ το χέρι κι ορκίζεις
για οικουμενική κι εξορκίζεις
χίλια εννιακόσια ογδόντα εννέα
χείλια δάγκωσα κι είπα γενναία.

Όλα έλεγα πως θα τ’ αντέξω
μα πως θα ’λεγα και τούτο ακόμα
αλλαγή πως δεν γίνεται έξω
και χωρίς της δεξιάς το κόμμα.

Στο πηγάδι καλός Σαμαρείτης
και στον Άδη χωλός μακαρίτης
αποστράγγιση υγρών απ’ το σώμα
και με τάγγιση αφρών απ’ το στόμα.

Μου κατέβηκε ο αιματοκρίτης
απ’ τον δράκουλα τράπεζας Κρήτης
μια μετάγγιση κάνε μου ακόμα
και στα μάγουλα βάλε μου χρώμα.

Ισοζύγιο κοινή συναινέσει
με μαστίγιο κινεί να πονέσει
μείνε λίγο μαζί μου ακόμα
και μια αίνεση κάνε σε κώμα.



ΠΛΑΝΗΤΑΡΧΗΣ

Τραπεζίτη με τα πούρα
γέρασες πια κοιλαρά
ψωμοζήτη σου καμπούρα
πέρασες την ιλαρά.

Ήρθες με υπεροψία
σαν μπακάλης μάνατζερ
και θερμά με χειραψία
μας προβάλλεις Τσάλετζερ.

Στα μαντρόσκυλά σου βλέμμα
όλο υπευθυνότητα
και κυλάς μέσα στο αίμα
την Κολ-ανθρωπότητα.

Με τιμόνι διευθύνεις
σαν καμιόνι σου τη γη
κι είσαι άμοιρος ευθύνης
άπειρος αν εκραγεί.

Στους πολέμους σου τι δίνει
το κομπιούτερ σου ρωτάς
και στου ολέθρου τους τη δίνη
όταν μπουν δεν σταματάς.

Ένα ποίμνιο κι εις ποιμήν της
με τον πλανητάρχη η γη
σπιθαμήν προς σπιθα-μήν της
για να υπάρχει στρατηγοί.

Ξέρεις στον "περιστερώνα"
πως δεν θα ’ρθεις σ’ επαφή
Ξέρξης απ’ την πολυθρόνα
θα κοιτάς καταστροφή.

Μέλλον Νώε περιστέρας
γης ανεξακρίβωτο
τέλος μέχρι νεωτέρας
διαταγής στη κιβωτό.




ΒΑΒΕΛ

Τώρα οι Αμερικάνοι
κτίζουν πύργους της Βαβέλ
και τη χώρα τους θα κάνει
να συγχύζουν ντεσιμπέλ.

Στη Νεφελοκοκκυγία
πέρασαν το σύννεφο
και κυλούν με συνεργεία
πέτρα σαν τον Σίσυφο.

Τύραννος τις αντιθέσεις
στο κοινό εξισορροπείς
κι είναι κίνδυνος να πέσεις
στο κενό ό,τι κι αν πεις.

Όλα θες να τα υποτάσεις
στη δική σου τη σκοπιά
κτίζεις στο θεό να φτάσεις
πέφτεις κάτω απ’ τα γιαπιά.

Την αυτοκαταστροφή σου
το απευκταίο προκαλεί
και χωρίς επιστροφή σου
τελευταίο σου σκαλί.

Σαν τον ψηλομύτη τρέμεις
πάει πουλί ακούρνιαστο
και με δυναμίτη extrtemis
το χτυπάει με κουρνιαχτό.

Για να μάθεις μη φυτρώνεις
όπου δεν σε σπέρνουνε
θα την πάθεις να πληρώνεις
κι επί τόπου φέρνουνε.

Τώρα με φτερά Ικάρων
δείχνουν πύργους δίδυμους
και στη χώρα των μακάρων
ρίχνουν ύπνους νήδυμους.




ΜΕΛΟΣ

Μέλος του κουκουέ μου λου
και μου λου από πίσω
στο τέλος και στη σουρλουλού
του μούλου θ’ ακουμπήσω.

Σαν υποψηφίου ΑΚΙΔΑ
με αγκάθι πινακίδα
του νυμφίου παλλακίδα
και τα πάθη με φακίδα.

Πείρα Σωκράτη του σοφού
αντίξοου λιθοξόου
πήρα μα κράτησα κωφού
επίδοξου τοκ σόου.

Με το ύφος που τον είδα
στη χαμένη εφημερίδα
και η ψήφος μου ουκ οίδα
με βαμμένη βλεφαρίδα.

Σαν ρέμπελος στο ΣΥΡΙΖΑ
στραμπούληξα το μέλος
ανέμελος που σφύριζα
και βούλιαξα στο έλος.

Νεοτεριστές του Μπίστη
μου αλλάξανε την πίστη
κι εκσυγχρονιστές του κτίστη
με απαλλάξανε από χρήστη.

Στο υπουργείο Εσωτερικών
με διαγωγή αρίστη
με συνεργείο εξωτερικών
θα βγει Αγκάθα Κρίστι.

Με μια λέξη τζίφρα Βούγια
μου επέβαλε τα χούγια
και του Αλέξη Τσίπρα μπούγια
ξαναέβγαλε την ούγια.




ΤΣΙΛΕΛΗΣ

Ω κόμμα των εξοριών
κυνηγημένο κι όμως
και νικημένο πιο ισχυρό
έβγαινες παρανόμως.

Τσίλια στη νομιμότητα
σαν την παρανομία
βασίλεια για ενότητα
ψάχνει αστυνομία.

Αυτοεπιβεβαιώνεσαι
κατά του αντιπάλου
κι ας εξουδετερώνεσαι
με χτύπημα ροπάλου.

Μη βγουν για την ασφάλεια τους
λες στους φυλακισμένους
και μέσα τα κεφάλια τους
στης γης τους κολασμένους.

Ενθουσιάζουν το κοινό
με γκολ ψαράκι παίχτες
και μέσα στον ωκεανό
βουτάμε γι’ αποδέκτες.

Όπου η θύελλα πλανά
κι άνεμος πνέει ούριος
διαλύει νέφη μελανά
Ρήγα Φεραίου θούριος.

Όπου μας βρήκε η αυγή
δεν βρίσκει η εσπέρα
με την καινούργια διαταγή
να πάμε παραπέρα.

Πρόχειρο χώμα οχυρό
με τιναγμένα τραίνα
και προχωρώ για τον εχθρό
με τα σπασμένα φρένα.




ΟΙ ΦΑΚΕΛΟΙ

Άχρηστοι οι φάκελοι τους καιν
που βγήκαν νέοι τρόποι
συνθήκη SEGEN ένεκεν
που ψήφισε η Ευρώπη.

Σε ένα κράτος έκρυθμο
που ούτε μας γνωρίζουν
με κωδικό μας αριθμό
κομπιούτερ θα ορίζουν.

Για όλα της αριστεράς
στο μάτι υπηρεσίες
σε κόλλα της αναφοράς
γεμάτη αδιακρισίες.

Τα φύλλα αυτά αν έβαζαν
το ένα δίπλα στο άλλο
πέρα ως πέρα σκέπαζαν
ένα νησί μεγάλο.

Την Κρήτη μεγαλόνησο
με κριτικούς λεβέντες
έκαναν φακελόνησο
για μερικές κουβέντες.

Αυτοί που τους συνέταξαν
είχαν το κοπυράιτ
και για να γίνουν διέταξαν
στάχτη στους Φαρενάιτ.

Με υστερία έσβησαν
σελίδες του εμφύλιου
αυτά που μας συνέβησαν
μη βγουν στο φως του ήλιου.

Στο κάτω κάτω της γραφής
ήταν δημιουργία
με φαντασία συγγραφείς
για την ραδιουργία.




ΚΑΠΑ ΚΑΠΑ ΓΑΜΑ

Με τις καινοτομίες μας
η πόλη μας στο ΓΑΜΑ
και τις επωνυμίες μας
σε όλη τους τη γκάμα.

Γουινέα Γεωργία Γκαμπόν
Γκάμπια Γουιάνα Γκάνα
Γουατεμάλα Γκουαντελούπ
Γκρις Κάπα Κάπα Γάμα.

Με τ’ αρχικά τους κόμματα
που θέλουν να πουλήσουν
και πλαστικά ονόματα
που μέλλουν να διαλύσουν.

Δεν λέει τα πράγματα κανείς
χώρα με τ’ όνομά τους
και κλαίει με τραύματα η διεθνής
τώρα με δυο νομάτους.

Ο Ράπτης Πάμπλο πιο γνωστός
διεθνώς σ’ εκατομμύρια
σαν ράφτης μάλλον άγνωστός
φτηνός με τα κασμήρια.

Αν είσαι μες τα πράγματα
το κύριος κεφαλαίων
μετριέται με τα γράμματα
το κύρος επιπλέον.

Χωρίς διπλό διαφορικό
μηχανισμού γρανάζι
σε δρόμο ανηφορικό
συνασπισμού στενάζει.

Σηκώνει την παντιέρα της
και λειώνει ZITA HELLAS
με πάθος του πατέρα της
ο πάτος της κοπέλας.




ΒΡΩΜΙΚΟ ΝΕΚΤΑΡ

Βρώμικο νέκταρ των θεών
έχουμε συνηθίσει
και βότκα Γκορμπατσόφ θνητών
τρέχουμε να μεθύσει.

Στα μπαράκια που με νέον
φάρων τα φωτίζετε
με μπαρδάκια βότκα νέων
τσάρων μας ποτίζετε.

Θα γίνουμε απόψε γκολ
σιμά σου ακούς θαμώνες
και δίνουν με το αλκοόλ
σημαντικούς αγώνες.

Για καινούργιες ψευδαισθήσεις
με οινόπνευμα μεθάς
και το νου θα συνηθίσεις
με το ψέμα να πετάς.

Το όπιο της θρησκείας του
στο μπαρ αναζητάει
όποιο της αρεσκείας του
το βράδυ ξενυχτάει.

Κόκκινο παπά του βρίσκει
βότκα για μεταλαβιά
με κοινό που πάει για ουίσκι
και για κόκα στη σκλαβιά.

Για ευωχία των θεών
με νέκταρ κι αμβροσία
και δυστυχία των θνητών
με νέκρα Αχερουσία.

Τσάρος δίνει στο μπουντρούμι
στην ουσία συνένοχο
κι ο κουρσάρος πίνει ρούμι
γι’ ανταρσία χο χο χο!.





ΤΙΣ ΠΤΑΙΕΙ

Τις πταίει ρωτάς για όλα αυτά
στη Χαριλάου Τρικούπη
και λαδωμένα τα λεφτά
τα βγάζουν απ’ το κιούπι.

Δεν φταίει ο καπιταλισμός
για όλα λες στα μέλη
κι ώσπου να ’ρθει σοσιαλισμός
κολλήσατε στο μέλι.

Δεν φταίει το κεφάλαιο
χωνέψτε το για όλα
στον πεινασμένο σου λαό
να λες πιες Pepsi cola.

Δεν φταίει ο ιμπεριαλισμός
το τελευταίο στάδιο
αλλά ο κοιλιοδουλισμός
που γουργουρίζει άδειο.

Δεν φταίει το ισοζύγιο
των πληρωμών στη χώρα
αλλά το διαζύγιο
χωρίς αιδώ και τώρα.

Δεν φταίει ο ξένος δανεισμός
να ’χεις στο ράντσο βίλλα
αλλά ο ντόπιος ξεπεσμός
από τον Πάντσο Βίλλα.

Δεν φταίει το επιτόκιο
που παίρνει ο ραντιέρης
αλλά το γιεν στο Τόκιο
που είναι μπαλαντέρης.

Δεν φταίει για όλα το πασόκ
δουλάριο των ΗΠΑ
που έπαθε απ’ τη κρίση σοκ
μέσα στη μαύρη τρύπα.





ΠΑΡΕΚΚΛΙΣΗ

Κορμιά στον ήλιο εύρωστα
που γυάλιζε το δέρμα
ορμίσαμε όλοι μας μπροστά
μα ζάλιζε το τέρμα.

Αντρέα προχώρα
σε θέλει η χώρα
εδώ και τώρα
και πάρε φόρα.

Πως δεν υπάρχει κίνηση
στο κύκλο θα νομίσεις
στη μάχη με παρέκκλιση
για τίτλο θα ορμίσεις.

Θα ξαποστάσω
και θα σε φτάσω
θα σε κουράσω
θα ξεπεράσω.

Κόπιασες περιδρόμιασες
εν όψει όμως φίνις
ντρόπιασες που προδρόμιασες
με κόψιμο τ’ αφήνεις.

Ρωτάς τι φταίει
Γιάννη στο δείπνο
και τελευταίοι
πιάνει στον ύπνο.

Σε σένα η δόξα μου όλεθρος
και η προσπάθεια εν τέλει
για μένα τόξα σου εχθρός
από τα πάρθια βέλη.

Χαφιές της TREVI
που μαγειρεύει
και πες αλεύρι
ποιος σε γυρεύει.


ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ

Μ’ άρεσε με φαβορίτα
και με μάγκικη αργκό
μάδησε τη Μαργαρίτα
Μάγκυ Μάργκαρετ Μαργκό.

Μάλλιασε Μη μη η γλώσσα
όταν του φωνάζαμε όλοι
και αλάλιασε η κλώσσα
που φωλιάζαμε στο φόλι.

Δεν μας άκουσε όμως έτσι
που παράκρουσε Μιμή
και θα βγάλει απ’ το κοτέτσι
τη μεγάλη με ζουμί.

Άντρας με καπατσοσύνη
η Μιμή και τίποτ’ άλλο
μάντρωσε μποέμ Πουτσίνι
και μιμείται ΟΕΜ μεγάλο.

Στον καθρέφτη της κοκότα
ξεπουπούλιασε κοτάς
σαν το κλέφτη με ντακότα
κι έφυγε ο Κοσκωτάς.

Ξεκινήσαμε παρέα
με τον Τροτσκιστή Αντρέα
όμως προχωρούμε χώρια
και με τρώει η στενοχώρια.

Θα ζητήσω απ’ τον Αντρέα
διαζύγιο χρυσό
τα περάσαμε ωραία
έστω και μισό μισό.

Έζησε καλά μαζί της
μα κατόπιν αορτής
έσβησε απ’ τη ζωή της
με τα φώτα της γιορτής.





BAR BAR×@BA®

Μπαρ Μπαρ×@μπά® ² Μπάρμπαρ@
Μπαρ(ούφ)@² μπαρδάκι
Μπαράζ μπαρ βαρ βαρ βάρβαρα
Μπαρούφα μπαρμπεράκι.

Μπάρμπα μπάρκο Μπαρμπαρέσσα
Μπαρμπουνάρα Μπαρμπαριά
Μπάρμπελ Μπάρμπυ Μπαρμπαρέλλα
Μπάρα μπάριζα μπαριά.

Μπαρ Μπαρμπαροκαψούρηδων
Μπαρόβιων μπαργούμαν
Μπαρτολεμιοκαούρηδων
Μπαρμπάκηδων μπαρούμα.

Μπαρ Μπαρίνο Μπαρμπαγκρίγκο
Μπάρρυμορ Μπαρμπάροβα
Μπαρμπερίνο Μπαρμπερίγκο
Μπάρκιζα Μπαρμπάτοβα.

Μπαρόκ μπαράγκα μπάρμπεκιους
Μπαρτολεμιοκαούρα
Μπαραναγκάρ Μπαρμπάρικους
Μπαρ Μπαρμπαροκαψούρα.

Μπαρ Μπαρίσνικωφ μπαριέρα
Μπαρμπεράκηδων μπαρδόν
Μπαρ Μπαρόζο μπαρμπουτιέρα
Μπαρτζινόπουλων μπαρντόν.

Μπαρόφατσα Μπαρτόλεμιου
Μπαρίλα Μπαρμπαρόσα
Μπάρτσα μπαρουτοπόλεμου
Μπαρμπάντος Μπαρτσελόνα.

Μπαρ μπαρουτοκαπνισμένων
Μπαρμπαλιά μπαρόμαγκα.
Μπαρ Μπαρόν μπαρκαρισμένων
Μπάρμαν μπαρουτόσκαγα.


ΣΤΑ ΚΑΡΑΒΑΝΙΑ ΤΟΥ ΡΕΜΠΩ

Στα καραβάνια του Ρεμπώ
ημιονηγοί θα πάμε
κι εμπάργκο με το λαθρεμπό-
ριο όπλων μας θα σπάμε.

Αρχηγός στο καραβάνι
τυχοδιώκτης της ζωής
και τραβάει να πάει ραβάνι
γκέμια ο κοντραμπατζής.

Κινήσεις εντυπωσιασμού
κομάντος με φουλάρια
μονάδες ανεφοδιασμού
φορτώνουμε μουλάρια.

Κάνουμε αγώνα δρόμου
για εξοπλισμούς στη γη
με ισορροπία τρόμου
μεροκάματο να βγει.

Με ξιφολόγχες παίρνουμε
το δρόμο αρματολίκι
και μες τις λόχμες σπέρνουμε
το τρόμο γκρίζοι λύκοι.

Για τους φύλαρχους πραμάτεια
πάμε στο λημέρι τους
το κανόνι σε κομμάτια
πρεσβευτές στα μέρη τους.

Με οδηγό πολύπειρο
νυχτερινή πορεία
τραβώ στη μαύρη ήπειρο
τρανή ταλαιπωρία.

Θα σαπίσει το κορμί μου
σε καλύβα κρεολής
και θα σπάσει την ορμή μου
με τον λίβα της φυλής.




ΦΕΡΑΙ

Μετά τον όρκο τους φαντάρια
κι από τον όρχο τους μουλάρια
τίγκα στο REO τα ’φερε
Ρήγα Φεραίο στα Φεραί.

Από τη Λάρισα στη τούντρα
με το μουλάρι σας της ΟΥΝΤΡΑ
στο ανεμούριο άνεμο ούριο
και με τον Δούρειο ίππο θούριο.

Με χαρακτηρισμό στρατιώτης
παρά τον ηρωισμό πατριώτης
ανεπιθύμητος εχθρός
να μένω ακοίμητος φρουρός.

Να πω να περιμένω ως πότε
το ιεραρχικό στραβάδια το ’πε
όμως ακούω άνωθεν
πολεμικό ανακοινωθέν.

Παλιοκατάσταση για άδεια
γι’ αντικατάσταση στραβάδια
και όσο να πεις κύμινο
μετάθεση ανά τρίμηνο.

Άστα να πάνε στα τσακίδια
κι οι πόνοι όπως τα σακίδια
από τους ώμους κρέμονται
στους δρόμους ν’ αναφέρονται.

Άργος Ορεστικό και Δράμα
Παράδεισο Τοξότες τραύμα
άλογο στην αναφορά
παράλογο στη συμφορά.

Από κλωτσιά πλευρό σπασμένο
και το μουλάρι αποσπασμένο
με τραίνο για το τάγμα του
να περιμένω σάγμα του.




ΚΟΥΒΕΪΤ

Πράος αλλ’ όχι άπραγος
δεν ξόφλησε προχώρα
κράτος Αλλάχ ατάραχος
έξόπλισε τη χώρα.

Καταιγίδα της ερήμου
θα νικήσει άραγες
ή θα σβήσει το κερί μου
σ’ ένα μέτωπο αραγές.

Φοβία θωρακίζεται
φοβέρα απ’ το κοράνι
κι η βία εξοστρακίζεται
σαν σφαίρα από τα κράνη.

Οι στρατιώτες του σεΐχη
θα ξεσπάσουν σε ιαχές
κι απ’ τις μπότες τους οι ήχοι
θα σκεπάσουν προσευχές.

Σαν τη καμπάνα οι φωνές
μουλάδων και μουεζίνη
κι αεροπλάνα μηχανές
φουλάρουν κηροζίνη.

Η χανούμ κλαίει στο χαρέμι
πήρες στο λαιμό σου αμάν
χάνουμε λέει στο βερέμη
πόλεμο καμεραμάν.

Πρώτα θεέ μας έκανες
δύναμη κορυφαία
και ύστερα μας ξέκανες
με πύρινη ρομφαία.

Αλαντίν με το λυχνάρι
ψάχνει για το τζίνι του
αλλά της Γιασμίν το χνάρι
χάνει με βενζίνη του.





ΙΡΑΝΓΚΕΪΤ

Οι οπαδοί του Μωσαντέκ
στην κόλαση του σάχη
και το κοπάδι του Τουντέχ
τους γύρισε τη ράχη.

Για τον κίνδυνο της σχέσης
πετρελαίων να οξυνθεί
και με τήβεννό τους Πέρσης
συμβολαίων θα ενδυθεί.

Μ’ άσπρο σκουφί θερμομετρούν
ακόμα το κατράμι
και σαν κουφοί ν’ αποφανθούν
το κόμμα αν θα συνδράμει.

Πέρασε νηφάλια η ώρα
γδάρτε τους υπομονή
μέσα τα κεφάλια τώρα
πάρτε τον Χομεϊνί.

Ο Μωσαντέκ στη φυλακή
του Ιρανού μονάρχη
και το Τουντέχ δεν θα εμπλακεί
στου τύραννου τη μάχη.

Με τον Πέτρο Ερημίτη
πέτρωσαν και τα κορμιά
σαν το δέντρο από τερμίτη
νέκρωσαν στην ερημιά.

Και μίας πόλης τους αρμούς
οι Άραβες θα κτίσουν
με κόκαλα που σε σωρούς
οι άνδρες τους θ’ αφήσουν.

Έπαθαν μεγάλο χάλι
κι έβγαλαν παραβολή
θα’ ναι αν ξαναπάμε πάλι
η χαριστική βολή.




Ο ΚΛΕΦΤΗΣ ΤΗΣ ΒΑΓΔΑΤΗΣ

Μια του κλέφτη της Βαγδάτης
μπάρμπα τόσα εξαμαρτείν
και του πέφτει ο δραγάτης
Μπαρμπαρόσσα Χαϊρεντίν.

Πάπλωμα με τον καυγά της
άρπαξαν του Ναστραντίν
και με ξάπλωμα στ’ αυγά της
άραξαν μουτζαχεντίν.

Την Γιασμίν με το λυχνάρι
ψάχνουνε του Αλαντίν
και στου Χουσεΐν το χνάρι
πιάνουνε τον Σαλαντίν.

Παραβάτη σε φανάρι
κόκκινο στο Αμπερντίν
και διαβάτη που φρενάρει
το κοινό με μπεταντίν.

Τι μωρία ραμαζάνια
δεν κρατώ απίθανη
τιμωρία στα καζάνια
στο στρατό Μωαμεθανοί.

Ομορία με ζιζάνια
και λαμά σαβαχθανί
συμμορία με λαζάνια
πολεμά ημιθανή.

Να γιορτάσουν μπαϊράμι
δεν θα κάμει ανακωχή
να χορτάσουν πάει χαράμι
του ιμάμη προσευχή.

Θα κοχλάσει το κατράμι
σκλάβα να εκραγεί η ψυχή
κι όχλος πλάση σαν ποτάμι
λάβα οργή θα ξεχυθεί.


ΚΥΠΡΟΣ

Όταν πέταξαν τη ρόκα κι οι γυναίκες το ΑΚΕΛ
αψηφώντας την ΕΟΚΑ γύριζε γυμνή Ρακέλ.
Ξένη η σκηνοθεσία και κομπάρσα ιθαγενής
ξαίνει σκίνο για θυσία με τη φάρσα Διγενής.

Κύπρο των αιγοπροβάτων και της προδομένης στάνης
Κύπρο συρματοπλεγμάτων και της διεθνούς πλεκτάνης
Κύπρο των T-shirts μπλουζάκια και τον τυπωμένο χάρτη
Κύπρο σκετς απ’ τα Εγγλεζάκια για τον σκοτωμένο αντάρτη.

Κύπρο σεναρίων τρόμου του μπερντέ θιάσου σκιών
Κύπρο κυναρίων δρόμου μπερδεμένων φωνασκιών
Κύπρο όσο ζει ο εθνάρχης ερμαφρόδιτη ανοχής
Κύπρο πόσο θα υπάρχεις αυταπόδεικτη ενοχής.

Κύπρο των Φουτ Μπολ Μακμίλαν που πουλάει ο Βενιζέλος
Κύπρο του φουτμπόλ της Μίλαν που μιλάει ο Μαμουζέλος
Κύπρο εισβολής Αττίλα κι ανθρωποσφαγής Σατίλα
Κύπρο προβολής Φωτήλα και αυλής με προβατίλα.


Κύπρο της ευμάρειας κόκα κόλλα το και κάνε τόκα
Κύπρο της μακάριας γιόγκα με τα αλληλούια μόκα
Κύπρο ζώα ωοτόκα με τ’ αβγά τα κλούβια γιόκα
Κύπρο σώα διπλοκρόκα κι αρπακόλα με μπαγιόκα.

Κύπρο με θηλιά σου φλόκα της αγχόνης της ΕΟΚΑ
Κύπρο τα μαλλιά σου πόλκα βοστρυχώνεις δολοπλόκα
Κύπρο με σκυλιά στα μπλόκα που τα χώνεις μπόμπα πόκα
Κύπρο αγκαλιά σου ρόκα που αγχώνεις απ’ τη πρόκα.

Κύπρο άλευρο Ταπιόκα κι άνευρο με καλαμπόκα
Κύπρο άροτρο μανιόκα σε ξερό για τον καριόκα
Κύπρο τσόκαρο με τόκα χαλκοπόδαρο τζουντόκα
Κύπρο κόττερο Μαγιόρκα κι ελικόπτερο για όρκα.

Κύπρο θώκων ΘΟΚ με τόγκα και τουρκομπαρόκ με πρόγκα
Κύπρο καζατσόκ με βότκα και του ροκ εν ρολ μιλόνγκα
Κύπρο του αμόκ με ντρόγκα και του σοκ στη Σπιναλόγκα
Κύπρο της ΕΟΚ πασόκα και του γιοκ για τον Ευδόκα.



ΚΥΠΡΟΣ


Κύπρο δικαστών περούκες αραβόσιτων ερούκες
Κύπρο των προβάτων στρούγκες και των βάτων με τις φούρκες
Κύπρο τσάκρες τρακατρούκες και στις άκρες με ντουντούκες
Κύπρο τσάρκες με σουρτούκες βάκρες με τις πατατούκες.

Κύπρο των αμνών κοπάδι γκεσεμιού Ζαχαριάδη
Κύπρο αχαμνών γλυκάδι στο γκισέ για το μοιράδι
Κύπρο με λεπτό μαγνάδι ρίχνει στη φωτιά σου λάδι
Κύπρο για κλεφτό σου χάδι δείχνει αποκοτιά το βράδυ.

Κύπρο στη καρδιά πινέζα για χορεύτρια σαντέζα
Κύπρο με Φιλιππινέζα υπηρέτρια κι Αλβανέζα
Κύπρο στην ποδιά σου πρέζα σκόνη η μικρή Ολλανδέζα
Κύπρο για φιλί τροτέζα που σηκώνει την πλερέζα.

Κύπρο των SS τριακόσια και τις κεφαλές με κρόσσια
Κύπρο για τα ιερά και όσια κράτησε γερά Στρακόσα
Κύπρο Λεμεσός Νικόσια λέμε SOS για τα Βαρόσια
Κύπρο πιλαλάς με κότσια για να σπαταλάς τα γρόσια.


Κύπρο κερδισμένων λότων και χαμένων αιχμαλώτων
Κύπρο εύσημα πιλότων κι ένσημα υπέρ αγνώστων
Κύπρο των ηλίων των πρώτων και των τελευταίων ερώτων
Κύπρο των χιλίων κρότων και των βουλωμένων ώτων.

Κύπρο του χορού Ζαλόγγου και του Ησαϊα βόγκου
Κύπρο ήμερων του λόγγου κι άγριων της CIA πρόγκου
Κύπρο του σβησμένου φθόγγου και του πεταμένου σπόγγου
Κύπρο του δεμένου μπόγου και πακέτου τσιτσιφιόγκου.

Κύπρο του σφαγμένου κράχτη και πιτσιλισμένου σφάχτη
Κύπρο του καμένου στάχτη και ξεφτιλισμένου αδράχτι
Κύπρο τυπωμένου χάρτη αιματοβαμμένου Χάρντινγκ
Κύπρο υψωμένου φράχτη και του χωρισμένου άχτι.

Κύπρο θέσεων εποίκων και διαθέσεων αποίκων
Κύπρο θέσεων του Γκρομίκο καταθέσεων χαχαμίκων
Κύπρο των εκθέσεων Σίσκο και προθέσεων απίκο
Κύπρο επιθέσεων λύκων και διαιρέσεων πηλίκο.




ΚΥΠΡΟΣ

Κύπρο ξένων στρατευμάτων Βατερλό εστιάτορα
Κύπρο πραξικοπημάτων του Σαρλώ δικτάτορα
Κύπρο των παραπηγμάτων και του ήλιου ηλιάτορα
των πηγμένων ξεραμάτων και δυσκοίλιου κάτουρα.

Κύπρο κουλοκουριασμένων με τα πρατοψάλιδα
Κύπρο ψιλοκουρεμένων κακοποιών με κόνιδα
Κύπρο ψωροκεκαρμένων του Σαμψών η Δαλιδά
Κύπρο ανατριχιασμένων για το ποιόν του όνειδα.

Κύπρο των παραπτωμάτων και του όρθρου αηδονιού
Κύπρο των περιττωμάτων και του βόθρου λιμανιού
Κύπρο των παντού φευγάτων του απόλυτου κενού
των παπουτσωμένων γάτων και ξυπόλυτου ορφανού.

Κύπρο της ψηφοθηρίας και των θενκ γιου βέρι ματς
Κύπρο της αδιαφορίας κόσμου των στημένων ματς
Κύπρο της οπλοφορίας αστυνομικών για κατς
Κύπρο της κυκλοφορίας οικονομικών με σκατς.
























ΑΕΡΙΤΙΔΑ

Πάσχουμε από αερίτιδα
των αιθεροβαμόνων
και θα ’χουμε φρενίτιδα
πατέρων των αμβώνων.

Πάσχω από αερίτη
μία αρρώστια δυστυχώς
κι ας με κάνει μακαρίτη
θα πετάω συνεχώς.

Γεια σας αιθεροβάμονες
της γης οι κολασμένοι
για σας από τους άμβωνες
υγιείς καταραμένοι.

Η καρδιά μας μαραζώνει
μη ξεφύγει απ’ τη τροχιά
και φαρδιά φοράμε ζώνη
που μας σφίγγει σαν τριχιά.

Οι καμικάζι έγιναν
νομοταγείς πολίτες
και με το γκάζι έμειναν
τη γης οι ασφαλίτες.

Τώρα δεν μας λένε αλήτες
γίναμε αγγελούδια
και στη χώρα καταλύτες
μας προσφέρουνε λουλούδια.

Πάσχω από αερίτη δυστυχώς
το φάρμακό της δος μου
για να πετάω συνεχώς
στα πέρατα του κόσμου.

Στέλλα με το σκούτερ έλα
πάρε τα μπαγκάζια σου
γέλασε και σκουτερέλα
πάτησε με γκάζια σου.





ΛΑΟΣ

Τα μοναστήρια να ’ν’ καλά
κι αυλόγυροί τους εκδρομέα
επισκεπτήρια πολλά
καλόγεροι προγαμιαία.

Στα γυμναστήρια πάγκαλα
κορμιά περιβολή αδαμιαία
και προσκλητήρια για γκαλά
σχολή της μόδας Ζωσιμαία.

Στα μαύρα δέον ο λαός
κι οι ουρανοί με τρόμο μαία
χάβρα Ιουδαίων Χαρίλαος
θρηνεί στο δρόμο θνησιμαία.

Καρατζαφέρη ο ΛΑΟΣ
για να μη προχωρήσει ΜΕΑ
θα καταφέρει αγλαός
για να χωρίσει τα σιαμαία;

Θα τιμωρήσει ο θεός
με κλύσματα κατακλυσμιαία
και θα τα θεωρήσει ως
εγκλήματά τους στιγμιαία.

Έθιμο στο εντευκτήριο
με βήμα ευθύ ταχύ ακμαία
και πένθιμο εμβατήριο
το χρήμα ηχεί υποβολιμαία.

Του Μπερλουσκόνι ουρλιαχτό
απ’ το μπαλκόνι με σημαία
και μπουρδοσκόνη κουρνιαχτό
σηκώνει ξένου επιδρομέα.

Βασίλειο αδιατάραχτο
το ίδιο χρόνια με Ρωμαία
κάτω απ’ τον ήλιο άπρακτο
αγαλματίδιο κεραμέα.




ΚΑΛΑΝΤΑ

Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά
ψιλή βροχή σαν βελονιά
και άψι(υ)λοίαστοι συγχρόνως
φορομπηχτικός ο χρόνος.

Αρχή που βγήκαν οι ληστές
με μηχανές τους άπληστες
που βρήκαν να καλοκουρδίσουν
και να μας κακοκαρδίσουν.

Άγριος Ράμπο έρχεται
κι άγιος δεν καταδέχεται
μαζί απ’ τον κάμπο να μιλήσει
και το μαγαζί να κλείσει.

Στέκι στο κέντρο μοναξιά
στέκει στο δέντρο δεξιά
χωρίς να σπάσει αυγά ομελέτα
και νωρίς θα κάτσει στη ρουλέτα.

Ο τζόγος σας το γιόρτασε
ο λόγος σας μας χόρτασε
και το ψωμί σας φάτε
με ζουμί που μας ρουφάτε.

Κάβα με το αζημίωτο
το Σάββατο γι’ αμείωτο
ενδιαφέρον κάνει μπόνους
για συμφέρον της να γλυκάνει πόνους.

Χτυπάμε παλιοσύστημα
κι ουρά να πάμε στοίχημα
με κέρδος προκαθορισμένο
ψεύδος σίγουρα για τον χαμένο.

Με τα χαμένα φαβορί
εμένα η φούλα μου μπορεί
κι αν με ξεκάνει σαν μπατίρη
Φούλαμ να μου κάνει το χατίρι.




ΦΑΤΜΕ

Σφύρα μου τα λαϊκά σου
τα μοντέρνα σου Φατμέ
πήρα μπαλαλάικά σου
τραίνα με τσαφ τσουφ ατμέ.

Στον υπερσιβηρικό σου
το σταθμό σαν αγοραίος
με τον εξηλεκτρισμό σου
μα δεν είμαι Ζαγοραίος.

Με τον φερετζέ κρυμμένα
φάλτσα σου απαριθμώ
και με κεμετζέ ωιμένα
ψάχνω για ένα νέο ρυθμό.

Δίχως βιομηχανία
της φαιδράς πορτοκαλέας
ήχος με αμηχανία
μα δεν είμαι ο Σαλέας.

Σαν υδραυλικός απ’ έξω
πάω στον πύργο με ασανσέρ
γρήγορα αυλικός να παίξω
και χτυπάω την πόρτα σερ.

Άψιλος χτυπάω το ντέφι
σαν καμπάνα του δερβίση
και ψηλός σκορπάω το κέφι
μα δεν είμαι Άννα Βίσση.

Με τα χίλια παρακάλια
για τις αγκαλιές καλού
χείλια κάνουν πορτοκάλια
οι πορτοκαλιές κι αλλού.

Ξαναπιάνω στα ωδεία
κείμενα ποικίλης ύλης
για να κάνω περιοδεία
μα δεν είμαι Σαμοΐλης.




ΡΑΪΣΑ

Πως θα ’ρθουν μου ’πες
κάτω τα Ρωσάκια
και σπάω κούπες
με ροζ ραβασάκια.

Ακούω λαϊκά
με αφιερώσεις
κι αποκρούω μπάλα
Λάικα με νευρώσεις.

Φαρσί τα λόγια
με τη βότκα Ρώσοι
κρασί στα υπόγεια
Βόλγα θα νερώσεις.

Μισέλ Στρουγκόφ
τα μαλλάκια
και Ζαχαρόφ
τα χειλάκια.

Με τα σκυλάκια σου
έκαψες Παρίσια
κι είχες τα μαλλάκια σου
που έκοψες πιο ίσια.

Σαν ντεμπουντάντ
φιγουρίνι
με περμανάντ
θα σγουρύνει.

Καρδιές Ραΐσα
ράϊσαν στη τάξη
ποδιές κλαρίσα
και γάμπες σου μετάξι.

Στο ρεβεγιόν
πάει στη RAI
κάλτσες ρεγιόν
θα φοράει.



ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΟΙ ΙΛΛΥΡΙΟΙ

Με την εθνική ομάδα
οπαδός παραληρεί
στη γειτονική ρημάδα
κάθοδος Ιλλυριοί.

Για τα γρέκια με σαμάρια
προχωρούν οι Αλβανοί
και ντερέκια απ’ την ευμάρεια
δεν χωρούν στη γκλαβανή.

Τρέχουμε για να κρυφτούμε
στις εστίες πρηνηδόν
να μην έχουμε αν πιαστούμε
απιστίες κλωτσηδόν.

Με Βρακά και φουστανέλα
ήρωες στα νώτα μας
γαλανόλευκα φανέλα
ίδρωσε απ’ τα χνώτα μας.

Παίζουν τα παιδιά στη ρούγα
και τα πιάνουν βλάμηδες
σαν αρνιά μέσ’ απ’ τη στρούγκα
να τα κάνουν Τσάμηδες.

Στην Αγιά Σοφιά αγνάντια
ευζωνάκι Αεκτζής
στην Αρβανιτιά ενάντια
μπαζωνάκι τσακιτζής.

Νύχτα επίθεσης κομάντος
μέσα στην Επισκοπή
δίχτυα εθνικής ομάδος
έσωσαν κατάσκοποι.

Πάνε εν τάχει και Στρακόσα
πιάνει άλτης γι’ αμοιβή
κι αν δεν τα ’χει τετρακόσια
κάνει εφιάλτης του ΜΑΒΗ.


ΒΟΡΕΙΟΗΠΕΙΡΩΤΗΣ

Μοιάζω Βορειοηπειρώτης
Έλληνας και πατριώτης
εγκωμιάζω κράνη ιδιώτης
ή αν θέλει ναν’ στρατιώτης.

Κλαίω που το διαβατήριο
δεν μου δίνουν για να μπω
και να λέω εμβατήριο
που προδίνουν αγαπώ.

Παρανόμως με ντουφέκια
σύνορα περνώ με λέκια
όμως από δω κι απέκεια
συμφορά κι αστροπελέκια.

Δεν θα σώσουν με τους χάρτες
που’ χουν φέρει στην ουρά
αλλά να μας δώσουν κάρτες
ενδιαφέρει σίγουρα.

Παραμάνα μου στο στήθος
για να γαλουχείται ο μύθος
και φημίζομαι συνήθως
για το ύποπτό μου ύφος.

Τρώω την τρελή γελάδα
ρύζι και ξηρά τροφή
στο ηρώο η Ελλάδα
προορίζει για ταφή.

Βάλε το κολλύριό σου
για να δεις Ιλλυριό σου
και το δηλητήριό σου
βγάλε με ντελίριό σου.

Σαν τον χότζα το γαϊδούρι
έμαθε μη τρώει αλλά
δίχως χόρτα στο αχούρι
τίναξε τα πέταλα.




ΔΑΙΜΟΝΑΚΙ

Ω! συ που είσαι η πιόμορφη
απ’ τους κακόσχημούς μας
και τους τριακόσιους πιο σοφή
τους μεγαλόσχημούς μας.

Δαιμονάκι μαύρο ρίξε
μες στην άβυσσό σου μείνε
γκομενάκι λαύρο δείξε
ο παράδεισος τι είναι.

Ω! συ που και το θάνατο
αψήφησες δαιμόνιο
πολυτεχνείο επάρατο
και ψήφισες μνημόνιο.

Απ’ τη φονική λεπίδα
των χειλιών σου γεννημένη
ραδιοφωνική ελπίδα
των τρελών χαριτωμένη.

Ω! Εωσφόρε της Αυγής
στο κόμμα σε γυρεύω
και έως φόρε μου να βγεις
ακόμα θα λατρεύω.

Τη φωτιά μη λιγοστεύεις
ζέστανε μου τη ψυχή
τη καρδιά μη μου παιδεύεις
που χαλκό σου ύμνο ηχεί.

Ω! συ που βάζεις στη βουλή
τη βούλα σου να χρίσεις
στο μέτωπο του ανηλεή
τιβούλα καταχρήσεις.

Τα προνόμια λυπήσου
και τα όμοια υπερασπίσου
με τα εγκώμια του Κροίσου
και στα εγκόσμια χαρίσου.




ΜΝΗΜΗ Δ. ΦΑΡΜΑΚΗ

Ρεύμα αυτοαναλώθηκες
με κεραυνό κορμάκι
και πνεύμα εξαϋλώθηκες
από κρουνό φαρμάκι.

Κορμός που πισσαλείφτηκε
για να φωτίσει ο δρόμος
όμως θερμός συνθλίφτηκε
να συσκοτίσει ο τρόμος.

Βλασταίνει η γη καλόβωλη
μια σπιθαμή απ’ το φράχτη
και μας ζεσταίνει χόβολη
και με μια σπίθα στάχτη.

Στη γούβα των χεριών σταριού
δεν νίτρωσε η ρίζα
με κούπα του κατοσταριού
και φύτρωσε η βρίζα.

Σε είπαν ιταμό θρασύ
ρέμπελο στη ζωή σου
κι ας ήπιαν ποταμό κρασί
στο καπηλειό μαζί σου.

Πολύ αργά για φούμαρα
φαρμακερό το βέλος
ένα τσιγάρο φούμαρα
κι ήρθε πικρό το τέλος.

Άφησες πόρτες ανοιχτές
φεύγοντας Δημοσθένη
για να ’μπουν οι συνεχιστές
έργου που δεν πεθαίνει.

Θα βγουν συνοδοιπόροι σου
για γη κι ελευθερία
και δεν αργούν οι σπόροι σου
να βγει πρωτοπορία.





ΜΟΛΥΒΕΝΙΑ ΟΥΡΑ

Ζωύφια παρασιτισμού
υπαλληλοκρατία
και υποψήφια διορισμού
με αναξιοκρατία.

Μαζική ευνοιοκρατία
του μονοκομματισμού
ταξική γραφειοκρατία
σοσιαλκαπιταλισμού.

Του κρατικού μηχανισμού
γρανάζι και το μάτι
δυναστικού αυταρχισμού
στενάζει διπλωμάτη.

Στη δουλειά με το κομμάτι
ήρωες σταχανοφισμού
τεμπελιά του ακαμάτη
πλήρωσε ωχαδερφισμού.

Φέουδο των κατακτητών
έγινε και δουκάτο
έσοδο των ιδιοκτητών
που έδινε σικάτο.

Δίχως έλεγχο από κάτω
εργατών και αγροτών
στέλεχος στο συνδικάτο
αιρετών στρατιωτών.

Από την περεστρόικα
θίγονταν τα προνόμια
κι αντέδρασαν ηρωικά
που αμείβονταν ανόμοια.

Με παράτες τους κι εγκώμια
θύματα της τρόικα
στρατοκράτες βαρυγκώμια
κύματα παλιρροϊκά.


ΟΥΤΩΣ ΤΥΠΟ-ΠΟΙΗΣΕ

Σαν εμπνευσμένα πράγματα του νου τα προϊόντα
με τυπωμένα γράμματα γης κι ουρανού τα όντα.
Ούτως εποίησε αυτός τα πάντα εν σοφία
και τυποποίησε σκυφτός με την τυπογραφία.

Σαν τυπογράφοι αυστηροί στο τύπο Γουτεμβέργιου
δογματικοί αριστεροί του πρωτοτύπου έργου.
Αρχιτεχνίτες άριστοι κι άρρωστοι χαρακτήρες
παραχαράκτες τέλειοι εν τέλει μήτρες στείρες.

Σαν ισχυρό πειστήριο το κόκκινο μελάνι
δέχτηκε δικαστήριο που έπεσε σε πλάνη.
Παράνομο πιεστήριο όρθιο δεν θ’ αφήσουν
κι έκρινε για το κτήριο να το κατεδαφίσουν.

Σαν αρχιμάστορα θεού με συγχωρείς φωνάζει
ιερομάρτυρα ε! ου! χωρίς να ονομάζει.
Σύμφωνα και φωνήεντα με τη σειρά στις κάσες
συνήθεια και απείθεια στα ιερά μας σκάσε.






















ΙΝΤΙΦΑΝΤΑ

Πεπειραμένος τυπογράφος σεσημασμένος πλαστογράφος
μαλώνεις στη δουλειά τον κάλφα με μονοκοντυλιά πεντάλφα
τελειώνεις αν δεν έχεις άλφα να ρίξεις προκηρύξεις «Αλφα-
ταχυδακτυλουργός εγγράφως τάχ» αρχηγός μηχανορράφος.

Στη τσέπη σου σελιδοθέτης όταν σε βλέπει καταθέτεις
φυλάς DIDOT οδό Διδότου μιλάς για το επίπεδό του
να μη ξεμείνεις σ’ έφοδό του που σου τα δίνει με φειδώ του
που πρέπει να τα διαθέτεις και σου επιτρέπει να συνθέτεις.

Μαζί σου έχεις στοιχειοθέτης και στη ζωή σου στόχο θέτεις
αναρχικά «στοιχεία» πάντα με τα πτυχία σου στη μπάντα
κατοχικά τοιχία Ιντιφάντα για επιτυχία στα συμβάντα
το πετραδάκι σου προσθέτεις σαν το παιδάκι να τα εκθέτεις.

Εκτυπωτής του ταραξίας σαν δικαστής της αταξίας
μη σε σχολάσει θορυβείσαι σε κύκλο «Αναρχία» πείσε
χωρίς πολλά στο άψε σβήσε με τίτλο «Αρχεία της Τάξης»είσαι
ο καρπωτής υπεραξίας ο εκφραστής κυριολεξίας.






















ΔΟΥΡΕΙΟΣ ΤΥΠΟΣ

Αραδιατζής σαν λινοτύπης και νταβατζής της χαμαιτύπης
χτυπάς επί σπουδή σπουδαία ξεσπάς να δει ερωτιδέα
να πας παιδί εβδομαδιαία τυπάς δανδή με ορχιδέα
αραμπατζής χαλινοχτύπης φιγουρατζής με καρδιοχτύπι.

Πιάνεις στο μάρμαρο λατύπης βάζεις νερό σαν καλοστύπης
τη σκόνη της με την ιδέα που την φουσκώνει και ραγδαία
πως τη σηκώνει πιο χυδαία απ΄ το μπαλκόνι Αρκουδέα
και κάνεις γάργαρο θ’ αντείπεις βγάζεις με πονηρό τερτίπι.

Τίποτα όντως δεν σου λείπει ηδύποτα δεόντως πίπη
μα φουκαρά σε τρώει η λύπη με τη μαλούρα σου του χίπη
των αρχολίπαρων τα λίπη εκλιπαρών των χοίρων γρίπη
ατύπωτα κι αυτά τολύπη ανείπωτα γραφτά του Σκίπη.

Στο βάθος με χαρτούρα κήπος γεμάτος με σαβούρα τύπος
κράτος νομενκλατούρα μήπως λάθος κουμπούρα του βουτύπος
με πάθος λοβιτούρα ρύπος και πάτος με θολούρα γρίπος
σαν τράτος στη χασούρα χτύπος κομάντος ξούρα Δούρειος ίππος.























ΑΡΔΗΝ ΚΑΙ ΛΟΓΑΔΗΝ

Αναρχική αρχειοθήκη πατριαρχική λειψανοθήκη
την κοίτη φράζει Καστοριάδην βάζει στη σκήτη τους εκτάδην
ήτοι κατασταλάζει στάγδην και σφάζει κήτη εκ του συστάδην
στην αρχική της με προσθήκη αυταρχική με υποθήκη.

Ακουάριους υδαταποθήκη απ’ τους μακάριους διαθήκη
στο σπίτι όπου στάζει ράγδην διατάζει γκεσταπίτη βάδην
με δυναμίτη αλλάζει άρδην που η μύτη ΣΤΑΖΙ επί τροχάδην
σφουγγοκολάριους με καθήκι βιβλιοθηκάριους με συνθήκη.

Μαράσλειος βιβλιοθήκη σαν χαρτουλάριος αποθήκη
με τα καπρίτσια θα ενδώσεις με βίτσια για τις παραδόσεις
και τα κορίτσια θα εκδώσεις για τα οφίτσια θα προδώσεις
τρισάθλιος με το ποντίκι για οφικιάλιος ποντίφηξ.

Με άλγος απ’ το σαραλίκι ως λεξιμάργος με αραλίκι
και αλγεινές σου εντυπώσεις για ογκώδεις αλδινές εκδώσεις
μανιώδης έγινες μ’ εκπτώσεις που αγχώδης έδινες τις δόσεις
βιβλιοφάγος σαν σκουλήκι τρως αδηφάγος χαρτζιλίκι.




















ΣΧΟΛΗ ΠΑΠΑΧΡΥΣΑΝΘΟΥ

Το επάγγελμα είναι κλειστό
που το κρατούν σαν μυστικό
να μη το μάθουν άλλοι.

Απ’ τον πατέρα πάει στο γιό
τον νέο Γουτεμβέργιο
κληρονομιά μεγάλη.

Έχει παράδοση η σχολή
και μαθητή απασχολεί
που παίρνει τη σκυτάλη.

Συστατική επιστολή
στα χέρια του με συστολή
που φέρνει μακρυμάλλης.

Πήγαινε είπα ρώτησε
δεν είναι εδώ αρρώστησε
στης πόλης την αιθάλη.

Χίλια εννιακόσια εξήντα εφτά
κι ανήλια γρόσια τα λεφτά
δραχμούλα του Κρυστάλλη.



















ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΣΤΗ ΤΕΜΠΕΛΙΑ

Στην περιπλάνηση θα μπω
και στο μελάνι κολυμπώ
κόκκινο για ρουμπρίκα.

Από την πλάνη μου θα βγω
και στο καράβι του Ρεμπώ
το μεθυσμένο μπήκα.

Στο αρχιπέλαγος Γκουλάγκ
αρχιτεμπέλαρος Λαφάργκ
νεκρός που πάω βρήκα.

Το πνεύμα πρόθυμο κι η σαρξ
για γεύμα προτιμώ του Μαρξ
γαμπρός να φάω την προίκα.

Στου ωκεανού τα κύματα
του νου αποκυήματα
έριξα sos και βγήκα.

Κι έγιναν τα μορς σήματα
ένσημα και κλεψίτυπα
που έπνιξαν το ΙΚΑ.


















ΡΑΜΠΟ

Καλλιδρομίου στα παλιά
καλλίφωνος σαν σε φωλιά
τραγούδαγες Νταλάρα.

Στα καλλιμάρμαρα σκαλιά
σαν καλλιτέχνης αγκαλιά
κρατούσες μια κιθάρα.

Κάτω απ’ το κιόσκι της αυλής
σ’ ένα καρότσι διαλαλείς
στη λαϊκή βιβλία.

Με σένα ονειροπολείς
θα ’ρχονταν κόσμος πιο πολύς
εκεί στη συναυλία.

Για σκέψου τι θα γίνονταν
στο στάδιο αν ταυτίζονταν
οι θεατές μαζί σου.

Απ’ την πολλή σου ομορφιά
θα τα ’καναν γυαλιά καρφιά
Ράμπο στο μαγαζί σου.


















ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΠΑΛΗΣ

Ο χαρακτήρας του κλειστός
και συλλεκτήρας του ιστός
μύγες τσε Τσε Γκεβάρα..

Υπόγειο στο μπετόν αρμέ
και σαν τον λόγιο Μαλλαρμέ
που πήγες μέσα βάρα.

Αμπάλκονο κι ατάβανο
και σαν να ράβω σάβανο
μοιραίου αντιμονίου.

Καφές στον ανυπόμονο
κι ανασκαφές σε υπόνομο
του αρουραίου Αγρινίου.

Μάτια πρησμένα του Μπαλή
μελανιασμένα Μπάμπαλη
την κάνη καραμπίνας.

Στο καγκελόφραχτο κελί
άγγελο σαν σφαχτό σκυλί
κάνει απεργία πείνας.

















ΟΜΙΛΕΙΤΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ

Τα σκόρπια τυπογραφικά στοιχεία
μαζεύω και τυπώνω γράμματα
ΣΚΟΠΙΑ με κεφαλαία ΗΣΥΧΙΑ
με πόνο μη μαζέψω πράγματα.

Το κάνω ρεπορτάζ λιανά Κανέλλη
κραυγάζων ΟΜΙΛΕΙΤΕ ΕΛΛΗΝΙΚΑ
με αβαντάζ της έδρας του σαν Έλλην
ο αγοράζων όνομα νικά.

Διαβάζουμε τι γράφει ο ειδήμων
όπως καυχιόταν στη διαφήμιση
με λύπη βγάζουμε τα εν οίκω εν Δήμω
ασκόπως όταν λείπει η εκτίμηση.

Γι’ άκου μα τούτο μπαμ μπαμ Μπαμπινιώτης
να βρεις από τα πράγματα αφανής
του κάκου ψάχνεις απ’ το επώνυμό της
χωρίς παράγωγα της μηχανής.






















ΣΟΥΑΧΙΛΙ

Απ’ το Ναϊρόμπι νέα με σαρκώδη χείλη
μιλάει σαν αεροσυνοδός στην Κένυα
χωρίς διερμηνέα για τα Σουαχίλι
γελάει ενστικτωδώς και βγαίνει έννοια.

Νταντεύει το μωρό στο σπίτι μπέιμπυ σίττερ
ξυπνάει κι έχει τα κέφια του ο εγκέλαδος
χορεύει αρκούδι με το ντέφι απ’ τα ρίχτερ
και τραγουδάει στο κέντρο καλλικέλαδος.

Χτυπάει στο πάτωμα από πάνω τα τακούνια
πετάει το πάσχα στη ταράτσα τα χαλκούνια
ταρακουνάει με νανούρισμα την κούνια
και του κεντάει σαν κυράτσα τα σεγκούνια.

Με αερόμπικ και λαβές της ζίου ζίτσου
πετάει με αεροπλανικό στο έδαφος
χωρίς Ιαπωνική θερμάστρα της Φουτζίτσου
μοιάζει η κατάσταση εδώ τραγέλαφος.






















ΠΥΛΙΑΡΟΣ

Κόβει και ράβει τ’ άδικο
μετάδοση του ντέρμπι
και μέσα στο ραφτάδικο
χρυσό λαρύγγι τέρπει

γκολ με το σταγονόμετρο
και ρίγη στο θερμόμετρο.

Κακό παιχνίδι φλύαρο
η μπάλα στο δοκάρι
σουτ σαν το φίδι χλιαρό
τραμπάλα την μπλοκάρει

μυαλό ξυράφι κοφτερό
παλιό που γράφει με φτερό.

Με τον πελάτη αντικριστό
την Κυριακή αργία
πίσω απ’ την πλάτη το Χριστό
κοιτά μια Παναγία

κοφτό ψαλίδι γυριστό
ξυστό άντε στον αγύριστο.

Ξεκίνησε ο γαλονάς
μπρος μαρς υπηρεσία
νίκησε ο Απόλλωνας
κι έγδαρε τον Μαρσύα

με τρίποντο αιματηρό
του Δία τρίποδο αυστηρό.

Πολύ καλές μεταγραφές
ομάδα για ωδείο
μ’ εοκικές προδιαγραφές
του ενενήντα δύο

σταμάτησε ρε Πυλιαρέ
που ανέβηκες στο μιναρέ.


ΑΜΑΡΑΝΤΟΣ

Ακούμε Άδωνη ιλαρό
απ’ την ωραία πύλη
και διαγράφεται λαμπρό
το μέλλον με καμπύλη

λαρί λαρό λαρί λαρό
τον πέρασες τον Πυλιαρό.

Δεν κρύβουμε το τάλαντο
μαέστροι στα ωδεία
και λέμε τον αμάραντο
ιλαροτραγωδία

ντο ρε μι φα σολ λα σι ντο
με φράκο και με τρικαντό.

Μπρος στο καθρέφτη που εντρυφά
στέκει σαν Άγγλος λόρδος
γαμπρός πως πέφτει στα κουφά
του φεύγει κι άλλος πόντος

φα λα ντο μι σολ σι ρε φα
ταλέντα μας για γκολ κρυφά.

Στη ραπτομηχανή ρυθμοί
ζόρι για την κοπέλα
λογαριασμοί και αριθμοί
αγόρι α καπέλα

για την κυρία ντο ρε μι
την Κυριακή με ντο ηρεμεί.

Με πιέτα ελεύθερα Πιετά
και το μπουφάν διφθέρας
με πέτα σαν φτερά πετά
στα σελοφάν Δευτέρας

που έφερναν για τα μπετά
και σέρνονταν σαν ερπετά.









Η ΤΥΧΗ ΤΗΣ ΡΟΥΛΑΣ

Τι θέλεις να σου πει κι αυτή η έρμη Θοδωρούλα
εν τέλει λέει θα παντρευτεί με θέρμη σαν κορούλα
Να μαγειρεύει ιμάμ μπαϊλντί καλή νοικοκυρούλα
και να γυρεύει μαμ μπαϊλντεί πολύ η κακομοιρούλα.

Να ζει κανείς ή να συζεί πλάθει όνειρα μικρούλα
το δάκτυλο απομυζεί καλάθι BRAVO Ρούλα
και μας περνάει ψιλό γαζί παμπόνηρα παρεούλα
γερνάει και με ψηλό μαζί για μπράβο μια χαρούλα.

Κλαίει που δεν ξέρει να μιλά καμία ξένη γλώσσα
μα λέει απαράμιλλα το caza mia κλώσα.
Με δάκρυα κορόμηλα πικρά επιπλέει γκλόσα
μακριά τους στα Γαυγάμηλα μικρά κλαίει με γαλότσα.

Μιλάει στη RAI η φαμελιά Μegaλωσε στα Λιόσια
και μαρτυράει με ανεμελιά μάλωσε τον Αλιόσα.
Και κατά κόρον η μιλιά Κορομηλιά λαλώσα
στο χώρο κάτω απ’ τη μηλιά κορομηλάκια κλώτσα.






















ΜΟΝΤΕΛΟ

Κάνει το ντέλο για ψητό καλό ο εν υψίστοις
πιάνει μοντέλο εν κρυπτώ και παραβύστω γλύπτης.
Του άλλου τάζει με ξυστό το κόκαλό του ξύστης
εξάλλου στάζει αχνιστό για το καλό του ψήστης.

Του βγάζει τον αδόξαστο ν’ ανέβει το πρεστίς της
και βάζει χέρι άξυστο χαϊδεύει το ποστίς της.
Οσάκις χαίρει ευέξαπτο λαβ στόρυ του εραστή της
ο Σάκης ξέρει άξεστο λαβ σόρρυ του βιαστή της.

Κορίτσια με τα όλα τους δεν είναι καν κομπάρσες
με βίτσια κι άλλα κόλπα τους για να μας κάνουν φάρσες.
Με τα καπρίτσια κόλακες προβάλλουν αν και φάλτσες
κι αλισβερίσια παλλακές καν καν να βάλουν κάλτσες.

Χαζούλια για το χρώμα τους παρούσες ρούσες ράτσες
γλυκούλια για το στόμα τους τσαούσες και καπάτσες.
Μανούλια για το σώμα τους αγέρωχες γκριμάτσες
κουκούλια για το στρώμα τους υπέροχες κυράτσες.






















ΛΕΝΗ Η ΒΡΩΜΟΣΤΟΜΗ

Λένη η βρωμόστομη σαχλή που επιπλέει εξ αγνοίας
ο Λένιν ήτο μιας καλής μας λέει οικογενείας.
Στο τσάι με ανθρώπους υψηλής της χάι κοινωνίας
μιλάει με τρόπους χαμηλής που δεν τροχάει διανοίας.

Τρέχει με στάση προβολής σαν σταρ ταπετσαρίας
κι έχει την τάση επιβολής της σιδηράς κυρίας
Κάνει επίδειξη αυλής ειδών κιγκαλερίας
συν γυναιξί της έπαυλης παιδιών κουρελαρίας.

Πρωί πρωί το ζώδιο νωρίς το χαζοκούτι
καλό σου κατευόδιο με το μυαλό κουρκούτι.
Χωρίς κανένα εφόδιο με τρόμο του ξεκούτη
θα βρεις σε κάθε εμπόδιο στο δρόμο τυφλοσούρτη.

Μη χάνουμε επεισόδιο κάνουμε μπαλαμούτι
και λέμε το τριώδιο κλαίμε έλα Ορνέλα Μπούτι.
Πιάνουμε υποπόδιο να ’χουμε μακροβούτι
πηγαίνουμε στο Ηρώδειο και βγαίνουμε σαν μούτοι.






















ΜΙΚΡΟΥΤΣΙΚΟΣ

Με τη βιογραφία σου θα έκανες μπεστ σέλλερ
και τη φωτογραφία σου θα έδειχνες στο τρέιλερ
με την τριχοφυΐα σου και τα γυαλιά σου σέττερ
και δίχως ευφυΐα σου δουλειά του ίματζ μέηκερ.

Γιατί μετεωρίζεσαι και πρήζεσαι ALKA SELTZER
αντί να χαραμίζεσαι λικνίζεσαι με σέικερ
αντ’ άλλου να χειρίζεσαι καλά το BLACK & DECKER
εξάλλου διαφημίζεται πουλά ο Βαϊτσέκερ.

Αν ήσουν ζωηρούτσικος με τις στροφές σου σάλος
θα σκίσουν αν και κούτσικος και με ραφές καβάλος
έστω και μεγαλούτσικος με τις τροφές ειδάλλως
πες το και νοστιμούτσικος καφές ο Παπαγάλος.

Ασκήσου φιγουρούτσικος και με φινέτσα Γάλλος
εξ ίσου γκλαμουρούτσικος έτσι όπως είναι ο άλλος
να φαίνεσαι γλυκούτσικος να φέρνεσαι εξάλλως
δεν έφταιξε Μικρούτσικος το έπαιξε μεγάλος.






















ΟΙ ΒΑΡΩΝΟΙ ΤΩΝ MEDIA

Ενός κακού media έπονται με πλύση εγκεφάλου
κι εκ του φακού εκτρέπονται στη κλήση του διαύλου.
Καλώδια φίδια έρπονται με ίνες του κρυστάλλου
κι εμπόδια μετατρέπονται στις δίνες του στροφάλου.

Στα πέρατα εκπέμπονται με κέρατα μετάλλου
και τέρατα δεν ντρέπονται τα ξερατά του άλλου.
Όλα απαγορεύονται ρητά και δια ροπάλου
και όλα επιτρέπονται αδιάκριτα εξάλλου.

Συμπάθειες με το πες πες στο τύπο Μπερλουσκόνι
και με προσπάθειες άκαρπες τίποτα μπουρδοσκόνη.
Με τις απάθειες καναπές ανείπωτα μπουκώνει
κι εμπάθειες κοινότοπες ξετσίπωτα στουπώνει.

Εξάλλου είναι πια σαφές όσο μικρή η οθόνη
τόσο μεγάλο κι αβαθές γίνεται ευρύ κωθώνι.
Καθώς κοιτάζει με απαθές το βλέμμα κατορθώνει
να μη διστάζει γι’ αληθές ψέμα ν’ αποθεώνει.






















ΡΟΥΦΙΑΝΝΑ

Η πομπευμένη την πομπή την έχει για καμάρι
και καλεσμένη σ’ εκπομπή τι τρέχει μας ζουμάρει.
Τα λάθη άλλου θα μας πει χαρτί και καλαμάρι
εξάλλου βρήκε το κουμπί μας πλάθει σαν ζυμάρι.

Μέσα στα σπίτια μας θα μπει με στρας να δει το σμάρι
και λες to be ή Εμ Αρ Μπι μετράς το δυναμάρι.
Σαν Άμλετ σε αναλαμπή άπλετο φως καλμάρει
εξάλλου κλαις ζωή θαμπή που κέλυφος φιλμάρει.

Καμπάνα λόγος διαυγής τον γυάλινο στιμάρει
και αναλόγως εναργής κρυστάλλινο λιμάρει.
Ατίθασης υποταγής Τρικαλινό γομάρι
άτι θρασείς καραγωγείς με χαλινό σαμάρι.

Ελεύθερης επιλογής μάλλινο ρεκλαμάρει
και δεύτερης διαλογής λινό απ’ το ερμάρι.
Του τόπου της καταγωγής από καλό νταμάρι
δια της ατόπου απαγωγής αποκαλώ τομάρι.















ΜΟΛΩΧ

Μολώχ της γέεννας πυρός
θυσίες βωμολόχες
που μόλις βγαίνει ανάπηρος
στις εκκλησίες μολόχες.

Μολώχ με στήθος δυναμό
καννίβαλων στις λόχμες
και πλήθος σου αδύναμο
Αννίβα κι άλλων λόγχες.

Μολώχ παραλιακών βωμών
θαυμάζοντας τη θέα
ειδυλλιακών διαδρομών
σπάζοντας τα στηθαία.

Μολώχ νεκρού εντάλματος
στη μάχη απ’ την τροχαία
και μπρούτζινου αγάλματος
στομάχι υποδοχέα.

Μολώχ μυστήριο της σφαγής
με τρόπο καινοτόμο
στο θυσιαστήριο οδηγείς
με δρόμο λαιμητόμο.

Μολώχ της εγκατάλειψης
που φεύγει απιών στο δρόμο
γι’ αποφυγή ανάληψης
των συνεπειών με τρόμο.

Μολώχ με κλήση πτώματος
που άσφαλτο θ’ αλείψει
κατάληψη οδοστρώματος
άψαλτο εγκαταλείψει.

Μολώχ τεράστιου στόματος
του οδηγού να γλύψει
και δράστη παραπτώματος
του κυνηγού καλύψει.


ΕΣΥ ΚΙ ΕΓΩ

Περίμενα τον χειρουργό
με πρόβλημα υγείας
υπέρ του δέοντος αργό
εκ δεοντολογίας.

Έκτακτα περιστατικά
κάθισε λίγο ακόμα
και θα μου πεις περαστικά
να φύγω νοσοκόμα.

Ήρεμα υπενθύμιση
για τα ελέη χρόνια
σήμερα η διαφήμιση
λέει για τα μακαρόνια.

Ζωή κορώνα γράμματα
παίζει ο γιατρός στα ζάρια
με ανοιχτά τα τραύματα
κι αρχίζει τα παζάρια.

Σκοτάδι γύρω κι έρεβος
ως της ψυχής τα μύχια
σαν χάδι ο ελλέβορος
μουδιάζει ως τα νύχια.

Ρημάδια το συμβούλιο
δεν τέλειωσε ακόμα
η άδεια τον Ιούλιο
που έλειωσε το κώμα.

Δείπνο να πιω το κώνειο
μείνε αναισθησιολόγος
για ύπνο μου αιώνιο
και γίνε εξομολόγος.

Θα σου βυζάξω νηπενθές
το ξύδι απ’ τη ρόγα
να κάνουμε μαζί αν θες
ταξίδι με πιρόγα.


ΛΑΪΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ

Μετά τα πάθη ανάσταση
κουράγιο σε τρεις μέρες
συμπάθεια συμπαράσταση
τρισάγιο απ’ τους πατέρες.

Περπατάω με πατερίτσες
και τον πόνο περιφέρω
πάω για τις παρεΐτσες
και στο δρόμο υποφέρω.

Πρώτα στην πρόνοια που κλειστή
είναι λόγω απεργίας
κι η πόρτα χρόνια σφαλιστή
έμεινε της υγείας.

Πήρα περιπατητήρα
για να ορθοποδήσω πι
και με πείρα ανελκυστήρα
να ανεβώ στο πι και φι.

Έκτακτα με αποστήματα
με κατακτά σκοτάδι
κατά τακτά διαστήματα
στα έγκατα του Άδη.

Με τις λάμες απ’ τις σκάλες
πάω με τα δεκανίκια
στις παλάμες μου φουσκάλες
που κτυπάω με τα μανίκια.

Του κάκου ΕΣΥ σταυρώθηκες
κι ανέβηκες στο θρόνο
που κάπου διασταυρώθηκες
κι ανέχτηκες στο χρόνο.

Πάω στο νοσοκομείο
μη πεθάνω για ένεση
και περνάω απ’ το ταμείο
για να κάνω αίνεση.


ΕΞ ΟΨΕΩΣ

Πέρασα απ’την επιτροπή
γιατρών τσιτσίδι βόγγοι
κι ένοιωσα μέσα μου ντροπή
που τρων οι τσιτσιφιόγκοι.

Σηκώθηκαν βαρύγδουποι
να δουν το τραύμα όγκοι
ορθώθηκαν κι αμφίρροποι
πηδούν για θαύμα γιόγκι.

Γιατρός που ειδικεύεται
στο άλγος καταλύτης
μικρός να εκπαιδεύεται
μάγος ανατολίτης.

Δεν πρέπει να θωπεύεται
η επιδιδυμίτις
κι αν ρέπει θεραπεύεται
η οστεομυελίτις.

Για την αναπηρία μου
έμαθα τα σπουδαία
και με την απειρία μου
έχασα κάθε ιδέα.

Διέκρινε υποχοντρία μου
ρωτώντας με χυδαία
κι έκρινε την ανδρεία μου
κρατώντας ορχιδέα.

Γνωμάτευσαν για ποσοστό
χωρίς λεφτά τριάντα
και διαπραγμάτευσαν ως το
εξήντα εφτά γι’ αβάντα.

ΕΣΥ φωνάζεις με θυμό
και πυρετό σαράντα
σύμφωνα τσέπης το σφυγμό
σου πήρε τόσα αγάντα.


ΑΤΥΧΗΜΑ

Λες τη μοίρα μου διαβάζεις
πως θα πάθω ατύχημα
κλαις και σαν τη χήρα βάζεις
τι να κάνω δίλημμα

αν γυρίσω θα ’ναι ευτύχημα
θα κερδίσω πάμε στοίχημα.

Σ’ ένα δρόμο που συχνάζεις
συναντάς στο γύρισμα
και με τρόμο σου κοιτάζεις
απ’ το περιστοίχισμα

και παθαίνεις σοκ στο αντίκρισμα
που μαθαίνεις το ξεκλήρισμα.

Τα χαρτιά σου θα στοιβάζεις
πρόνοια για βοήθημα
και γραπτά θα διαβιβάζεις
χρόνια για δυστύχημα

θα βυθίζεσαι στο εντρύφημα
και θα εθίζεσαι στο ερύθημα.

Τα στοιχεία θα εξετάζεις
γιωταχή βαρύθυμα
γι’ αστοχία ν’ ανεβάζεις
δυστυχή το τίμημα

κρίμα που δεν πέθανε εκτιμά
θύμα και δεν έκανε κιμά.










ΣΚΟΤΕΙΝΟΣ ΤΥΠΟΣ

Τύπος σκοτεινός βραδιάζεις
με αργό δρασκέλισμα
ρύπος ουρανός γαυριάζεις
συνεργό στο έγκλημα

κι είσαι με το μαύρο ένδυμα
που κινείσαι μιαρό βδέλυγμα.

Ρέμπελος περιδιαβάζεις
και δεν βλέπεις όχημα
που ανέμελος ρεμβάζεις
καταπέλτης να χυμά

στοχαστής με το ξαστόχημα
που θα ξεχαστείς για πρόσχημα.

Όταν μαύρα ρούχα βάζεις
να φυλάς τα νώτα ορμά
και με φωσφορούχα βγάζεις
φλάς σου φώτα αιδοιόσχημα

διαπιστώνεις με απόχυμα
πως γλυτώνεις από αστόχημα.

Για να μάθεις μη χλευάζεις
και να βρίζεις σύστημα
θα την πάθεις να μουχλιάζεις
που γυρίζεις δύσθυμα

μέσα σε υπόγειο οίκημα
ύποπτος για το αδίκημα.










ΠΑΡΑΣΥΡΘΕΙΣ ΥΠΟ Ι.Χ.

Σαν περιπολών κομπάζεις
με μολυβδοκόνδυλο
και περί πολλών τυρβάζεις
με σπασμένο σπόνδυλο

και φτηνός με ψέμα πρόδηλο
ίχνος αίμα ανεύθυνος δηλών.

Έκθεση αυτοψίας γράφεις
μίσθαρνο όργανο τυφλό
κι ανυποληψίας συρράβεις
παλιοτσόγλανο στυλό

που προδίνεις με υπότιτλο
και το δίνεις για μονόστηλο.

Κόλλα αναφοράς που βγάζεις
δίνω για οκτάστηλο
κι όλα διαφθοράς που εμβάζεις
δείχνω με το δάχτυλο

αίμα ΟΥΔΕΝ στο χαρτομάντιλο
θέμα με μηδέν απατηλό.

Με μουτζούρα υπογράφεις
το χαρτί σου κίβδηλο
και κουμπούρα διαγράφεις
μαθητή θρασύδειλο

με το αίμα μου ανεξίτηλο
και το ψέμμα σου πασίδηλο.










ΛΕΖΑΝΤΑ

Τα χέρια μου στοιχειώσανε
σαν σκιάχτρο τεντωμένα
και οι καρποί σταχυώσανε
με δάχτυλα δεμένα.

Άσπρη στάχτη μου στοιχειώνει
τις χειρονομίες μου
και σκεπάζει με το χιόνι
τις επιθυμίες μου.

Στο βουρκωμένο ουρανό
κοιτώ μουντό το πλάνο
και ναρκωμένο στο κενό
πέφτω σαν αεροπλάνο.

Σύγχρονος Χριστός ή σκιάχτρο
έγραψα στο γύψο μου
και με σύνθλιψη των άκρων
στάθηκα στο ύψος μου.

Τον υποδόριο ιστό
τρυπάω για ταξίδι
και με το δόρυ των χρηστών
χτυπάω χολή και ξύδι.

Τα πνευμόνια δες αν στύψεις
σαν λεμόνια σάπισαν
και χωρίς χυμό οι τύψεις
άθυμο με άφησαν.

Αντί για επανένταξη
μου πέταξαν μαχαίρια
κι άνοιξα εν τω μεταξύ
στον ουρανό τα χέρια.

Σκιάχτρο διώχνω την ανία
απ’ τα βλαβερά πουλιά
χρήσιμος στη κοινωνία
κάνω έτσι μια δουλειά.



ΓΝΩΜΑΤΕΥΣΗ

Γνωμάτευση από γιατρό
Κωχ προφανώς βακίλλου
διαπραγμάτευση μ’ εχθρό
περήφανος γραικύλου.

Γαστρορραγία να τους πεις
με τσάκισμα σπονδύλου
και δυσπραγία της οπής
με ψάξιμο δακτύλου.

Μου φέρνει αναγούλιασμα
προσβάλλει το εγώ μου
που παίρνει με αυγούλιασμα
να βγάλει το αυγό μου.

Δακτυλική εξέταση
προστάτη από ασελγό μου
και τελική προέκταση
μπροστά της σύνεργό μου.

Αντί να κοκορεύεσαι
με την κοτολογία
με γάντι διακορεύεσαι
για εικοτολογία.

Μες το γραφείο σου γιατρέ
θα μπουν για την υγεία
νεκροταφείο είσαι ρε
θα πουν δικαιολογία.

Σχολαστική διείσδυση
για να εντρυφήσεις δείχνει
ελαστική συνείδηση
να μην αφήσεις ίχνη.

Καλύπτεις αεροστεγώς
λεκάνη με γλουτίνη
και παραλήπτης αγωγός
τα κάνει τελατίνι.


DIGITUS IMPUDICUS

Με όρους ανεκδιήγητους
τρόφιμοι στις υπόγες
σε χώρους αδιείσδυτους
κακόφημοι με μπόγες.

Αντίχειρα και δείκτη τους
ενώνουν επιλόχες
και ηχηρά διαρρήκτη τους
γυμνώνουν ξενοδόχες.

Εγκρίνουν με ατρύγητους
ραγάδες και μαζόχες
καταπραΰνουν ρίγη τους
ζοχάδες με μολόχες.

Τους θεωρούν ανίκητους
που μάχονται με λόγχες
κι αναθαρρούν στο νοίκι τους
που κάθονται σε τσόχες.

Σηκώνουν το μανίκι τους
με μάσκες για τις μπόχες
φουσκώνουν για τη νίκη τους
με κάσκες καπνοδόχες.

Κοιτάζουν το ποντίκι τους
με τους πυρσούς στις κόγχες
και βγάζουν το πατίκι τους
με τους κιρσούς στις κώχες.

Σε ήπιο κλίμα δίκη τους
που πιάνουν με απόχες
και ύπτιο κλύσμα μπήχτη τους
να γειάνουν με τις ρόχες.

Με impudicus digitus
κακόσχημους στις δόγες
ξυπόλυτους αμύζητους
χυμούς από τις ρόγες.


ΔΙΚΑΣΤΙΚΟ ΜΕΓΑΡΟ

Ω! τι ωραίο μέγαρο
θαμπώνομαι διαβάτης
ακραίο βράδυ αφέγγαρο
θα μπω σαν παραβάτης.

Δικαιοσύνης μέλαθρο
δείχνει το ανάστεμά της
ταπεινοσύνης σκέλεθρο
ρίχνει το ανάθεμά της.

Των ραδιοφώνων δίαυλοι
με φως απ’ τους φεγγίτες
και των τυφώνων η αυλή
με τους φτωχούς σπουργίτες.

Δεν απαγγειάζουν στο σκαλί
με αέρα φαλαγγίτες
και ξεπαγιάζουν στο κελί
με αρεοπαγίτες.

Το μέλημα με πέλεκυ
διώκτη απηνή να κτίσει
στο έγκλημα να εμπλακεί
πρώτη ποινή αν εκτίσει.

Θα συνηθίσει φυλακή
σαν δεύτερή της φύση
να συνεχίσει κι από εκεί
ελεύθερη αν αφήσει.

Μες απ’ τα κιγκλιδώματα
βροχή κοιτάει ισόβια
και σε ουράνια δώματα
ψυχή πετάει τρισόλβια.

Θεός παιδεύει σώματα
με υπομονή Ιώβεια
καθώς πρεσβεύει δόγματα
να τον υμνεί αερόβια.


ΑΣΤΙΚΟ ΜΕΓΑΡΟ

Σταμάτησ’ ένας κύριος
ευρύχωρος κορούλα
κι άρχισε ο Βαλκύριος
χορός στη καμαρούλα.

Με τον δικαστικό γαρ ο
κουμπάροι η παιδούλα
στο αστικό του μέγαρο
για να την πάρει δούλα.

Ποτέ μην πεις τι όμορφο
που είναι το κλουβάκι
κάποτε αν μπεις οικότροφο
μείνε θα πουν σκλαβάκι.

Δούλο του απελεύθερο
παίρνει απ’ το καλυβάκι
και τούβλο σαν ημέτερο
φέρνει στο παλατάκι.

Για τα γυαλιά που πέταξε
έξω στο δρόμο η Ρόζα
στην αγκαλιά του υπέταξε
με νόμο Σανταρόζα.

Αχ δεσποινίς μου στέναξε
ας μείνει αν και σκαμπρόζα
κι αντί ποινής τη διέταξε
να γίνει αμορόζα.

Ω! τι ωραίο μέγαρο
που έφτιαξε ο Σταμάτης
μοιραίο γι’ αρχικλέφταρο
έφταιξε ακαμάτης.

Σαράι με μισοφέγγαρο
περνάει αναβάτης
και Καραγκιόζη αδέκαρο
κερνάει Χατζαειβάτης.

ΠΙΣΤΟΛΕΡΟ
Παλιά μου τέχνη κόσκινο
δηλώνει με πιστόλι
δουλειά που ζέχνει στο κοινό
σταλιά δεν στρέχει κόκκινο
να διαδηλώνει πόλη.

Γύρνα από ντροπή Αποστόλη
στη φωλιά σου αραξοβόλι
δύο άνθρωποι όλοι κι όλοι
για την πιστολιά το βόλι.

Ίχνη από περιστατικό
πρόσφατο μετανάστη
που ρίχνει σε περαστικό
δείχνει το αποκρουστικό
πρόσωπο του δυνάστη.

Κι απ’ τις δυο μεριές το μίσος
που υπερτερούμε ίσως
οι παρόντες εξαιρούνται
κι οι απόντες συγχωρούνται.

Σημάδι εκπυρσοκροτεί
φλόγωση εφηβείας
σκοτάδι να προστατευτεί
κι ομάδι τον χειροκροτεί
λόγω ξενοφοβίας.

Επικίνδυνα παιχνίδια
νέου με ρωσική ρουλέτα
κι επικήδεια στολίδια
του Ρωμαίου με βιολέτα.

Απ’ της στενής την ατραπό
θα βγάλει η αστυνομία
σχοινοτενής τον μαστροπό
πιο κοντινής στον άνθρωπο
και γι’ άλλη ανομία.
Πιο νωρίς για εικασία
με προσωπική του ευθύνη
και χωρίς διαδικασία
που δροσιστική τη φτύνει.
CYBERFRENIA
Οι κυβερνήσεις πέφτουνε
μα η αστυνομία δέρνει
κινήσεις μας ελέγχουνε
με τις μηνύσεις φέρνουνε
και στα ταμεία γδέρνει.

Πέστε κρίμας αστυνόμοι
για το θύμα σας συγνώμη
που σκοτώνετε με πάθος
δεν διορθώνεται το λάθος.

Η σχιζοφρένια στα βουνά
δεν πάει εκεί να μένει
με cyberfrenia τυραννά
τη ζαχαρένια μη χαλά
χτυπάει διοικεί κι ασθμαίνει.

Σκάει μύτη κι αναγγέλλει
πού βοσκάει την αγέλη
ρέπει ο νόμος να εκπέμπει
πρέπει όμως και να επέμβει.

Βρείτε του Βίκτωρα Ουγκώ
Αγιάνη με Ιαβέρη
με φαβορίτες και μουγγό
στις κρύπτες γάτα ποντικό
να κάνει νταραβέρι.

Αυτοκίνητο αντίκα
και στο κινητό Τιτίκα
Μάριο άκουσαν μπαράκια
μαύρα πλάκωσαν κοράκια.

Βρωμοκεφάλια κόβονται
με καφτερά μαχαίρια
απ’ την ασφάλεια διώχνονται
και τα κουφάλια σώζονται
με καθαρά τα χέρια.
Η αράχνη τα ζωύφια
πιάνει στον ιστό προνύμφια
κάμπια που ψοφάει μάγκα
κάποια θα σε φάει μαρμάγκα.


ΣΟΒΑΡΗ ΠΛΑΚΙΤΣΑ

Σοβαρή πλακίτσα λες καλά για μένα
κι είσαι για νεκροταφεία φοβερή
πως θα βρει κουκίτσα κόκκαλα σπασμένα
πείσε με ακτινογραφία μου μικρή.

Σαν δασκάλα για τις ειδικές ανάγκες
εξετάζεις πολιομυελίτιδα
και στη σκάλα για δικές σου με τους μάγκες
πας και διασκεδάζεις με φρενίτιδα.

Ότι μόνος χτύπησα στη ζαρντινιέρα
δυστυχώς με τα σημάδια φανερό
κι επιμόνως γλίστρησα μες τη μπανιέρα
ευτυχώς που ήταν άδεια από νερό.

Με κοιτάς χωρίς να δίνεις σημασία
κι άδικα τις ακτινοβολίες τρως
με πετάς και με προδίνεις στην ουσία
να η δική σου λέει με αμφιβολίες γιατρός.






















TAXIS

Με ρίσκο και με τάλαντο στα πόστα πλούτο βρήκα
τον Νίκο τον Αμάραντο και Κώστα Καρανίκα
στον οίκο τους τον άχραντο δώστα παρά στην Πνύκα
σαν θρήσκο με ατσάραντο σώστα κι εν τούτω νίκα.

Εφορία του σφαγείου και του μισθοφόρου γλύκα
σαν θηρία του αγίου Χριστοφόρου στη νταλίκα
μοχθηρία του παγίου και του φόρου τα πηλίκα
σωτηρία ναυαγίου και του εωσφόρου κλίκα.

Σφραγίδα στο πρωτόκολλο μου βάζει η Μαριάνθη
που είδα αντί για Φώσκολο διαβάζει Χωρεάνθη
ξανθή πλεξίδα μπρόκολο ρεμβάζει με Περάνθη
και Λεωνίδα Βώκολο που βάζει γκολ στη Ξάνθη.

Χάντρες χαϊμαλιά καλούδια διαφθορέα στο καλάθι
λάτρες αγκαλιά τραγούδια στην παρέα φέρνει πάθη
άντρες για φιλιά λεχούδια και μοιραία βγαίνει αγκάθι
γλάστρες στα σκαλιά λουλούδια στην ωραία Ελένη άνθη.

Με σκέρτσο στο κομπιούτερ της σύνδεση on line η Ελένη
και με το λέτσο σκούτερ της το χρήμα πλάι ξεπλένει
σαν τον Σκωτσέζο Μπρούστερ στην επίθεση χωλαίνει
και καρκαλέτσο μουστερή το κρίμα της τρελαίνει.

Βρήκα στην Αμφιλοχία με μια ματωμένη χλαίνη
μες στο ΙΚΑ τον λοχία με σπασμένη την ωλένη
προίκα η βωμολοχία μένει απ’ το Τεπελένι
και αντίκα στη λοχεία η καημένη με Τσεκλένη.

Τρέχουν με εκατομμύριο οι ευπαθείς ομάδες
που έβαλαν τεκμήριο οι συμπαθείς γραφιάδες
να έχουν το νοικοκυριό καθείς σαν αφεντάδες
κι έβγαλαν έξω απ’ το χωριό πολυπληθείς νομάδες.

Λένε οι χαρτογιακάδες δεν σηκώνουν τσαμπουκάδες
να μη κλαίνε με χαλκάδες και πληρώνουν με νταλκάδες
και τα παίρνουν οι λεφτάδες που τους κάνουν μπουναμάδες
για να κλείσουν χαραμάδες και να σβήσουν τους σεβντάδες.


ΝΙΚΟΣ ΚΑΒΒΑΔΙΑΣ

Ο Νίκος ασυρματιστής σε φορτηγά καράβια
ιδανικός τους εραστής στα πόρτο αργά τα βράδια
διέρρηξε στο πέλαγος της αγοράς πετράδια
κι έριξε εδώ σαν ναυαγός της "άγκυρας" τετράδια.

Υμένα με διακορευτή τρυπάει απ’ τα φυλλάδια
και στον πυθμένα αρμενιστή πάει στα βαθιά σκοτάδια
τον πνίγει με το πλοίο του στον ουρανό AIR ARABIA
κι ανοίγει το βιβλίο του κίτρινο του Μοράβια.

Ο Κόλιας τη Μεσόγειο εν τέλει θα κουρσέψει
και σ’ όλη την υδρόγειο θέλει να ταξιδέψει
παγά λαλέουσα φευγιό μακριά της δεν θ’ αντέξει
και κλαίουσα ιτιά τον γιο τα δάκρυα θα στερέψει.

Επίσκεψη εκ των διακοπών αναπολεί τη σκέψη
από τ’ αμπάρι απόλυση χωρίς να το γυρέψει
περίσκεψη για τον σκοπό πολλή μη τα μουσκέψει
να πάρει αποζημίωση νωρίς και να επιστρέψει.

Μεγάλου εκτοπίσματος δεν έπιανε λιμάνι
κι ελλείψει του ερείσματος έφευγε μάνι μάνι
εξάλλου εκ του πείσματος που έδειχνε τζιμάνι
εκκλήσεις μέσω βύσματος τον έφερε χαρμάνι.

Ξέμπαρκος τριγυρίζοντας τα χάλασε αλάνι
κι άφραγκος συλλογίζονταν τις θάλασσες μελάνη
δουλειές με το φυλλάδιο η γέφυρα η λεκάνη
σανίδι κι εν Ελλάδι ο δημοσιογράφος κάνει.

Κάρτες για ταξιδιωτικούς πράκτορες και στο τοίχο
χώρες σε χάρτες ναυτικούς ώρες κοιτάζει δίχως
να πάει με το καράβι του και όταν βάζει ψύχος
χτυπάει μορς αλφάβητου SOS κι ηρεμεί στον ήχο.

Ανασκαλεύει χώματα με τρίαινα τυμβωρύχος
και ψαχουλεύει πτώματα σαν ύαινα με το ρύγχος
του Καββαδία ανόσια σκαπάνη θα πετύχω
κηδεία με δημόσια δαπάνη για το στίχο.
Ο ΤΥΠΟΣ Η2Ο

Θυμώνει στο ιδιαίτερο
για υπερβολές στον τύπο
και τον φιμώνει ουδέτερο
με συμβουλές και χτύπο.

Επισημαίνει σφάλματα
εξαίρει επιτυχίες
και ξεθυμαίνει με άλματα
που ξέρει κι ευωχίες.

Ο τύπος πρέπει να υμνεί
χαρέμι Γκεμπελίσκοι
και ρύπος ρέπει σαν γυμνή
να τρέμει οδαλίσκη.

Σικάτη ορμήνια καναπές
χούι στην Πολιτεία
κάτι θα μείνει απ’ το πες πες
που ακούει πελατεία.

Θεράπευσαν Ολύμπιο
με πυρετό σαράντα
και θάρρεψαν πως ήπιο
θα υπηρετώ για πάντα.

Εύρηκα! ως τα εκατό
πολιτικό με κάλμα
και νευρικά με ρεκατό
ποιοτικό του άλμα.

Ουδέτερο υδρογόνο δυο
συν ένα οξυγόνο
ελεύθερο παγώνω Η2Ο
κανένα δεν πληγώνω.

Στο σύνταγμα Ομόνοια
θα πάω στην πηγή του
σύντομα για διχόνοια
και χάος στη φυγή του.

Η ΦΟΡΜΑ

Δεν αντέχω άλλο φτάνει
που δεν σπάει η πορσελάνη
και για ρίμα πια δεν κάνει
πάει κρίμα η μελάνη.

Πάει ομοιοκαταληξία
μα δεν σπάει σ’ εχθροπραξία
που ο τοίχος έχει αξία
και ο στίχος απαξία.

Με τη βόμβα που σκοτώνει
και η φόρμα δεν σε σώνει
με τη φοβερή της σχάση
τη ζωή σου θα ’χεις χάσει.

Μόνο η φόρμα θα σου μείνει
απ’ τη βόμβα στο καμίνι
και στο δρόμο σαν χαμίνι
θα κοιτάς με τρόμο σμήνη.

Η καρδιά χτυπάει κι εν πάση
περιπτώσει δεν θα σπάσει
τσιμουδιά που πάει να παύσει
θα γλυτώσει αν σιωπάσει.

Με μαστίγιο σου τις λέξεις
κηροπήγιο γι’ αναφλέξεις
στο επίγειο να μη μπλέξεις
καταφύγιο θα διαλέξεις.

Θ’ ακουστεί ο τυμβωρύχος
σαν από τους γύπες ήχος
και θα γκρεμιστεί σαν τοίχος
με τις τρύπες του ο στίχος.

Πως αντέχει αυτό θα κρίνει
και δεν θα σε λογοκρίνει
κι αν το αμφισβητείς ακόμα
θα αυτοεγκλωβιστείς στο κόμμα.



Η ΣΧΕΔΙΑ

Είπε για τη βάρκα ο Γιάννης
που κυλάει ένα βαρέλι
για τη τσάρκα που θα κάνεις
να γλιστράει σαν το χέλι

τι μας λέει το παιδαρέλι
επιπλέει με βαρέλι;

Ακουμπάει στον Ιορδάνη
κι έβαλε και λίγο μέλι
πάει η γλώσσα του ροδάνι
κι έβγαλε όλα όσα θέλει

για να πει με το τσιγκέλι
και χωρίς ντροπή απαγγέλλει.

Με θρασύ του τρόπο χάνει
σκέφτηκε για τον τεμπέλη
με κρασί τον καλοπιάνει
έτρωγε και δεν τον μέλλει

μες σε λήθαργο καρβέλι
σαν τον λήσταρχο Νταβέλη.

Τους ανθρώπους να εξυγιάνει
δεν το θέλησε με βέλη
και τους τρόπους θα γλυκάνει
σαν τις μέλισσες κουβέλι

τον κατάλαβαν εν τέλει
κι άρχισαν το τσιφτετέλι.









ΜΕΜΟΡΙΑΛ

Δεν συναντούσαν πρόθυμο
κοινό γραφτά σου Κώστα
και σου απαντούσαν με θυμό
αυτά στους άλλους χώστα.

Πρόσχημα επικοινωνίας
σύμπαντα ενδιαφέροντα
εξοστράκισαν διανοίας
σύμπνοια περιοδεύοντα.

Τρέχουν κι εκείνοι νοσταλγούν
καιρούς ιδεολογίας
έχουν ξεμείνει που αργούν
στους οπαδούς μαγείας.

Και μαζί με αυτά τα όντα
Πλάτων ηανθρωπότητα
πάντα απ’ τη ζωή απόντα
flat πραγματικότητα.

Για μια στιγμή ζωοδότησες
που μπήκες ηλιαχτίδα
απ’ τη ρωγμή που φώτισες
κι έφερες την ελπίδα.

Χύθηκες στους διαδρόμους
του μυαλού σαν καταιγίδα
και οδήγησες στους τρόμους
του γιαλού με την πυξίδα.

Σε χτύπησαν με κεραυνούς
σ’ όλης της γης τα πλάτια
και τρύπησαν τους ουρανούς
πόλης να βγεις ελάτια.

Στα ηλιόλουστα παλάτια
χάθηκες της Καλυψούς
θαλασσόβρεχτα με αλάτια
που σιχάθηκες λειψούς.

























































































































































































































Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου